Τρίτη 20 Οκτωβρίου 2015

Άγιος Μεγαλομάρτυς Αρτέμιος ο προστάτης άγιος για τις κήλες!!! [μνήμη 20 Οκτωβρίου]


St Artemius
Σήμερα η Εκκλησία εορτάζει και τιμά την ιερή μνήμη του αγίου και ενδόξου μεγαλομάρτυρα Αρτεμίου. Ο άγιος Αρτέμιος ήταν στρατιωτικός στα χρόνια του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Για την αρετή του και τις άλλες ικανότητες του, ο πρώτος χριστιανός αυτοκράτορας τον ανέβασε στα ανώτατα κρατικά αξιώματα και στα 330 ο Αρτέμιος ήταν Αυγουστάλιος, δηλαδή μικρός αύγουστος και βασιλέας της Αλεξάνδρειας και της Αιγύπτου. Όταν ο διάδοχος του Μεγάλου Κωνσταντίνου Κωνστάντιος, που ήταν αρειανός, εδίωκε τον άγιο Αθανάσιο κι ήθελε να τον συλλαβει, ο άγιος Αρτέμιος διευκόλυνε τον μεγάλο πρόμαχο της Ορθοδοξίας να φύγει και να κρυφτεί στα μοναστήρια τής Αιγύπτου.
Στα 361, ύστερ’ από το θάνατο του Κωνσταντίου, στον αυτοκρατορικό θρόνο ανέβηκε ο Ιουλιανός, που ήταν ανεψιός του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Ο Ιουλιανός είναι ένας τραγικός άνθρωπος της ιστορίας. Ύστερ’ από πενήντα χρόνια, που η Εκκλησία ήταν ελεύθερη, ο Ιουλιανός θέλησε να ξαναφέρει πίσω την ειδωλολατρία και να διώξει τους χριστιανούς. Ήταν πρώτα χριστιανός, είχε δεχθεί το βάπτισμα και για λίγον καιρό μάλιστα ήταν στας Αθήνας συμφοιτητής με τον Άγιο Βασίλειο και τον άγιο Γρηγόριο το Θεολόγο. Πολλές αιτίες τον έκαμαν για να πιστέψει πώς η επάνοδος στην ειδωλολατρία θα ήταν για το καλό της αυτοκρατορίας. Στην ιστορία έμεινε το όνομά του Ιουλιανός ο παραβάτης ή αποστάτης.
Ο Ιουλιανός βασίλεψε μόνο δυό ή δυόμιση χρόνια, γιατί σκοτώθηκε σε ηλικία 32 ετών στην Περσία, στον πόλεμο που άνοιξε εναντίον των Περσών. Στο λίγον καιρό της βασιλείας του πολύ ταλαιπωρήθηκε η Εκκλησία· οι ειδωλολάτρες ξαναπήραν θάρρος και μαζί με τους αιρετικούς αρχίσανε να διώκουν τους ορθοδόξους. Θύμα αυτών των διωγμών είναι και ο άγιος Αρτέμιος. Ήταν τώρα ανώτατος αξιωματούχος του κράτους στη Συρία, κι όταν είδε να διώκονται οι χριστιανοί, να αρπάζονται και να δημεύονται τα εκκλησιαστικά, παρουσιάστηκε στον αυτοκράτορα και δεν δίστασε να τον ελέγξει κατά πρόσωπον, για την αλλαξοπιστία του και για την περιφρόνηση της Εκκλησίας.
Αυτό ήταν αρκετό, για να εξοργισθεί ο Ιουλιανός και να διατάξει να τον βασανίσουν. Τότε ξανάρχισαν τα μαρτύρια των αρχαίων διωγμών και ο άγιος Αρτέμιος, ο ανώτατος πρώτα κρατικός αξιωματούχος, πάλεβε τώρα με την οργή του αυτοκράτορα, αφημένος στα χέρια σκληρών και απάνθρωπων δημίων. Τον έδειραν σκληρά, του ξέσκισαν το σώμα, τον πέτρωσαν κάτω από μια μεγάλη και βαριά πλάκα, που βγήκαν τα μάτια του και ξεχύθηκαν τα σπλάγχνα του και τελευταία τον αποκεφάλισαν. Έπειτα από πενήντα χρόνια, που είχαν πάψει οι διωγμοί κατά των χριστιανών, οι ειδωλολάτρες σαν και να έπαιρναν τώρα εκδίκηση κι έδειχναν όλη τους την κακία και το μίσος.
Η απόπειρα του Ιουλιανού να ξαναφέρει την ειδωλολατρία είναι η πρώτη, άλλ’ όχι και η τελευταία. Λέγεται ότι, όταν ο παραβάτης τραυματισμένος βαριά στον πόλεμο, έβλεπε να πλησιάζει το τέλος του, πήρε με το χέρι, του από το αίμα του, ράντισε γύρω και είπε· «Νενίκηκας, Χριστέ. Κορέσθητι, Ναζωραίε». Και ότι βέβαια ο Χριστός νίκησε και τότε και νικά πάντα είναι γεγονός, όχι όμως ότι και χαίρει στα αίματα των διωκτών του. Η Εκκλησία διώκεται και σηκώνει το μαρτύριο για την πίστη του Χριστού κι όχι μόνο δεν χαίρει στις συμφορές των εχθρών της, αλλά και εύχεται γι’ αυτούς να ανανήψουν και να μετανοήσουν. Ο Ιησούς Χριστός ευχότανε για κείνους πού τον σταύρωσαν «Πάτερ, άφες αυτοίς,..».
Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, που έζησε την αποτυχημένη εκείνη απόπειρα του παραβάτη, σε δυό στηλιτευτικούς λόγους του κατά του Ιουλιανού, περιγράφει την ταλαιπωρία και το διωγμό της Εκκλησίας, αλλά και χαρακτηρίζει γενικότερα το τραγικό τόλμημα της επαναφοράς της ειδωλολατρίας” «… το πειράσθαι τα χριστιανών μετατιθέναι και παρακινείν ουδέν έτερον ή την Ρωμαίων παρασαλευειν αρχήν». Δηλαδή κάθε απόπειρα εναντίον της Εκκλησίας είναι σε βάρος του κράτους. Αν αυτό ίσχυε για τότε, πολύ περισσότερο για τώρα, που οι λαοί και τα κράτη είναι πια από παράδοση χριστιανικά, κι έτσι ή αλλιώς ζούνε μέσα στην πίστη, για την οποία μαρτύρησε ο άγιος μεγαλομάρτυρας Αρτέμιος. Αμήν.
(+Μητροπ. Σερβίων και Κοζάνης Διονυσίου Λ. Ψαριανού, Εικόνες Έμψυχοι, Εκδ. Αποστ. Διακονίας σ. 138)

Άγιος Γεράσιμος ο εν Κεφαλληνία


Ο Άγιος Γεράσιμος σύμφωνα με τη παράδοση γεννήθηκε στα Τρίκαλα της Κορινθίας το 1506. Ο πατέρας του ονομάζονταν Δημήτριος και η μητέρα του Καλή. Ο πατέρας του ανήκε στην βυζαντινή αριστοκρατία, στη μεγάλη οικόγενεια των Νοταράδων. Το βαφτιστικό όνομα του Άγιου Γεράσιμου ήταν Γεώργιος. Ό Άγιος Γεράσιμος μεγάλωσε και μορφώθηκε όπως όλα τα αρχοντόπουλα της εποχής. Στα 20 χρόνια του αποφάσισε να πάει στη Ζάκυνθο που ήταν ένα σημαντικό κέντρο των γραμμάτων της εποχής καθώς παρόλη την Ενετική κατάκτηση υπήρχε εκεί ένας αναγεννησιακός αέρας σε αντίθεση με την υπόλοιπη τουρκοκρατούμενη Ελλάδα. 


Η ΚΟΙΜΗΣΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΕΡΑΣΙΜΟΥ
Η βαθιά σχέση του με την ορδόδοξη πίστη, τον κάνει να εγκαταλήψει τη Ζάκυνθο και να ξεκινήσει προσκυνήματα στα σημαντικότερα πνευματικά θρησκευτικά κέντρα της εποχής του,
Πρώτος του σταθμός η Κωνσταντινούπολη και το Οικουμενικό Πατριαρχείο από όπου πήρε και την πατριαρχική ευλογία και αμέσως μετά το Περιβόλι της Παναγίας το Άγιον Όρος. Στο Άγιον Όρος ο Άγιος Γεράσιμος έγινε μοναχός. Δεν γνωρίζουμε σε πια μονή αν και πολλοί υποστηρίζουν ότι έγινε στο μοναστήρι των Ιβήρων και ότι ασκήτηψε στο κελί του Αγ. Βασιλείου στην περιοχή της Καψάλας. Ο Άγιος Γεράσιμος σύμφωνα με τους βιογράφους του έμεινε αρκετά στο Άγιον όρος και έφυγε όταν αποφάσισε να κάνει ένα ταξίδι στους Άγιους Τόπους, όπου πρέπει να έφθασε γύρω στο 1538. Εκτός από τον Πανάγιο Τάφο, επισκέφτηκε τη Συρία, τη Δαμασκό, το Σινά, την Αντιόχεια, την Αλεξάνδρεια και την έρημο της Θηβαίδας.
Λείψανα: του αγίου μεγαλομάρτυρος Αρτεμίου και της Οσίας Ματρώνας που εορτάζουν την ίδια ημέρα 20 Οκτωμβρίου, Ιερά Μονή Παναγίας Δοβρά, Βέροια
Ο πατριάρχης στα Ιεροσόλυμα εκτιμά την προσωπικότητα του Γεράσιμου και έτσι τον κρατάει κοντά του και αναλαμβάνει κανδηλανάπτης στον Πανάγιο Τάφο. Στα Ιεροσόλυμα ο Άγιος Γεράσιμος χειροτονείται διάκονος και πρεσβύτερος από τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων Γερμανό με το όνομα Γεράσιμος προς τιμήν του Άγιου Γεράσιμου του Ιορδανίτου. Το 1548 ο Άγιος Γεράσιμος αφήνει τα Ιεροσόλυμα για να ένα ταξίδι στην Κρήτη όπου και έμεινε γύρω στα δύο χρόνια. Από εκεί επιστρέφει στη Ζάκυνθο μετά από ένα ταξίδι προσκύνημα που τον έφερε πιο κοντά στο θεό, μετά από 20 χρόνια.
Στη Ζάκυνθο ο Άγιος Γεράσιμος ασκήτεψε σε μια σπηλιά στον Άγιο Νικόλα Γερακαρίου όπου μέχρι σήμερα οι Ζακυνθινοί την ονομάζουν του Αγίου Γερασίμου. Υπάρχουν αναφορές ότι μπορεί να εφημέρευσε στην εκκλησία του Αγίου Λαζάρου. Την ίδια εποχή αυτή έχει γεννηθεί στη Ζάκυνθο και ο Άγιος Διονύσιος και κάποια παράδοση θέλει να τον έχει βαφτίσει ο άγιος Γεράσιμος. Πάντως το σίγουρο είναι ότι ο Άγιος Διονύσιος επηρεάστηκε από την προσωπικότητα του Άγιου Γεράσιμου που ήταν ήδη πολύ γνωστός στο νησί. Η εποχή της Ενετικής κυριαρχίας είναι δύσκολη και από θρησκευτική άποψη καθώς η καθολική εκκλησία προσπαθεί να αποκτήσει πιστούς από τον ντόπιο πληθυσμό. Ο Άγιος Γεράσιμος αποφασίζει να πάει στη Κεφαλονιά. Ασκητεύει πάλι σε σπήλαιο κοντά στο Αργοστόλι. Στο σπήλαιο έμεινε για 5 χρόνια και 11 μήνες οπότε αποφασίζει να εγκατασταθεί στη περιοχή των ομαλών στους πρόποδες του Αίνου και να ιδρύσει ένα μοναστήρι. Εκεί αρχίζουν να συρρέουν οι πιστοί για να ακούσουν τη διδασκαλία του. Στη περιοχή των Ομαλών υπήρχε ένα ερημοκλήσι αφιερωμένο στην κοίμηση της Θεοτόκου το οποίο παραχώρησε στον Άγιο Γερασιμο μαζί με τα γύρω κτήματα, ο ιερέας της περιοχής Γεώργιος Βάλσαμος το 1561. 
Ο Άγιος ιδρύει μοναστήρι με το όνομα Νέα Ιερουσαλήμ με την άδεια και την ευλογία του επίσκοπου του νησιού Παχώμιου Μακρή. Από τότε η φήμη του εξαπλώνεται σε όλο το χριστιανικό κόσμο. Μετά από αίτηση του το πατριαρχείο θέτει η μονή υπό την υψηλή του προστασία. Ο Άγιος Γεράσιμος κοιμήθηκε στις 15 Αυγούστου την ίδια μέρα με την αγαπημένη του Παναγία. Στις τελευταίες του στιγμές στην επίγεια ζωή του ήταν κοντά του όπως αναφέρει η παράδοση, ο πατέρας Ιωαννίκιος, ο πατέρας Γερμανός και η ηγουμένη Λαυρεντία. Οι ιερείς ντύνουν τον άγιο με τα άμφια τα οποία φέρει μέχρι σήμερα και μετά από κατανυχτική εξόδιο ακολουθία στην οποία χοροστάτησε ο Επίσκοπος Κεφαλληνίας Φιλόθεος ο Λοβέρδος, ενταφιάζουν το σώμα του Άγιου Γεράσιμου δίπλα και μέσα στον νότιο τοίχο του Ναού. Η πρώτη ανακομιδή του σώματος του Αγίου Γεράσιμου έγινε 2 χρόνια και 2 μήνες μετά την κοίμηση του, στις 20 Οκτωβρίου του 1581. Οι Ενετοί όμως θορυβημένοι από την αφθαρσία του σώματος του ζήτησαν να ταφεί ξανά ώστε να συμπληρωθούν τα 3 χρόνια. Η δεύτερη ανακομιδή του σώματος γίνεται μετά από 6 μήνες και το αποτέλεσμα είναι το ίδιο.
Γι’ αυτό το λόγο θεσπίστηκε η κυριώνυμος εορτή του Άγιου Γεράσιμου στις 20 Οκτωβρίου και όχι στις 15 Αυγούστου. Αργότερα όμως οι χριστιανοί γιόρταζαν τη μνήμη του και στην κοίμηση της Θεοτόκου όχι όμως στις 15 για να μην επισκιαστεί η κοίμηση της Παναγίας, αλλά στις 16 Αυγούστου. Η ανακήρυξη της αγιότητας του οσίου Γερασίμου έγινε το 1622. Ο Άγιος Γεράσιμος ονομάστηκε νέος ασκητής για να τον ξεχωρίζουν από τον άγιο Γεράσιμο τον Ιορδανίτη.

Δευτέρα 19 Οκτωβρίου 2015

Ἅγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως: Το Γνώθι Σαυτόν,ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΥΤΟΓΝΩΣΙΑΣ





Ἀπόδοση στὴν Νέα Ἑλληνική: Εὐανθία Χατζῆ.
Ἐπιμέλεια κειμένου-ἐπίμετρο: Γιῶργος Μπάρλας.
                                                  
                                                                                                       
Μὲ ιδιαίτερη χαρὰ οἱ Ἐκδόσεις Ἄθως παρουσιάζουν γιὰ πρώτη φορά στὴν καθομιλουμένη ἑλληνικὴ γλώσσα αὐτούσιο τὸ ἔργο τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως «Τὸ γνῶθι σαὐτόν». Πρόκειται γιὰ κείμενα αὐτογνωσίας, ποὺ ἀπαντοῦν στὴν  ἀνάγκη τοῦ ἀνθρώπου κάθε ἐποχῆς, καὶ ἰδιαίτερα τῆς σύγχρονης, νὰ γνωρίσει σὲ βάθος τὸν ἑαυτό του ὅπως πραγματικὰ εἶναι καὶ ὅπως θὰ ἔπρεπε νὰ εἶναι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν συνανθρώπων του, ὑπὸ τὸ πρίσμα τῆς διδασκαλίας τῆς φιλοκαλικῆς διδασκαλίας τῆς Ἐκκλησίας.
Ὁ ἄνθρωπος ποὺ ρίχτηκε στὸν κόσμο αὐτὸ βρίσκει τὴν εὐτυχία ἂν ἀνταποκριθεῖ στὴ φωνὴ τῆς συνείδησής του, ἂν ἐλεύθερα πράττει καλῶς, ἂν ὑπακούει στὸν ἠθικὸ νόμο τοῦ Θεοῦ. Ἀντίθετα, ὁ ἄπιστος εἶναι δυστυχὴς καὶ ὁ μόνος τρόπος νὰ ἀλλάξει αὐτὸ εἶναι νὰ ἀλλάξει ὁ ἴδιος καὶ νὰ γίνει πιστός. Ὅσο καὶ νὰ προσπαθεῖ νὰ βρεῖ τρόπους νὰ εὐτυχήσει (χρῆμα, δόξα, ἡδονὲς κ.ο.κ.), δὲν θὰ καταφέρει τίποτα, ἀφοῦ στὴν εὐτυχία ὁδηγεῖ τὸ ἀγαθὸ καὶ τὸ ἀγαθὸ εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς καὶ ὅ,τι Αὐτὸς ὁρίζει καὶ ἐντέλλεται.
Ὡς ἐκ τούτου, ἡ ἀνάγνωση τοῦ «Γνῶθι Σαὐτὸν» ἀποτελεῖ πολύτιμο βοήθημα σὲ μιὰ ἐποχὴ ὅπου ἡ ἰδιότητα τοῦ χριστιανοῦ εἶναι γιὰ πολλοὺς ἕνα ἔθιμο χωρὶς ἀπαιτήσεις ἢ ἀποτελεῖ θέμα γούστου. Μιὰ ὑπενθύμιση ὅτι «οὐδὲ τῶν καθευδόντων καὶ βλακευόντων ἐστὶν ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ βιασταὶ ἁρπάζουσιν αὐτὴν» (Κλήμης Ἀλεξανδρείας). Ὁ ἅγιος Νεκτάριος δὲν ἐνδιαφέρεται νὰ γράψει ἕνα ἔργο λογοτεχνικό, ξέρει ὅτι οἱ καλὲς διδασκαλίες δὲν χρησιμεύουν σὲ τίποτε ἂν δὲν σὲ βοηθήσουν νὰ ἀλλάξεις τὴ ζωή σου ἢ ἔστω τὸν προσανατολισμό της.

Πέμπτη 1 Οκτωβρίου 2015

Ο ΑΓΙΟΣ ΙΕΡΟΘΕΟΣ Ο θεόληπτος πρώτος επίσκοπος της Αποστολικής Εκκλησίας των Αθηνών

Εικόνα 1
Η Αποστολική Εκκλησία των Αθηνών, της οποίας ιδρυτής είναι ο Πρωτοκορυφαίος Απόστολος Παύλος, έχει να επιδείξει κατά τη διάρκεια της μακρόχρονης πορείας του δυσχιλιετούς βίου της, πολυάριθμες μορφές αγίων, που τη λάμπρυναν και τη δόξασαν και αποτελούν σήμερα πολύτιμο πνευματικό θησαυρό για όλους τους φιλάγιους κατοίκους και επισκέπτες του περιωνύμου κλεινού Άστεως των Αθηνών. Ανάμεσα στο πλήθος των αγίων, που κοσμούν το πνευματικό στερέωμα της αγιοτόκου πόλεως των Αθηνών, ξεχωριστή θέση κατέχει ο Ουρανοβάμων και Ιεροφάντωρ Άγιος Ιερόθεος, ο σοφός και ευκλεής αυτός πρώτος ιεράρχης της Αποστολικής Εκκλησίας των Αθηνών. 

Ο Άγιος Ιερόθεος γεννήθηκε στην περιώνυμη πόλη των Αθηνών από επιφανή οικογένεια επί των ημερών του αυτοκράτορος Αυγούστου, λίγα μόλις χρόνια πριν τη Γέννηση του Ιησού Χριστού.
 Σύμφωνα με την παράδοση υπήρξε ένας από τους εννέα βουλευτές, που αποτελούσαν τη Γερουσία του Αρείου Πάγου, που την εποχή εκείνη ήταν το ανώτατο δικαστήριο. Ο Ιερόθεος είχε σπουδάσει Πλατωνική φιλοσοφία στην περίφημη Φιλοσοφική Σχολή των Αθηνών και είχε μυηθεί, όπως και οι άλλοι βουλευτές του Αρείου Πάγου, στα Ελευσίνια Μυστήρια. 

Όμως το 51 μ.Χ. η άφιξη στην Αθήνα του θεηγόρου Αποστόλου των Εθνών Παύλου, που κηρύσσει Ιησούν Χριστόν Εσταυρωμένο και Αναστάντα, θέτει τη βάση για την ίδρυση μιας ολιγάριθμης χριστιανικής κοινότητας. Ανάμεσα στους πρώτους, που άκουσαν με προσοχή το πύρινο σταυροαναστάσιμο κήρυγμα και σαγηνεύτηκαν από τα μηνύματα του Ευαγγελίου του Χριστού ήταν και ο διαπρεπής πλατωνικός φιλόσοφος Ιερόθεος, που διακρινόταν για τη βαθιά του φιλοσοφική γνώση και την απέραντη σοφία. Η ευρεία του μόρφωση και η οξεία του αντίληψη όχι μόνο δεν στάθηκαν εμπόδια στο να ακολουθήσει και να ασπασθεί τη χριστιανική πίστη, αλλά αφού βαπτίσθηκε πρώτα χριστιανός, αναδείχθηκε αργότερα δυναμικός και χαρισματικός ιεράρχης και εξελέγη μάλιστα πρώτος επίσκοπος της Αποστολικής Εκκλησίας των Αθηνών. Η φλογερή του πίστη και ο ένθεος ζήλος του τον ανέδειξαν σε ένθερμο μυσταγωγό της χριστιανικής αλήθειας και των σωτήριων διδαγμάτων αυτής, αφού υπήρξε ο σοφός διδάσκαλος και πνευματικός καθοδηγητής δύο επιφανών Αθηναίων ανδρών, του Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου, ο οποίος τον διαδέχθη στον επισκοπικό θρόνο των Αθηνών και του Αγίου Αριστείδου, του ενδόξου αυτού Αθηναίου φιλοσόφου και απολογητού, ο οποίος γεννήθηκε, έζησε και μαρτύρησε τον 2ο μ.Χ. αιώνα στην περιώνυμη πόλη των Αθηνών. 

Ο Άγιος Ιερόθεος ανέπτυξε μεγάλη ιεραποστολική δράση στην Αθήνα και αναδείχθηκε ευκλεής ιεράρχης, θείος διδάσκαλος και πολύτιμος εκκλησιαστικός συγγραφέας με βαθυστόχαστα συγγράμματα, που αποκαλύπτουν τη βαθύτατη σοφία και την πλούσια ευρυμάθειά του. Άξιο θαυμασμού είναι το θεώρημα του Αγίου Ιεροθέου περί της Αγίας Τριάδος, το οποίο βρίσκεται σε κώδικα στη βιβλιοθήκη της Ιεράς Μονής της Μεγίστης Λαύρας του Αγίου Όρους και απεικονίζει την Τριαδική Θεότητα μέσα σε έξι κύκλους, όπου ο ένας είναι μκρότερος από τον άλλο. 
Εικόνα 2
Ο θεόληπτος πρώτος επίσκοπος των Αθηνών, Άγιος Ιερόθεος, αναδείχθηκε και χαρισματικός υμνολόγος, αφού σύμφωνα με την παράδοση αρπάχθηκε από νεφέλη και παρευρέθηκε μαζί με τους Αγίους Αποστόλους, τον Άγιο Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη και τον Άγιο Τιμόθεο στην Κοίμηση της Υπεραγίας Θεοτόκου. Ο ίδιος μάλιστα προεξήρχε της κηδείας του θεοδόχου Σώματος της Θεομήτορος και έψαλλε εξαίσιους ύμνους προς τιμήν Της, οι οποίοι υπερείχαν σε περιεχόμενο και μελωδία από όλους τους άλλους ύμνους, που είχαν ποιήσει οι υπόλοιποι. Το γεγονός αυτό το μαρτυρεί και ο ίδιος ο μαθητής του, ο Άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, ενώ ο Μέγας Συναξαριστής του Βίκτωρος Ματθαίου αναφέρει ότι «όταν οι άγιοι Απόστολοι έφθασαν στον Τάφο της Κυρίας Θεοτόκου και αποχαιρετώντας Την, έκαστος έλεγε εγκώμια θεία και ένθεα προς Αυτήν, όλοι δε είπαν διάφορα εγκώμια. Ο Ιερόθεος είπε τοιαύτα εγκώμια, προς την Παναγία μας, που υπερέβαιναν όλων των άλλων, και τολμώ ειπείν, ήσαν τόσο εξαίρετα και καταπληκτικά, ώστε αυτοί οι άγιοι Άγγελοι δεν θα μπορούσαν, καταλεπτώς (με κάθε λεπτομέρεια), καθώς τα είπεν εκείνος». 

Ο σοφός και θεόληπτος Άγιος Ιερόθεος, αφού πλούτισε το κλεινόν Άστυ των Αθηνών με τη θεία διδασκαλία του και το πολύπλευρο έργο του ως άξιος συνεχιστής του μηνύματος της χριστιανικής αλήθειας, που δίδαξε ο Απόστολος Παύλος στη μέχρι πρότινος ειδωλολατρική Αθήνα, εκοιμήθη εν ειρήνη σε βαθύτατα γηρατειά κατά το τελευταίο τέταρτο του 1ου μ.Χ. αιώνα. Η αγία του ψυχή μετέβη στον αγωνοθέτη Κύριο και έλαβε τον αμάραντο στέφανο της αγιότητος και της δικαιοσύνης για να πρεσβεύει ακατάπαυστα στον Πανάγαθο Θεό για την ψυχική σωτηρία όλων μας. Η μνήμη του τιμάται από την Ορθόδοξη Εκκλησία μας στις 4 Οκτωβρίου και η τιμία κάρα του φυλάσσεται ως ασύλητος και πολυτίμητος θησαυρός στην ομώνυμη Ιερά Μονή στα Μέγαρα Αττικής, η οποία ιδρύθηκε τον 11ο αιώνα και επανιδρύθηκε το 1930 μετά τη διάλυσή της επί των ημερών του βασιλέως Όθωνος. 
Εικόνα 3
Πλούσια είναι και η εικονογραφία του Αγίου Ιεροθέου με παλαιές εικονογραφικές παραστάσεις στο Πρωτάτο του Αγίου Όρους, στην ομώνυμη Ιερά Μονή των Μεγάρων και στις Ιερές Μονές Δαφνίου, Καισαριανής, Ασωμάτων Πετράκη, Οσίου Μελετίου και Κοιμήσεως Θεοτόκου Κλειστών. Το όνομα του πρώτου επισκόπου της πόλεως των Αθηνών, Αγίου Ιεροθέου, φέρει πολυπληθής συνοικία στο Περιστέρι, όπου με πρωτοβουλία του Συλλόγου «Άγιος Ιερόθεος» ανεγέρθηκε μεταξύ των ετών 1927 – 1930 ο πρώτος ιερός ναός προς τιμήν του Αγίου. Στις 31 Μαΐου 1970 θεμελιώθηκε ο νέος μεγαλοπρεπής ιερός ναός του Αγίου Ιεροθέου, ο οποίος εγκαινιάσθηκε με κάθε επισημότητα στις 8 Ιουνίου 1980. Επ' ονόματι του Αγίου είναι αφιερωμένος επίσης ο Ενοριακός Ναός του χωριού Κομπωτή Αιτωλοακαρνανίας, καθώς και γραφικό εκκλησάκι στο χωριό Πύργος Σαντορίνης, το οποίο ανεγέρθηκε το 1957.

Η ολόθερμη ευχή όλων μας είναι να έχουμε στη ζωή μας τις ευχές και τις ευλογίες του Αγίου Ιεροθέου και να διδασκόμαστε από τη φιλόθεη βιοτή αυτού του θεολήπτου κήρυκος, κλεινού καθηγεμόνος και χαρισματικού ιεράρχου της Αποστολικής Εκκλησίας των Αθηνών, του οποίου το χαριτόβρυτο στόμα κατέστη «πηγή η αέναος η καταρδεύουσα άπαν της Εκκλησίας το πρόσωπον». 

Αριστείδης Γ. Θεοδωρόπουλος 
Εκπαιδευτικός 

Βιβλιογραφία 

Βίος και Ακολουθία του εν αγίοις πατρός ημών Ιεροθέου επισκόπου Αθηνών, Β΄ Έκδοσις, Αθήναι 1980 

Εικόνες
  1. Φορητή εικόνα του Αγίου δια χειρός Φωτίου Κόντογλου στον Ιερό Ναό Αγίου Ανδρέου οδού Λευκωσίας Αθηνών.
  2. Η εφέστιος εικόνα του Αγίου Ιεροθέου. Χρονολογείται τον 16ο αιώνα και φυλάσσεται στην Ιερά Μονή Αγίου Ιεροθέου Μεγάρων αττικής.
  3. Το καθολικό της ιστορικής Ιεράς Μονής Αγίου Ιεροθέου Μεγάρων Αττικής

Αγία μάρτυς Χαριτίνη και Οσία Μεθοδία η εν Κιμώλω.(5 Οκτωβρίου)


1005_xaritini

         Η Αγία μάρτυς Χαριτίνη

Σήμερα η Εκκλησία εορτάζει και τιμά την ιερή μνήμη της αγίας μάρτυρος Χαριτίνης. Η αγία Χαριτίνη είναι από τις πολλές εκείνες νεαρές γυναίκες, που στον καιρό των αρχαίων διωγμών, αλλά και σε κάθε καιρό που διώκεται η πίστη και η Εκκλησία, προτίμησαν την αγάπη του Χριστού από την αγάπη του κόσμου. Αυτό είναι περισσότερο ανδρείο και γενναίο απ’ ό,τι μπορούμε να σκεφτούμε στον καιρό μας, που όλοι μας είμαστε παραδομένοι στην αγάπη του κόσμου και την απόλαυση του βίου. Μια νεαρή γυναίκα, που μπορεί να προτίμησει την ουράνια δόξα και να περιφρόνησει την απόλαυση των εγκοσμίων, αλλά και να αντέξει σε απάνθρωπα βασανιστήρια και σε σκληρό θάνατο, αξίζει να τη θαυμάσουμε και να την τιμήσουμε κι όσο μπορούμε να την μιμηθούμε.
Η αγία Χαριτίνη μαρτύρησε στα 290 μετά τη γέννηση του Χριστού στα χρόνια του βασιλιά στην Ανατολή Διοκλητιανού και του ηγεμόνα Δομετίου, στα χρόνια δηλαδή του μεγάλου διωγμού της Εκκλησίας. Ύστερ’ από το Διοκλητιανό, ο Μέγας Κωνσταντίνος εξέδωσε τα δυό διατάγματα του, που άφηναν ελεύθερους τους χριστιανούς, αν και μικρότεροι διωγμοί εδώ – εκεί συνεχίζονταν. Η Χαριτίνη ήταν σκλάβα σε κάποιον Κλαύδιο, που αν και δεν ήταν χριστιανός, αγαπούσε και σεβότανε τη γυναίκα του σπιτιού του. Θα πρέπει να διαβάσουμε την προς Φιλήμονα επιστολή του αποστόλου Παύλου, για να δούμε ποιά ήταν η θέση των δούλων στα σπίτια όχι μόνο των χριστιανών, αν είχαν οι χριστιανοί δούλους, αλλά όλων των ανθρώπων, που φοβόντανε το Θεό.
Όταν ο Δομέτιος έμαθε για τη χριστιανή Χαριτίνη, έγραψε στον Κλαύδιο να του την στείλει για να την ανακρίνει. Είναι πολύ συγκινητικός ο διάλογος μεταξύ του Κλαυδίου και της σκλάβας του Χαριτίνης. Ο Κλαύδιος, υποχρεωμένος να υπακούσει στον ηγεμόνα Δομέτιο, άρχισε να κλαίει και να θρηνεί, όχι για τη στέρηση της σκλάβας του, αλλά για τα σκληρά βασανιστήρια που την περίμεναν. Η Χαριτίνη τότε, με πολλή πίστη και θάρρος, άρχισε να τον καθησυχάζει. «Μη λυπείσαι, Κύριε μου, του είπε, αλλά μάλλον να χαίρεις, γιατί εγώ αξιώνομαι να γίνω θυσία ευάρεστη στο Θεό». Κι ο Κλαύδιος απάντησε «Γυναίκα του σπιτιού μου και δούλη του Θεού, θυμήσου με, όταν θα είσαι κοντά στον επουράνιο Βασιλέα». Δεν ήταν ακόμα χριστιανός ο Κλαύδιος, μα αισθανότανε και ομιλούσε χριστιανικά.
Η αγία Χαριτίνη οδηγήθηκε δεμένη μπροστά στον ηγεμόνα Δομέτιο. Γιατί τάχα την έδεσαν; Δεν ήταν φόβος να φύγει, αλλά η κακία δεν είναι μόνο απάνθρωπη, αλλά και δειλή. Χωρίς δισταγμό, η αγία ομολόγησε την πίστη της και οι βασανιστές της, για να την εξευτελίσουν, της ξύρισαν την κεφαλή, την έβαλαν επάνω σ’ αναμμένα κάρβουνα κι επάνω στις πληγές στης έχυσαν ξύδι και αλάτι. Έμπηξαν υστέρα στα στήθια της αιχμηρά σουβλιά κι έκαψαν τα πλευρά της με αναμμένες λαμπάδες, και μετά ολ’ αυτά έδεσαν στο λαιμό της μια βαρεία πέτρα και την έριξαν στη θάλασσα. Σε όλ’ αυτά την φύλαξε ο Θεός, κι όταν την ξανάπιασαν, την έσυραν επάνω σε αναμμένα κάρβουνα και της ξερίζωσαν από τα χέρια και τα πόδια τα νύχια.
Έμενε όμως ακόμα κάτι, λιγότερο αλγεινό στο σώμα, αλλά περισσότερο οδυνηρό στη ψυχή. Αυτό θα την πονούσε περισσότερο απ’ όλα και θα ήταν όλο καταισχύνη στα μάτια των ανθρώπων. Όταν εξάντλησε όλα τα βασανιστήρια κι όταν σε όλα είδε πως ηττήθηκε, ο ηγεμόνας είπε να κλείσουν την αγία σε πορνοστάσιο. Η σκοτισμένη του σκέψη κι η πωρωμένη συνείδηση ήταν ακόμα σε θέση να καταλάβει πόσο μεγάλο μαρτύριο ήταν αυτό για μια χριστιανή γυναίκα. Για κάτι τέτοιο έχουνε να μας πουν πολλά παραδείγματα πολλών γυναικών, και στην αρχαία Αντιόχεια με την αγία Πελαγία και στο Ζάλογγο και την Αραπίτσα στα νεώτερα χρόνια.
Η αγία Χαριτίνη, όπως ήταν στα χέρια των δημίων της, δεν μπορούσε ούτε στο γκρεμό να πέσει ούτε στο ποτάμι, για νά μη ντροπιαστεί από τους ανθρώπους. Προσευχήθηκε λοιπόν κι ο Θεός την πήρε «πριν τον της παρθενίας απολέση στέφανον». Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος την ομιλία του στην αγία μάρτυρα Πελαγία την αρχίζει με αυτά τα λόγια, που ταιριάζουν καί στην αγία Χαριτίνη «Ευλογητός ο Θεός! Και γυναίκες θανάτου λοιπόν καταπαίζουσι, και κόραι καταγελώσι τελευτής… Ταύτα δη πάντα διά τον εκ παρθένου Χριστόν γέγονεν ημίν τα αγαθά». Ας έχει δόξα ο Θεός! Όχι μόνο άνδρες, αλλά και γυναίκες περιφρονούν το θάνατο και κορίτσια τόχουν χαρά τους να πεθάνουν. Κι ολ’ αυτά για το Χριστό και με την χάρη του Χριστού, που γεννήθηκε από την αγνή παρθένο Θεοτόκο. Αμήν.
(+Μητροπ. Σερβίων και Κοζάνης Διονυσίου Λ. Ψαριανού, Εικόνες Έμψυχοι, σ.273)

Η οσία Μεθοδία της Κιμώλου

osia_methodia_279
 Η Οσία και πανεύφημος μήτηρ ημών Μεθοδία εβλάστησεν από γη ευσεβή και αγαθή, σαν βλαστός αμάραντος και καρπερός, στην νήσο Κίμωλο. Γεννήθηκε κατά το έτος 1865 την 10η Νοεμβρίου, από γονείς ευσεβείς πού εφοβούντο τον Θεό. Ο πατέρας της λεγόταν Ιάκωβος και η μητέρα της Μαρία, το δε επίθετό τους Σάρδη. Η οικογένεια της είχε τρεις υιούς και πέντε θυγατέρες.
Η δεύτερη από αυτές ήταν η Ειρήνη, πού ονομάστηκε κατόπιν Μεθοδία. Είναι η Οσία νύμφη του Χριστού, η οποία Τον αγάπησε ολόψυχα με πίστη θερμότατη και εξεπλήρωσε τις Αγίες εντολές Του. Από νεαρή ηλικία φαινόταν τί έμελλε να γίνει, και τί καρπούς θα φέρει στην Αγία του Χριστού Εκκλησία, σαν άλλη ελιά πολύκαρπη.Οι γονείς της την παντρεύουν
 
Τοιουτοτρόπως ανατράφηκε η Οσία «εν νουθεσία και παιδεία Κυρίου» και έφθασε σε νόμιμον ηλικίαν. Εσκόπευε να αφιερωθή εξ ολοκλήρου στον Θεόν. Οι γονείς της όμως ήθελαν να την παντρέψουν, καίτοι αυτή είχε άλλες σκέψεις και αποφάσεις. Διά να μη λυπήσει τούς γονείς της, υπάκουσε στη θέληση τους και επήρε σύζυγο ένα ναυτικό από την Χίο.
Καίτοι παντρεύτηκε η Μεθοδία, δεν λιγόστεψε καθόλου ο ζήλος της και η θερμή αγάπη προς τον Νυμφίο Χριστό, αλλά τόσο περισσότερο άναβε στην ψυχή της ο πόθος προς την θεία αγάπη, και ακολουθούσε την ίδια σαν πρώτα ζωή παρακαλώντας τον Κύριο θερμά να την αξιώσει να αφιερωθεί εντελώς εις Αυτόν, όταν η Χάρις του ευδοκήσει.
Γίνεται Μοναχή
 osia_methodia_081
Ο σύζυγος της σε ένα ταξίδι ναυάγησε στα παράλια της Μικράς Ασίας και δεν ξαναγύρισε στην Κίμωλο. Τότε η Οσία εγκατέλειψε τα πάντα. Απομακρύνθηκε από κάθε κοσμική σχέση και σήκωσε στους ώμους της τον χρηστό και σωτήριο ζυγό του Κυρίου, αφού φόρεσε το μοναχικό σχήμα. Εκάρη μοναχή στον ιερό και περικαλλή Ναό της Παναγίας «Οδηγητρίας» Κιμώλου, από τον τότε Επίσκοπο Σύρου Μεθόδιο, και από Ειρήνη μετονομάστηκε Μεθοδία.
Όταν έγινε Μοναχή η Οσία και ακολούθησε τον Κύριο με όλη της την καρδιά, με όλη της τη σκέψη και την δύναμη, άρχισε με πολύ ζήλο και θερμή προθυμία τούς ασκητικούς αγώνες και μ’ αυτόν τον τρόπο κατάφερε να νεκρώσει «τη σάρκα και τις επιθυμίες» Για να απαλλαγεί από κάθε συνάφεια και συναναστροφή με τον μάταιο κόσμο, που μπορούσε να της αποσπάσει τον νου από την θεωρία [=όραση] και την μελέτη των ουρανίων πραγμάτων, κλείστηκε σε ένα μικρό κελί, που βρισκόταν στο Στιάδι μέσα στο «Μέσα Κάστρο» της Κιμώλου, πλησίον στον Ιερό Ναό της Γεννήσεως τού Κυρίου. Εκεί έμενε κατά το πλείστον, περιορίζοντας τον εαυτόν της από τα μάταια και τα φθαρτά, και υψώνοντας την σκέψη της σε πνευματικές και ουράνιες αναβάσεις. Έβγαινε από το κελί της μόνον σε μεγάλη ανάγκη ή όταν την καλούσε η αγάπη και το συμφέρον του πλησίον. Να ωφελήσει ζητούσε, διότι περισσότερο από τον εαυτόν της, αυτό επιθυμούσε, η Οσία, σύμφωνα με την Αποστολική παραγγελία.
Οι σκληροί πνευματικοί αγώνες και τα χαρίσματά της 
.Είναι αδύνατον πράγματι, να διηγηθεί κανείς, τούς κόπους της κατάκλειστης ζωής της, την άσκηση, τη νηστεία, την αγρυπνία, τα δάκρυα, και την συνεχή προσευχή. Καθ’ όλη την Αγία και μεγάλη Τεσσαρακοστή έμενε κλεισμένη και δεν δεχόταν κανένα να την επισκεφτεί. Προσευχόταν τότε και μελετούσε ιερά βιβλία, πού την εξύψωναν πνευματικά. Μόνον από ένα μικρό παραθυράκι του κελιού της, ερχόταν σε επικοινωνία με τον έξω κόσμο, και έδιδε σ’ αυτούς που ζητούσαν ευλογημένο λάδι, από το ακοίμητο καντήλι του κελιού της. Αυτό το λάδι το έπαιρναν οι κάτοικοι της Κιμώλου με πίστη και το χρησιμοποιούσαν ασθενείς από διάφορα νοσήματα και θεραπεύονταν.
Με την πρακτική αρετή και τούς πνευματικούς αγώνες, όπως επιθυμεί ο Χριστός, νέκρωσε τελείως την σάρκα και επέταξε κάθε υλικό και γήινο φρόνημα. Ανέβηκε στην τελειότερη αρετή, την θεωρία των άυλων, η οποία έχει ως βάση την πρακτική και κραταιά συνεργό, την αδιάκοπη νοερή προσευχή, με την βοήθεια της θείας Χάριτος!
Η φήμη της αγγελικής της ζωής διεδόθει, όχι μόνον στην Κίμωλο αλλά και στα άλλα νησιά. Πολλές γυναίκες, πού άκουαν και μάθαιναν την άγια ζωή της μακαρίας Μεθοδίας, έτρεχαν στο ασκητήριο της, πού δεχόταν μόνον γυναίκες και εκεί βρίσκανε πνευματική ωφέλεια και ανακούφιση στις ψυχικές ταραχές και ανωμαλίες και τις λοιπές πικρίες του βίου. Είχε γίνει το κελί της πνευματικόν διδασκαλείο. Οδήγησε πολλοί κόσμο σε μετάνοια, καθώ στους δίδασκε με αγάπη, υπομονή και καρτερία. Επίσης η Μεθοδία, εκτός των άλλων χαρισμάτων, αξιώθηκε από τον Θεό και το χάρισμα να κάνει θαύματα.
Η κοίμησις της Οσίας
Κατ’ αυτόν τον τρόπον αγωνίστηκε οσίως η Οσία Μεθοδία τον καλόν αγώνα. Θυσίασε την ζωή της προς δόξα Θεού και ωφέλεια του πλησίον και εξεπλήρωσε τον προορισμό της επί της γης.
Η Οσία εκοιμήθη εν Κυρίω την 5ην Οκτωβρίου ημέρα Κυριακή του έτους 1908 εις ηλικία 43 ετών και συναριθμήθηκε μετά των αγίων, τούς οποίους μιμήθηκε με ζήλο.
Την άλλη ημέρα του θανάτου της παρατήρησαν, ότι τα χέρια της δεν ήσαν άκαμπτα και σκληρά, όπως στα νεκρά σώματα, αλλά ήσαν ευλύγιστα καθώς και όλον της το σώμα, σαν να ήταν ζωντανή η μακαρία. Αμέσως όλοι οι κάτοικοι της νήσου, άνδρες, γυναίκες και παιδιά μαζεύτηκαν και ενταφίασαν το πανέντιμον και ιερότατο Λείψανο με ευλάβεια και τιμή. Όταν έγινε αργότερα η ανακομιδή, τα τίμια αυτής λείψανα αποτέθηκαν εις τον εν Κιμώλω Ναό του Αγίου Σπυρίδωνος των Αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων.
Στίχος
Μέθοδον ζωῆς ὁσίας ἠσκημένη
Χριστῷ προσεισιν ὁσίως Μεθοδία.
Ὀκτωβρίου Πέμπτη Μεθοδίας ἦτορ ἔνθεν ἤρθη
Ἀπολυτίκιον Ἦχος ἅ΄. Τῆς ἐρήμου πολίτης
Τῆς Κιμώλου τόν γόνον, ἀρετῶν τό κειμήλιον, καί τῶν ἀπ’ αἰῶνος Ὁσίων, ἀληθῶς τήν ὁμόσκηνον, τιμήσωμεν ἐν ὕμνοις οἱ πιστοί, Ὁσίαν Μεθοδίαν
τήν σεπτήν, τάς τοῦ Βίου αὐτῆς πράξεις θεοφιλεῖς, μιμούμενοι κραυγάζοντες· Δόξα τῷ δεδωκότι σοί ἰσχύν, δόξα τῷ Σέ στεφανώσαντι, δόξα τῷ σύν
Ἁγίων τοῖς χοροῖς, Σέ Μῆτερ, ἀριθμήσαντι.Κοντάκιον Ἦχος δ΄. Ἐπεφάνη σήμερον
Πολιτείαν ἄμεμπτον διαδραμοῦσα, μυστικῶς ἐφαίδρυνας, τῶν ἀρετῶν σου τῷ φωτί, τήν νῆσον Κίμωλον ἅπασαν, ὤ Μεθοδία, Ὁσία θεοληπτε. Μεγαλυνάριον
Χαίροις Μεθοδία θεοειδής, ἡ μιμησαμένη τῶν Ὁσίων τήν βιοτήν, χαίροις τῆς Κιμώλου, τό βλάστημα καί γέρας, ἣν ἀσινή συντήρει, ἐκ πάσης θλίψεως.

Ο μυστικός Άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης και οι μαθητές του Ρούστικος και Ελευθέριος


Ο άγιος Διονύσιος ζούσε στην Αθήνα την εποχή των Αποστόλων. Καταγόταν από οικογένεια πλούσια και αρχοντική και είχε αποκτήσει τόση σοφία και τόση αρετή με τα μέσα που του παρείχαν οι επιστήμες των αρχαίων Ελλήνων, ώστε είχε εκλεγεί μέλος του εννεαμελούς Αρείου Πάγου που αποτελούσε το ανώτατο δικαστήριο και τη διοικητική συνέλευση του δήμου των Αθηναίων. Όταν ο μέγας Απόστολος Παύλος, καθοδηγούμενος από το Άγιο Πνεύμα, ήλθε να κηρύξει το Ευαγγέλιο της σωτηρίας στήν Αθήνα, ο Διονύσιος τον κάλεσε να λάβει τον λόγο στον Άρειο Πάγο. Από το ύψος του βράχου αυτού που προεξέχει πάνω από την πόλη των Αθηνών, ο πτωχός σκηνοποιός διέλυσε τις σοφιστείες των φιλοσόφων και έδειξε καθαρότατα στους Αθηναίους ότι ο «άγνωστος θεός» — για τον όποιο η φυσική λογική τους τούς είχε δώσει μία ασαφή υπόνοια — είναι ο Θεός ο ποιήσας τον κόσμον και πάντα τα εν αυτώ, και ότι ούτος ουρανού και γης Κύριος υπάρχων ουκ εν χειροποιήτοις ναοίς κατοικεί, ουδέ υπό χειρών ανθρώπων θεραπεύεται προσδεόμενός τινος, αυτός διδούς πάσι ζωήν και πνοήν και τα πάντα (Πράξεις 17, 23-25). Τους εδίδαξε επίσης ότι ο άνθρωπος επλάσθη κατ’ εικόνα Θεού και εκλήθη να γίνει κοινωνός της ζωής του Θεού εν Χριστώ Ιησού, τω Υιώ αυτού, τω σαρκωθέντι δι’ ημάς και αναστάντι εκ νεκρών, και τω πάλιν ερχομένω κρίναι τους ανθρώπους.
Ακούοντάς τον να ομιλεί για ανάσταση νεκρών, η πλειονότητα των ακροατών, με τη διάνοιά τους εσκοτισμένη από τις προκαταλήψεις της ανθρώπινης σοφίας, χλεύασε τον Απόστολο Παύλο. Ωστόσο, τα λόγια αυτά περί ζωής αιωνίου άγγιξαν την καρδιά κάποιων από το ακροατήριο, οι οποίοι ασπάσθηκαν την πίστη του Χριστού. Μεταξύ αυτών ήταν ο άγιος Ιερόθεος και ο άγιος Διονύσιος. Ακούοντας την αφήγηση των θείων Παθών του Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού και τα σημεία που συνέβησαν μετά τον θάνατό του, ο σοφός Διονύσιος θυμήθηκε ότι μερικά χρόνια πριν, όταν βρισκόταν στην Ηλιούπολη της Αιγύπτου μαζί με άλλους σοφούς, παρακολούθησε μία έκλειψη ηλίου η οποία κατέλυε όλους τους νόμους της αστρονομίας <1>. Είχε ανακράξει τότε: «Ή ο Θεός πάσχει, ή ήλθε το τέλος του κόσμου!» Προετοιμασμένοι κατ’ αυτό τον τρόπο να αναγνωρίσουν Εκείνον, τη βουλήσει του οποίου ηττώνται οι νόμοι της φύσεως, ο Διονύσιος και ο διδάσκαλός του Ιερόθεος άκουσαν με προθυμία τη διδασκαλία του αγίου Αποστόλου και του ζήτησαν να βαπτισθούν.
Μετά από καιρό, ο Παύλος έφυγε σε νέες περιοδείες κι άφησε τον άγιο Ιερόθεο επίσκοπο Αθηνών. Ωσάν αετός που μπορεί να κοιτάζει κατάματα τη λάμψη του ηλίου, ο Ιερόθεος διείσδυε στα θεία μυστήρια, ελάχιστα όμως αποτύπωσε γραπτώς, προτιμώντας να μυεί προφορικά και κρυφίως τον μαθητή του Διονύσιο στις άρρητες θεωρίες που του χάριζε ο Θεός. Μετά τον θάνατο του Ιεροθέου, ο Διονύσιος έγινε με τη σειρά του επίσκοπος Αθηνών και έλαβε εκ Θεού το χάρισμα να αποκαλύπτει γραπτώς την υψηλή διδαχή των διδασκάλων του σχετικά με την άφατο απειρία της θείας φύσεως – στην οποία ταιριάζουν μόνον αρνητικές και αντινομικές εκφράσεις (η λεγόμενη αποφατική θεολογία) — και τον ανεξάντλητο πλούτο της θείας αποκαλύψεως μέσω των θείων ονομάτων και ενεργειών (καταφατική θεολογία). Περιέγραψε πως ο αισθητός και ο νοητός κόσμος ενώνονται εν τω Θεώ σε μία μεγαλειώδη ιεραρχημένη διάταξη. Εξήγησε πως η ιεραρχία της Εκκλησίας – από τον επίσκοπο έως τον μοναχό — αντικατοπτρίζει επί γης τις εννέα τάξεις των αγγελικών ταγμάτων και διανέμει το θείο φως σύμφωνα με τον βαθμό καθαρότητος εκάστου πιστού. Ορισμένοι τον κατηγόρησαν ότι ήταν ένας νεοπλατωνικός φιλόσοφος με χριστιανικό ένδυμα, η Ορθόδοξη όμως Εκκλησία, φωτισμένη από τις φωτεινές ακτίνες της διδασκαλίας του, πιστεύει ότι ο «θείος Διονύσιος» οπωσδήποτε δανείσθηκε και χρησιμοποίησε τη φιλοσοφική γλώσσα της εποχής του, ανατρέποντας όμως τελείως τις θεμελιώδεις θέσεις της ελληνικής φιλοσοφίας. Χρησιμοποιώντας αυτό το τέχνασμα, για να καταδείξει ότι η μωρία τον Σταυρόν εμώρανε την σοφίαν του κόσμου (Α΄ Κορ. 1), σε όλα τα έργα του διακηρύττει ότι Εκείνος ο οποίος είναι πέραν παντός ονόματος και πάσης ουσίας, ο κατοικών απαθώς εις τον υπέρφωτον γνόφον, εφανερώθη εν σαρκί δια να μας καταστήσει κοινωνούς του απροσίτου φωτός του.
Ο Διονύσιος έφθασε σε τόσον υψηλό βαθμό θεωρίας, ώστε αξιώθηκε να συναριθμηθεί μετά των Αποστόλων και μυστηριακώς μετεφέρθη όπως εκείνοι στα Ιεροσόλυμα για να κηδεύσουν το σώμα της Υπεραγίας Θεοτόκου <2>. Επέστρεψε κατόπιν στην Αθήνα και έμεινε εκεί αρκετό καιρό, προσηλυτίζοντας τους εθνικούς και καθοδηγώντας με σύνεση το πνευματικό του ποίμνιο.
Προς το τέλος της βασιλείας του Νέρωνος (περί το 68), λέγεται ότι ο Διονύσιος μετέβη στη Ρώμη για να κάνει έναν απολογισμό των αποστολών του στον Απόστολο Παύλο. Παρευρέθη στο μαρτύριο του μεγάλου Αποστόλου, και κατόπιν επανέκαμψε στην Ελλάδα. Επέστρεψε ξανά στη Ρώμη την εποχή που Πάπας ήταν ο άγιος Κλήμης [24 Νοεμ.] και κατόπιν εντολής του ξεκίνησε με τους μαθητές του, τον πρεσβύτερο Ρούστικο και τον διάκονο Ελευθέριο, για να κηρύξει τον λόγο του Θεού στη Γαλατία <3>. Και αφού εκήρυξε τον λόγο της αληθείας σε διάφορα μέρη, ο άγιος Διονύσιος εγκαταστάθηκε στο Παρίσι, που την εποχή εκείνη δεν ήταν παρά μία μικρή κωμόπολη βυθισμένη στο σκότος της άγνοιας και της ειδωλολατρίας. Έκτισε μια εκκλησία, όπου τελούσε τα θεία Μυστήρια και εκήρυττε τα μεγαλεία του Θεού. Εκεί έκανε πολλά θαύματα, και οι μαθητές του πολλαπλασιάσθηκαν και ξεκίνησαν να διαδώσουν το Ευαγγέλιο της σωτηρίας στη Μεγάλη Βρεταννία και στην Ισπανία.
Η φήμη του αγίου Διονυσίου κίνησε τον φθόνο του δαίμονα, που έβαλε την σκέψη στον αυτοκράτορα Δομητιανό (περί το 96) ότι εκείνος ο Έλληνας επίσκοπος, που κήρυττε τον νέο Θεό, επιθυμούσε να δημιουργήσει αναταραχή και επεδίωκε να υποκινήσει τον λαό σε εξέγερση εναντίον του αυτοκράτορα. Ματαίως προσπάθησαν να πείσουν τον Διονύσιο και τους συντρόφους του ν’ απαρνηθούν τον Θεό για τον οποίο ζούσαν και επιθυμούσαν να πεθάνουν. Με μεγάλη, λοιπόν, χαρά, έμαθαν ότι καταδικάσθηκαν σε αποκεφαλισμό. Ο Θεός δεν αρκέσθηκε να δώσει στον άγιο μάρτυρα το χάρισμα της θεογνωσίας και της διδασκαλίας, θέλησε επίσης να δείξει μέσω του μάρτυρος ότι δια της πίστεως, οι χριστιανοί νικούν τον θάνατο. Αμέσως μετά τον αποκεφαλισμό του, ο άγιος Διονύσιος σηκώθηκε όρθιος προς κατάπληξη όλων των παρευρισκομένων, πήρε το κεφάλι στα χέρια του και περπάτησε περίπου δύο μίλια ώσπου συνάντησε μια γυναίκα ενάρετη ονόματι Κατούλα, στα χέρια της οποίας απέθεσε το πολύτιμο και τίμιο λείψανο. Η τιμία κάρα του αγίου Διονυσίου φυλάσσεται σήμερα στην Ιερά Μονή Δοχειαρίου στο Άγιον Όρος, στην οποία τη δώρησε ο αυτοκράτορας Αλέξιος Κομνηνός (11ος αιώνας).
Σημειώσεις
1. Διονυσίου Αρεοπαγίτου, Επ. 7, 2, ΡG 3, 1081.
2. Διονυσίου Αρεοπαγίτου, Περί θείων ονομάτων Γ΄, 2, ΡG 3, 681.
3. Η διήγηση του μαρτυρίου του αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου ταυτίζεται στην πραγματικότητα με εκείνη του μαρτυρίου του αγίου Διονυσίου των Παρισίων [9 Οκτ.]. Τα δύο πρόσωπα αποτέλεσαν αντικείμενο σύγχυσης, πιθανώς με την άφιξη στη Γαλλία ενός χειρογράφου με έργα που αποδίδονται στον άγιο Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη, το οποίο προσέφερε μια αποστολή βυζαντινών πρέσβεων στην αυλή του Λουδοβίκου του Ευσεβούς (827). Την παράδοση αυτή πήρε και διασκεύασε ένας ανώνυμος συγγραφέας Βίων αγίων και η διασκευή αποτέλεσε πρότυπο του εγκωμίου που συνέθεσε ο άγιος Μιχαήλ ο Σύγγελος [18 Δεκεμ.], ο οποίος μετέφερε τη χρονολογία του μαρτυρίου από τα χρόνια της βασιλείας του Δομητιανού σ’ εκείνα της βασιλείας του Τραϊανού, και η διήγηση στη συνέχεια ενσωματώθηκε από τον άγιο Συμεών τον Μεταφραστή στο Μηνολόγιο του.
Πηγή: “Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας”, υπό ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου, εκδ. Ίνδικτος (τόμος δεύτερος – Οκτώβριος, σ. 37-40)

Αρεοπαγίτης ή Αεροπαγίτης ο Αγιος Διονύσιος πολιούχος της Αθήνας;



Κείμενο Dogma Newsdesk Φωτογραφίες Αρχείο*
Ο τίτλος που συνοδεύει το όνομα του μπερδεύει συχνά πολλούς. Αρεοπαγίτης ή Αεροπαγίτης; Ο Άγιος Διονύσιος, πολιούχος της πόλης των Αθηνών αλλά και προστάτης του Δικαστικού Σώματος υπήρξε μια από τις σημαντικότερες προσωπικότητες των πρώτων χριστιανικών χρόνων και Επίσκοπος της Αθήνας.

Τα στοιχεία για την ζωή του είναι πολλά αλλά όχι όλα αξιόπιστα. Ας δούμε πρώτα όμως τον χαρακτηριστικό του τίτλο.

Ο Άγιος Διονύσιος απέκτησε το προσωνύμιο Αρεοπαγίτης και όχι Αεροπαγίτης όπως αρκετοί μπερδεύουν εξαιτίας της συμμετοχής του στο συμβούλιο του Αρείου Πάγου. Υπήρξε εξέχων μέλος της αθηναϊκής κοινωνίας, ιδιαίτερα μορφωμένος και από τους πρώτους που πίστεψαν το κήρυγμα του Αποστόλου Παύλου στον Άρειο Πάγο.

Υπήρξε Επίσκοπος Αθηνών, μετά τον Άγιο Ιερόθεο, τον πρώτο Επίσκοπο Αθηνών, που χειροτόνησε ο Απόστολος Παύλος.

Η δράση του δεν επικεντρώθηκε όμως μόνο στην Αθήνα. Σύμφωνα με την παράδοση ταξίδεψε μέχρι την Γαλλία όπου δίδαξε τον χριστιανισμό. Κάποιοι αποδίδουν σε αυτόν την πρώτη χριστιανική Εκκλησία στο Παρίσι όπου τελικά ο ίδιος θανατώθηκε δι αποκεφαλισμού εξαιτίας της πίστης του.

Μια παράδοση θέλει τον ίδιο τον Αγιο Διονύσιο να παραδίδει την κεφαλή του αμέσως μετά τον αποκεφαλισμό του σε μια Χριστιανή που βρισκόταν στο σημείο. Η Κάρα του φυλάσσεται στην Μονή Δοχειαρίου στο Άγιον Όρος.

Κατά μια δεύτερη παράδοση ο Διονύσιος βρέθηκε και στους Αγίους Τόπου προκειμένου να γνωρίσει την Παναγία. Μάλιστα σε αρκετές αγιογραφικές προσεγγίσεις της Κοιμήσεως της Θεοτόκου μαζί με τους Αποστόλους απεικονίζεται και ο Αρεοπαγίτης στον οποίο αποδίδεται η φράση πως «το παρουσιαστικό της, τα χαρακτηριστικά της, η όλη εμφάνιση της μαρτυρούν, ότι είναι πράγματι Μητέρα Θεού».

Στην Αθήνα υπάρχουν δυο Ναοί αφιερωμένοι στην μνήμη του. Ο ένας είναι ο ορθόδοξος Ναός στο Κολωνάκι, και ο άλλος είναι ο μητροπολιτικός Ναός των Ρωμαιοκαθολικών επί της οδού Πανεπιστημίου.


Ο Ορθόδοξος Ναός του Πολιούχου Αθηνών Αγίου Διονυσίου Αρεοπαγίτου στο Κολωνάκι. Τα τελευταία χρόνια λειτουργεί ως "Καθεδρικός" Ναός Αθηνών εξαιτίας των εργασιών που πραγματοποιούνται στη Μητρόπολη


Ο Ρωμαιοκαθολικός Μητροπολιτικός Ναός των Αθηνών επίσης αφιερωμένος στον Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη.

Εκτός από πολιούχος της Αθήνας, είναι και ο πολιούχος άγιος των Γαργαλιάνων Μεσσηνίας, και του χωριού Διονύσι στα νότια του νομού Ηρακλείου. Το χωριό πήρε το όνομά του από τον άγιο και είναι το μόνο χωριό της Κρήτης με εκκλησία προς τιμήν του αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτη.





*Η κεντρική φωτογραφία του θέματος είναι λεπτομέρεια του παραπάνω πίνακα με θέμα "Το μαρτύριου του Αγίου Διονυσίου". Στην Γαλλία όπου επίσης ο Άγιος Διονύσιος τιμάται, υπάρχουν πολλές απεικονίσεις και αγάλματα τα οποία τον παρουσιάζουν να κρατά το κεφάλι του, υιοθετόντας την παράδοση που τον θέλει να οπαραδίδει ο ίδιος την κεφαλή του σε πιστή Χριστιανή.

Όσιος Θεοφάνης ο Ομολογητής της Συγριανής


OsiosTheophanis03Εορτάζει στις 12 Μαρτίου εκάστου έτους.
Θεόφανες, φάνηθι πιστοῖς προστάτης,
Τιμῶσι πιστῶς σὸν μετ’ εἰρήνης τέλος,
Δωδεκάτῃ φθινύθοντος ἀπῆρε βίου Θεοφάνης.
Βιογραφία
Ο Όσιος Θεοφάνης ο Ομολογητής, γεννήθηκε το 760 μ.Χ. από ευσεβείς και φιλόθεους γονείς, τον Ισαάκ και την Θεοδότη. Σε ηλικία οκτώ ετών έμεινε ορφανός από πατέρα και η μητέρα του ανέλαβε το δύσκολο έργο της ανατροφής, της διαπαιδαγωγήσεως και της μορφώσεως του υιού της Θεοφάνους.
Ο Όσιος, κατά παράκληση της μητέρα του, νυμφεύθηκε σε νεαρή ηλικία την ευσεβή και πλούσια Μεγαλώ. Ο γάμος αυτός, που ήταν αντίθετος για τη μοναχική ζωή που επιθυμούσε ο Όσιος, διαλύθηκε. Η μεν σύζυγος αυτού έγινε μοναχή στη μονή της Πριγκίπου και μετονομάσθηκε Ειρήνη, ο δε Όσιος κατέφυγε, το 781 μ.Χ., σ’ ένα μοναστήρι κοντά στο βουνό της Συγριανής, το Πολίχνιο. (Η Συγριανή βρισκόταν είτε στη Μήδεια είτε – το πιθανότερο – στην Μυτιλήνη [ακρωτήρι Σίγρι]).
Από τη μονή αυτή, ως λόγιος και ενάρετος μοναχός, προσκλήθηκε μαζί με άλλους ηγουμένους διαπρεπείς, τον ηγούμενο της μονής Σακουδίωνος Πλάτωνα, τους μοναχούς Νικηφόρο και Νικήτα από τη μονή Μηδικίου, το μοναχό Χριστόφορο από τη μονή του Μικρού Αγρού, στην Εβδόμη Οικουμενική Σύνοδο της Νίκαιος, το έτος 787 μ.Χ.
Όταν επέστρεψε, εγκατέστησε ηγούμενο τον μοναχό Στρατήγιο και εκείνος αποσύρθηκε στην απέναντι νήσο Καλώνυμον, όπου ίδρυσε μεγάλη μονή και εκεί, αφού εγκαταβίωσε επί εξαετία, ασχολήθηκε με την καλλιγραφία και τις συγγραφές. Αλλά ατυχώς η υγεία του προσβλήθηκε από οξεία λιθίαση. Σε αυτή την χαλεπή κατάσταση δεν παρέλειψε να μεταβεί στην Κωνσταντινούπολη, όταν προσκλήθηκε υπό του Λέοντος του Αρμενίου (813 – 820 μ.Χ.), ο οποίος προσπάθησε διά του Πατριάρχη Ιωσήφ του εικονομάχου να ελκύσει αυτόν στην αίρεση της εικονομαχίας. Ο Όσιος φυσικά δεν ήταν δυνατό να αποδεχθεί μία τέτοια πρόταση και να προδώσει την Ορθόδοξη πίστη. Έτσι τον έκλεισαν σε σκοτεινό μέρος και στην συνέχεια τον εξόρισαν στη Σαμοθράκη, όπου μετά από είκοσι τρεις ημέρες κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 815 (ή κατ’ άλλους το 818 μ.Χ.). Αργότερα οι μαθητες του μετεκόμισαν τα ιερά λείψανα του το έτος 822 μ.Χ., στη μονή του, όπου ετελείτο η Σύναξη του, όπως και τη Μεγάλη Εκκλησία.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Θεῶ τῷ ἐν σώματι, ἐπιφανέντι ἠμίν, ὁσίως ἐλάτρευσας δι’ ἐνάρετου ζωῆς, Θεόφανες Ὅσιε, πᾶσαν γὰρ τὴν προσοῦσαν, ὕπαρξιν ἀπορρίψας, ἄθλους ὁμολογίας, τὴ ἀσκήσει συνάπτεις, ἐντεῦθεν δι’ ἀμφοτέρων, φαίνεις τοὶς πέρασι.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ’.
Ὀρθοδοξίας ὁδηγέ, εὐσεβείας Διδάσκαλε καί σεμνότητος, τῆς Οἰκουμένης ὁ φωστήρ, τῶν Μοναζόντων θεόπνευστον ἐγκαλλώπισμα, Θεοφάνη σοφέ, ταῖς διδαχαῖς σου πάντας ἐφώτισας, λύρα τοῦ Πνεύματος. Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν.
Κοντάκιον
Ἦχος πλ. β’. Τὴν ὑπὲρ ἡμῶν.
Τῆς ζωαρχικῆς, τοῦ Λόγου θεοφανείας, σκεῦος ἐκλεκτόν, Θεόφανες καὶ θεράπων, τῷ ἐνθέῳ σου βίῳ, θεόφρον γενόμενος, τὴν Εἰκόνα τὴν ἐνσώματον, τοῦ Χριστοῦ σεπτῶς ἐτίμησας, ὁμιλήσας πολλαῖς θλίψεσιν· ἀνθ’ ὧν θαυμάτων πηγήν, εἴληφας ἐκ Θεοῦ.
Ἕτερον Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τά ἄνω ζητῶν.
Ἐξ ὕψους λαβών, τὴν θείαν ἀποκάλυψιν, ἐξῆλθες σπουδῇ, ἐκ μέσου τῶν θορύβων, καὶ μονάσας Ὅσιε, τῶν θαυμάτων εἴληφας τὴν ἐνέργειαν, καὶ προφητείας χάρισμα, συμβίου καὶ πλούτου στερούμενος.
Κάθισμα
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Ζῆλον ἔνθεον προσκεκτημένος, δόγμα ἄθεον ἀπεβδελύξω, καὶ κινδύνοις πολυτρόποις ὡμίλησας, ὑπερορίαις ἀδίκως στελλόμενος, καὶ εὐσεβῶς παμμάκαρ τελειούμενος, Πάτερ Θεόφανες, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Ὁ Οἶκος
Ἐπὶ τῆς γῆς μηδὲν προτιμήσας, ἠκολούθησας χαίρων τῷ καλοῦντί σε Χριστῷ, καὶ τὸν ζυγὸν αὐτοῦ ἔλαβες ἐπὶ τῶν ὤμων τῶν σῶν προθύμως, καὶ ἀνάπαυσιν εὗρες τῇ ψυχῇ σου, ἣν περ κἀμοὶ τῷ πτωχῷ καὶ ῥαθύμῳ κατάπεμψον τῷ λέγοντι, καὶ μηδόλως ἐκτελοῦντι, ἀλλ’ ἔτι σχολάζοντι, ἐν τοῖς τοῦ βίου πράγμασι, καὶ θαυμάζοντι, πῶς πάντα ἔφυγες, συμβίου καὶ πλούτου στερούμενος.
Μεγαλυνάριον
Τῆς θεοφανείας τῆς μυστικῆς, βίῳ ὑπερτέρῳ, θησαυρίσας τὴν μετοχήν, θέσει ἐθεώθης, Θεοφάνες θεόφρον, καὶ ὤφθης Ἐκκλησίας, στῦλος θεόφωτος.
Αγιογραφίες / Φωτογραφίες
Όσιος Θεοφάνης ο Ομολογητής της Συγριανής
Όσιος Θεοφάνης ο Ομολογητής της Συγριανής
Όσιος Θεοφάνης ο Ομολογητής της Συγριανής
Όσιος Θεοφάνης ο Ομολογητής της Συγριανής
Όσιος Θεοφάνης ο Ομολογητής της Συγριανής
Όσιος Θεοφάνης ο Ομολογητής της Συγριανής

ΑΓΙΟΣ ΘΕΟΦΙΛΟΣ Ο ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ, ΟΣΙΟΣ



 

ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ

Στην ζωή της Εκκλησίας μία τάξη Αγίων είναι οι Ομολογηταί.
Είναι εκείνοι, που για την ορθόδοξη πίστη, υποφέρουν διωγμούς και βασανιστήρια, χωρίς στο τέλος να γνωρίσουν και μαρτυρικό θάνατο, καθώς και το επιθυμούν.
Όλοι όμως έχουν στο σώμα τους "τα στίγματα του Κυρίου Ιησού", τα σημάδια από τις πληγές και τα τραύματα που λαβαίνουν από τους τυράννους.
Αυτοί δίνουν "την καλήν ομολογίαν", υπερασπίζοντας την παράδοση της Εκκλησίας και την ορθόδοξη πίστη και η διαφορά τους από τους Μάρτυρας είναι πως δεν έχουν την τιμή ν’ αποθάνουν επάνω στο μαρτύριο.
Τέτοιος είναι ο Όσιος Θεόφιλος και ομολογητής μαζί, όπως όλοι σχεδόν οι Ομολογηταί, που είναι πάντα από τις μεγαλύτερες μορφές του μοναχικού βίου.
Είναι και τούτο μία επί πλέον απόδειξη ότι τα Μοναστήρια, σε πολλές περιόδους, ήσαν αγωνιστικά κέντρα της Εκκλησίας.



Ο Όσιος Θεόφιλος ο Ομολογητής υπήρξε ζηλευτός αγωνιστής υπέρ της Ορθοδοξίας.
Ο Θεόφιλος, γεννήθηκε σ’ ένα χωριό κοντά στη Τιβεριούπολη. Όταν φοιτούσε στο σχολείο, διακρινόταν μεταξύ των συμμαθητών του για την επίδοση στα γράμματα, αλλά και για τη σεμνότητα του ήθους και την άριστη διαγωγή του.


Νέος ακόμα, επισκέφθηκε ευσεβή μοναχό, τον Στέφανο, που είχε στήσει την κατοικία του επάνω στο όρος Σελέντιο.
Υπό τις οδηγίες του ο Θεόφιλος μεγάλωνε πνευματικά και πλούτιζε τις γνώσεις του στα δόγματα της Ορθοδοξίας.
Επειδή οι γονείς του ήταν αρκετά πλούσιοι, προσπαθούσε να τους κάνει προθυμότερους στην υπηρεσία θεοφιλών έργων.
Και το κατάφερε. Έτσι αυτοί, μεγάλο μέρος της περιουσίας τους διέθεσαν για την ανακούφιση των φτωχών και για την κατασκευή μοναστηριού στο όρος Σελέντιο, που αργότερα έγινε μοναχός και ό Θεόφιλος.


Τότε όμως, ήταν τα χρόνια πού κυβερνούσε ο εικονομάχος Λέων ο Ίσαυρος. Και ο Θεόφιλος δεν επαναπαύτηκε στις ασκητικές του ασχολίες.
Κατέβηκε στο πεδίο της μάχης, άφησε το ήσυχο ασκητήριό του και πήγαινε σε πόλεις και χωριά, και κήρυττε υπέρ της Ορθοδοξίας.
Παρακινούσε άνδρες και γυναίκες, κληρικούς και λαϊκούς να μη λιποψυχούν, αλλά να μένουν ακλόνητοι και αφοσιωμένοι στο ορθόδοξο φρόνημα της μητέρας ’Εκκλησίας.


Καταγγέλθηκε γι’ αυτό, τον συνέλαβαν και τον πήγαν στη Νίκαια, όπου υπέστη την ποινή του ραβδισμού και του πυρωμένου σιδήρου στη σάρκα του.

Γύρισε νικητής στο μοναστήρι του, όπου η ψυχή του αποδημούσε στα μακάρια ουράνια σκηνώματα.

Γιατί ο Άγιος Κυπριανός θεωρείται ο Άγιος που λύνει τα μάγια;



Κείμενο Dogma Newsdesk
Κάθε χρόνο στις 2 Οκτωβρίου η Εκκλησία τιμά δυο Αγίους, τον Άγιο Κυπριανό και την Αγία Ιουστίνη. Για πολλούς πιστούς οι συγκεκριμένοι Άγιοι αποτελούν κάτι παραπάνω από προστάτες, αφού σύμφωνα με την θρησκευτική παράδοση ο Άγιος Κυπριανός είναι ο Άγιος στον οποίο προσεύχονται οι πιστοί που θεωρούν ότι έχουν «χτυπηθεί» από τη μαγεία.

Ποια όμως είναι η ιστορία πίσω από τον Άγιο Κυπριανό και γιατί αυτός ειδικά θεωρείται ως ο κατεξοχήν Άγιος κατά της μαγείας;

Σύμφωνα με την επικρατούσα άποψη, ο Άγιος Κυπριανός ο οποίος έζησε τον 3ο αιωνα δεν ήταν καν Χριστιανός. Αντίθετα, ήταν ένας από τους πιο ονομαστούς μάγους της εποχής του. Λέγεται πως εξαιτίας της πολύ καλής οικονομικής κατάστασης της οικογένειας του, είχε ταξιδέψει σε αρκετές χώρες και είχε διδαχθεί αποκρυφιστικες πρακτικές.

Σε κάποιες από τις βιογραφίες του καταγράφεται πως ήταν τόσο ισχυρός μάγος που επικοινωνούσε απευθείας με τον ίδιο τον Σατανά!

Κομβικό γεγονός στην ζωή του ήταν η προσπάθεια του να «μαγέψει» μια νεαρή γυναίκα, την Ιούστα, για λογαριασμό ενός ευγενή. Εκείνος ήθελε να την παντρευτεί αλλά εκείνη είχε αφιερωθεί στο Θεό, έτσι ο ευγενής πήγε στον πιο φημισμένο μάγο για να της κάνει μάγια.

Οι βιογράφοι του Αγίου Κυπριανού υποστηρίζουν πως ήταν τέτοια η δύναμη της πίστης της Ιούστας που ακόμη και τα πιο ισχυρά μάγια του δεν έπιαναν πάνω της. Λέγεται δε, πως ο ίδιος ο Σατανάς αποκάλυψε στον Κυπριανό πως δεν μπορεί να γίνει τίποτα.

Εξαιτίας αυτού του γεγονότος, ο Κυπριανός όχι μόνο σταμάτησε να ασκεί τη μαγεία αλλά βαπτίστηκε Χριστιανός. Έφτασε να γίνει μέχρι και Επίσκοπος.

Ο ίδιος χειροτόνησε την Ιούστα, διακόνισσα και της έδωσε το όνομα Ιουστίνη.

Ο Κυπριανός και η Ιουστίνη αφιέρωσαν τη ζωή τους στην διάδοση του Χριστιανισμού, μέχρι τη στιγμή που συνελήφθησαν από τους ειδωλολάτρες.

Το τέλος τους ήταν μαρτυρικό. Με εντολή του αυτοκράτορα Διοκλητιανού, αποκεφαλίστηκαν .

Με το πέρασμα των χρόνων οι πιστοί εξαιτίας της παλαιάς ενασχόλησης του Κυπριανού με την μαγεία τον συνδύασαν με τους εξορκισμούς. Μάλιστα υπάρχει μια ευχή κατά της μαγείας η οποία αποδίδεται στον Άγιο Κυπριανό.

Βίος καὶ Μαρτύριο τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρος Κυπριανοῦ καὶ τῆς ἁγίας παρθενομάρτυρος Ἰουστίνης καὶ ἡ τιμή τους στὸ Μένικο τῆς Κύπρου

Εκτύπωση
Ἀρχιμανδρίτης Φώτιος Ἰωακεὶμ
Ο άγιος Κυπριανός Οἱ ἅγιοι ἔνδοξοι μάρτυρες τοῦ Χριστοῦ Κυπριανὸς καὶ Ἰουστίνη ἔζησαν στὴ μεγαλόπολη Ἀντιόχεια τοῦ Ὀρόντου, τὴν πρωτεύουσατῆς Συρίας καὶ ἄκμασαν κατὰ τὸν 3ο αἰῶνα μ.Χ. [1]   Καὶ ὁ μὲν Κυπριανὸς ἦταν ἀπὸ πλούσια καὶ ἀρχοντικὴ οἰκογένεια καὶ ἄκρως καταρτισμένος στὴ φιλοσοφία, βυθισμένος ὅμως στὴν πλάνη τῆς εἰδωλολατρίας καὶ ἔκδοτος στὴν τέχνη τῆς μαγείας. Ἡ Ἰουστίνη, ὀνομαζόμενη ἀρχικὰ Ἰοῦστα, ἦταν νεαρὴ παρθένος μὲ ἐξαίσιο φυσικὸ κάλλος, κόρη ἑνὸς ἱερέα τῶν εἰδώλων, ὀνομαζομένου Αἰδεσίου.
Ἀκούγοντας κάποια μέρα ἡ Ἰοῦστα τὸ εὐαγγελικό κήρυγμα τοῦ διακόνου Πραϋλίου, φλογεροῦ χριστιανοῦ ἱεραποστόλου, ἐπειδὴ τύγχανε καλῆς προαίρεσης, ἄνοιξαν μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ τὰ μάτια τῆς ψυχῆς της καὶ πίστευσε ὁλόψυχα στὸν Χριστό.Ἡ πίστη καὶ ἡ ἀγάπη της πρὸς τὸν Θεὸ τὴ μεταμόρφωσαν σὲ τέτοιο βαθμό, ὥστε ὁδήγησε στὸν Χριστὸ τὴ μητέρα της, ἡ ὁποία μὲ τὴ σειρά της ἔπεισε τὸν σύζυγό της νὰ πιστεύσει στὸν ἀληθινὸ Θεό· καὶ ἔτσι πῆγαν καὶ οἱ τρεῖς στὸν ἐπίσκοπο Ὅπτατο καὶ ζήτησαν νὰ βαπτισθοῦν. Στὴ συνέχεια, ἡ Ἰοῦστα ἀποφάσισε νὰ ἀφιερώσει πλήρως τὸν ἑαυτό της στὸν Κύριο καὶ νὰ περάσει τὸν ὑπόλοιπό της βίο μὲ παρθενία,  νηστεία καὶ προσευχή.
Ὁ περίφημος μάγος καὶ εἰδωλολάτρης Κυπριανὸς ὁδηγήθηκε κατόπιν στὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ κι αὐτός, μὲ τὸν ἀκόλουθο τρόπο. Ἕνας νεαρὸς εἰδωλολάτρης, ὀνόματι Ἀγλαΐδας, ἐρωτεύθηκε σφοδρὰ τὴν Ἰοῦστα. Ἐπειδὴ ὅμως ὅλες του οἱ ἀπόπειρες νὰ ἑλκύσει στὴν ἀγάπη του τὴ νέα ἀποκρούονταν, ἀπελπισμένος, στράφηκε στὸν Κυπριανό, ζητώντας του ν᾽ ἀνάψει στὴν καρδιὰ τῆς Ἰούστας μὲ τὶς  ἐνέργειες τῆς μαγικῆς του τέχνης τὸν ἔρωτα πρὸς αὐτόν. Ἀφοῦ λοιπὸν μελέτησε τὰ βιβλία του, ὁ Κυπριανὸς ἐπικαλέσθηκε τὰ δαιμόνια, τὶς ὑπηρεσίες τῶν ὁποίων εἶχε ἐξασφαλίσει. Τίποτα ὅμως δὲν στάθηκε δυνατὸ νὰ προκαλέσει ἁμαρτωλὸ πόθο στὴν κόρη. Τόσο ἔνθερμος ἦταν ὁ ἔρωτάς της γιὰ τὸν οὐράνιο Νυμφίο καὶ τόσο πύρινη ἡ προσευχή της πρὸς αὐτόν! Τρεῖς φορὲς ἔστειλε τὰ δαιμόνια στὴν Ἰοῦστα ὁ Κυπριανός, μὰ καὶ τὶς τρεῖς φορὲς ἡττήθηκαν ἀπὸ τὴν παντοδύναμη  χάρη τοῦ Χριστοῦ καὶ τὸ ἀήττητο ὅπλο τοῦ σημείου τοῦ σταυροῦ, μὲ τὸ ὁποῖο σφράγιζε τὸν ἑαυτό της ἡ ἁγία παρθένος. Ἀναγνώρισε τότε ὁ Κυπριανός, ὅτι ἡ πίστη τῶν χριστιανῶν ἦταν πιὸ δυνατὴ ἀπ’ ὅλα τὰ ἔργα τῆς δαιμονικῆς του τέχνης. Πίστεψε κι ἐκεῖνος στὸν Χριστό, πῆγε στὸν ἐπίσκοπο Ἄνθιμο καὶ βαπτίσθηκε, ἐγκατέλειψε τὴ σκοτεινὴ τέχνη του κι ἔκαψε δημοσίως τὰ βιβλία τῆς μαγείας. Στὴ συνέχεια, χειροτονήθηκε βαθμηδὸν διάκονος, πρεσβύτερος καί, τέλος, ἐπίσκοπος, σὲ διαδοχὴ τοῦ ἐπισκόπου Ἀνθίμου, καὶ χειροτόνησε τὴν Ἰοῦστα διακόνισσα τῆς Ἐκκλησίας, δίδοντάς της τὸ ὄνομα Ἰουστίνη. Κατὰ τὸν τελευταῖο μεγάλο διωγμὸ τῶν αὐτοκρατόρων Διοκλητιανοῦ καὶ Μαξιμιανοῦ (285-305), τοὺς συνέλαβαν καὶ τοὺς δύο καὶ τοὺς ὁδήγησαν στὴ Δαμασκό, ὅπου τοὺς ὑπέβαλαν σὲ ποικίλα φρικτὰ βασανιστήρια. Τοὺς μετέφεραν κατόπιν στὴ Νικομήδεια τῆς Βιθυνίας, ὅπου, μὲ διαταγὴ τοῦ αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ ἀποκεφαλίσθηκαν ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη, κοντὰ στὸν παραρρέοντα ποταμὸ Γάλλο. Τὰ τίμιά τους λείψανα, σύμφωνα μὲ τὰ ἀρχαῖα συναξάριά τους, μεταφέρθηκαν στὴν πρωτεύουσα Ρώμη ἀπὸ παρατυχόντες Ρωμαίους ταξιδιῶτες. Ἀργότερα ὅμως, ὅπως ἔγινε καὶ σὲ ἄλλες περιπτώσεις (ὅπως μὲ τὰ λείψανα τοῦ ἁγίου Ἰγνατίου τοῦ Θεοφόρου, ποὺ μεταφέρθηκαν κατόπιν ἀπὸ τὴ Ρώμη στὴν Ἀντιόχεια τῆς Συρίας), φαίνεται ὅτι τὰ ἅγια αὐτὰ λείψανα ἐπαναπατρίζονται Μεγάλη Ἀντιόχεια τῆς Συρίας.
Ἡ ἰδιαίτερη τιμὴ τῶν ἁγίων Κυπριανοῦ καὶ Ἰουστίνης στὴν Κύπρο ἔχει τὶς ἀπαρχές της πιθανώτατα στὸν 13ο αἰῶνα: Τὰ ἱερά τους λείψανα, ποὺ βρίσκονταν τότε στὴν Ἀντιόχεια τῆς Συρίας, ἕνεκα τῆς προέλασης τῶν Μαμελούκων καὶ πρὶν τὴν τελικὴ πτώση τῆς Ἀντιόχειας σ᾽ αὐτούς,  Τα τίμια λείψανα των Αγίων Κυπριανού και Ιουστίνης μεταφέρονται γιὰ ἀσφάλεια στὴν Κύπρο ἀπὸ πρόσφυγες Ἀντιοχεῖς, καὶ κατατίθενται σὲ προϋπάρχοντα βυζαντινὸ ναὸ στὸ χωριὸ Μένικο τῆς Μητροπόλεως Μόρφου, σύμφωνα μὲ τὴ μαρτυρία τοῦ γνωστοῦ τοπικοῦ μεσαιωνικοῦ χρονογράφου Λεοντίου Μαχαιρᾶ (15ος αἰῶνας). Ὁ Μαχαιρᾶς ἀναφέρεται περαιτέρω καὶ στὰ πολλὰ θαύματα, ἰδίως στὶς θεραπεῖες ὀφθαλμικῶν παθήσεων καὶ πυρέξεων (ἐμπύρετης ἑλονοσίας), ποὺ ἐνεργοῦσαν οἱ ἅγιοι, καὶ ὅτι ὁ Φρᾶγκος βασιλιὰς Πέτρος Α´ Λουζινιανὸς (1359-1369), ἐπειδὴ εἶχε θεραπευθεῖ ἀπὸ  τοὺς ἁγίους, πίνοντας ἀπὸ τὸ θαυματουργό τους ἁγίασμα, κρήμνισε τὸν προγενέστερο μικρότερο βυζαντινὸ ναὸ καὶ ἔκτισε μεγάλη ἐκκλησία στὸν ἴδιο χῶρο πρὸς τιμή τους,  ἐπαργυρώνοντας καὶ τὶς κάρες τους. Ἡ σπουδαιότατη αὐτὴ μαρτυρία τοῦ Λεοντίου Μαχαιρᾶ, ὅπως καταγράφεται στὸ περίφημό του Χρονικὸν (ἔκδ. R. M. Dawkins, Recital concerning the Sweet Land of Cyprus entitled ‘Chronicle’, Oxford 1932, Vol. I, § 39, σελ. 38), ἔχει ἐπὶ λέξει ὡς ἑξῆς:
«Ἀκόμη εὑρίσκουνται εἰς τὴν Κύπρον οἱ δύο κεφαλάδες τοῦ ἁγίου Κυπριανοῦ καὶ Ἰουστίνης, οἱ (ὁ)ποῖοι ἐμαρτυρῆσαν εἰς τὴν Ἀντιόχειαν, καὶ εἰς τὴν κάκωσιν τῆς Συρίας ἐφέραν τες εἰς τὴν Κύπρον καὶ ἐβάλαν τες εἰς ἕναν ἐκκλησούδιν εἰς τὸ Μένικον. Καὶ εἰς τὸ πλευρὸν τοῦ Βημάτου (Ἱεροῦ Βήματος) πρὸς τὸν νότον ἔχει λάκκον, ὅπου πολομᾷ (ἐνεργεῖ) μεγάλες ἴασες εἰς γαρισούραν καὶ εἰς τὰς πύρεξες. Καὶ εἰς τὸν καιρὸν τοῦ ρὲ Πιὲρ τοῦ μεγάλου εἶχεν τὴν καρτάναν (ἑλώδης πυρετὸς) καὶ δὲν ἠμπόρεσεν ναὔρῃ ὑγείαν· τινὲς εἶπάν του διὰ τὸν ἅγιον Κυπριανὸν καὶ Ἰουστίναν ὅπου εἶνε εἰς τὸ Μένικον κοντὰ τοῦ Ἀκακίου (κοντὰ στὸ χωριὸ Ἀκάκι)· ὁ (ὁ)ποῖος ἦρτεν καὶ ᾽προποτίστην (ἤπιε ἀπὸ τὸ ἁγίασμα)καὶ παραῦθα (ἀμέσως) ἐγίανεν· εἶνε ἀλήθεια ὅτι τὸ νερὸν εἶνε πολλὰ γλυφὸν καὶ κακόποτον, ἀμμὲ θαυμαστὸν εἰς ἰατρείαν· καὶ ὥρισεν καὶ ἐποῖκαν (κατασκεύασαν) ἐκκλησίανἀποὺ γῆς καὶ ἀργύρωσεν τὰς β´κεφαλάς, καὶ εἰς τὴν κορυφὴν ἀφῆκεν τόπον μὲ πόρτες νὰ προσκυνοῦν τὰ λείψανα.»
Τὰ ἅγια αὐτὰ λείψανα φυλάσσονται μέχρι σήμερα στὸν ὁμώνυμό τους ναὸ αὐτὸ στὸ Μένικο, ποὺ κτίσθηκε τὸ ἔτος 1846, στὴ θέση τοῦ πιὸ πάνω μεσαιωνικοῦ κτίσματος τοῦ βασιλιᾶ Πέτρου Α´ Λουζινιανοῦ. Ἐδῶ συντρέχουν ὁλόχρονα πλήθη πιστῶν, ὄχι μόνο Κυπρίων, μὰ καὶ ἀπὸ ἄλλες χῶρες, ἰδιαίτερα Ρώσων, γιὰ νὰ προσκυνήσουν, καὶ νὰ πάρουν ἀπὸ τὸ  θαυματουργὸ ἁγίασμα τῶν ἁγίων. Καὶ οἱ περιώνυμοι ἅγιοι Κυπριανὸς καὶ Ἰουστίνη, ἀνταποκρινόμενοι ἄμεσα στὸν ἀνθρώπινο πόνο καὶ τὶς θλίψεις αὐτῶν, ποὺ προσέρχονται μὲ πίστη θερμὴ σ᾽ αὐτούς, παρέχουν ἀφθονοπάροχα τὴ χάρη τῶν ἰάσεων καὶ συνεχίζουν νὰ ἐνεργοῦν πλεῖστα ὅσα θαύματα.
Ἡ μνήμη τους τελεῖται στὶς 2 Ὀκτωβρίου, ὁπόταν λαμβάνει χώραν μέγιστη πανήγυρη, μὲ ἀθρόα προσέλευση πιστῶν.

[1] Ἐδῶ, πρέπει νὰ τονίσουμε τὴ σύγχυση, ποὺ προῆλθε σὲ νεώτερους χρόνους, σχετικὰ μὲ τὴν πόλη, ὅπου ἔζησαν οἱ ἅγιοι Κυπριανὸς καὶ Ἰουστίνη. Ἐπειδὴ δηλ. κάποιοι ἐρευνητὲς πρόσεξαν, ὅτι τὸ ὄνομα τοῦ ἐν λόγῳ ἁγίου ἱερομάρτυρος Κυπριανοῦ δὲν ὑπάρχει σὲ γνωστοὺς καταλόγους πατριαρχῶν Ἀντιοχείας τῆς Συρίας, ὑπέθεσαν καὶ κατέγραψαν, ὅτι τάχα ὁ ἅγιος Κυπριανός ὑπῆρξε ἐπίσκοπος τῆς Ἀντιόχειας τῆς Πισιδίας στὴ Μικρὰ Ἀσία, καὶ μετέθεσαν ἐκεῖ τὰ δρώμενα τοῦ βίου του, καὶ ἀκολούθως καὶ τῆς ἁγίας Ἰουστίνης. Ὅμως, τὸ σύνολο τῶν ἀρχαίων Βίωνκαὶ Μαρτυρίωντῶν ἁγίων τούτων εἶναι σύμφωνο καὶ σαφές, ὅτι ἡ Ἀντιόχεια, ποὺ ἀναφέρουν, εἶναι ἡ πρὸς Δάφνην ἢτῆς Συρίας, ἡ γνωστὴ ἀρχαία πρωτεύουσα τῆς Συρίας, ἡ ἐπὶ τοῦ Ὀρόντου ποταμοῦ.  Εἶναι ἐξάλλου γνωστὸ τὸ πόσο ἐλλειπεῖς τυγχάνουν οἱ σχετικοὶ κατάλογοι ἀρχιεπισκόπων καὶ πατριαρχῶν τῶν πόλεων καὶ μητροπόλεων τῆς βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας, μάλιστα κατὰ τοὺς πρώιμους χρόνους. Περαιτέρω, τὴν ἐποχὴ ἀκμῆς τῶν ἁγίων Κυπριανοῦ καὶ Ἰουστίνης, ἡ Ἀντιόχεια τῆς Συρίας ἦταν ἀκόμη ἕδρα ἀρχιεπισκόπου, ὁ δὲ ἅγιος Κυπριανὸς εἶναι πιθανὸν νὰ μὴν ἦταν ἀρχιεπίσκοπος, ἀλλὰ χωρεπίσκοπος στὴν Ἀντιόχεια. Τέλος, οἱ ἁγίες κάρες τους ἦλθαν στὴν Κύπρο (κατὰ τοὺς ὑστεροβυζαντινοὺς χρόνους) ἀπὸ τὴν Μεγάλη Ἀντιόχεια τῆς Συρίας, σύμφωνα μὲ τὴν ἀναφορὰ τοῦ Λεοντίου Μαχαιρᾶ (βλ. κατωτέρω).