Σάββατο 4 Νοεμβρίου 2017

Θέλω να δω το πρόσωπο του Θεού!



%ce%b1%ce%b8%cf%89%ce%bd%ce%b9%ce%ba%ce%ac-%ce%ac%ce%bd%ce%b8%ce%b7-%ce%b7-%ce%b7%cf%83%cf%85%cf%87%ce%af%ce%b1-%ce%ba%ce%b1%ce%b9-%ce%b7-%cf%80%cf%81%ce%bf%cf%83%ce%b5%cf%85%cf%87%ce%ae-%cf%80%ce%b1Δεν είναι λόγος κάποιου. Ο λόγος αυτός έρχεται από πολύ μακριά, τον φέρνουν οι παλαιοί – παλαιοί αιώνες. Ο Μωυσής έχει μιλήσει με τον Θεό. Έχει λάμψει πάνω του η δόξα της μεγαλοπρεπείας του Θεού. Δεν του φτάνει αυτό, ζητάει να του εμφανιστεί αμεσοτέρα ο Θεός. «Ἐμφάνισόν μοι σεαυτόν», λέει (Εξ. λγ’ 18). Ο Μωυσής θέλει να γίνει θεόπτης.
Με αυτό το θέμα ασχολείται ο αδελφός του Μεγάλου Βασιλείου, άγιος Γρηγόριος Νύσσης στην ιβ’ ομιλία του στο Άσμα Ασμάτων 5, 5-7 (ΕΠΕ 7). Σ’ αυτή την ομιλία παρουσιάζει τη θεοπτία του Μωυσέως.
Κάθε φορά, λέει ο άγιος Γρηγόριος, που ο Μωυσής κάνει μία κίνηση που περικλείει κάποιου είδους θυσία, ο Θεός του εμφανίζεται. Ο Μωυσής φεύγει από το παλάτι του Φαραώ. Φεύγει διότι θέλει να συμμετέχει στις κακουχίες του λαού του. Φεύγει από την Αίγυπτο, πηγαίνει στην έρημο. Εκεί ο Θεός του παρουσιάζεται με τη φλεγόμενη βάτο. Γίνεται κατόπιν αρχηγός των ομοφύλων του. Ως αρχηγός οδηγεί τον λαό στο δρόμο για τη Γη της Επαγγελίας, τη χώρα των υποσχέσεων του Θεού. Φθάνουν στο όρος Σινά. Εκεί ο Θεός κάνει αισθητή την παρουσία του εν μέσω βροντών, φωνών, αστραπών και σαλπίγγων, και καλεί τον Μωυσή να ανεβεί στην κορυφή του βουνού. Ο Μωυσής ανεβαίνει. Οι σάλπιγγες δεν τον φοβίζουν, ούτε ο γνόφος (το σύννεφο) που σκεπάζει το βουνό, ούτε οι βροντές ούτε το σκοτάδι του βουνού όπου συναντάει τον Θεό. Συναντά τον Θεό, συνομιλεί μαζί του. Ο Θεός του δίνει τις πλάκες του Νόμου. Μεταφέρει στο λαό τις πλάκες, ενώ το εξαστράπτov πρόσωπό του αποτελεί απόδειξη της εμφανίσεως του Θεού.
Δεν είναι δυνατόν να περιγράψει άνθρωπος αυτές τις θαυμαστές θεοπτίες του Μωυσή, γράφει ο άγιος Γρηγόριος. Ούτε να απαριθμήσει την ποικιλία τους. Τονίζει όμως ο άγιος το ότι ο Μωυσής δεν χορταίνει από την παρουσία του Θεού. Είναι, θά ‘λεγε κανείς, άπληστος σ’ αυτό, είναι αχόρταγος. Αναζητεί, θέλει να δει το ίδιο το πρόσωπο του Θεού. Αυτή την επιθυμία του την εκφράζει στο Θεό.
