Κυριακή 9 Δεκεμβρίου 2018

Ο ΟΣΙΟΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ Το κλέος της Πάτμου (16 Μαρτίου, 21 Οκτωβρίου)


OsiosXristodoulos_1Ανάμεσα στις φωτεινές μορφές, που κοσμούν την Ορθόδοξη Εκκλησία μας, είναι και ο Όσιος Χριστόδουλος, το κλέος και το πάντιμο σέμνωμα της Πάτμου, που ίδρυσε την περίφημη Ιερά Μονή του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου και ανέδειξε το άγονο και μικρό αυτό νησί της Δωδεκανήσου σε παγκόσμιο προσκύνημα και σε αξιόλογο μοναστικό κέντρο της Ανατολής. Μέσα από έναν βίο γεμάτο δοκιμασίες, πειρασμούς και συνεχείς μετακινήσεις από τόπο σε τόπο λόγω της αλματώδους προέλασης των Τούρκων στην Ανατολή, κατόρθωσε ο Όσιος Χριστόδουλος να διακριθεί για τον ένθεο ζήλο, την ακλόνητη πίστη του και τη διαρκή αναζήτηση της πνευματικής τελειότητος. Επιπλέον ο δυναμισμός του, οι ικανότητες και τα χαρίσματά του ως ηγούμενος και πνευματικός γέροντας σε συνδυασμό και με το συγγραφικό του έργο και τη βαθιά του γνώση για τον άνθρωπο και τον κόσμο, τον κατέστησαν σημαντική ασκητική προσωπικότητα με φήμη που εξαπλώθηκε παντού και με κύρος στην αυτοκρατορική αυλή και το Πατριαρχείο.
Γεννημένος από δύο ευσεβείς γονείς, τον Θεόδωρο και την Άννα, σε μία κωμόπολη κοντά στη Νίκαια της μικρασιατικής Βιθυνίας περί το 1020 ο κατά κόσμον Ιωάννης εγκαταλείπει τα εγκόσμια και κινούμενος από θείο έρωτα ασκητεύει αρχικά στον Όλυμπο της Βιθυνίας. Στη συνέχεια μεταβαίνει στη Ρώμη και αργότερα επισκέπτεται τους Αγίους Τόπους. Η δίψα του για άσκηση τον οδηγεί στην έρημο της Παλαιστίνης, αλλά η προέλαση των Τούρκων τον αναγκάζει να μεταβεί στο όρος Λάτρος κοντά στη Μίλητο της Μ. Ασίας (1076-1079). Εκεί ιδρύει μοναστήρι με πολλούς μοναχούς και δημιουργεί αξιόλογη βιβλιοθήκη. Όμως νέες επιδρομές αλλοφύλων τον αναγκάζουν να μεταβεί στο όρος Στρόβιλος της Λυκίας (1709-1080) και στη συνέχεια στην Κω, όπου ιδρύει μοναστήρι της Παναγίας (1080-1088).
Το 1080 εγκαταλείπει την Κω και αναζητεί τόπο έρημο για να συνεχίσει τους ασκητικούς του αγώνες. Ο πόθος του αυτός εκπληρώνεται φτάνοντας στο έρημο και άνυδρο νησί της Πάτμου, το οποίο του παραχωρείται με χρυσόβουλο του αυτοκράτορος Αλεξίου Α΄ του Κομνηνού. Στην Πάτμο, όπου το 95μ.Χ. ο Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος γράφει την Αποκάλυψη, ιδρύει το 1088 μοναστήρι επ’ ονόματι του αγαπημένου μαθητού του Κυρίου, του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου και Ευαγγελιστού. Το μοναστήρι αυτό αποτέλεσε το μεγάλο έργο της ζωής του, αναδεικνύοντας με αυτόν τον τρόπο το άσημο και άγονο νησί της Πάτμου σε Ιερό Νησί και σε τόπο παγκόσμιας πνευματικής και ιστορικής ακτινοβολίας. Η φήμη του Οσίου εξαπλώνεται παντού, αφού με τη χάρη του Θεού και την αδιάλειπτη προσευχή επιτελεί θαύματα. 
OsiosXristodoulos_2Στις 8 Μαΐου του 1091 καταστρώνει την περίφημη «Υποτύπωση», στην οποία καταγράφονται κανόνες, που ρυθμίζουν τη ζωή του μοναστηριού και των μοναχών. Το 1093 εγκαταλείπει την Πάτμο εξαιτίας των αλλεπάλληλων τουρκικών επιδρομών και καταφεύγει μαζί με τους συντρόφους του στη περιοχή της Λίμνης στη βόρεια Εύβοια, όπου μέχρι σήμερα σώζεται η σκήτη του Οσίου.
 Στις 10 Μαρτίου του 1093 συναισθανόμενος το επίγειο τέλος του γράφει τη διαθήκη του, όπου περιγράφει τα δύσκολα χρόνια στην Πάτμο, τη λιποψυχία των πολυάριθμων συντρόφων του παρά την πρόοδο του έργου του και τη φυγή τους στην Εύβοια. Στις 16 Μαρτίου του 1093 (ημέρα κατά την οποία εορτάζεται η μνήμη του), παρέδωσε το πνεύμα του στον Πανάγαθο Θεό, τον οποίο σε όλη του τη ζωή αγάπησε και διηκόνησε, αφήνοντας την εντολή στους συντρόφους του να συνεχίσουν το έργο του στην Πάτμο και να μεταφέρουν το λείψανό του στο πολυαγαπημένο του νησί.
 OsiosXristodoulos_3Το σκήνωμά του μεταφέρθηκε σύμφωνα με την επιθυμία του στη Μονή της Πάτμου στις 21 Οκτωβρίου του 1094 (ημέρα κατά την οποία εορτάζεται η ανακομιδή του λειψάνου του) και τοποθετήθηκε σε μαρμάρινη λάρνακα στο δεξιό μέρος του εσωνάρθηκα της Μονής, όπου κατόπιν οι μοναχοί έκτισαν παρεκκλήσιο προς τιμήν του Οσίου. Αργότερα το θαυματουργό λείψανό του τοποθετήθηκε σε αργυροχρυσοεπένδυτη λάρνακα, που φέρει τη χρονολογία 1796 και αποτελεί μέχρι σήμερα πηγή ιαμάτων και παρηγοριά και στήριγμα για όσους προσέρχονται με πίστη και ευλάβεια. Η θαυματουργική φήμη και το πλούσιο έργο του υμνούνται μέσα και από την ακολουθία του. Ακολουθίες προς τιμήν του Οσίου εκδόθηκαν το 1775 στη Βενετία, το 1843 στην Ερμούπολη, το 1884 στην Αθήνα και το 1913 στα Χανιά με στοιχεία του βίου του από τον Άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη.
Ο Όσιος Χριστόδουλος με την πνευματική του παρουσία και το πλούσιο έργο του έπαιξε ουσιαστικό ρόλο στην εκκλησιαστική ζωή και ιστορία της Πάτμου σε τέτοιο βαθμό, ώστε πολλοί κάτοικοι του νησιού, αλλά και των γειτονικών νησιών της Σάμου και της Λέρου να φέρουν μέχρι σήμερα το όνομα του θαυματουργού Οσίου.
Αριστείδης Γ. Θεοδωρόπουλος
Εκπαιδευτικός
Βιβλιογραφία
· Βιρβίλλη Ζησίμου, Της Πάτμου το Κλέος –Ο Όσιος Χριστόδουλος ο Λατρηνός, Έκδοσις Ιεράς Μονής Αγίου Ιωάννου Θεολόγου Πάτμου, Πάτμος 1994.
· Κώτη Κωνσταντίνου Γ., Οι Άγιοι της Δωδεκανήσου, Β΄ Έκδοσις, Ρόδος 2001.

Πάτμος: Ανακάλυψαν κελιά και άγνωστες κρύπτες σε έργα στο Σπήλαιο της Αποκάλυψης [εικόνες]


Μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς από την UNESCO
Μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς από την UNESCO

Το νησί της Πάτμου, ένα από τα μεγαλύτερα κέντρα θρησκευτικού τουρισμού στον κόσμο.
Mε μνημεία παγκόσμιας κληρονομιάς κηρυγμένα από την UNESCO, τη Χώρα, τη Μονή του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου και το Σπήλαιο της Αποκάλυψης, έχει έναν επιπλέον λόγο να καμαρώνει.
Την αποκατάσταση του Σπηλαίου όπου ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος, ο αγαπημένος μαθητής του Ιησού, εξόριστος το 95 μ.Χ., οραματίστηκε και συνέγραψε το ιερό αποκαλυπτικό κείμενο, καθώς και εκκλησιών και άλλων κτισμάτων, που μαζί με το σπήλαιο αποτελούν μέρος ενός ενιαίου συγκροτήματος.

«Στόχος ήταν να αποκαταστήσουμε και να συντηρήσουμε το κτιριακό κομμάτι του συγκροτήματος. Υπήρχε ένα πρόγραμμα που έπρεπε να ακολουθήσουμε, το οποίο στην πορεία ανατράπηκε γι’ αυτό έγινε μια προσαύξηση του προϋπολογισμού, καθώς στην πραγματικότητα αποκαλύφθηκαν άλλου είδους πράγματα από αυτά που περιμέναμε», αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Παναγιώτης Χατζηιωάννου, αρχιτέκτονας, που ασχολήθηκε με την επίβλεψη και την εκτέλεση των εργασιών.
Και εξηγεί: «Είναι εντυπωσιακό ότι καθαρίζοντας το κτίριο ανακαλύψαμε πάρα πολλές οικοδομικές φάσεις. Δηλαδή, βρήκαμε παράθυρα, πόρτες, άγνωστες κρύπτες τις οποίες είχαν κλείσει για λόγους που ακόμα δεν έχουμε κατανοήσει, μια κατάσταση τόσο σύνθετη και περίπλοκη που δύσκολα προσδιορίζεις χρονολογικά την εξέλιξή της.
Το σίγουρο πάντως είναι ότι υπήρξε μια διαδικασία προσθετική, κάτι που συνηθίζεται κατά κανόνα. Όμως, εδώ ήταν ίσως λίγο πιο παράξενη, με την έννοια ότι διασώθηκαν αρκετά πράγματα επειδή τα κάλυπταν με τον σοβά τον οποίον όταν αφαιρούσες ανακάλυπτες από κάτω όλη αυτή την ιστορία», συμπληρώνει.

Το έργο είχε ως φορέα υλοποίησης την Εφορεία Αρχαιοτήτων (ΕΦΑ) Δωδεκανήσου, με προϊσταμένη τη Μαρία Μιχαηλίδου. Υλοποιήθηκε με κονδύλια του ΕΣΠΑ από την Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου, με περιφερειάρχη τον Γιώργο Χατζημάρκου, και παραδόθηκε στον φορέα διαχείρισης που είναι η Μονή του Αγίου Ιωάννη Θεολόγου.
«Η δυσκολία ήταν ότι έπρεπε να φτιάξουμε σκαλωσιές και να αποκαταστήσουμε έναν χώρο που τον επισκέπτονται χιλιάδες προσκυνητές και τουρίστες, διατηρώντας ταυτόχρονα τον λατρευτικό και τον προσκυνηματικό χαρακτήρα του.
Να είναι δηλαδή και επισκέψιμο μνημείο και εργοτάξιο για κάποιο χρονικό διάστημα», δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η αρχαιολόγος της ΕΦΑ Δωδεκανήσου, Ντίνα Κεφαλά, αναφερόμενη στις εργασίες που διήρκεσαν από το 2011 ως το 2016.

Παράλληλα, τόσο η ίδια όσο και ο κ. Χατζηιωάννου τονίζουν το στοίχημα που μένει να κερδηθεί: «Το ζητούμενο είναι τώρα, αποδίδοντάς το στο Μοναστήρι, να δοθούν και οι κατάλληλες χρήσεις στο μνημείο.
Δηλαδή, ένα τμήμα που ήταν παλιά σχολή μουσικής να γίνει και σήμερα σχολή βυζαντινής μουσικής ή αγιογραφίας, δηλαδή να υπάρχει και χρήση κοινής ωφελείας. Αυτό θα είναι και το πιο ενδιαφέρον, δηλαδή ένας αποκατεστημένος χώρος να αποκτήσει και τη χρήση του», σημείωσε η κ. Κεφαλά.
«Με την αποκατάσταση και συντήρηση του συγκροτήματος, σκοπός ήταν κάποιοι χώροι να χρησιμοποιηθούν πάλι για εκπαιδευτικούς λόγους.
Σε αυτό βοηθάει και το πώς έχει διαμορφωθεί εσωτερικά το συγκρότημα: Μια σκάλα που οδηγεί στο σπήλαιο χωρίζει εσωτερικά σε δυο το σύνολο του συγκροτήματος, συνεπώς το ένα τμήμα μπορεί να υπάρχει ανεξάρτητα από το άλλο.
Δηλαδή, το εκπαιδευτικό κομμάτι μπορεί να έχει δική του είσοδο και έξοδο και, ταυτόχρονα, το τμήμα που έχει να κάνει με τη μοναστική δραστηριότητα να λειτουργεί χωρίς να ενοχλεί τους μοναχούς», τονίζει ο κ. Χατζηιωάννου.

Το αρχιτεκτονικό συγκρότημα της Αποκάλυψης αποτελεί ένα ιδιαιτέρως σύνθετο και αντιπροσωπευτικό παράδειγμα προσθετικής αρχιτεκτονικής και απαρτίζεται από ένα σύνολο κλειστών χώρων, παρεκκλησίων και κελιών, σε πέντε στάθμες που ανήκουν σε τέσσερα επιμέρους κτήρια, διαφορετικής χρονολόγησης.
Το Σπήλαιο της Αποκάλυψης βρίσκεται στη βόρεια κλιτύ του λόφου ανάμεσα στο λιμάνι της Σκάλας και τον μεσαιωνικό οικισμό της Χώρας. Για τη διαμόρφωση και την ανάδειξη του χώρου φαίνεται ότι φρόντισαν οι μοναχοί της μονής του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου, που ιδρύθηκε το 1088 από τον όσιο Χριστόδουλο τον Λατρηνό, όταν ο βυζαντινός αυτοκράτορας Αλέξιος Α΄ Κομνηνός του παραχώρησε την Πάτμο.
Στις αρχές του 12ου αιώνα το εσωτερικό του Σπηλαίου διακοσμήθηκε με τοιχογραφίες, ενώ στις πρώτες δεκαετίες του 17ου αιώνα, ανοικοδομήθηκε το παρεκκλήσιο της Αγίας Άννας, στο ξυλόγλυπτο τέμπλο του οποίου αναφέρονται τα ονόματα των κτητόρων, Παρθενίου Παγκώστα και Γερμανού.
Το 1713, στην ανατολική πλευρά του συγκροτήματος, εγκατέστησε τη σχολή του ο διδάσκαλος Μακάριος Καλογεράς και δημιούργησε το Ένδον της Αποκαλύψεως Φροντιστήριον, την περίφημη Πατμιάδα Σχολή.

Ο Μακάριος Καλογεράς έχτισε αίθουσες διδασκαλίας και κελιά, μεριμνώντας για τη φιλοξενία και την καθημερινότητα των σπουδαστών. Στα τέλη του 18ου αιώνα κατασκευάστηκε η λεγόμενη αίθουσα υποδοχής ή Διευθυντήριο, ένα ανεξάρτητο κτήριο απέναντι από το ναΰδριο του Αγίου Αρτεμίου, ενώ γύρω στο 1900 υψώθηκε στα βόρεια του συγκροτήματος η τριώροφη πτέρυγα του Ιεροσπουδαστηρίου της Αποκαλύψεως, με τη φροντίδα του τότε σχολάρχη της Πατμιάδας, Αλέξαδρου Δηλανά.
Σημειώνεται ότι τον δρόμο της αποκατάστασής αναμένεται να πάρει και η Μονή του Αγίου Ιωάννη Θεολόγου, που βρίσκεται στην κορυφή του λόφου (σε άλλο σημείο δηλαδή από το συγκρότημα του Σπηλαίου της Αποκάλυψης) και περιβάλλεται από ακανόνιστο ορθογώνιο αμυντικό περίβολο (11ος-17ος αι).
Σύμφωνα με πληροφορίες της ΕΦΑ Δωδεκανήσου, υπάρχει εγκεκριμένη αρχιτεκτονική μελέτη για ένα πολύ μικρό μέρος της αποκατάστασης του συγκροτήματος (ολόκληρο θα απαιτούσε πολλά εκατομμύρια ευρώ), που αφορά την προστασία του από την υγρασία και τα όμβρια.
Το έργο πρόκειται να προταθεί για χρηματοδότηση από κονδύλια του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης αποκλειστικά για μνημεία της UNESCO, όταν και αν ανοίξει η πρόσκληση.

Οι φωτογραφίες παραχωρήθηκαν από την κ. Κεφαλά και τον κ. Χατζηιωάννου στο ΑΠΕ-ΜΠΕ 

Ο βράχος του Κύνωπα στην Πάτμο


ioannis_theologos
Πρόκειται για ένα θαυμαστό γεγονός, που συνέβη κατά θεϊκή παραχώρηση στα χρόνια της ιταλικής κατοχής στο ιερό νησί της Αποκαλύψεως, στην Πάτμο. Το γνωρίζουν όλοι οι Πάτμιοι και κυρίως οι γηραιοί.
Ως γνωστόν, στα χρόνια που ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος ήταν εξόριστος στην Πάτμο και άρχισε να διδάσκει τον χριστιανισμό, στο νησί υπήρχε ένας μάγος, ο Κύνωψ, ο οποίος μαχόταν την αλήθεια του Χριστού. Με τις απάτες και με τη συνεργασία του με το κακό πνεύμα παρέσυρε στην απώλεια πολλές ψυχές. Τότε ο Ευαγγελιστής Ιωάννης προσευχήθηκε και ο σκοτεινός και αμετανόητος μάγος, ενώ έκανε τα τεχνάσματά του και βουτούσε στη θάλασσα. Χάθηκε στον βυθό! Εκεί δε που χάθηκε, έμεινε ένας βράχος σε βάθος επτά μέτρων κάτω από τη θάλασσα. Αυτός ο βράχος, όπως ομολόγησαν πολλοί απ  αὐτούς που τον είδαν, μοιάζει με την απαίσια σατανική μορφή του μάγου. Είναι ο μάγος που πέτρωσε από την θεία δίκη με τις προσευχές του επιστήθιου μαθητή του Κυρίου, του Ιωάννη.Εκεί έχουν προσδέσει μία κόκκινη σημαδούρα, για να την βλέπουν τα πλοία να μην προσκρούουν πάνω του.
Το θαύμα στο οποίο θα αναφερθούμε, όπως το διηγούνται οι ηλικιωμένοι Πάτμιοι, έγινε γύρω στα 1928. Λέγουν λοιπόν τα εξής:
Ένα απόγευμα, έφθασε στο νησί στα ανοιχτά του λιμανιού ένα ιταλικό καράβι. Ήταν αντιτορπιλικό. Πάνω του όμως είχε πολλούς γερανούς, μικρούς και μεγάλους. Μάθαμε πως είχε δοθεί εντολή από την ιταλική διοίκηση της Ρόδου να βγάλουν από το λιμάνι τον βράχο, τον πετρωμένο Κύνωπα, γιατί τους εμπόδιζε. Αναστατώθηκε το νησί. Κατέβηκε και ο Ηγούμενος από το Μοναστήρι (ο π. Αμφιλόχιος Μακρής) και είπε στον Ιταλό κυβερνήτη:
untitled
Ο βράχος αυτός παραμένει εκεί κάτω από τη θάλασσα χίλια εννιακόσια και πλέον χρόνια. Είναι το θαύμα που έκανε ο Θεός ύστερα από τις προσευχές του Ευαγγελιστού Ιωάννη. Είναι σημάδι της νίκής του Χριστού εναντίον του σατανά, που αντιπρόσωπός του στο νησί ήταν τότε ο μάγος Κύνωψ. Γι  αὐτό ο αρχιμάγος αυτός πρέπει να παραμείνει πετρωμένος εκεί μέσα στη θάλασσα του λιμανιού, μέχρι τη Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου”. Του είπε κι άλλα πολλά.
Ο Ιταλός εντυπωσιάστηκε και τηλεφώνησε στον Διοικητή της Ρόδου, για να ματαιωθεί η επιχείρηση. Εκείνος όμως ήταν ανένδοτος. Του έδωσε διαταγή την άλλη μέρα το πρωί να θρυμματίσει τον βράχο.
Τότε ο Ηγούμενος, οι μοναχοί και πολλοί πιστοί αγρύπνησαν εκείνο το βράδυ πάνω στο Μοναστήρι προσευχόμενοι. Λίγο πριν ξημερώσει, έγινε το μεγάλο θαύμα! Ενώ μέχρι τότε η θάλασσα ήταν λάδι, μπουνάτσα, σηκώθηκε ξαφνικά φοβερή φουρτούνα. Η θάλασσα έβραζε, μούγκριζε σαν θεριό! Τα πελώρια κύματα που έφερνε απότομα η σοροκάδα απ  τά ανοιχτά, έκαναν το Ιταλικό καράβι να χορεύει σαν καρυδότσουφλο. Τελικά του έκοψε τις άγκυρες και το πέταξε πάνω στη στεριά!
Το πελώριο καράβι, το μισό ήταν μέσα στη θάλασσα και το άλλο μισό ήταν μέσα στη στεριά, πάνω στην προκυμαία! Φοβερό θέαμα! Ο πάταγος που έκανε όταν χτύπησε στη στεριά, ακούστηκε σε όλη εκείνη την πλευρά του νησιού.
Κατέβηκαν όλοι οι κάτοικοι στο λιμάνι, μαζί και ο Ηγούμενος. Είχε πλέον αρχίσει να ξημερώνει. Ο Ιταλός κυβερνήτης και οι ναύτες ήταν άσπροι σαν το πανί από τον τρόμο. Ο Ηγούμενος τους μίλησε με συμπάθεια και τους εξήγησε ότι αυτό ήταν ένα θαύμα του Θεού, γιατί δεν ενέκρινε την απόφασή τους και ματαίωσε τα σχέδια τους. Εν τω μεταξύ, το επίσης θαυμαστό ήταν πως, μόλις το πλοίο πετάχτηκε στην ξηρά, η θάλασσα εξ ίσου αιφνίδια έγινε και πάλι λάδι! Τους είπε επίσης να ευχαριστήσουν τον Θεό,γιατί τους φύλαξε και δεν έπαθαν τίποτε.
Πράγματι, μετά από αυτό οι Ιταλοί τρομοκρατημένοι υποχώρησαν. Κατέφθασαν από την Ρόδο άλλα γερανοφόρα πλοία, ρυμούλκησαν το πρώτο και ούτε τόλμησαν να ξανασχοληθούν με τον βράχο του Κύνωπα!
 Θαυμαστός ο Θεός εν τοις έργοις Αυτού”!
Στον Θεό η δόξα εις τους αιώνας των αιώνων.
 Αμήν!

Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος



Ο ΒΙΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ
Ο Άγιος Ιωάννης ο Ευαγγελιστής καταγόταν από κάποιο φτωχό χωριό της Γαλιλαίας που ονομαζόταν Βηθσαϊδά. Ήταν γιος του ψαρά Ζεβεδαίου και της Σαλώμης που ήταν συγγενής της Παναγίας Μητέρας του Χριστού. Πολύ νωρίς έγινε μαθητής του Ιωάννου Προδρόμου ενώ παράλληλα εργαζόταν και στην τέχνη του ψαρά κοντά στον πατέρα του και τον αδελφό του Ιάκωβο.

Κάποια μέρα λοιπόν ο Ιωάννης ο Πρόδρομος βάδιζε αργά στις όχθες του Ιορδάνου διδάσκοντας τον λαό την μετάνοια και βαπτίζοντας στον Ιορδάνη. Μαζί του ήσαν και δύο από τους μαθητές του, ο αδελφός του Πέτρου, και ο Ιωάννης. Καθώς ξεχωρίζει μέσα στο πλήθος τον Ιησούν Χριστόν παράξενα ακούγονται τα λόγια του: «Ίδε ο αμνός του Θεού».

Η καρδιά των δύο μαθητών σκιρτά στο άκουσμα των λόγων αυτών. Μήπως είναι ο Μεσσίας που περιμένουν;...


Μόλις τον βλέπουν ν' απομακρύνεται τον ακολουθούν με κάποια προσμονή και ελπίδα. Ο Ιησούς γνωρίζοντας τον πόθο τους να τον πλησιάσουν στρέφεται και τους ρωτά:

-Τι ζητείται;

-Ραββί, που μένεις; του απαντούν.

-Έρχεσθε και ίδετε. Ελάτε να διαπιστώσετε μόνοι σας. Ήλθαν λοιπόν και έμειναν κοντά του όλο εκείνο το ευτυχισμένο απόγευμα...

Ύστερα από λίγες μέρες καθώς τακτοποιούσαν και ετοίμαζαν τα δίχτυα ο Ιωάννης με τον πατέρα του και τον αδελφό του Ιάκωβο, βλέπει και πάλι τον Ιησούν να τον πλησιάζη. Η καρδιά του και πάλι σκυρτά στο αντίκρυσμα του θεϊκού εκείνου προσώπου και περιμένει ν' ακούση κάτι πολύ σημαντικό από το στόμα του Διδασκάλου.

Πράγματι, ο λόγος του τους καλεί να τον ακολουθήσουν και οι δύο αδελφοί στον ιερό και ύψιστον έργον του. Και αυτοί, χωρίς να υπολογίσουν τα καΐκια και τα δίχτυα, περιουσία και τον πατέρα που θα άφηναν μόνο του στην εργασία, τα εγκαταλείπουν όλα και τον ακολουθούν.

Από τη μέρα εκείνη ο σύνδεσμος του Ιωάννου με τον Ιησούν γίνεται βαθύς, άρρηκτος, ισόβιος. Εκείνος ο αγαπημένος διδάσκαλος και αυτός ο αγαπημένος, ο κατ' εξοχήν αγαπημένος μαθητής του. Τον ακολουθεί καθ' όλη τη διάρκεια της δημοσίας ζωής του επί τρία χρόνια. Όταν ο Κύριος ανέβηκε στο όρος Θαβώρ για να μεταμορθωθή, ανέβηκε μαζί και αυτός ο αγαπημένος μαθητής μαζί με τον Πέτρον και τον Ιάκωβον και είδε εκεί την Μεταμόρφωσι του Θεού Λόγου και την φωνή του Θεού Πατρός που έλεγε: «ούτος εστίν ο υιός μου ο αγαπητός εν ώ ηυδόκησα αυτού ακούετε».

Επίσης κατά τον Μυστικόν Δείπνον εκάθισε κοντά στον αγαπημένο του Διδάσκαλο και όταν έμαθαν οι μαθηταί ότι κάποιος απ' αυτούς θα τον προδώση, αυτός έπεσε πάνω στο στήθος του Ιησού και τον ερώτησε:

- Κύριε, ποιος είναι αυτός που θα σε προδώση;

Όταν πάλι έπιασαν τον Χριστόν οι Ιουδαίοι αυτός τον ακολούθησε και μπήκε στην αυλή του Αρχιερέως σαν γνωστός του και κοντά σ' αυτόν μπήκε και ο Πέτρος.

Όταν τέλος εσταυρώθη ο Κύριος αυτός ήτο παρών κοντά στον Σταυρό εκείνες τις στιγμές, ενώ όλοι τον είχαν εγκαταλείψει, ο Διδάσκαλος αναθέτει στον αγαπημένο του μαθητή την μητέρα του απευθυνόμενος στοργικά της λέει: «Γύναι, ιδού ο υιός σου», γυρίζοντας κατόπιν προς τον Ιωάννην του λέγει: «Ιδού η μήτηρ σου». Τι άλλο μπορεί να υπάρξη πιο μεγάλη ευτυχία από τον λόγον αυτόν;

Από την ώρα εκείνη λοιπόν, επήρε, όπως ήταν άξιο και πρέπον, στο σπίτι του την Μητέρα και Παρθένον, αυτός που ήταν κατά το σώμα και την ψυχήν Παρθένος. Και όταν ανεστήθη ο Κύριος, αυτός αφού πρόλαβε τον Κορυφαίον Πέτρον και αφού έσκυψε πρώτος στον τάφο, είδε τα εντάφια και τον Χριστόν που ποθούσε. Δέχεται απ' Αυτόν το ζωογόνον φύσημα και προβάλλεται της Οικουμένης όλης Απόστολος. Αυτός είδε τον Κύριον όταν ανελήφθη.

Αυτός έπειτα εδέχθη την επιφοίτησιν του Παρακλήτου εν είδει πυρίνων γλωσσών μαζί με τους άλλους συμμαθητάς κατά την ημέραν της Πεντηκοστής. Αυτός τέλος και μέχρι την Κοίμησιν της Θεοτόκου έμεινε στα Ιεροσόλυμα, υπηρετώντας αυτήν σ' όλες τις ανάγκες.


ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ

Ύστερα από την καταστροφήν της Ιερουσαλήμ το 70 μ.Χ. από τον Τίτον, έπεσε ο κλήρος ο Ιωάννης να έλθη στην Μικρά Ασία, που ήταν γεμάτη από είδωλα και ολόκληρη ήταν αφημένη στην ειδωλολατρική πλάνη.

Για το πράγμα αυτό λυπήθηκε ο Απόστολος και επειδή σαν άνθρωπος τον έπιασε αγωνία και δεν ήλπισε καθόλου στην ανίκητη δύναμη του Θεού, έπεσε κατά παραχώρησιν Θεού σε πειρασμό, ώστε να συγχωρεθη με τον πειρασμό το ανθρώπινο σφάλμα του. Διότι οι μεγάλοι και τέλειοι άνδρες στην αρετή πρέπει να φυλάγουν την ακρίβεια και στα μικρότερα πράγματα. Προλέγει λοιπόν ο Ιωάννης στον μαθητή του Πρόχορον την τρικυμία και το ναυάγιο που επρόκειτο να  υποστούν και ότι μόνον ο Ιωάννης επρόκειτο να πειρασθή στην θάλασσα για σαράντα ημέρες.

Αφού λοιπόν έγινε η τρικυμία, όπως το προείπε ο Απόστολος, τα κύματα της θαλάσσης έβγαλαν τον Πρόχορον στην Σελεύκειαν. Εκεί κατασυκοφαντήθηκε ότι είναι μάγος και ότι πήρε χρήματα από το πλοίο που ναυάγησε και τα ξοδεύει. Από την Σελεύκεια επήγε σ' έναν τόπο της Ασίας που λέγεται Μαρμαρεώτης σε διάστημα σαράντα ημερών.

Όταν πήγε ευρήκε τον δάσκαλο του Ιωάννη που τον είχε βγάλει εκεί η θάλασσα. Δόξασαν λοιπόν και οι δύο τον Θεόν που τους εγλύτωσε και τον ευχαρίστησαν.


ΣΤΗΝ ΕΦΕΣΟ.
ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΛΟΥΤΡΟ.

Έπειτα πήγαν και οι δύο στην Έφεσο, όπου συνάντησαν μια γυναίκα με το όνομα Ρωμάνα, που ήταν ξακουστή για την κακία της ως την Ρώμη. Αυτή λοιπόν αφού πήρε τον μέγαν Ιωάννην και τον μαθητήν του Πρόχορον τούς ανάγκασε να δουλεύουν σ' ένα δικό της λουτρό. Επειδή δε ο Ιωάννης, καθώς ήταν άπειρος από τέτοια δουλειά συνέβαινε να κάνει μερικά σφάλματα σε μερικές εργασίες, τούς μεταχειριζόταν εκείνη η κακή γυναίκα με τόση μεγάλη ωμότητα και απανθρωπιά, σαν να τους είχε εξαγορασμένους δούλους. Τον Ιωάννη τον είχε υπηρέτη για να χύνη νερό σ' όσους έκαναν λουτρό.

Μέσα σ' εκείνο το λουτρό κατοικούσε και ένας άγριος Δαίμονας που συνήθιζε τρεις φορές κάθε χρόνο να πνίγη ένα νέον ή μια νέα. Επήρε δε την άδεια και άρχισε να κάνη τέτοιον φόνον ο διάβολος, διότι όταν θεμελιωνόταν εκείνο το λουτρό έπεισε ο σιχαμερός εκείνους που έκτιζαν να χώσουν μέσα στα θεμέλια ένα νέον και μια νέα, με σκοπό τάχα να αντιλαλή και να βγάζη μεγάλον ήχον το λουτρό. Απ' αυτό λοιπόν αφού πήρε αφορμή ο ανθρωποκτόνος διάβολος, έπνιγε εκεί συχνά τους ανθρώπους.


ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΔΟΜΝΟΥ ΚΑΙ ΔΙΟΣΚΟΥΡΙΔΟΥ.
ΑΝΑΣΤΑΣΙΣ ΑΥΤΩΝ

Ύστερα από τρεις μήνες λοιπόν, αφ' ότου πήγαν στο λουτρό ο Ιωάννης και ο Πρόχορος, καθώς έμπαινε στο λουτρό για να λουσθή κάποιος Δόμνος, παιδί του Διοσκορίδου του συζύγου της Ρωμάνας, πνίγηκε από τον Δαίμονα. Θρηνούσε λοιπόν η Ρωμάνα απαρηγόρητα για τον θάνατο του Δόμνου.

Ο πατέρας του Διοσκουρίδης όταν έμαθε την ξαφνική είδησι τού θανάτου του επέθανε από την υπερβολική λύπη. Παρακαλούσε λοιπόν η Ρωμάνα την ψευτοθεά Άρτεμιν για να αναστήση τον Δόμνον και έκοβε τις σάρκες της. Όμως μάταια τα έκανε όλα αυτά.

Ο Ιωάννης λοιπόν ρώτησε τον Πρόχορο για ποια αιτία θρηνεί η Ρωμάνα. Εκείνη όταν τους είδε να συνομιλούν έπιασε και άρχισε να τον συκοφαντή ότι είναι μάγος και τέλος να τον φοβερίζη ότι πρόκειται να τον θανατώση, εάν δεν μεταχειρισθή κάθε μέσον για να αναστήση τον Δόμνον.

Αφού λοιπόν αναγκάσθηκε έτσι ο Απόστολος έκανε προσευχήν. Και, ώ του θαύματος! Αμέσως ανεστήθη ο Δόμνος. Αυτό το θαύμα όταν είδε η Ρωμάνα έμεινε εκστατική και άρχισε να αποκαλή τον Ιωάννην Θεόν και υιόν Θεού.

Ύστερα αφού εξωμολογήθηκε ειλικρινά τις αμαρτίες της και αφού ζήτησε συγχώρησι για τις κακοπάθειες που προξένησε στον Απόστολο και τον μαθητή του, επέστρεψε στον Χριστό και βαπτίσθηκε. Ύστερα δε από τον Δόμνον ο Ιωάννης ανέστησε και τον πατέρα του τον Διοσκουρίδη και τον εβάπτισε. Επίσης εβάπτισε και τον αναστηθέντα υιόν του και όλους τους άλλους που έτρεξαν εκεί. Έδιωξε δε και τον πονηρό Δαίμονα που κατοικούσε μέσα στο λουτρό.


ΣΥΝΤΡΙΒΗ ΤΗΣ ΑΡΤΕΜΙΔΟΣ

Επειδή οι Εφέσιοι ετελούσαν μεγάλη γιορτή στην ψευτοθεά Άρτεμιν, γι' αυτό ο Απόστολος επήγε κατά τον καιρό της γιορτής και ανέβηκε επάνω σ' εκείνο το μέρος, όπου στεκόταν το είδωλον της Αρτέμιδος. Οι όχλοι όμως βλέποντας τον θύμωσαν πολύ και άρχισαν να τον λιθοβολούν. Όμως οι πέτρες δεν χτύπησαν καθόλου τον Άγιον, αλλά το είδωλον μέχρι που το συνέτριψαν.

Εκείνοι όμως οι ανόητοι δεν θέλησαν να έλθουν σε συναίσθησιν, αλλά βλέποντας τον Απόστολον να τους μιλάη για πίστι, πάλι τον λιθοβολούσαν. Οι πέτρες όμως παράδοξα επέστρεφαν και κτυπούσαν τους ίδιους και τους επλήγωναν. Τότε ο θείος Απόστολος έκανε προσευχή στον Θεό και αμέσως έγινε σεισμός και μεγάλος βρασμός της γής και χάθηκαν απ' αυτόν διακόσιοι άνθρωποι. Βλέποντας αυτό οι υπόλοιποι άνθρωποι μόλις και μετά βίας απαλλάχθηκαν από την μέθη και τον σκοτισμό της πλάνης και παρακαλούσαν θερμά τον Απόστολο να ελεηθούν και οι ίδιοι και να αναστηθούν όσοι πέθαναν. Πάλι λοιπόν, αφού προσευχήθηκε ο Απόστολος, αμέσως όλοι αναστήθηκαν. Και επειδή έγινε πάλι βρασμός της γής, γι' αυτό έπεσαν όλοι στα πόδια του Αποστόλου και, αφού πίστεψαν στον Χριστό, βαπτίσθηκαν.

Έπειτα πήγε ο θείος Απόστολος σ' ένα τόπον που ωνομαζόταν Τύχη και εκεί θεράπευσε ένα παράλυτο που ήταν κατάκοιτος δώδεκα ολόκληρα χρόνια.

Επειδή λοιπόν έκανε ο Απόστολος και άλλα πολλά θαύματα και η φήμη τους έτρεχε παντού, βλέποντας αυτά εκείνος ο Δαίμονας, που έμενε και κατοικούσε στον ναόν της Αρτέμιδος, και γνωρίζοντας ότι και ο ίδιος θα διωχθή απ' εκεί απ' τον Ιωάννη μεταμορφώθηκε σε στρατιώτη, κρατώντας στα χέρια χαρτιά και κλαίγοντας ότι δήθεν έφυγαν απ' τα χέρια του δυο μάγοι άριστοι και εξαιρετικοί που του δόθηκαν από την εξουσία να τους φυλάγη. Εξ' αιτίας αυτού τον έβαλαν σε μεγάλον κίνδυνο με τη φυγή τους. Έδειχνε δε στους ανθρώπους εκεί και ένα δέμα φλωριά και υποσχόταν να το δώση σ' αυτούς εάν βρουν τους μάγους και τους θανατώσουν.

Ακούγοντας λοιπόν αυτά πολλοί κινήθηκαν εναντίον του σπιτιού του Διοσκουρίδου φοβερίζοντας ότι θα το κατακαύσουν μαζί μ' αυτόν, αν δεν παραδώση στα χέρια τους, τους μάγους. Ο ευλαβής όμως και ευγνώμων Διοσκουρίδης προτιμούσε καλύτερα να καή παρά να παραδώση τους Αποστόλους, που του φανήκαν ευεργέτες του. Ο δε μέγας Ιωάννης προγνωρίζοντας με την προορατικήν χάριν του Αγίου Πνεύματος, ότι αν παραδοθή σ' αυτούς πρόκειται πάλι να κάνη θαύματα και απ' αυτό να επιστρέψη πολλούς στην ζωή της ευσεβείας παρέδωκε τον εαυτό του ο ίδιος μαζί με τον Πρόχορον στους απίστους.


 Αφού λοιπόν σύρθηκαν από τους απίστους οι Απόστολοι του Κυρίου, όταν πήγαν στον ναό της Αρτέμιδος, προσευχήθηκαν στον Θεό να γκρεμισθή ο ναός, αλλά κανένας άνθρωπος να μη πάθη κακό. Και, ώ του θαύματος! Αμέσως έγινε αυτό. Τότε ο μέγας Απόστολος διατάζει τον Δαίμονα που κατοικούσε εκεί με αυτά τα λόγια:

- Σε σένα ομιλώ τον ακάθαρτο Δαίμονα.


- Τι θέλεις; Αποκρίθηκε η φωνή.

- Θέλω να ομολογήσης φανερά πόσα χρόνια κατοικείς εδώ και αν είσαι συ που ξεσήκωσες τόσον λαόν εναντίον μας, ξανάπε ο Απόστολος.

Πιεζόμενος ο Δαίμονας από την θέλησιν του Αγίου αποκρίθηκε.

- Διακόσια σαράντα εννιά χρόνια κατοικώ σ' αυτόν τον ναό. Πράγματι, εγώ είμαι αυτός που εκίνησα όλους αυτούς εναντίον σας.

- Σου παραγγέλω εν τω ονόματι του Ιησού Χριστού του Ναζωραίου να μη κατοικήσης πια σ' αυτόν τον τόπον, είπε πάλι ο Απόστολος.

Αμέσως λοιπόν έφυγε ο Δαίμονας από την πόλι της Εφέσου. Οι Έλληνες δε βλέποντας αυτά εφοβήθηκαν και οι περισσότεροι απ' αυτούς τρόμαξαν. Απ' το γεγονός αυτό πίστεψαν πολλοί στον Κύριο Ιησού και βαπτίσθηκαν στο Όνομά Του.

ΕΞΟΡΙΑ ΣΤΗΝ ΠΑΤΜΟ.

 Επειδή λοιπόν έκανε και άλλα πολλά θαύματα ο Ιωάννης, και γύρισε πολύ πλήθος Ελλήνων στην πίστι του Χριστού και έπειτα επειδή η φήμη τους έφθασε στ' αυτιά του τότε βασιλέως Δομιτιανού που εβασίλευε κατά το 82, ο Δομιτιανός έστειλε και έφερε μπροστά του τον μέγαν Ιωάννην μαζί με τον Πρόχορον.

Αφού λοιπόν τους έκανε ερωτήσεις και είδε την σταθερότητα που έδειξαν για την πίστι τους τούς υπέβαλε σε βασανιστήρια. Τους έβαλε να πιούν δηλητήριο και αφού δεν έπαθαν τίποτε τους έριξε σ' ένα πιθάρι μεγάλο με βραστό λάδι. Αφού και απ' εκεί βγήκαν χωρίς να πάθουν το παραμικρό με διαταγή του Δομιτιανού εξορίζονται στην νήσο Πάτμο. Ο Κύριος όμως είχε προλάβει και εφανέρωσε με όραμα στον Ιωάννη για την υπόθεσι αυτή. Δηλαδή ότι πρόκειται να πάθη πολλούς πειρασμούς και ότι θα εξορισθή σ' ένα νησί που έχει μάλιστα πολύ μεγάλη ανάγκη της δικής του παρουσίας.

Πλέοντας λοιπόν στην θάλασσα ο Απόστολος μαζί με τους σωματοφύλακες του βασιλέως ανέστησε ένα στρατιώτη που πέθανε στον δρόμο. Αλλά και την τρικυμία που έγινε ύστερα απ' αυτά στην θάλασσα την μετέβαλε σε γαλήνη. Κατά παράκλησιν του στρατιώτη θεράπευσε και ένα από τους σωματοφύλακες που έπασχε από δυσεντερία και κινδύνευε να πεθάνη ύστερα από λίγο. Βλέποντας λοιπόν αυτά οι σωματοφύλακες επίστεψαν όλοι στον Χριστό και βαπτίσθηκαν.

Αφού λοιπόν έφθασε ο Ιωάννης στην Πάτμο, ελευθέρωσε τον Απολλωνίδη, το παιδί του Μύρωνος από το μαντικό πνεύμα που κατοικούσε σ' αυτόν και το εξώρισε μακρυά απ' το νησί. Απ' το θαύμα αυτό επίστευσαν στον Χριστό και βαπτίσθηκαν όλοι οι άνθρωποι που ευρίσκοντο στο σπίτι του Μύρωνος. Το ίδιο και ο Απολλωνίδης που ελευθερώθηκε και η θυγατέρα του Χρυσίππη με τους ανθρώπους της. Ύστερα δε βαπτίσθηκε και ο ίδιος ο Ανθύπατος, δηλαδή ο άρχοντας της χώρας της Πάτμου.


ΚΥΝΩΨ Ο ΜΑΓΟΣ

Ευρίσκετο στην Πάτμο κάποιος μάγος που ωνομαζόταν Κύνωψ, που κατοικούσε σ' έρημο τόπο από αρκετά χρόνια μαζί με τα ακάθαρτα Δαιμόνια. Αυτόν τον μάγον όλοι όσοι κατοικούσαν στο νησί τον θεωρούσαν σαν θεό, για τις φαντασίες και ενέργειες των Δαιμόνων που εγίνοντο απ' αυτόν. Οι δε ιερείς του ψεύτικου θεού Απόλλωνος καθώς είδαν τον Ιωάννη που εδίδασκε με πολλή παρρησία την πίστη στον Χριστό, έτρεξαν στον Κύνωπα και τον παρακάλεσαν γονατιστοί να κινηθή κατά του Ιωάννου, επειδή αυτός ερήμωσε σχεδόν τον ναόν του Απόλλωνος και απεμάκρυνε όλους από τον σεβασμό και την λατρεία των θεών.

Ο Κύνωψ λοιπόν όταν άκουσε αυτά υπερηφανεύθη και έκρινε ανάξιο της υπολήψεως του το να πάη μόνος στη χώρα. Αφ' ενός μεν διότι για διάστημα πολλών χρόνων βρισκόταν στην έρημο κλεισμένος. Αφ' ετέρου δε επειδή αυτοί που βρίσκονταν στην χώρα της Πάτμου αυτοί πήγαιναν σ' αυτόν και όχι αυτός προς εκείνους. Γι' αυτό υποσχέθηκε στους ιερείς ότι αυτός θα στείλη έναν πονηρόν Άγγελον στο σπίτι του Μύρωνος που πίστεψε, για να πάρη την ψυχή του Ιωάννου που έμενε εκεί και να την παραδώση σε καταδίκη αιώνια.

Έστειλε λοιπόν ο Κύνωψ ένα άρχοντα των πονηρών Δαιμόνων προς τον Ιωάννη, όπως υποσχέθηκε. Ο Δαίμονας δε αφού πήγε στο σπίτι του Μύρωνος, στάθηκε στο μέρος εκείνο όπου ήτο ο Ιωάννης.

Μόλις όμως τον γνώρισε ο θείος Απόστολος του λέγει:"

- Σου παραγγέλω στο όνομα του Ιησού Χριστού να μη βγης από τον τόπο που στέκεσαι έως ότου μου φανερώσης για ποια αιτία ήλθες σε μένα.

Και αμέσως με τον λόγο του Αποστόλου στάθηκε το Δαιμόνιον δεμένο και απήντησε ως εξής πιεζόμενο από την θεία δύναμι:

-   Οι ιερείς το Απόλλωνος ήλθαν στον Κύνωπα και είπαν πολλά       
εναντίον σου και τον παρακάλεσαν να έλθη εδώ στην χώρα και
να σε θανατώση. Ο Κύνωψ όμως δεν καταδέχθηκε λέγοντας.
Είναι πολλά χρόνια που δεν βγήκα από τον τόπο αυτό και τώρα
για ένα άνθρωπο μικρόν και ασήμαντο να αφήσω την αγαπητή
μου ερημιά και ζωή; Γυρίστε όμως πίσω και αύριο θα στείλω  
Άγγελον πονηρόν για να πάρη την ψυχή του Ιωάννου και να
την φέρη σ' εμένα για να την παραδώσω σε κρίσιν.

Και ο Ιωάννης του είπε:

- Εστάλης ποτέ από τον Κύνωπα για να πάρης ψυχή ανθρώπου και την πήγες σ' αυτόν;

- Με έστειλε και θανάτωσα μεν άνθρωπον, αλλά ψυχήν ανθρώπου ποτέ δεν παρέδωσα σε κόλασιν, αποκρίθηκε ο Δαίμονας.


- Για ποιόν λόγο υπακούετε στον Κύνωπα; Ρώτησε ο Ιωάννης.

- Όλη η δύναμη του Σατανά κατοικεί μέσα σ' αυτόν. Και έχει συμφωνίαν αυτός μεν να είναι πάντα μαζί μας εμείς δε πάντα μαζί του. Και ο Κύνωψ ακούει εμάς τους Δαίμονες, εμείς δε οι Δαίμονες ακούμε τον Κύνωπα.

- Άκουσε, πνεύμα πονηρό. Σε διατάζει ο Ιωάννης, ο Απόστολος του Υιού του Θεού, άλλη φορά να μην ενοχλήσης άνθρωπον, ούτε να γυρίσης στον τόπο σου. Αλλά να φύγης έξω απ' αυτό το νησί και να περιπλανάσαι εδώ και εκεί.

Και αμέσως το πνεύμα έφυγε μακρυά απ' το νησί.

Βλέποντας λοιπόν ο Κύνωψ ότι δεν επέστρεψε σ' αυτόν το πρώτο Δαιμόνιον έστειλε και δεύτερο. Αλλά επειδή και αυτό έπαθε τα ίδια, έστειλε ακόμη και άλλα δύο Δαιμόνια από τα αρχοντικά, για να μπη το ένα στο σπίτι όπου έμενε ο Ιωάννης και το άλλο να σταθή έξω και να ιδή αυτά που γίνονται και να γυρίση να τα φανερώση στον Κύνωπα. Επειδή λοιπόν πήγε το ένα Δαιμόνιο και διώχθηκε έξω απ' το νησί όπως διώχθηκαν και τα δύο πρώτα, εκείνο το Δαιμόνιο που στεκόταν έξω γύρισε και φανέρωσε στον Κύνωπα αυτά που έγιναν. Ωργίσθηκε λοιπόν ο Κύνωψ και πήρε μαζί του όλα τα πλήθη των Δαιμόνων και πήγε στην Χώρα. Ηχολόγησε όλη η Χώρα και ταράχθηκε μόλις είδε τον Κύνωπα και όλοι τον προσκυνούσαν. Πρόφθασε δε τον Ιωάννη ο Κύνωψ, την ώρα που δίδασκε τον λαόν, και κυριεύθηκε από θυμόν πολύν και είπε στον λαό.

- Άνθρωποι ανόητοι και τυφλοί, ακούστε. Αν είναι δίκαιος ο Ιωάννης και όσα λέγει αν είναι αλήθεια θα θεραπεύση και σας και μένα. Αν μπορέση να κάνη εκείνο που θα πω σ' αυτόν τότε και εγώ πιστεύω σ' όλα όσα λέγει.

Αφού κράτησε λοιπόν ο Κύνωψ ένα νέον που ήτο εκεί του λέγει:

- Νέε, ζη ο πατέρας σου;
- Ναυάγησε και πνίγηκε στον βυθό της θαλάσσης, απεκρίθηκε ο νέος.

Τότε λέγει ο Κύνωψ στον Ιωάννη:

 - Να, δείξε πράγματι αν είναι αληθινά τα λόγια σου, και αφού ανεβάσης από το βάθος της θαλάσσης τον πατέρα του νέου αυτού φέρε τον μπροστά σ' όλους μας ζωντανό και υγιή.

    - Δεν με έστειλε ο Χριστός για να ανασταίνω νεκρούς, αλλά για να διδάσκω πλανεμένους ανθρώπους.

Είπε λοιπόν ο Κύνωψ προς όλον τον λαόν.

- Τώρα λοιπόν να καταλάβετε και να πεισθήτε ότι αυτός είναι πλάνος και σας ξεγελά με μαγικές τέχνες. Κρατήστε τον λοιπόν μέχρι που να φέρω εγώ από την θάλασσα τον πατέρα του νέου και να τον παρουσιάσω ζωντανό.

 Αφού κρατήθηκε ο Ιωάννης, άπλωσε τα χέρια του ο Κύνωψ και τα κτύπησε. Έγινε λοιπόν στην παραλία μεγάλος κρότος, ώστε όλοι φοβήθηκαν. Τότε ο Κύνωψ εξαφανίσθηκε από τα μάτια όλων των ανθρώπων. Αμέσως δε φώναξαν δυνατά και είπαν: «Μεγάλος είσαι Κύνωψ και εκτός από σένα δεν υπάρχει άλλος». Ξαφνικά λοιπόν βγήκε από την θάλασσα ο Κύνωψ έχοντας μαζί του ένα Δαίμονα που φαινόταν να μοιάζη στο πρόσωπο του πνιγμένου πατέρα του νέου, και όλοι εθαύμασαν.

Έπειτα λέγει προς τον νέον:

- Αυτός είναι ο πατέρας σου;

- Ναι, κύριε, απήντησε ο νέος.

Και έτσι όλοι προσκύνησαν τον Κύνωπα και ήθελαν να θανατώσουν τον Ιωάννη. Ο Κύνωψ όμως δεν άφησε να τον θανατώσουν λέγοντας: «Όταν δήτε μεγαλύτερα θαύματα απ' αυτά τότε να τιμωρηθή όπως του αξίζει».

Αφού κάλεσε λοιπόν πάλι άλλον άνθρωπον του είπε:

- Είχες υιόν;
    - Ναι, κύριε, είχα και κάποιος τον εφθόνησε και τον θανάτωσε, απεκρίθη εκείνος.
    - Θα αναστηθή ο υιός σου, του είπε ο Κύνωψ.

Και αμέσως κάλεσε με το άνομα και τον φονιά και τον φονευθέντα. Πράγματι και οι δυο μαζί παρουσιάσθηκαν μπροστά. Είπε λοιπόν ο Κύριος στον άνθρωπο:

- Αυτός είναι ο υιός σου; Και αυτός είναι εκείνος που τον εφόνευσε;

- Ναι, Κύριε, απεκρίθη ο άνθρωπος.

Τότε καυχώμενος ο Κύνωψ είπε στον Ιωάννη.

- Τι θαυμάζεις, Ιωάννη;

- Εγώ δεν θαυμάζω καθόλου γι' αυτά.

- Όταν δης μεγαλύτερα θαύματα απ' αυτά τότε θα θαυμάσης, είπε ο Κύνωψ.


- Τα θαύματά σου γρήγορα θα διαλυθούν, απήντησε ο Ιωάννης.

Όταν άκουσε αυτόν τον λόγο ο όχλος αμέσως ώρμησε και άρχισε να κτυπά άγρια τον Ιωάννη και ολίγον έλειψε να τον αφήση νεκρόν. Επειδή δε ενόμισε ο Κύνωψ ότι πέθανε ο Ιωάννης είπε προς τον λαόν. Αφήστε τον άταφον για να τον φάγουν τα όρνια. Μόλις πληροφορήθηκαν λοιπόν όλοι ότι πέθανε ο Ιωάννης, έφυγαν απ' εκεί με χαρά και επαίνους για τον Κύνωπα.


ΕΞΑΦΑΝΙΣΙΣ ΤΟΥ ΚΥΝΩΠΟΣ.

Ύστερα απ' αυτά, όταν άκουσε ο Κύνωψ ότι ο Ιωάννης ζη και διδάσκει τον λαό σ' ένα τόπο που ονομάζεται Λίθου Βολή, κάλεσε τον Δαίμονα εκείνον που χρησιμοποίησε για τις νεκρομαντείες. Αφού πήγε  λοιπόν στον Ιωάννη του είπε:

- Εγώ επειδή ήθελα να σου προξενήσω περισσότερη ντροπή και καταδίκη γι' αυτό ως τώρα σε άφησα να ζης. Αλλά έλα τώρα να πάμε στον γιαλό κι εκεί θα δης την δύναμί μου και θα ντροπιασθής.

Τον ακολουθούσαν δε και οι τρεις Δαίμονες εκείνοι που νομίσθηκαν ότι αναστήθηκαν εκ νεκρών.

Αφού λοιπόν κτύπησε τα χέρια του κι έκανε κρότον, έγινε άφαντος από τα μάτια των ανθρώπων αφού βυθίστηκε ξαφνικά στον βυθόν της θαλάσσης. Οι όχλοι πάλι φώναζαν: «Είσαι μεγάλος, Κύνωψ, και δεν υπάρχει άλλος όπως συ». Ο Ιωάννης λοιπόν διέταξε τους Δαίμονες, που εστέκοντο μαζί με τον Κύνωπα σε σχήμα ανθρώπων, να μην κινηθούν απ' την θέσι τους. Και αμέσως προσευχήθηκε στον Θεό να μην φανή πλέον ζωντανός ο Κύνωψ.

Όταν λοιπόν βυθίστηκε ο Κύνωψ έγινε μεγάλος θόρυβος στη θάλασσα. Το νερό δε της θαλάσσης στράφηκε στο μέρος που βυθίστηκε ο Κύνωψ και δεν μπόρεσε πλέον ο άθλιος να βγή από την θάλασσα. Οι Δαίμονες δε που ήσαν με το σχήμα των ανθρώπων που αναστήθηκαν διώχθηκαν απ' τον Ιωάννη εν τω ονόματι του Ιησού Χριστού μακρυά από την Πάτμο και έγιναν άφαντοι.

Επειδή λοιπόν ο λαός στάθηκε τρία ημερόνυχτα περιμένοντας να βγη ο Κύνωψ απ' την θάλασσα, από την νηστεία και τις φωνές που έβγαζαν και από τη ζέστη του ηλίου ξαπλώθηκαν στη γη άφωνοι οι περισσότεροι απ' αυτούς ώστε και τρία παιδιά πέθαναν. Εξ' αιτίας αυτού τους λυπήθηκε ο μέγας Ιωάννης όλους αυτούς και τα μεν παιδιά που πέθαναν τα ανέστησε, τους δε παραλυμένους ανθρώπους τους δυνάμωσε. Και αφού είπε σ' αυτούς πολλά για την πίστι τους έπεισε όλους να πιστέψουν στον Χριστό και να βαπτισθούν, αφού ο άθλιος Κύνωψ καταποντίσθηκε πια στην θάλασσα, όπως παλαιά ο Φαραώ.


ΠΕΡΙ ΠΡΟΚΛΙΑΝΗΣ ΚΑΙ ΣΩΣΙΠΑΤΡΟΥ.
  
Κάποια γυναίκα που λεγόταν Προκλιανή κατελήφθη από έρωτα πονηρόν για τον υιόν της που λεγόταν Σωσίπατρος (αλλοίμονον!μέχρι που φθάνει η κακία του σαρκικού έρωτα!). Επειδή δε δεν πέτυχε την βρωμερή της επιθυμία κατηγόρησε τον γιο της στον Άρχοντα του νησιού ότι την εβίασε.

Ενώ λοιπόν επρόκειτο να τιμωρηθή ο Σωσίπατρος άδικα από τον Άρχοντα, τον εβοήθησε ο Ιωάννης, επειδή δεν ήταν ένοχος, ως εξής: Ξεράθηκε αμέσως το δεξί χέρι τόσο του Άρχοντος όσο και της αισχρής Προκλιανής, αφού προηγουμένως σείσθηκε η γη μ' ένα μεγάλο ήχο και τρίξιμο.

Όταν λοιπόν έπαθαν αυτήν την τόσο μεγάλη θεϊκή τιμωρία, πίστεψαν και οι δυο στον Χριστό και βαπτίσθηκαν. Και έτσι τα χέρια τους γιατρεύθηκαν και η γη σταμάτησε να κλονίζεται.

ΣΥΓΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ.

Όταν εβασίλευε ο βασιλιάς Τραϊανός ύστερα από τον Νερουάν κατά το έτος 98, εστάλησαν βασιλικά γράμματα στην Πάτμο που καλούσαν τον θείο Ιωάννη από την εξορία. Ήθελε λοιπόν ο Ιωάννης ν' αναχωρήση από την από την Πάτμο και να πάη στην Έφεσο. Οι Χριστιανοί όμως της Πάτμου θρηνούσαν και έκλαιγαν για τον απόχωρισμό του. Και τι δεν έκαναν για να μη χάσουν τέτοιον καλό Ποιμένα. Επειδή όμως δεν μπορούσαν να τον εμποδίσουν γι' αυτό πρόβαλαν ένα διπλό ζήτημα στον μέγα Απόστολον

Δηλαδή να αφήση σ' αυτούς αντί για τον εαυτό του τους λόγους του και να γράψη σε βιβλίο το Μυστήριον όλης της Οικονομίας του Χριστού για μας.

 Ο Ιωάννης λοιπόν, επειδή υπάκουσε στην δίκαιη επιθυμία τους αφ' ενός, αφ' ετέρου δε παρεκινήθη από την άνωθεν θεία Πρόνοια, ενήστεψε τρεις μέρες έχοντας και τους άλλους Χριστιανούς να νηστεύουν και να τον βοηθούν με την προσευχήν. Ανέβηκε έπειτα στο βουνό που ήταν εκεί με τον μαθητή του Πρόχορον και ανέβασε όλη του τη σκέψι στον Θεό. Και, ώ του Θαύματος! Αμέσως ακούγονται βροντές και αστραπές φοβερές και σαλεύεται όλο το βουνό, ώστε ο μαθητής του Πρόχορος πέφτει από τον φόβο του με το πρόσωπο στην γη και γίνεται σαν νεκρός.

Ο Ιωάννης όμως δεν φοβάται, αλλά στέκεται όρθιος. Επειδή η τέλεια αγάπη που είχε στον Θεό έδιωχνε τον φόβο απ' την καρδιά του όπως ο ίδιος είπε «η τέλεια αγάπη έξω βάλλει τον φόβον» (Α΄Ιωάν. δ΄18). Άκουσε λοιπόν μια βροντερή φωνή που έλεγε αυτά «εν αρχή ήν ο Λόγος, και ο Λόγος ήν προς τον Θεόν και Θεός ήν ο Λόγος» (Ιωάν.α΄1). Αυτήν την φωνή την φανέρωσε ο Ιωάννης στον μαθητή του Πρόχορο, αφού προηγουμένως τον σήκωσε απ' το χέρι και έδιωξε απ' αυτόν λίγο τον φόβο.

Αφού τέλειωσε λοιπόν όλο το θείον Ευαγγέλιο και το έγραψε με το χέρι του Προχόρου, το παρέδωσε στους Χριστιανούς που το ζήτησαν. Απ' εκεί διαδόθηκε σ' όλα τα πέρατα του κόσμου.



Ο ΝΕΟΣ ΛΗΣΤΗΣ.

Αφού έφυγε από το νησί Πάτμο ο μέγας Απόστολος πήγε σ' ένα τόπο που λεγόταν Αγροικία. Και εκεί αφού γιάτρεψε ένα τυφλόν επήγε σε μια γειτονική πόλι. Εκεί ευρήκε ένα νέον ευγενικό στην ψυχή και ωραίον στο πρόσωπο και τον ωδήγησε στον Χριστό. Έπειτα αφού τον παρεκίνησε να είναι ενάρετος και αφού τον παρέδωκε στα χέρια του Επισκόπου της πόλεως, σαν σε μάρτυρα του Χριστού, για να φροντίζη γι' αυτόν, έφυγε για την Έφεσο. Αφού λοιπόν τακτοποίησε καλά τα εκκλησιαστικά πράγματα εκεί και κατήρησε όλο το ποίμνιον του Χριστού με την διδασκαλία του, και αφού επισκέφθηκε τις άλλες πόλεις που ήσαν κοντά και χειροτόνησε σ' αυτούς Επισκόπους, τότε πάλι επανήλθε στην πόλι που είπαμε προηγουμένως.

Όταν ζήτησε τον νέον εκείνον που παρέδωσε στον Επίσκοπο, έμαθε ότι έγινε αρχηγός των κλεφτών, διότι επήρε άσχημο δρόμο από τις διασκεδάσεις και τις κακές συναναστροφές των συνομηλίκων του νέων, (διότι είναι εύκολος και κατηφορικός ο δρόμος της κακίας). Λυπήθηκε, λοιπόν πολύ ο Απόστολος του Κυρίου για το κατάντημα του νέου εκείνου.

Ξεκίνησε λοιπόν και πήγε μόνος στον τόπο των κλεφτών και παραδόθηκε σ' αυτούς θεληματικά και μέσω αυτών ωδηγήθηκε και βρήκε τον νέο. Όταν τον συνήντησε, επειδή προσπάθησε εκείνος να φύγη (διότι κατάλαβε ότι είναι ο ευεργέτης του Ιωάννης) τον προσείλκυσε ο Απόστολος κοντά του με τα γλυκά και θελκτικά του λόγια.

Κατώρθωσε να τον πάρη μαζί του με τη Χάρι του Κυρίου και επέστρεψε στην πόλι. Και τόσο τον έκανε να προκόψη στην αρετή με τις συμβουλές του που έσταζαν μέλι και τις ιερές νουθεσίες, ώστε έγινε παράδειγμα αρετής και μετανοίας πολύ λαμπρό και στους άλλους ανθρώπους.


ΕΠΑΝΟΔΟΣ ΣΤΗΝ ΕΦΕΣΟΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΣΤΑΣΙΣ.

Αφού επανήλθε πάλι στην Έφεσο ο επιστήθιος του Χριστού μαθητής, εκεί επέρασε την υπόλοιπη ζωή του. Ήτο πενήντα εξ ετών όταν έφυγε από τα Ιεροσόλυμα για το κήρυγμα. Επέρασε δε εννέα χρόνια κηρύττοντας έως ότου εξωρίσθηκε. Στην εξορία στην Πάτμο πέρασε δεκαπέντε χρόνια. Ύστερα δε από την εξορία έζησε άλλα εικοσιέξ χρόνια. Ώστε όλα τα έτη της ζωής του που πέρασε ήσαν εκατόν πέντε και επτά μήνες.

Ετσι έζησε ο Απόστολος του Κυρίου και αγωνίσθηκε για την ευσέβεια μέχρις αίματος. Έκανε πάρα πολλά θαύματα και επέστρεψε αμέτρητα πλήθη απίστων από διάφορα έθνη στην πίστι του Χριστού. Πέρασε αρκετόν χρόνον της ζωής του στο σπίτι του Δόμνου, που ο ίδιος τον ανέστησε μαζί με τους επτά μαθητές του, και τέλος έφυγε μαζί μ' αυτούς από το σπίτι.

Αφού έφθασε σ' ένα τόπο στους μεν μαθητές του παρήγγειλε να καθίσουν εκεί, αυτός δε αφού προχώρησε μπροστά σε μικρή απόστασι, προσευχήθηκε. Ήταν δε ώρα πρωϊνή.

Έπειτα, αφού επέστρεψε, πρόσταξε τους μαθητές του να σκάψουν τη γη σε σχήμα σταυρού, τόσο μόνον, όσο ήτο το μέτρον του σώματός του. Αφού ξαπλώθηκε λοιπόν μέσα σ' εκείνον τον σκαμμένον τόπον, αποχαιρέτησε τους μαθητές του που έκλαιγαν πικρά και είπε: «Σύρετε το χώμα της γης που είναι μητέρα μου και με αυτό σκεπάστε με». Εκείνοι αφού τον ασπάσθηκαν και τον αποχαιρέτησαν, σκέπασαν το σώμα του μέχρι τα γόνατα. Έπειτα πάλι αφού τον ασπάσθηκαν τον σκέπασαν μέχρι τον λαιμό. Και πάλι αφού για τρίτη φορά τον ασπάσθηκαν έβαλαν πάνω στο ιερό του πρόσωπο ένα μανδήλι. Και έτσι κλαίγοντας πικρά σκέπασαν όλο το σώμα του. Τότε ανέτειλε και ο ήλιος.

Αφού έκλαψαν οι μαθηταί, γιατί έμειναν ορφανοί από τον δάσκαλό τους, εγύρισαν στην πόλι διηγούμενοι τα σχετικά με τον Απόστολον. Οι άλλοι αδελφοί όταν τα άκουσαν αυτά επήγαν στον τάφο και αφού έσκαψαν δεν βρήκαν τίποτε. Τότε λοιπόν επέστρεψαν κλαίγοντας θερμώς για τη στέρησι τέτοιου ποιμένος.

Η μνήμη του εορτάζεται στις 26 Σεπτεμβρίου.
ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ
Ήχος β΄
Απόστολε, Χριστώ τω Θεώ ηγαπημένε, επιτάχυνον, ρύσαι λαόν αναπολόγητον δέχεταί σε προσπίπτοντα, ο επιπεσόνα τω στήθει καταδεξάμενος όν ικέτευε Θεολόγε, και επίμονον νέφος εθνών διασκεδάσαι, αιτούμενος ημίν ειρήνην, και το μέγα έλεος.
ΚΟΝΤΑΚΙΟΝ
Ήχος β΄Αυτόμελον
Τα μεγαλεία σου, Παρθένε, τις διηγήσεται; βρύεις γαρ θαύματα και πηγάζεις ιάματα και πρεσβεύεις υπέρ των ψυχών ημών, ως Θεολόγος και φίλος Χριστού.
       

Ιεραποστολικός Σύλλογος "Ο Άγιος Βαρνάβας"   

Κυριακή 2 Δεκεμβρίου 2018

Ποιοι είναι οι Παμμέγιστοι Αρχάγγελοι Μιχαήλ & Γαβριήλ;




Η Αγία Γραφή, αναφέρει σε πολλά σημεία την επικοινωνία των ανθρώπων με τους αγγέλους και ιδιαίτερα με τους επικεφαλείς των αγγελικών ταγμάτων Μιχαήλ και Γαβριήλ. Οι άγγελοι δεν γνωρίζουν πόνο και δυστυχία, αμφιβολίες και φόβους, αρσενικό και θυλυκό, αλλά τους χαρακτηρίζει η ομορφιά, η αγάπη και η αέναη ζωή. Είναι άγγελοι, δηλαδή κτιστοί, αόρατοι και τέλεια πνεύματα, τα οποία δεν τα περιορίζει ούτε ο χρόνος, ούτε ο χώρος.
Οι άγιοι άγγελοι εμφανίζονται στους ανθρώπους κάθε φορά που ο Θεός θέλει να γίνει το θέλημά του.
Ο Αρχάγγελος Μιχαήλ και ο Αρχάγγελος Γαβριήλ παρουσιάζονται συνήθως με σπαθί ή σκήπτρο στο δεξί χέρι, σύμβολο της εξουσίας που τους χάρισε ο Θεός. Στο αριστερό χέρι κρατούν πολλές φορές μια σφαίρα που συμβολίζει τον κόσμο. 
Ο Αρχάγγελος Μιχαήλ, το όνομά του σημαίνει «Ποιος Είναι Όμοιος με τον Θεό;».
Είναι άγγελος ο οποίος εμφανίζεται στην Παλαιά Διαθήκη, κυρίως, και μάλιστα στις πρώτες στιγμές της δημιουργίας του Κόσμου: Όταν ο Εωσφόρος λόγω της υπερηφάνειας του εξεγέρθηκε κατά του Θεού, θέλησε να βάλει τον θρόνο του στον ουρανό και να γίνει όμοιος με το Θεό. Τον ακολούθησε ένα τάγμα Αγγέλων, το οποίο και αυτό αποσκίρτησε από το Θεό εξαιτίας της υπερηφάνειας του. Τότε εξέπεσαν και διώχτηκαν από τον ουρανό μαζί με τον αρχηγό τους τον Διάβολο. Και έγιναν όλοι τους σκοτεινοί αντί φωτεινοί. Δαίμονες αντί Άγγελοι. Τότε ο μέγας αυτός αρχάγγελος Μιχαήλ, βλέποντας την ελεεινή έκπτωση των Αγγέλων , κατάλαβε την αιτία της πτώσης τους, και για αυτό με την υποταγή και την ταπείνωση την οποία έδειξε στο Δεσπότη Θεό, διεφύλαξε τόσον την δική του δόξα και λαμπρότητα, όσο και την δόξα των άλλων Αγγελικών ταγμάτων. Για την υποταγή του και την ταπείνωση αυτή, διορίστηκε από το Θεό Παντοκράτορα να είναι ο πρώτος των Αγγελικών τάξεων.
Κατά την περίοδο εκείνη ο αρχάγγελος Μιχαήλ συγκέντρωσε και ένωσε τις τάξεις των Αγγέλων, και φώναξε σ' αυτούς το "Πρόσχωμεν. Ήτοι ας προσέξωμεν και ας εννοήσωμεν, τι έπαθον ούτοι οι εκπεσόντες δαίμονες διά την υπερηφανίαν τους, οίτινες προ ολίγου ήτον μαζί με ημάς Άγγελοι. Kαι ας στοχασθώμεν τι μεν είναι ο Θεός, τι δε είναι ο Άγγελος. O μεν γαρ Θεός, είναι Δεσπότης και Δημιουργός ημών των Aγγέλων. Hμείς δε οι Άγγελοι, είμεθα δούλοι και κτίσματα του Θεού''. Και έτσι ύμνησε και δόξασε τον Θεό Παντοκράτορα, αναφωνώντας εκείνον τον θείο και αγγελικό ύμνο με όλους τους Αγγέλους, «Άγιος, Άγιος, Άγιος Kύριος Σαβαώθ, πλήρης ο ουρανός και η γη της δόξης αυτού».
Ο Αρχάγγελος Μιχαήλ είναι εκείνος που ανήγγειλε στον Αβραάμ την ανάγκη θυσίας του γιου του, Ισαάκ και ο οποίος στη συνέχεια την απέτρεψε. Έπειτα στον Λωτ, όταν τον λύτρωσε μαζί με την οικογένειά του από την καταστροφή των Σοδόμων. Μετά παρουσιάστηκε στον Πατριάρχη Ιακώβ, όταν τον λύτρωσε από τα φονικά χέρια του αδερφού του Hσαύ. Αυτός προπορεύονταν μπροστά από τους Ισραηλίτες όταν ελευθερώθηκαν από την σκλαβιά των Αιγυπτίων, με τη μορφή νεφέλης την ημέρα και φωτιάς τη νύχτα, τους έδειχνε το δρόμο προς τη γη της Επαγγελίας. Αυτός παρουσιάστηκε στον μάντη Bαλαάμ, όταν εκείνος ήθελε να καταραστεί τον Ισραηλιτικό λαό για να μη συνεχίσει το δρόμο προς τη Χαναάν. Αυτός παρουσιάστηκε και στον Ιησού του Nαυή απαντώντας του «Eγώ αρχιστράτηγος Kυρίου νυνί παραγέγονα».
Στην Καινή Διαθήκη, αυτός είναι που θα αναγγείλει τη δεύτερη έλευση του Ιησού Χριστού και την αρπαγή της εκκλησίας Του. (1 Θεσσαλονικείς 4:16-17)είναι παρών και στον Ιησού του Ναυί, την πτώση της Ιεριχώς, καθώς και τις ιστορίες του Εμμανουήλ, Δαβίδ, Ηλία κτλ. Πάντοτε κρατά ρομφαία, η οποία δίνει την πύρινη τιμωρία στους εχθρούς του Θεού.
Τον Αρχάγγελο Μιχαήλ, τον συναντάμε στην κάθοδο του Χριστού στον Άδη, όπως επίσης και στην Αποκάλυψη του Ιωάννη, όπου επικεφαλής των Αγγέλων πολεμά το Σατανά. Εμφανίζεται προφητικά να ηγείται στρατιάς αγγέλων σε πόλεμο στον ουρανό, κατά «του μεγάλου Δράκοντα, του αρχαίου φιδιού, του Σατανά» και των αγγέλων του, όπου υπερισχύει ο Μιχαήλ και τους ρίχνει στη γη. (Αποκάλυψη 12:7-9)