Αυτή την κίνηση του Μωυσή την περιγράφει το βιβλίο της Εξόδου (λγ’ 12-23). Την περιγράφει ως ένα διάλογο του Μωυσή με τον Θεό: Θέλω να σου ζητήσω μία χάρη, λέει ο Μωυσής στο Θεό. Θέλω να φανεί ότι ο λαός σου και εγώ είμαστε δοξασμένοι από Σένα. Ο Θεός του άπαντα: Θα σου κάνω τη χάρη που μου ζητάς. Και προσθέτει κάτι πολύ χαρακτηριστικό: «Οἶδά σε παρά πάντας». Σε γνωρίζω σαν εκλεκτό και άξιο της αγάπης μου περισσότερο από κάθε άλλον. Ο Μωυσής προχωρεί και θέτει το αίτημά του: «Ἐμφάνισόν μοι σεαυτόν». Φανέρωσέ μου τον εαυτό σου. Ο Θεός του ανταπαντά: «Οὐ μή ἴδῃ ἄνθρωπος τό πρόσωπόν μου καί ζήσεται». Δεν είναι δυνατόν να δει άνθρωπος το πρόσωπό μου και να ζήσει.

Όμως, συνεχίζει ο Θεός, θα σου κάνω τη χάρη. Θα σταθείς σε μία σπηλιά. Θα περάσω από μπροστά σου σκεπάζοντας την είσοδό της. Και όταν θα έχω περάσει, θα ελευθερώσω την είσοδο και τότε θα δεις τα νώτα μου.
Και πράγματι ο Θεός πέρασε, πέρασε η δόξα της λάμψεώς του. Και ο Μωυσής είδε τα νώτα του. Ο άγιος Γρηγόριος κλείνει το θέμα και εξηγεί τι σημαίνουν όλα τα προηγούμενα. Γράφει: Ο Θεός μας διδάσκει ότι αυτός που επιθυμεί να Τον δει, Τον βλέπει με το να Τον ακολουθεί αδιάκοπα, και η θεωρία του προσώπου του είναι μία συνεχής και ασταμάτητη πορεία προς Αυτόν.
Ο άγιος Γρηγόριος επεσήμανε τρία σημεία: α) Ότι ο Μωυσης είναι θεόπτης. β) Ότι δεν του φθάνει το τι είδε· θέλει κι άλλο. Είναι αχόρταγος· και γ) ότι θέα του Θεού είναι το να ακολουθούμε ασταμάτητα τον Λόγο.
Αυτά έγιναν στην Παλαιά Διαθήκη. Σήμερα τα πράγματα έχουν πάρει άλλη μορφή. Τώρα πλέον έχει έλθει ο Θεός στη γη. Ήλθε χωρίς σάλπιγγες, χωρίς κεραυνούς, χωρίς γνόφο, χωρίς πλάκες Νόμου.
Ήλθε ο ίδιος ο Θεός, πήρε την ανθρώπινη φύση, έγινε και άνθρωπος. Έψαλαν οι άγγελοι τον ερχομό του, Τον είδαν οι ποιμένες, Τον προσκύνησαν οι Μάγοι. Στον ιερό Ναό τον υποδέχθηκε ο Συμεών και η Άννα. Στα 12 χρόνια του μίλησε στους πρεσβυτέρους στο Ναό. Στη Βάπτισή του έγινε φανέρωση και των άλλων δύο προσώπων της Αγίας Τριάδος. Τον είδαν οι άνθρωποι. Τριάντα χρόνια ήταν κοντά τους και επί τρία χρόνια φανέρωνε τον εαυτό του σε όλους. Τον ακολούθησαν οι Δώδεκα μαθητές του και ο ευρύτερος κύκλος μαθητών. Τον ακολούθησαν οι άσωτοι, οι τελώνες και ένα πλήθος από αμαρτωλούς άνδρες και γυναίκες.
Κάποια στιγμή παρέδωσε τον Νόμο της Καινής Διαθήκης με την «επί του όρους ομιλία» και κατόπιν την υπέγραψε με το αίμα του. Σε άλλη στιγμή – στο όρος της Μεταμορφώσεως – έδειξε σε τρεις μαθητές μία ακτίνα της θεότητός του. Τον πίστεψε και Τον αναγνώρισε ο ληστής επί του Σταυρού, ο εκατόνταρχος και τόσοι άλλοι.
Ο πρώτος μάρτυρας, ο Στέφανος, Τον είδε στα δεξιά του θρόνου του Θεού. Ο απόστολος Παύλος Τον είδε προ του τείχους της Δαμασκού και όχι μόνο τότε. Οι μάρτυρες της Εκκλησίας, τα πλήθη στην παλαίστρια, στα στάδια, στις λίμνες, στα εκτελεστικά αποσπάσματα, όλοι Τον είδαν. Λευκοί, μαύροι, κίτρινοι, μελαμψοί, από διάφορες φυλές και χώρες, όλοι μιλούν μία γλώσσα, όλοι Τον είδαν και όλοι ψάλλουν ένα μόνο ύμνο: Αλληλούια! Η πορεία αυτή των θεοπτών μαρτύρων αρχίζει από τη γη και φθάνει στην είσοδο του ουρανού. Χαίρονται, πανηγυρίζουν. Είδαν τον Χριστό.
Σε μας άφησε τα ιερά Μυστήρια της Εκκλησίας. Στη Βάπτιση ψάλλουμε: «Ὅσοι εἰς Χριστόν ἐβαπτίσθητε, Χριστόν ἐνεδύσασθε»! Ντυθήκαμε τον Χριστό και έπειτα κοινωνούμε τον Χριστό. Μια εικόνα σε ένα ξωκκλήσι σε χωριό: Τα χέρια του ιερέα – αγρότη – είναι πληγιασμένα από την εργασία. Με αυτά τα πληγιασμένα χέρια παίρνει ένα πρόσφορο από κάποιο ευλαβικό πρόσωπο. Με αυτό θα κάνει την κλάση του άρτου και θα δώσει στο εκκλησίασμα: «Λάβετε», τους λέει, το Σώμα του Χριστού! «Πίετε» το Αίμα του. Αυτός είναι η ελπίδα μας. Είναι το δάκρυ της ψυχής μας. Η παρουσία του μας οδηγεί στους ουρανούς.
Ο ευαγγελιστής Μάρκος έχει περισώσει (θ’ 36-37) μία μοναδική σκηνή του Χριστού με ένα παιδί: «Λαβὼν παιδίον ἔστησεν αὐτὸ ἐν μέσῳ αὐτῶν, καὶ ἐναγκαλισάμενος αὐτὸ εἶπεν αὐτοῖς· ὃς ἐὰν ἓν τῶν τοιούτων παιδίων δέξηται ἐπὶ τῷ ὀνόματί μου, ἐμὲ δέχεται· καὶ ὃς ἐὰν ἐμὲ δέξηται, οὐκ ἐμὲ δέχεται, ἀλλὰ τὸν ἀποστείλαντά με». Λέγεται ότι το παιδί αυτό ήταν ο άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος, επίσκοπος κατόπιν Αντιοχείας, που μαρτύρησε στη Ρώμη.
Μοναδική η σκηνή εκείνη του εναγκαλισμού. Ο Χριστός εναγκαλίζεται το παιδί. Το παιδί τον κοιτάζει. Ο Χριστός κοιτάζει το παιδί. Οι καρδιές κτυπούν και των δύο. Στο πρόσωπο του παιδιού ο Χριστός εναγκαλίζεται την ανθρωπότητα, αντιστοίχως το παιδί κοιτάζει τον Χριστό, βλέπει τον Θεό!
Άγιε Γρηγόριε, πρέσβευε ώστε να ακολουθούμε κατά πόδας τον Χριστό. Δώσε μας το ανικανοποίητο, το αχόρταγο, την απληστία να θέλουμε να βλέπουμε τον Χριστό διά των ιερών Μυστηρίων της αγίας μας Εκκλησίας!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου