Τετάρτη 29 Ιανουαρίου 2014

Άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος

Άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος



Άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος
Τη Κ' (20η) του μηνός Δεκεμβρίου μνήμη, του αγίου ιερομάρτυρος ΙΓΝΑΤΙΟΥ του Θεοφόρου.

ΑΘΛΗΣΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΡΟΣ ΙΓΝΑΤΙΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΦΟΡΟΥ
Όταν  βασίλευε ο Τραϊανός, επίσκοπος στην Αντιόχεια ήταν ο Ιγνάτιος ο Θεοφόρος (αυτός που φέρει μέσα του τον Θεό). Λένε κάποιοι ότι τον Ιγνάτιο τον πήρε στα άγια χέρια του ο Δεσπότης Χριστός, όταν ήταν ακόμη μικρό βρέφος, κατά την ώρα της διδασκαλίας του.  Σε μια στιγμή, ενώ δίδασκε στα Ιεροσόλυμα, είπε στον λαό:
- Όποιος δεν ταπεινώνει τον εαυτό του σαν αυτό το μικρό παιδί, δεν μπορεί να μπει στην βασιλεία των Ουρανών και όποιος υποδεχτεί ένα απ’ αυτά τα παιδιά στο όνομά μου, εμένα δέχεται.
Αυτά λέγοντας ο Δεσπότης Χριστός μίλησε για την μελλοντική προκοπή  και  πρόοδο του παιδιού, φανερώνοντας ξεκάθαρα την αποστολική του διδασκαλία.
Αυτός, λοιπόν, ο θείος Ιγνάτιος, μαζί με τον Πολύκαρπο, έγινε μαθητής του ευαγγελιστή Ιωάννη. Αργότερα, ο Πολύκαρπος, για τον μεγάλο ζήλο και την αγάπη που έδειξε στον Χριστό, έγινε επίσκοπος Σμύρνης. Ό Ιγνάτιος, χειροτονήθηκε ιερέας από τους ιερούς Αποστόλους, ψηφίστηκε επίσκοπος Αντιοχείας. Από τους αποστόλους έμαθε πολλά που έπρεπε να γνωρίζουν οι ιερείς και μαζί τους κόπιασε πολύ, βασανίστηκε να κηρύττει το λόγο της πίστης και κακοπάθησε ο ζηλωτής των αποστόλων, διδάσκοντας τα  έθνη. Και, τέλος, γενόμενος διάκονος των μυστηρίων του Χρίστου, παραδόθηκε στ' άγρια θηρία και μαρτύρησε με πρωτοφανή αγριότητα, όπως θα γράψουμε παρακάτω.
Μετά την νίκη κατά των Ταρτάρων ο Τραϊανός φούσκωσε από υπερηφάνεια. Έτσι, άρχισε χειρότερο πόλεμο κατά των Χριστιανών, για να τους αναγκάσει να προσκυνήσουν τους θεούς του, επειδή νόμισε ότι αυτοί τον βοήθησαν στην νίκη του κατά των Ταρτάρων. Έστειλε λοιπόν, σ’ όλα τα  κάστρα προσταγές ότι όσοι χριστιανοί δεν θελήσουν να θυσιάσουν στα είδωλα να τους βασανίζουν πρώτα σκληρά και κατόπιν να τους θανατώνουν χωρίς έλεος.
Ο Τραϊανός βρισκόταν στην Αντιόχεια και ετοίμαζε πόλεμο κατά των Περσών και μερικοί του μίλησαν για τον Ιγνάτιο τον Θεοφόρο, ο όποιος δίδασκε τους ανθρώπους να προσκυνούν κάποιον νέο Θεό που πέθανε πάνω στον Σταυρό και την τρίτη μέρα αναστήθηκε. Επίσης, να φυλάνε παρθενία και να μισούν κάθε απόλαυση και καλοπέραση της ζωής. Και το χειρότερο απ' όλα να καταφρονούν τους θεούς και τις διαταγές των αρχόντων.
Όταν τ’ άκουσε αυτά ο Τραϊανός, θύμωσε τοσο  πολύ που δεν μπόρεσε να κρύψει την οργή του. Ποιος τάχα ήταν αυτός ο επίσκοπος που αψηφούσε τις διαταγές του; Ποιός ήταν αυτός ο επίσκοπος που όχι μόνο δεν προσκυνούσε τους θεούς του, αλλά παρακινούσε των άλλους ν’  ασεβούν; Θάνατος σ' αυτόν τον επίσκοπο. Αυτοί οι λογισμοί του, έπρεπε να πραγματοποιηθούν αμέσως. Γι’ αυτό πρόσταξε άγρια τους ακολούθους του:

-    Φέρτε τον αμέσως στο θέατρο.
 
Ό Ιγνάτιος, όταν παρουσιάστηκε μπροστά του, δεν  φαντάστηκε ότι θ’ αντιμετώπιζε έναν τόσο σκληρό και απάνθρωπο βασιλιά.
 
-    Συ είσαι ο Θεοφόρος εκείνος Ιγνάτιος -του λέει ο Τραϊανός με άγριο ύφος- που καταφρονείς τα  προστάγματά μας, διαστρέφεις με την διδασκαλία σου τους Αντιοχείς και παρακινείς τους ανθρώπους να σέβονται τον Χριστό και το χειρότερο να καταφρονούν τους θεούς μας, αναιδέστατε.
Νόμισε ο βασιλιάς πώς έχει μπροστά του ένα στρατιώτη και τον διατάζει να εκτελέσει μια διαταγή του. Όμως η απάντηση του θαρραλέου επισκόπου ήρθε σαν κεραυνός στο κεφάλι του.
-    Αλίμονο! πώς ονομάζεις θεούς τα  άψυχα είδωλα; Ένας είναι ο αληθινός Θεός, ο Ιησούς Χριστός, ο μονογενής Υιός του Θεού, ο όποιος δημιούργησε όλο τον κόσμο· αν τον γνώριζες βασιλιά, θα σου στερέωνε το θρόνο της βασιλείας σου και το στέμμα.
Τέτοια κεραυνοβόλα απάντηση δεν την περίμενε ο Τραϊανός. Γι' αυτό απαντάει στον Άγιο:
-    Άφησε τις πολυλογίες και προσκύνησε τους θεούς. Θα σε κάνω αρχιερέα του μεγάλου Δία, θα σε ονομάσω πατέρα της βουλής και θα σε τιμούν όλοι.
Τέτοιες μεγάλες τιμές οι αυτοκράτορες των Ρωμαίων δύσκολα έδιναν σε κάποιον. Όμως ο επίσκοπος Ιγνάτιος φαίνεται πώς ήταν για τον Τραϊανό ο άνθρωπος που θα εξυπηρετούσε τους σκοπούς του· ν’  αλλάξει την πίστη των Χριστιανών και να επιστρέψουν στην ειδωλολατρία.
-    Βασιλιά, του απάντησε ο άγιος, είσαι γενναιόδωρος και σπουδαία είναι τ’ αξιώματα πού μου προσφέρεις. Τι ανάγκη έχω εγώ από τέτοιες τιμές, πού είμαι ιερέας του αληθινού Θεού, στον όποιο θυσιάζω κάθε μέρα θυσία αινέσεως και είμαι έτοιμος να του θυσιάσω των τον εαυτό μου.
Για την αγάπη του μπορώ να θανατωθώ με οποιονδήποτε τρόπο, γιατί Αυτός ο αθάνατος έπαθε θεληματικά για μένα. Επομένως, ακόμη και αν με παραδώσεις στα θηρία η σε ξίφος η με σταυρώσεις η με οδηγήσεις σε οποιοδήποτε πικρότατο θάνατο, ποτέ  δεν θα προσκυνήσω τα  δαιμόνια· ούτε κανένα θάνατο φοβούμαι και ούτε επιθυμώ πράγματα προσωρινά και επίγεια, αλλά ποθώ και επιθυμώ μόνο τα αιώνια. Μάθε, βασιλιά, πώς όλη μου η σκέψη και η καρδιά είναι στον Χριστό και επιθυμώ να πάω κοντά του με πικρό και επώδυνο θάνατο, επειδή και Αυτός πέθανε από αγάπη για μένα.
Στα λόγια αυτά του αγίου οι συγκλητικοί, για να τον περιγελάσουν, όπως νόμιζαν, του απάντησαν.
-    Τί λες; ομολογείς και συ μαζί μας πώς ο Θεός σου πέθανε; Και αν αυτός θανατώθηκε με τέτοιο εξευτελιστικό τρόπο, πώς μπορεί να ωφελήσει τους δούλους του; 
Ο Ιγνάτιος τους απάντησε με θεία φώτιση. 
- Ο Ιησούς Χριστός, ο Θεός μου και Κύριος, πρώτα έγινε άνθρωπος και για την σωτηρία μας υπέμεινε με την θέλησή του τον Σταυρό και τον θάνατο, αλλά την τρίτη μέρα αναστήθηκε, αφού κατέλυσε την δύναμη του διαβόλου και μας έσωσε από την προπατορική αμαρτία. Και αφού ανέβηκε στους ουρανούς -από τους οποίους κατέβηκε ως άνθρωπος από την αειπάρθενο Μαρία- μας συνανύψωσε και μας χάρισε περισσότερα αγαθά. Ενώ οι δικοί σας θεοί, ως κακούργοι και πονηροί, δεν μπορούν να σας δώσουν κανένα καλό, αλλά σας έδωσαν περισσότερα πράγματα επιζήμια και βλαβερά. Δεν είναι θεοί, αλλά καταστροφικοί και αμαρτωλοί άνθρωποι που πέρασαν την ζωή τους αισχρά, άσχημα και ως υπαίτιοι πολλών θανάτων καταδικάστηκαν με αιώνιο θάνατο. Όπως φαίνεται στα βιβλία σας, ο πρώτος και μεγαλύτερος από τους θεούς, κατά την πλάνη σας, πέθανε στην Κρήτη και τον ενταφίασαν σ’ ένα όρος κοντά στο μεγάλο Κάστρο, το όποιο μέχρι σήμερα εξαιτίας αυτού του τάφου το ονομάζουν Όρος του Δία. Οι χωρικοί το λένε βαρβαρικά Γιούκουτα και οι Ιταλοί Monte Iovis, δηλαδή Όρος του Δία. Ο Ασκληπιός, αφού κατακάηκε από αστραπή, ξεψύχησε. Ο τάφος της Αφροδίτης στην Πάφο μέχρι σήμερα φαίνεται. Ό Ηρακλής πυρπολήθηκε από φωτιά και έτσι όλοι οι υπόλοιποι θεοί σας, ως καταστροφείς και κακοί, χάθηκαν κακήν κακώς με διάφορους τρόπους.
 
Καθώς διηγούνταν αυτά ο άγιος, ο βασιλιάς και η σύγκλητος φοβήθηκαν να μη φανερωθεί περισσότερο η πλάνη τους και βεβαιωθεί ο σεβασμός προς τον Χριστό και γι’  αυτό αποφάσισαν να τον φυλακίσουν μέχρι να τον εξετάσουν πάλι. Όμως, όλη την νύχτα ο βασιλιάς σκεπτόταν τίι να κάνει, για να γλιτώσει από την παρουσία του Ιγνατίου, ώστε να μην παρασύρει και άλλους Έλληνες στην δική του πίστη ως λόγιος που ήταν. Η διαβολική του σκέψη επικράτησε. Να τον φάνε τα  θηρία, για να εξαφανίσει κάθε ίχνος του αγίου και να μην έχουν τους χριστιανοί κανένα λείψανο του και φέρουν αναταραχή στην ηρεμία της Αντιόχειας. Την σκέψη του αυτήν την συζήτησε και με την σύγκλητο, η οποία την βρήκε σωστή. 
- Βασιλιά, του είπαν οι συγκλητικοί, η σκέψη σου είναι η καλύτερη. Να τον φάνε τα  θηρία, αλλά να τον στείλουμε στην Ρώμη δεμένο και εκεί να τον ρίξουν στα άγρια θηρία, για δύο λόγους. Ο πρώτος, να μη θανατωθεί στην Αντιόχεια και τον δοξάζουν οι φίλοι του, έχοντας τα  κόκκαλά του σε αγιασμό κατά την τάξη και συνήθειά τους. Ο δεύτερος, με ένα τέτοιο δρόμο μακρινό να κακοπάθει, να ταλαιπωρηθεί και να θανατωθεί ως κακούργος σε ξένη γη, ώστε να μην αξιωθεί να έχει καμιά επιμέλεια και ενθύμηση μετά τον θάνατο του. 
Το σατανικό τους σχέδιο, λοιπόν, μπαίνει σ’ εφαρμογή. Τον βγάζουν από την φυλακή και πριν τον στείλουν στην Ρώμη, ξαναδοκιμάζει ο δαιμονισμένος Τραϊανός ν’  αλλάξει την πίστη του αγίου. Με υποσχέσεις και μεγάλα αξιώματα, με πλουτισμό, με φοβέρες για βασανιστήρια και τιμωρίες σκληρές, προσπαθεί να κερδίσει την μάχη. Όμως, δεν μπόρεσε να κλονίσει καθόλου τον «πύργο» της ομολογίας του και γι’  αυτό, απελπισμένος από την αποτυχία του, διέταξε να τον δέσουν και να τον στείλουν στην Ρώμη, προκειμένου να εκτελεστεί η απόφαση που πήραν για τον θάνατο του. 
Αλυσοδεμένος σφιχτά σαν κακούργος, παραδίνεται σ’ ένα στρατιωτικό τάγμα, για να τον οδηγήσει στην Ρώμη, όπου επρόκειτο να τον ρίξουν στο θέατρο, όταν θα είχαν μεγάλη πανήγυρη και πολύ κόσμο, με σκοπό να τον κατασπαράξουν τ’ άγρια θηρία. 
Έτσι, ενώ ο Τραϊανός εκστρατεύει κατά και Περσών, ο άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος οδηγείται στην Ρώμη. Η χαρά του είναι μεγάλη. Από καιρό ποθούσε τέτοιο θάνατο, για να πάει κοντά στον Σωτήρα Χριστό. Ευχαριστούσε μεγαλόφωνα τον Κύριο. Και κάνοντας προσευχή παρακάλεσε για την Εκκλησία, παραδίδοντας στον Θεό την ποίμνη του με δάκρυα στα μάτια και παρακαλώντας τον να τους σκεπάζει και να τους διαφυλάττει στην ευσέβεια μέχρι τέλους. Έπειτα ακολούθησε τους στρατιώτες με χαρά και αγαλλίαση ψυχής. Τι κι αν έφευγε μακριά από το ποίμνιο του; Η σκέψη του, η καρδιά του, η ευλογία του ήταν παντοτινά σ’ αυτούς. Τους αποχωριζόταν σωματικά, αλλά πνευματικά ήταν κοντά τους. Και καθώς απομακρυνόταν από την Αντιόχεια, τα μάτια της ψυχής του ήταν εκεί. Τους έβλεπε και τους ευλογούσε. Στην Σελεύκεια μπήκε σε πλοίο και περνώντας από την Σμύρνη χαιρέτησε τον Πολύκαρπο και τους άλλους επισκόπους και ιερείς, οι οποίοι συγκεντρώθηκαν απ’ όλη την Εκκλησία της Ασίας, για να τον δουν, και ν’  απολαύσουν την γλυκύτατη διδασκαλία του. Και, αφού τους ασπάστηκε όλους, τους παράγγειλε να εύχονται για χάρη του να μην εμποδιστεί ο δρόμος της άθλησής του, αλλά ν’  αξιωθεί να τον φάνε τα  θηρία, ώστε να συναντήσει γρήγορα τον ποθούμενο Κύριο. Αυτά τους είπε ο πάνσοφος, για να γνωρίσουν τον μεγάλο του πόθο και να μην πικραίνονται για τον θάνατο του, γιατί τους έβλεπε πώς ήταν πολύ λυπημένοι και φοβόταν μην στασιάσουν και τον αρπάξουν από τους στρατιώτες και εμποδίσουν έτσι την ποθούμενη οδοιπορία του. Το ίδιο φοβόταν μην κάνουν και οι ευσεβείς στην Ρώμη. Γι’ αυτό, πρόλαβε και τους έστειλε επιστολή γράφοντας αυτά:
 
- Ιγνάτιος, ο καλούμενος και Θεοφόρος, επίσκοπος στην Αντιόχεια της αγίας Εκκλησίας τού Θεού. Προς την φωτισμένη και ελεημένη από τον Θεό Εκκλησία των Ρωμαίων, την οποία χαιρετώ και ασπάζομαι στο όνομα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, τον οποίο παρακάλεσα να με αξιώσει να δω τ’ αξιοθέατα και σεβάσμια πρόσωπά σας. Αυτή μου την επιθυμία εισάκουσε ο Πανάγαθος Θεός και να, έρχομαι να σας απολαύσω. Παρακαλώ την αγάπη σας να μη μ’  εμποδίσετε από τον ποθούμενο Χριστό, τον όποιο πηγαίνω να συναντήσω. 
Μόνο προσευχηθείτε σ’ Αυτόν να μου δώσει δύναμη, για να είμαι Χριστιανός με τα  έργα και όχι μόνο με τ’ όνομα. Έτσι γράφω και σ’ όλες τις Εκκλησίες ότι θεληματικά και με προθυμία πεθαίνω για τον Κύριο και αφήνω τα  επίγεια και φθαρτά πράγματα, για ν’  απολαύσω τα  άφθαρτα και αιώνια. 
Μη με λυπηθείτε, λοιπόν, αλλ’  αφήστε να με φάνε τα  θηρία, γιατί είμαι σιτάρι του Θεού και πρέπει να μ’  αλέσουν τα  δόντια των θηρίων, για να βρεθώ στον Χριστό άρτος καθαρός και άγιος. Θα παρακαλούσα να κολακεύσετε τα  θηρία να φάνε όλο το σώμα μου, γιατί τότε θα θεωρούμαι αληθινός μαθητής του Χριστού, όταν δεν δει πλέον ο κόσμος το σώμα μου. Τώρα αρχίζω να είμαι μαθητής Χριτού. Ας έρθουν σε μένα αναρίθμητα βάσανα· φωτιά, θηρία, σταυρός και άλλα δαιμονικά βασανιστήρια, αρκεί μόνο να συναντήσω τον γλυκύτατό μου Ιησού Χριστό.
Καλύτερα να πεθάνω γι’  Αυτόν παρά να εξουσιάσω όλα τα  βασίλεια του κόσμου. Γιατί, ποια ωφέλεια παίρνει ο άνθρωπος, αν κερδίσει όλον τον κόσμο και ζημιώσει την ψυχή του ως άθλιος; Συγχωρείστε με, αδελφοί, και μη μ’ εμποδίσετε σάς παρακαλώ από τον θάνατο, αλλ’ αφήστε με ν’  απολαύσω τον ποθούμενο Χριστό μου με τον θάνατο,  καθώς και αυτός σταυρώθηκε για την αγάπη μου. Δεν είναι για μένα φωτιά που αγαπά την ύλη, αλλά περισσότερο νερό ζωής που μου μιλά μέσα μου, λέγοντάς με να πάω προς τον Πατέρα. Δεν επιθυμώ υλικές τροφές που καταστρέφονται ούτε απολαύσεις της τωρινής ζωής αλλά μόνο ουράνιο άρτο, ο όποιος είναι το σώμα του Ιησού Χριστού Υιού του Θεού. Αυτά σας γράφω από την Σμύρνη την εικοστή Σεπτεμβρίου και υγιαίνετε, αγαπητοί, στο όνομα του Χριστού Ιησού του Κυρίου μας. Αμήν. 
Αφού έστειλε την επιστολή, τον πήραν οι στρατιώτες και βάδιζαν από την ξηρά, περνώντας πεζοί από τις Τρωάδα, Νεάπολη, Φιλιππούπολη, Μακεδονία και άλλες περιοχές, όπου σε όλες δίδασκε τον λόγο του Θεού, στηρίζοντας τους επισκόπους και πρεσβυτέρους και νουθετώντας τους νεωτέρους να είναι σταθεροί στην ευσέβεια. Και αφού διέπλευσε το Αδριατικό και Τυρρηνικό πέλαγος, έφτασε στην Ρώμη και παραδόθηκε από τους στρατιώτες στον έπαρχο της πόλης.
Όταν αυτός είδε τα  γράμματα και τις προσταγές του βασιλιά, φυλάκισε αυστηρά τον άγιο.
Όταν είχαν μεγάλη πανήγυρη, συγκεντρώθηκαν όλοι οι κάτοικοι της πόλης, όχι μόνο για την γιορτή αλλά και για να δουν τον Ιγνάτιο. Η φήμη κυκλοφόρησε παντού, ότι έφεραν τον επίσκοπο Αντιοχείας να τον ρίξουν στα θηρία για διασκέδαση του λαού. Γι’ αυτό το λόγο συγκεντρώθηκαν αμέτρητοι από παντού για να δουν. Τότε τον έφεραν οι στρατιώτες και τον παρουσίασαν στο θέατρο. Ο άγιος, όταν είδε τόσο πλήθος λαού, δεν κλονίστηκε στην πίστη του και στον πόθο για τον Χριστό αλλά με γενναίο και σταθερό φρόνημα είπε:
- Άντρες Ρωμαίοι και θεατές του αγώνα μου, να ξέρετε ότι δεν έκανα κανένα έγκλημα ούτε έφταιξα σε τίποτα, για να είμαι άξιος θανάτου. Αλλ’ αυτόν τον θάνατο τον δέχομαι σήμερα θεληματικά και χαρούμενα, για να συναντήσω τον αληθινό Θεό, τον όποιο διψώ και επιθυμώ ν’ απολαύσω. Και επειδή είμαι σιτάρι δικό του, αλέθομαι από τα δόντια των θηρίων, για να του γίνω άρτος καθαρός και άσπιλος.
Αυτά αφού είπε, παρακάλεσε τα  λιοντάρια και τον κατέφαγαν ολόκληρο, όπως ο ίδιος ποθούσε. ΙΙοια ψυχική δύναμη στ’ αλήθεια είχε ο άγιος μπροστά στα θηρία σε μια τέτοια δύσκολη ανθρώπινη ώρα! Ποια ανείπωτη αγάπη και πόσο πόθο έκρυβε στην καρδιά του και στο σώμα του ολόκληρο ο άγιος, για να υποστεί αυτό το φρικιαστικό θέαμα! Γλυκύτατε Ιησού! Όλα για την αγάπη σου, όχι μόνο ο άγιος Αντιοχείας, αλλά και πλήθος χριστιανών καθημερινά μαρτυρούσαν και μαρτυρούν για το όνομά Σου.
Από το άγιο σώμα του Αγίου δεν έμεινε τίποτε παρά μόνο λίγα μεγάλα λείψανα, τα  όποια συμμάζεψαν οι πιστοί, αφού τελείωσε το θέαμα. Τα ενταφίασαν σε ξένο επίσημο τόπο με όλες τις καθιερωμένες τιμές και μ’ ευλάβεια μεγάλη στις είκοσι Δεκεμβρίου. Μετά από καιρό μετακόμισαν τα  οστά του στην Αντιόχεια. Μαρτύρησε επί Τραϊανού πιθανόν το 109 η 110 μ.Χ.
Λέγεται ότι μετά τον αγιασμένο του θάνατο έκλαιγαν οι πιστοί στην Ρώμη για την στέρησή του και θρηνούσαν απαρηγόρητα με μεγάλο πόνο στον τάφο του, αγρυπνούντες και υμνούντες ακατάπαυστα τ’ άγιο όνομά του. Ο άγιος τους φανερώθηκε σε όραμα και, αφού τους ασπάστηκε, τους φίλησε και τους παρηγόρησε λέγοντας να μην θρηνούν, αλλά περισσότερο να χαίρονται, γιατί είναι με τον Κύριο. Έτσι καταπράυνε την λύπη τους.
Κάποιοι άλλοι πιστοί και ευσεβείς τον είδαν σε όραμα ιδρωμένο, όπως ήταν στον αγώνα της άθλησής του, και προσευχόμενο για την σωτηρία της πόλης και όλων των χριστιανών.
Τέτοιο ήταν το τέλος του Θεοφόρου, οι αγώνες και η αγάπη του για τον Χριστό. Αυτό το μαρτυρεί και ο Ειρηναίος, επίσκοπος Λουγδούνων, άνθρωπος πιστός και αξιόλογος, ο όποιος τον εγκωμίαζε πολύ στα συγγράμματά του και τον μνημόνευε. Ακόμη δε και ο πρόεδρος Σμύρνης Πολύκαρπος, ο όποιος τον ακλουθούσε από κοντά στην πορεία του από την Αντιόχεια στην Ρώμη και είδε με τα  μάτια του όσα έπαθε. Ό Πολύκαρπος γράφει σε μια επιστολή του, για να τονώσει την πίστη και την ευσέβεια και Χριστιανών:
- Σάς παρακαλώ, αδελφοί, να έχετε υπακοή και υπομονή, καθώς είδατε και τον μακάριο Ιγνάτιο και πολλούς άλλους και σ’ αυτόν τον απόστολο των εθνών και διδάσκαλο Παύλο και άλλων που πίστεψαν. Όλοι αυτοί δεν έτρεξαν άσκοπα και χαμένα, αλλά κοπίασαν στην πίστη και δικαιοσύνη τού Θεού. Δεν αγάπησαν αυτόν τον ψεύτικο και αμαρτωλό κόσμο αλλά τον Δεσπότη Χριστό, με τον όποιο και συμμαρτύρησαν. Γι' αυτό και απ’ Αυτόν δοξάστηκαν. Έτσι, λοιπόν, ο θείος Ιγνάτιος, επιθυμώντας να γίνουν τα  θηρία ο τάφος του, κατοίκησε περισσότερο στις ψυχές και φιλόθεων αντρών και όλοι τον είχαν σε μεγάλη ευλάβεια.
Αλλά και ο βασιλιάς Τραϊανός, ακούγοντας αργότερα τις αρετές αυτού του αγίου και ότι γενναία υπέμεινε το μαρτύριο και με χαρούμενο πρόσωπο, ευχαριστώντας τον βασιλιά που του έδωσε τέτοια ευκαιρία να γίνει ευχάριστη τροφή και θηρίων, τόσο πολύ ευλαβήθηκε τον Ιγνάτιο αλλά και τους άλλους χριστιανούς, επειδή εγκρατεύονταν από κάθε κακή πράξη, νήστευαν, προσεύχονταν όλη τη νύχτα και έκαναν άλλες αξιέπαινες πράξεις, ώστε μετάνιωσε για τα  περασμένα και εξέδωσε διάταγμα να μην σκοτωθεί πλέον κανένας χριστιανός από τους ηγεμόνες και τους άρχοντες. Έτσι, όχι μόνο στην ζωή του ο Ιγνάτιος ήταν ωφέλιμος στους χριστιανούς, αλλά και μετά το θάνατο του έγινε καύχημα της πίστης μας στον Χριστό, επίδοση ευσέβειας, παράκληση θλιβομένων, καταφρόνηση της πρόσκαιρης ζωής, εγκράτεια των βλαβερών, καθαρότητα ζωής και διόρθωση σφαλμάτων. Με την χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού που δοξάζεται με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, τώρα και πάντα και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

Απολυτίκιον. Ήχος γ'. Θείας πίστεως.

Θείω έρωτι, επτερωμένος, του σε ψανσαντος, χερσίν αχράντοις, Θεοφόρος ανεδείχθης Ιγνάτιε και εν τη Δύσει τελέσας τον δρόμον σου, προς την ανέσπερον λήξιν εσκήνωσας. Πάτερ Όσιε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος. 
 
Μυρίπνοα άνθη του Παραδείσου
Οι ωραιότεροι βίβοι αγίων
ου Αγαπίου του Κρητός Μοναχού
Εκδώσεις "Άθωνας"
Θεσσαλονίκη

Άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος

Άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος





Όταν  βασίλευε ο Τραϊανός, επίσκοπος στην Αντιόχεια ήταν ο Ιγνάτιος ο Θεοφόρος (αυτός που φέρει μέσα του τον Θεό). Λένε κάποιοι ότι τον Ιγνάτιο τον πήρε στα άγια χέρια του ο Δεσπότης Χριστός, όταν ήταν ακόμη μικρό βρέφος, κατά την ώρα της διδασκαλίας του.  Σε μια στιγμή, ενώ δίδασκε στα Ιεροσόλυμα, είπε στον λαό:
- Όποιος δεν ταπεινώνει τον εαυτό του σαν αυτό το μικρό παιδί, δεν μπορεί να μπει στην βασιλεία των Ουρανών και όποιος υποδεχτεί ένα απ’ αυτά τα παιδιά στο όνομά μου, εμένα δέχεται.
Αυτά λέγοντας ο Δεσπότης Χριστός μίλησε για την μελλοντική προκοπή  και  πρόοδο του παιδιού, φανερώνοντας ξεκάθαρα την αποστολική του διδασκαλία.
Αυτός, λοιπόν, ο θείος Ιγνάτιος, μαζί με τον Πολύκαρπο, έγινε μαθητής του ευαγγελιστή Ιωάννη. Αργότερα, ο Πολύκαρπος, για τον μεγάλο ζήλο και την αγάπη που έδειξε στον Χριστό, έγινε επίσκοπος Σμύρνης. Ό Ιγνάτιος, χειροτονήθηκε ιερέας από τους ιερούς Αποστόλους, ψηφίστηκε επίσκοπος Αντιοχείας. Από τους αποστόλους έμαθε πολλά που έπρεπε να γνωρίζουν οι ιερείς και μαζί τους κόπιασε πολύ, βασανίστηκε να κηρύττει το λόγο της πίστης και κακοπάθησε ο ζηλωτής των αποστόλων, διδάσκοντας τα  έθνη. Και, τέλος, γενόμενος διάκονος των μυστηρίων του Χρίστου, παραδόθηκε στ' άγρια θηρία και μαρτύρησε με πρωτοφανή αγριότητα, όπως θα γράψουμε παρακάτω.

Μετά την νίκη κατά των Ταρτάρων ο Τραϊανός φούσκωσε από υπερηφάνεια. Έτσι, άρχισε χειρότερο πόλεμο κατά των Χριστιανών, για να τους αναγκάσει να προσκυνήσουν τους θεούς του, επειδή νόμισε ότι αυτοί τον βοήθησαν στην νίκη του κατά των Ταρτάρων. Έστειλε λοιπόν, σ’ όλα τα  κάστρα προσταγές ότι όσοι χριστιανοί δεν θελήσουν να θυσιάσουν στα είδωλα να τους βασανίζουν πρώτα σκληρά και κατόπιν να τους θανατώνουν χωρίς έλεος.
Ο Τραϊανός βρισκόταν στην Αντιόχεια και ετοίμαζε πόλεμο κατά των Περσών και μερικοί του μίλησαν για τον Ιγνάτιο τον Θεοφόρο, ο όποιος δίδασκε τους ανθρώπους να προσκυνούν κάποιον νέο Θεό που πέθανε πάνω στον Σταυρό και την τρίτη μέρα αναστήθηκε. Επίσης, να φυλάνε παρθενία και να μισούν κάθε απόλαυση και καλοπέραση της ζωής. Και το χειρότερο απ' όλα να καταφρονούν τους θεούς και τις διαταγές των αρχόντων.
Όταν τ’ άκουσε αυτά ο Τραϊανός, θύμωσε τοσο  πολύ που δεν μπόρεσε να κρύψει την οργή του. Ποιος τάχα ήταν αυτός ο επίσκοπος που αψηφούσε τις διαταγές του; Ποιός ήταν αυτός ο επίσκοπος που όχι μόνο δεν προσκυνούσε τους θεούς του, αλλά παρακινούσε των άλλους ν’  ασεβούν; Θάνατος σ' αυτόν τον επίσκοπο. Αυτοί οι λογισμοί του, έπρεπε να πραγματοποιηθούν αμέσως. Γι’ αυτό πρόσταξε άγρια τους ακολούθους του:

-    Φέρτε τον αμέσως στο θέατρο. 
Ό Ιγνάτιος, όταν παρουσιάστηκε μπροστά του, δεν  φαντάστηκε ότι θ’ αντιμετώπιζε έναν τόσο σκληρό και απάνθρωπο βασιλιά.
 
-    Συ είσαι ο Θεοφόρος εκείνος Ιγνάτιος -του λέει ο Τραϊανός με άγριο ύφος- που καταφρονείς τα  προστάγματά μας, διαστρέφεις με την διδασκαλία σου τους Αντιοχείς και παρακινείς τους ανθρώπους να σέβονται τον Χριστό και το χειρότερο να καταφρονούν τους θεούς μας, αναιδέστατε.
Νόμισε ο βασιλιάς πώς έχει μπροστά του ένα στρατιώτη και τον διατάζει να εκτελέσει μια διαταγή του. Όμως η απάντηση του θαρραλέου επισκόπου ήρθε σαν κεραυνός στο κεφάλι του.
-    Αλίμονο! πώς ονομάζεις θεούς τα  άψυχα είδωλα; Ένας είναι ο αληθινός Θεός, ο Ιησούς Χριστός, ο μονογενής Υιός του Θεού, ο όποιος δημιούργησε όλο τον κόσμο· αν τον γνώριζες βασιλιά, θα σου στερέωνε το θρόνο της βασιλείας σου και το στέμμα.
Τέτοια κεραυνοβόλα απάντηση δεν την περίμενε ο Τραϊανός. Γι' αυτό απαντάει στον Άγιο:
-    Άφησε τις πολυλογίες και προσκύνησε τους θεούς. Θα σε κάνω αρχιερέα του μεγάλου Δία, θα σε ονομάσω πατέρα της βουλής και θα σε τιμούν όλοι.
Τέτοιες μεγάλες τιμές οι αυτοκράτορες των Ρωμαίων δύσκολα έδιναν σε κάποιον. Όμως ο επίσκοπος Ιγνάτιος φαίνεται πώς ήταν για τον Τραϊανό ο άνθρωπος που θα εξυπηρετούσε τους σκοπούς του· ν’  αλλάξει την πίστη των Χριστιανών και να επιστρέψουν στην ειδωλολατρία.
-    Βασιλιά, του απάντησε ο άγιος, είσαι γενναιόδωρος και σπουδαία είναι τ’ αξιώματα πού μου προσφέρεις. Τι ανάγκη έχω εγώ από τέτοιες τιμές, πού είμαι ιερέας του αληθινού Θεού, στον όποιο θυσιάζω κάθε μέρα θυσία αινέσεως και είμαι έτοιμος να του θυσιάσω των τον εαυτό μου.
Για την αγάπη του μπορώ να θανατωθώ με οποιονδήποτε τρόπο, γιατί Αυτός ο αθάνατος έπαθε θεληματικά για μένα. Επομένως, ακόμη και αν με παραδώσεις στα θηρία η σε ξίφος η με σταυρώσεις η με οδηγήσεις σε οποιοδήποτε πικρότατο θάνατο, ποτέ  δεν θα προσκυνήσω τα  δαιμόνια· ούτε κανένα θάνατο φοβούμαι και ούτε επιθυμώ πράγματα προσωρινά και επίγεια, αλλά ποθώ και επιθυμώ μόνο τα αιώνια. Μάθε, βασιλιά, πώς όλη μου η σκέψη και η καρδιά είναι στον Χριστό και επιθυμώ να πάω κοντά του με πικρό και επώδυνο θάνατο, επειδή και Αυτός πέθανε από αγάπη για μένα.
Στα λόγια αυτά του αγίου οι συγκλητικοί, για να τον περιγελάσουν, όπως νόμιζαν, του απάντησαν.
-    Τί λες; ομολογείς και συ μαζί μας πώς ο Θεός σου πέθανε; Και αν αυτός θανατώθηκε με τέτοιο εξευτελιστικό τρόπο, πώς μπορεί να ωφελήσει τους δούλους του; 
Ο Ιγνάτιος τους απάντησε με θεία φώτιση. 
- Ο Ιησούς Χριστός, ο Θεός μου και Κύριος, πρώτα έγινε άνθρωπος και για την σωτηρία μας υπέμεινε με την θέλησή του τον Σταυρό και τον θάνατο, αλλά την τρίτη μέρα αναστήθηκε, αφού κατέλυσε την δύναμη του διαβόλου και μας έσωσε από την προπατορική αμαρτία. Και αφού ανέβηκε στους ουρανούς -από τους οποίους κατέβηκε ως άνθρωπος από την αειπάρθενο Μαρία- μας συνανύψωσε και μας χάρισε περισσότερα αγαθά. Ενώ οι δικοί σας θεοί, ως κακούργοι και πονηροί, δεν μπορούν να σας δώσουν κανένα καλό, αλλά σας έδωσαν περισσότερα πράγματα επιζήμια και βλαβερά. Δεν είναι θεοί, αλλά καταστροφικοί και αμαρτωλοί άνθρωποι που πέρασαν την ζωή τους αισχρά, άσχημα και ως υπαίτιοι πολλών θανάτων καταδικάστηκαν με αιώνιο θάνατο. Όπως φαίνεται στα βιβλία σας, ο πρώτος και μεγαλύτερος από τους θεούς, κατά την πλάνη σας, πέθανε στην Κρήτη και τον ενταφίασαν σ’ ένα όρος κοντά στο μεγάλο Κάστρο, το όποιο μέχρι σήμερα εξαιτίας αυτού του τάφου το ονομάζουν Όρος του Δία. Οι χωρικοί το λένε βαρβαρικά Γιούκουτα και οι Ιταλοί Monte Iovis, δηλαδή Όρος του Δία. Ο Ασκληπιός, αφού κατακάηκε από αστραπή, ξεψύχησε. Ο τάφος της Αφροδίτης στην Πάφο μέχρι σήμερα φαίνεται. Ό Ηρακλής πυρπολήθηκε από φωτιά και έτσι όλοι οι υπόλοιποι θεοί σας, ως καταστροφείς και κακοί, χάθηκαν κακήν κακώς με διάφορους τρόπους.
 
Καθώς διηγούνταν αυτά ο άγιος, ο βασιλιάς και η σύγκλητος φοβήθηκαν να μη φανερωθεί περισσότερο η πλάνη τους και βεβαιωθεί ο σεβασμός προς τον Χριστό και γι’  αυτό αποφάσισαν να τον φυλακίσουν μέχρι να τον εξετάσουν πάλι. Όμως, όλη την νύχτα ο βασιλιάς σκεπτόταν τίι να κάνει, για να γλιτώσει από την παρουσία του Ιγνατίου, ώστε να μην παρασύρει και άλλους Έλληνες στην δική του πίστη ως λόγιος που ήταν. Η διαβολική του σκέψη επικράτησε. Να τον φάνε τα  θηρία, για να εξαφανίσει κάθε ίχνος του αγίου και να μην έχουν τους χριστιανοί κανένα λείψανο του και φέρουν αναταραχή στην ηρεμία της Αντιόχειας. Την σκέψη του αυτήν την συζήτησε και με την σύγκλητο, η οποία την βρήκε σωστή. 
- Βασιλιά, του είπαν οι συγκλητικοί, η σκέψη σου είναι η καλύτερη. Να τον φάνε τα  θηρία, αλλά να τον στείλουμε στην Ρώμη δεμένο και εκεί να τον ρίξουν στα άγρια θηρία, για δύο λόγους. Ο πρώτος, να μη θανατωθεί στην Αντιόχεια και τον δοξάζουν οι φίλοι του, έχοντας τα  κόκκαλά του σε αγιασμό κατά την τάξη και συνήθειά τους. Ο δεύτερος, με ένα τέτοιο δρόμο μακρινό να κακοπάθει, να ταλαιπωρηθεί και να θανατωθεί ως κακούργος σε ξένη γη, ώστε να μην αξιωθεί να έχει καμιά επιμέλεια και ενθύμηση μετά τον θάνατο του. 
Το σατανικό τους σχέδιο, λοιπόν, μπαίνει σ’ εφαρμογή. Τον βγάζουν από την φυλακή και πριν τον στείλουν στην Ρώμη, ξαναδοκιμάζει ο δαιμονισμένος Τραϊανός ν’  αλλάξει την πίστη του αγίου. Με υποσχέσεις και μεγάλα αξιώματα, με πλουτισμό, με φοβέρες για βασανιστήρια και τιμωρίες σκληρές, προσπαθεί να κερδίσει την μάχη. Όμως, δεν μπόρεσε να κλονίσει καθόλου τον «πύργο» της ομολογίας του και γι’  αυτό, απελπισμένος από την αποτυχία του, διέταξε να τον δέσουν και να τον στείλουν στην Ρώμη, προκειμένου να εκτελεστεί η απόφαση που πήραν για τον θάνατο του. 
Αλυσοδεμένος σφιχτά σαν κακούργος, παραδίνεται σ’ ένα στρατιωτικό τάγμα, για να τον οδηγήσει στην Ρώμη, όπου επρόκειτο να τον ρίξουν στο θέατρο, όταν θα είχαν μεγάλη πανήγυρη και πολύ κόσμο, με σκοπό να τον κατασπαράξουν τ’ άγρια θηρία. 
Έτσι, ενώ ο Τραϊανός εκστρατεύει κατά και Περσών, ο άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος οδηγείται στην Ρώμη. Η χαρά του είναι μεγάλη. Από καιρό ποθούσε τέτοιο θάνατο, για να πάει κοντά στον Σωτήρα Χριστό. Ευχαριστούσε μεγαλόφωνα τον Κύριο. Και κάνοντας προσευχή παρακάλεσε για την Εκκλησία, παραδίδοντας στον Θεό την ποίμνη του με δάκρυα στα μάτια και παρακαλώντας τον να τους σκεπάζει και να τους διαφυλάττει στην ευσέβεια μέχρι τέλους. Έπειτα ακολούθησε τους στρατιώτες με χαρά και αγαλλίαση ψυχής. Τι κι αν έφευγε μακριά από το ποίμνιο του; Η σκέψη του, η καρδιά του, η ευλογία του ήταν παντοτινά σ’ αυτούς. Τους αποχωριζόταν σωματικά, αλλά πνευματικά ήταν κοντά τους. Και καθώς απομακρυνόταν από την Αντιόχεια, τα μάτια της ψυχής του ήταν εκεί. Τους έβλεπε και τους ευλογούσε. Στην Σελεύκεια μπήκε σε πλοίο και περνώντας από την Σμύρνη χαιρέτησε τον Πολύκαρπο και τους άλλους επισκόπους και ιερείς, οι οποίοι συγκεντρώθηκαν απ’ όλη την Εκκλησία της Ασίας, για να τον δουν, και ν’  απολαύσουν την γλυκύτατη διδασκαλία του. Και, αφού τους ασπάστηκε όλους, τους παράγγειλε να εύχονται για χάρη του να μην εμποδιστεί ο δρόμος της άθλησής του, αλλά ν’  αξιωθεί να τον φάνε τα  θηρία, ώστε να συναντήσει γρήγορα τον ποθούμενο Κύριο. Αυτά τους είπε ο πάνσοφος, για να γνωρίσουν τον μεγάλο του πόθο και να μην πικραίνονται για τον θάνατο του, γιατί τους έβλεπε πώς ήταν πολύ λυπημένοι και φοβόταν μην στασιάσουν και τον αρπάξουν από τους στρατιώτες και εμποδίσουν έτσι την ποθούμενη οδοιπορία του. Το ίδιο φοβόταν μην κάνουν και οι ευσεβείς στην Ρώμη. Γι’ αυτό, πρόλαβε και τους έστειλε επιστολή γράφοντας αυτά:
 
- Ιγνάτιος, ο καλούμενος και Θεοφόρος, επίσκοπος στην Αντιόχεια της αγίας Εκκλησίας τού Θεού. Προς την φωτισμένη και ελεημένη από τον Θεό Εκκλησία των Ρωμαίων, την οποία χαιρετώ και ασπάζομαι στο όνομα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, τον οποίο παρακάλεσα να με αξιώσει να δω τ’ αξιοθέατα και σεβάσμια πρόσωπά σας. Αυτή μου την επιθυμία εισάκουσε ο Πανάγαθος Θεός και να, έρχομαι να σας απολαύσω. Παρακαλώ την αγάπη σας να μη μ’  εμποδίσετε από τον ποθούμενο Χριστό, τον όποιο πηγαίνω να συναντήσω. 
Μόνο προσευχηθείτε σ’ Αυτόν να μου δώσει δύναμη, για να είμαι Χριστιανός με τα  έργα και όχι μόνο με τ’ όνομα. Έτσι γράφω και σ’ όλες τις Εκκλησίες ότι θεληματικά και με προθυμία πεθαίνω για τον Κύριο και αφήνω τα  επίγεια και φθαρτά πράγματα, για ν’  απολαύσω τα  άφθαρτα και αιώνια. 
Μη με λυπηθείτε, λοιπόν, αλλ’  αφήστε να με φάνε τα  θηρία, γιατί είμαι σιτάρι του Θεού και πρέπει να μ’  αλέσουν τα  δόντια των θηρίων, για να βρεθώ στον Χριστό άρτος καθαρός και άγιος. Θα παρακαλούσα να κολακεύσετε τα  θηρία να φάνε όλο το σώμα μου, γιατί τότε θα θεωρούμαι αληθινός μαθητής του Χριστού, όταν δεν δει πλέον ο κόσμος το σώμα μου. Τώρα αρχίζω να είμαι μαθητής Χριτού. Ας έρθουν σε μένα αναρίθμητα βάσανα· φωτιά, θηρία, σταυρός και άλλα δαιμονικά βασανιστήρια, αρκεί μόνο να συναντήσω τον γλυκύτατό μου Ιησού Χριστό.
Καλύτερα να πεθάνω γι’  Αυτόν παρά να εξουσιάσω όλα τα  βασίλεια του κόσμου. Γιατί, ποια ωφέλεια παίρνει ο άνθρωπος, αν κερδίσει όλον τον κόσμο και ζημιώσει την ψυχή του ως άθλιος; Συγχωρείστε με, αδελφοί, και μη μ’ εμποδίσετε σάς παρακαλώ από τον θάνατο, αλλ’ αφήστε με ν’  απολαύσω τον ποθούμενο Χριστό μου με τον θάνατο,  καθώς και αυτός σταυρώθηκε για την αγάπη μου. Δεν είναι για μένα φωτιά που αγαπά την ύλη, αλλά περισσότερο νερό ζωής που μου μιλά μέσα μου, λέγοντάς με να πάω προς τον Πατέρα. Δεν επιθυμώ υλικές τροφές που καταστρέφονται ούτε απολαύσεις της τωρινής ζωής αλλά μόνο ουράνιο άρτο, ο όποιος είναι το σώμα του Ιησού Χριστού Υιού του Θεού. Αυτά σας γράφω από την Σμύρνη την εικοστή Σεπτεμβρίου και υγιαίνετε, αγαπητοί, στο όνομα του Χριστού Ιησού του Κυρίου μας. Αμήν. 
Αφού έστειλε την επιστολή, τον πήραν οι στρατιώτες και βάδιζαν από την ξηρά, περνώντας πεζοί από τις Τρωάδα, Νεάπολη, Φιλιππούπολη, Μακεδονία και άλλες περιοχές, όπου σε όλες δίδασκε τον λόγο του Θεού, στηρίζοντας τους επισκόπους και πρεσβυτέρους και νουθετώντας τους νεωτέρους να είναι σταθεροί στην ευσέβεια. Και αφού διέπλευσε το Αδριατικό και Τυρρηνικό πέλαγος, έφτασε στην Ρώμη και παραδόθηκε από τους στρατιώτες στον έπαρχο της πόλης.
Όταν αυτός είδε τα  γράμματα και τις προσταγές του βασιλιά, φυλάκισε αυστηρά τον άγιο.
Όταν είχαν μεγάλη πανήγυρη, συγκεντρώθηκαν όλοι οι κάτοικοι της πόλης, όχι μόνο για την γιορτή αλλά και για να δουν τον Ιγνάτιο. Η φήμη κυκλοφόρησε παντού, ότι έφεραν τον επίσκοπο Αντιοχείας να τον ρίξουν στα θηρία για διασκέδαση του λαού. Γι’ αυτό το λόγο συγκεντρώθηκαν αμέτρητοι από παντού για να δουν. Τότε τον έφεραν οι στρατιώτες και τον παρουσίασαν στο θέατρο. Ο άγιος, όταν είδε τόσο πλήθος λαού, δεν κλονίστηκε στην πίστη του και στον πόθο για τον Χριστό αλλά με γενναίο και σταθερό φρόνημα είπε:
- Άντρες Ρωμαίοι και θεατές του αγώνα μου, να ξέρετε ότι δεν έκανα κανένα έγκλημα ούτε έφταιξα σε τίποτα, για να είμαι άξιος θανάτου. Αλλ’ αυτόν τον θάνατο τον δέχομαι σήμερα θεληματικά και χαρούμενα, για να συναντήσω τον αληθινό Θεό, τον όποιο διψώ και επιθυμώ ν’ απολαύσω. Και επειδή είμαι σιτάρι δικό του, αλέθομαι από τα δόντια των θηρίων, για να του γίνω άρτος καθαρός και άσπιλος.
Αυτά αφού είπε, παρακάλεσε τα  λιοντάρια και τον κατέφαγαν ολόκληρο, όπως ο ίδιος ποθούσε. ΙΙοια ψυχική δύναμη στ’ αλήθεια είχε ο άγιος μπροστά στα θηρία σε μια τέτοια δύσκολη ανθρώπινη ώρα! Ποια ανείπωτη αγάπη και πόσο πόθο έκρυβε στην καρδιά του και στο σώμα του ολόκληρο ο άγιος, για να υποστεί αυτό το φρικιαστικό θέαμα! Γλυκύτατε Ιησού! Όλα για την αγάπη σου, όχι μόνο ο άγιος Αντιοχείας, αλλά και πλήθος χριστιανών καθημερινά μαρτυρούσαν και μαρτυρούν για το όνομά Σου.
Από το άγιο σώμα του Αγίου δεν έμεινε τίποτε παρά μόνο λίγα μεγάλα λείψανα, τα  όποια συμμάζεψαν οι πιστοί, αφού τελείωσε το θέαμα. Τα ενταφίασαν σε ξένο επίσημο τόπο με όλες τις καθιερωμένες τιμές και μ’ ευλάβεια μεγάλη στις είκοσι Δεκεμβρίου. Μετά από καιρό μετακόμισαν τα  οστά του στην Αντιόχεια. Μαρτύρησε επί Τραϊανού πιθανόν το 109 η 110 μ.Χ.
Λέγεται ότι μετά τον αγιασμένο του θάνατο έκλαιγαν οι πιστοί στην Ρώμη για την στέρησή του και θρηνούσαν απαρηγόρητα με μεγάλο πόνο στον τάφο του, αγρυπνούντες και υμνούντες ακατάπαυστα τ’ άγιο όνομά του. Ο άγιος τους φανερώθηκε σε όραμα και, αφού τους ασπάστηκε, τους φίλησε και τους παρηγόρησε λέγοντας να μην θρηνούν, αλλά περισσότερο να χαίρονται, γιατί είναι με τον Κύριο. Έτσι καταπράυνε την λύπη τους.
Κάποιοι άλλοι πιστοί και ευσεβείς τον είδαν σε όραμα ιδρωμένο, όπως ήταν στον αγώνα της άθλησής του, και προσευχόμενο για την σωτηρία της πόλης και όλων των χριστιανών.
Τέτοιο ήταν το τέλος του Θεοφόρου, οι αγώνες και η αγάπη του για τον Χριστό. Αυτό το μαρτυρεί και ο Ειρηναίος, επίσκοπος Λουγδούνων, άνθρωπος πιστός και αξιόλογος, ο όποιος τον εγκωμίαζε πολύ στα συγγράμματά του και τον μνημόνευε. Ακόμη δε και ο πρόεδρος Σμύρνης Πολύκαρπος, ο όποιος τον ακλουθούσε από κοντά στην πορεία του από την Αντιόχεια στην Ρώμη και είδε με τα  μάτια του όσα έπαθε. Ό Πολύκαρπος γράφει σε μια επιστολή του, για να τονώσει την πίστη και την ευσέβεια και Χριστιανών:
- Σάς παρακαλώ, αδελφοί, να έχετε υπακοή και υπομονή, καθώς είδατε και τον μακάριο Ιγνάτιο και πολλούς άλλους και σ’ αυτόν τον απόστολο των εθνών και διδάσκαλο Παύλο και άλλων που πίστεψαν. Όλοι αυτοί δεν έτρεξαν άσκοπα και χαμένα, αλλά κοπίασαν στην πίστη και δικαιοσύνη τού Θεού. Δεν αγάπησαν αυτόν τον ψεύτικο και αμαρτωλό κόσμο αλλά τον Δεσπότη Χριστό, με τον όποιο και συμμαρτύρησαν. Γι' αυτό και απ’ Αυτόν δοξάστηκαν. Έτσι, λοιπόν, ο θείος Ιγνάτιος, επιθυμώντας να γίνουν τα  θηρία ο τάφος του, κατοίκησε περισσότερο στις ψυχές και φιλόθεων αντρών και όλοι τον είχαν σε μεγάλη ευλάβεια.
Αλλά και ο βασιλιάς Τραϊανός, ακούγοντας αργότερα τις αρετές αυτού του αγίου και ότι γενναία υπέμεινε το μαρτύριο και με χαρούμενο πρόσωπο, ευχαριστώντας τον βασιλιά που του έδωσε τέτοια ευκαιρία να γίνει ευχάριστη τροφή και θηρίων, τόσο πολύ ευλαβήθηκε τον Ιγνάτιο αλλά και τους άλλους χριστιανούς, επειδή εγκρατεύονταν από κάθε κακή πράξη, νήστευαν, προσεύχονταν όλη τη νύχτα και έκαναν άλλες αξιέπαινες πράξεις, ώστε μετάνιωσε για τα  περασμένα και εξέδωσε διάταγμα να μην σκοτωθεί πλέον κανένας χριστιανός από τους ηγεμόνες και τους άρχοντες. Έτσι, όχι μόνο στην ζωή του ο Ιγνάτιος ήταν ωφέλιμος στους χριστιανούς, αλλά και μετά το θάνατο του έγινε καύχημα της πίστης μας στον Χριστό, επίδοση ευσέβειας, παράκληση θλιβομένων, καταφρόνηση της πρόσκαιρης ζωής, εγκράτεια των βλαβερών, καθαρότητα ζωής και διόρθωση σφαλμάτων. Με την χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού που δοξάζεται με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, τώρα και πάντα και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
Απολυτίκιον. Ήχος γ'. Θείας πίστεως.
 
Θείω έρωτι, επτερωμένος, του σε ψανσαντος, χερσίν αχράντοις, Θεοφόρος ανεδείχθης Ιγνάτιε και εν τη Δύσει τελέσας τον δρόμον σου, προς την ανέσπερον λήξιν εσκήνωσας. Πάτερ Όσιε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος.

Τρίτη 28 Ιανουαρίου 2014

Ο Άγιος Σέργιος του Ραντονέζ ο Θαυματουργός (με πλούσιο φωτογραφικό υλικό)

Ο Άγιος Σέργιος του Ραντονέζ ο Θαυματουργός (με πλούσιο φωτογραφικό υλικό)


       

Ο όσιος Σέργιος ήταν ο δεύτερος από τους τρεις υιούς ευσεβών βογιάρων, του Κυρίλλου και της Μαρίας, οι οποίοι διεκρίνοντο γιά τον πλούτο και την ισχύ τους στην ηγεμονία του Ροστώφ.
Λίγες ημέρες πριν από την γέννησι του αγίου, ο Θεός με σημείο προεμήνυσε την μελλοντική δόξα του δούλου Του. Μία Κυριακή φώναξε δυνατά τρεις φορές κατά την διάρκεια της θείας Λειτουργίας μέσα από την κοιλιά της μητέρας του. Γεννήθηκε το 1314 και οι γονείς του στό βάπτισμα τον ονόμασαν Βαρθολομαίο. Το σκεύος αυτό της Αγίας Τριάδος τις Τετάρτες, τις Παρασκευές και όταν η μητέρα του κρεοφαγούσε, δεν θήλαζε το μητρικό γάλα.
Σε ηλικία επτά ετών, ο Βαρθολομαίος εστάλη από τους γονείς του να μάθη γράμματα. Παρ’ όλη όμως την επιμέλειά του, δεν προόδευε και με πολλά δάκρυα ζητούσε την θεία βοήθεια. Του συνέβη τότε κάτι παρόμοιο με τον Σαούλ (βλ. Α΄ Βασ. κεφ. 9). Μία ημέρα ο πατέρας του τον έστειλε να βρή τα χαμένα τους άλογα και ο Βαρθολομαίος συνάντησε έναν ιερομόναχο, που προσευχόταν κάτω από μία βελανιδιά. Με απλότητα τού είπε την δυσκολία του και ο γέροντας τον ευλόγησε και τού έδωσε να φάη ένα κομμάτι πρόσφορο ως σημείον της χάριτος του Θεού για την κατανόησι των γραμμάτων. Του προφήτευσε δε ότι θα γίνη κατοικητήριο της Αγίας Τριάδος και θα οδηγήση πολλούς στην κατανόησι του θείου θελήματος.
Η εμφάνιση του άγγελου στον μικρό Βαρθολομαίο.
Μετά το περιστατικό αυτό, άνοιξαν οι οφθαλμοί του νου του και ο Βαρθολομαίος με ζήλο παρακολουθούσε τις εκκλησιαστικές ακοουθίες και μελετούσε την Αγία Γραφή. Νωρίς άρχισε και αυστηρή νηστεία. Την Τετάρτη και την Παρασκευή έμενε τελείως άσιτος, ενώ τις άλλες ημέρες του αρκούσε ξερό ψωμί και νερό.
Τον καιρό εκείνο, λόγω της καταλήψεως του Ροστώφ από τον μεγάλο ηγεμόνα της Μόσχας Ιωάννη Καλιτά, ο πατέρας του επτώχευσε και γύρω στο 1330 αναγκάσθηκε να μετοικήση με την οικογένειά του στο Ραντονέζ. Ο Βαρθολομαίος παρέμεινε κοντά στους ηλικιωμένους γονείς του, έως ότου έγιναν μοναχοί και αναπαύθηκαν στην μονή της Θεοτόκου, στο Χότκωφ.
Οι άγιοι Κύριλλος και Μαρία, γονείς του αγίου Σεργίου.
Αποδεσμευμένος τότε από κάθε φροντίδα, σαν διψασμένο ελάφι αναζητούσε — με την βοήθεια του αδελφού του Στεφάνου, ο οποίος μετά τον αιφνίδιο θάνατο της γυναίκας του είχε γίνει μοναχός — τόπον κατάλληλο για ησυχαστική ζωή. Μετά από πολλές έρευνες βρήκε κάποιο ξέφωτο στην καρδιά παρθένου δάσους, δέκα χιλιόμετρα μακριά από το Ραντονέζ. Με κορμούς δένδρων έφτιαξαν μια καλύβα και μια μικρή Εκκλησία, την οποίαν αφιέρωσαν στήν Αγία Τριάδα. Ο Στέφανος όμως δεν άντεχε στις στερήσεις της ερήμου και σύντομα ανεχώρησε για την μονή των Θεοφανείων (Μπογκογιαβλένσκυ), στην Μόσχα.
Μένοντας ολομόναχος ο Βαρθολομαίος δεν αποθαρρύνθηκε. Το 1337, σε ηλικία είκοσι τριών ετών, έλαβε από τον ηγούμενο Μητροφάνη το μοναχικό σχήμα και ονομάσθηκε Σέργιος. Την περίοδο αυτήμόνον ο Θεός γνωρίζει τους αγώνες και τις δοκιμασίες του από τις επιθέσεις των δαιμόνων μέσα στην άγρια μοναξιά του δάσους, που την διέσχιζαν τα ουρλιαχτά των λύκων και των αρκούδων. Τα θηρία πολλές φορές έφθαναν ως την καλύβα του. Ο Σέργιος γρήγορα συμφιλιώθηκε με μια αρκούδα, που τον επισκεπτόταν καθημερινά, για να βρη λίγη τροφή. Μαζί της μοιραζόταν το λιγοστό ψωμί του, τοποθετώντας το μερίδιό της επάνω σε ένα κούτσουρο. Αν το ψωμί ήταν ελάχιστο, το έδινε σε εκείνην, για να μην την απογοητεύση, και αυτός έμενε νηστικός.
Ύστερα από δύο περίπου χρόνια τελείας μονώσεως, σιγά-σιγά συναθροίσθηκαν κοντά του δώδεκα αδελφοί. Ο καθένας έκτιζε το κελλί του και φρόντιζε μόνος για την εξεύρεσι των αναγκαίων. Καθημερινά τελούσαν από κοινού στην εκκλησία όλες τις ακολουθίες. Για την θεία λειτουργία καλούσαν Ιερέα από το κοντινό χωριό. Παρά την υποτυπώδη κοινή διαβίωσι, ο όσιος με πολλή ταπείνωσι διακονούσε την μικρή αδελφότητα. Εκοβε ξύλα από το δάσος, άλεθε το σιτάρι, ζύμωνε και φούρνιζε τα ψωμιά, μαγείρευε, μετέφερε νερό και το άφηνε μπροστά σε κάθε κελλί, έρραβε ρούχα, επιδιόρθωνε υποδήματα. Με την έμπρακτη αυτή αγάπη προς τους αδελφούς, τους έδιδε στα ανθρώπινα μέτρα μία εικόνα της τελείας κοινωνίας των τριών προσώπων της Αγίας Τριάδος, ώστε προσβλέποντας προς αυτήν οι μοναχοί του να αντικατοπτρίζουν στην ζωή τους την αμοιβαία θεϊκή αγάπη και ενότητα εν ελευθερία.
Σύντομα, ήλθε να ζήση μαζί τους και ο ηγούμενος Μητροφάνης, που είχε κείρει τον Σέργιο μοναχό. Όταν μετά από ένα χρόνο αναπαύθηκε, οι αδελφοί με επιμονή ζητούσαν από τον Σέργιο να γίνη αυτός ηγούμενός τους. Ο όσιος από ταπείνωσι αρνήθηκε. Μετά όμως από παρακλήσεις και απειλές φοβήθηκε την κρίσι του Θεού και υπέκυψε.
Το 1354 χειροτονήθηκε ιερεύς και ενθρονίσθηκε ηγούμενος από τον επίσκοπο Βολυνίας Αθανάσιο. Τελούσε καθημερινά την θεία λειτουργία και σε κάθε ακολουθία πήγαινε πρώτος στην εκκλησία. Τα πρόσφορα, τα κεριά και τα κόλλυβα τα ετοίμαζε πάντα μόνος του. Υπό την καθοδήγησί του οι αδελφοί την ημέρα ενάλλασσαν τον χρόνο τους μεταξύ της προσευχής και της χειρωνακτικής εργασίας. Την νύκτα οι ώρες ήσαν αφιερωμένες αποκλειστικά στον Θεό. Μετά το απόδειπνο απαγόρευε αυστηρά τις συζητήσεις μεταξύ των αδελφών και τις επισκέψεις στα κελλιά.
Στην αρχή εστερούντο και τα πιο απαραίτητα. Για φωτισμό στις ακολουθίες χρησιμοποιούσαν δαδιά από σημύδα. Σε φλοιούς σημύδας επίσης ήσαν γραμμένα και τα λειτουργικά τους βιβλία. Για να χαλκεύση την εμπιστοσύνη των μοναχών του στην θεία Πρόνοια, τους απαγόρευε αυστηρά να ζητούν ελεημοσύνες για τις ανάγκες τους.
Κάποτε, που υπέφεραν από μεγάλη έλλειψι τροφής, ο ίδιος ο όσιος, αφού έμεινε τελείως νηστικός τρεις ημέρες, την τετάρτη εργάσθηκε από το πρωΐ ανοίγοντας δρόμο μπροστά στο κελλί του γέροντος Δανιήλ. Ως αμοιβή τού εζήτησε λίγα κομμάτια μουχλιασμένο ψωμί, που δεν τα πήρε πριν από την ενάτη ώρα. Άλλη φορά πάλι, που αρκετοί από τους αδελφούς, πιεζόμενοι από την πείνα, εγόγγυζαν εναντίον του και τον απειλούσαν πως θα τον εγκαταλείψουν και θα φύγουν, ο Θεός τούς έστειλε με άγνωστους ευεργέτες άμαξες με πολλά τρόφιμα και προμήθειες.
Κάποια νύκτα, καθώς ο όσιος προσευχόταν για τους μαθητάς του, άκουσε φωνή: «Σέργιε! Ο Κύριος εισήκουσε τις προσευχές σου. Κοίταξε τί πλήθος συναθροίσθηκε γύρω σου εις το όνομα της Αγίας Τριάδος!». Ο Σέργιος άνοιξε το παράθυρο και είδε μέσα σε υπερκόσμιο φώς, που κατηύγαζε το νυκτερινό στερέωμα, χιλιάδες πουλιά να πετούν επάνω και γύρω από την μονή, κελαηδώντας μια εξαίσια μελωδία. «Σαν αυτά τα πουλιά», συνέχισε η φωνή, «θα πληθυνθούν οι μαθηταί σου και δεν θα λείψουν ποτέ αυτοί που θα θελήσουν να ακολουθήσουν τα ίχνη σου».
Περί το 1355 ο οικουμενικός πατριάρχης άγιος Φιλόθεος Κόκκινος (βλ. 11 Οκτ.) έστειλε στον όσιο σταυρό, πολυσταύρι και σχήμα, συνοδευόμενα από μία επιστολή, στην οποία έγραφε: «Πληροφορηθήκαμε για τον ενάρετο κατά Θεόν βίο σας και αινέσαμε και δοξάσαμε τον Θεό. Ένα όμως κεφαλαιώδες σάς λείπει· δεν έχετε το Κοινόβιο. Γνωρίζεις, οσιώτατε, ότι και αυτός ο θεοπάτωρ προφήτης Δαβίδ τίποτε δεν εγκωμίασε τόσο, όσο το κοινόβιο λέγων· «Ιδού δή τί καλόν ή τί τερπνόν, αλλ’ ή το κατοικείν αδελφούς επί το αυτό;» (Ψαλμ. 132, 1). Γι’ αυτό και εμείς σάς δίνομε καλή συμβουλή να ιδρύσετε Κοινόβιο».
Ενθαρρυνόμενος και από τον μητροπολίτη Μόσχας Αλέξιο (βλ. 12 Φεβρ.), ο όσιος εισήγαγε στην μονή πλήρες κοινοβιακό σύστημα· κανείς δεν μπορούσε να έχη κάτι υπό την κατοχή του ή να ονομάζη κάτι ιδικό του. Τα πάντα ήσαν κοινά κατά τις υποτυπώσεις των αγίων πατέρων. Αν και ο ίδιος παρέμεινε εραστής της ησυχίας, δέχθηκε να αναλάβη την ευθύνη της κοινοβιακής ζωής. Για τον κάθε μαθητή του έγινε όχι μόνον ο ηγούμενος, αλλά και ο πατέρας και ο χειραγωγός εις Χριστόν.
Η συνεχής αύξησις των μαθητών του έφερε ευημερία στο μοναστήρι· και ο όσιος, ακριβής τηρητής της μοναχικής ακτημοσύνης, θέσπισε την φιλοξενία και την φιλανθρωπία, ώστε να ξοδεύεται εκεί το «περίσσευμα». Η ουσιαστική αυτή αλλαγή στην ζωή της αδελφότητος δεν έγινε χωρίς αντιδράσεις. Μερικοί, δυσαρεστημένοι από το νέο σύστημα, γόγγυζαν για την πειθαρχία και τους περιορισμούς, τους οποίους επέβαλλε το κοινόβιο, και ήθελαν να παυθή ο Σέργιος από ηγούμενος. Ο ίδιος ο αδελφός του Στέφανος, που είχε επανέλθει στο Μοναστήρι μαζί με τον μικρό του υιό Ιωάννη – τον μετέπειτα όσιο Θεόδωρο του Σιμονώφ (βλ. 28 Νοεμ.) – κάποια Κυριακή στον εσπερινό, ακούσθηκε να φωνάζη δυνατά μέσα στην εκκλησία: «Ποιός είναι εδώ ο ηγούμενος; Εγώ δεν ήλθα πρώτος σ’ αυτόν τόν τόπο;». Ο όσιος τον άκουσε μέσα από το ιερό, αλλά εσιώπησε.
Μετά την ακολουθία ανεχώρησε από το μοναστήρι και εγκαταστάθηκε σε έρημη τοποθεσία, κοντά στον ποταμό Κίρζατς, όπου ίδρυσε την μονή του Ευαγγελισμού. Αρκετοί αδελφοί τότε, μη υποφέροντας την στέρησι του πνευματικού τους πατρός, ανήσυχοι τον αναζητούσαν. Τέλος, κατέφυγαν στον μητροπολίτη Αλέξιο, ο οποίος έδωσε εντολή στον Σέργιο να επιστρέψη στην μονή του, διότι η παρουσία του ήταν τόσο αναγκαία.
Όταν ο Αλέξιος διαισθάνθηκε το τέλος του, κάλεσε κοντά του τόν Σέργιο, του πρόσφερε το αρχιερατικό του εγκόλπιο και προσπάθησε να τον πείση να γίνη ο διάδοχός του στην μητρόπολι της Μόσχας. Παρά την μεγάλη πίεσι, ανυποχώρητος στην άρνησί του ο όσιος, με πολλή ταπείνωσι τον εβεβαίωνε ότι ήταν ο αμαρτωλότερος πάντων και ο πλέον ακατάλληλος για τις ευθύνες του υψηλού αυτού αξιώματος. Φοβούμενος ο Αλέξιος μήπως ο Σέργιος εξ αιτίας της πιέσεως αναχώρηση από την περιοχή και τον χάση τελείως, τον άφησε να επιστρέψη ήσυχος στην μονή του. Όταν το 1378 ο μητροπολίτης εκοιμήθη, οι πρίγκιπες έκαναν μία ακόμη προσπάθεια να πείσουν τον Σέργιο να αναλάβη την διαποίμανσι της Ρωσικής Εκκλησίας. Ο όσιος και πάλι αρνήθηκε, καί στόν θρόνο, ύστερα από μακροχρόνιες διαπραγματεύσεις, ανήλθε ο άγιος Κυπριανός (βλ. 16 Σεπτ.).
Ο άγιος Σέργιος βλέπει το άκτιστο φως στα τίμια δώρα. Σχέδιο του π. Χριστόδουλου Φεργαδιώτη από το βιβλίο του Π. Πάσχου "Ο Μεγάλος Άγιος της Ρωσίας" (εκδ. Ακρίτας).
Το 1380, ο μέγας ηγεμών της Μόσχας άγιος Δημήτριος Ιβάνοβιτς (βλ. 19 Μαΐ), προτού αντιμετωπίση τον χαγάνο (δηλαδή τον αρχηγό των Τατάρων/Μογγόλων) Μαμάη, ο που είχε αποφασίσει να κατακυριεύση την γη της Ρωσίας, πήγε να συμβουλευθή τον όσιο. Εκείνος του προείπε την νίκη, τον ευλόγησε και του έδωσε ως συντρόφους δύο από τους μοναχούς του. Η αναμέτρησις των Ρώσων με την απειράριθμη ταταρική στρατιά έγινε στην πεδιάδα του Κουλίκοβο, νοτίως του ποταμού Όκα, στις 8 Σεπτεμβρίου 1380. Κατά την διάρκεια της μάχης ο όσιος προσευχόταν στην λαύρα του με τους αδελφούς. Με τους διορατικούς οφθαλμούς του έβλεπε την αισία έκβασι των μαχών και έως την τελική κατατρόπωσι του εχθρού πληροφορούσε τους αδελφούς, κατονόμαζε ένα-ένα τους πεσόντας και προσευχόταν για την ανάπαυσι της ψυχής τους. Η περίφημη αυτή νίκη του Κουλίκοβο απετέλεσε την απαρχή της απελευθερώσεως της Ρωσίας από τον ταταρικό ζυγό και έπαιξε καθοριστικό ρόλο για το μέλλον της χώρας.
Μία νύκτα, τέσσερα χρόνια πριν από την κοίμησί του, καθώς ο όσιος έψαλλε τους χαιρετισμούς μπροστά στην εικόνα της Θεοτόκου και προσευχόταν θερμά για το μοναστήρι του, τον επισκέφθηκε μέσα σε εκτυφλωτική φωτοχυσία η Παναγία, συνοδευομένη από τους αποστόλους Πέτρο και Ιωάννη. Ο όσιος έκθαμβος έπεσε στο έδαφος. Η Θεοτόκος τον έπιασε από το χέρι και είπε: «Μή φοβάσαι, εκλεκτέ μου! Ηλθα να σέ επισκεφθώ. Οι προσευχές σου για τους μαθητάς σου εισακούσθηκαν. Εγώ θα γίνω προστάτις της μονής σου, όχι μόνον τώρα που ζής αλλά και μετά τον θάνατό σου».
Το όραμα αυτό ήταν και ένα σημείο πως πλησιάζει το τέλος του. Προαισθανόμενος την αναχώρησί του από τα επίγεια έξι μήνες νωρίτερα, εσύναξε την αδελφότητα, της υπέδειξε ως διάδοχό του τον Νίκωνα (βλ. 17 Νοεμ.) και αποσύρθηκε στην ησυχία, για να προετοιμασθή. Τον Σεπτέμβριο αρρώστησε βαρειά. Κάλεσε πάλι τους αδελφούς, τους έδωσε τις τελευταίες νουθεσίες και εκοιμήθη εν ειρήνη στις 25 Σεπτεμβρίου 1392, σε ηλικία εβδομήντα οκτώ ετών.
Η μονή του, γνωστή ως λαύρα της Αγίας Τριάδος του Ζαγκόρσκ, παραμένει μέχρι σήμερα το κέντρο της εκκλησιαστικής ζωής και ευλαβείας των Ρώσων.
Η Λαύρα της Αγίας Τριάδος.
Πηγή: “Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας”, υπό ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου, εκδ. Ίνδικτος (τόμος πρώτος – Σεπτέμβριος, σ. 275-281)

ΕΝΑ ΑΠΙΣΤΕΥΤΟ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟ ! ΘΑΥΜΑ ΑΓΙΑΣ ΜΑΡΙΝΑΣ

ΕΝΑ ΑΠΙΣΤΕΥΤΟ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟ ! ΘΑΥΜΑ ΑΓΙΑΣ ΜΑΡΙΝΑΣ

altΠολλές φορές στην ζωή μας, σαν συνειδητοί Χριστιανοί, επικαλούμεθα τον Θεό και τούς Αγίους Του.

Αυτό λοιπόν έκανε και μια οικογένεια από την Κύπρο, γνωστή από τις τηλεοπτικές εκκλήσεις της πριν δύο χρόνια, για την εξεύρεση δότη προκειμένου να βρεθεί μόσχευμα για εγχείρηση στο μικρό παιδί τους, τον Ανδρέα που έπασχε από λευχαιμία.

Μόσχευμα βρέθηκε και οι γονείς ετοιμάσθηκαν για να ταξιδεύσουν στις ΗΠΑ, όπου θα γινόταν η λεπτή χειρουργική επέμβαση μεταμόσχευσης μυελού.

Όλοι θυμόμαστε τότε την αγωνία της οικογένειας Βασιλείου από τη Λεμεσό και τις καθημερινές εκκλήσεις τους στον Χριστό μας για να σώσει το παιδί τους.

Πριν λοιπόν ξεκινήσουν για την εγχείρηση οι γονείς άκουσαν για τα θαύματα της Αγίας Μαρίνας και πήραν την πρωτοβουλία να τηλεφωνήσουν στο μοναστήρι τής Αγίας Μαρίνας στην Άνδρο και να ζητήσουν την ευλογία Της.

Στο τηλέφωνο ο ηγούμενος της Μονής αρχιμανδρίτης Κυπριανός υποσχέθηκε πως θα προσευχηθεί στην Αγία και ευχήθηκε στους γονείς να έχει το παιδί την Αγία Μαρίνα στο χειρουργείο για βοήθεια. Πράγματι με την ευχή του ηγουμένου Κυπριανού στις αποσκευές τους και με ακράδαντη την πίστη για τη βοήθεια της Αγίας Μαρίνας οι δύο γονείς και ο μικρός Ανδρέας μετέβησαν στις ΗΠΑ.

Μετά τις καθιερωμένες προκαταρκτικές εξετάσεις προετοιμασίας ο μικρός Ανδρέας εισήλθε για την πραγματικά πολύ σοβαρή και λεπτή εγχείρηση.

Λίγη ώρα πριν το χειρουργείο παρουσιάστηκε στον ιατρό που θα χειρουργούσε τον μικρό Ανδρέα μία γυναίκα.

Είπε πως είναι γιατρός και παρακάλεσε να παρακολουθήσει την εγχείρηση, επειδή ήταν προσωπική ιατρός του μικρού Ανδρέα. Η συζήτηση της γυναίκας με τον χειρούργο έδειχνε πως κατείχε την ιατρική επιστήμη και δεν άφηνε καμιά αμφιβολία στο χειρούργο να σκεφτεί πως δεν είναι ιατρός.

Εκείνος πάντως της είπε πως δεν επιτρέπεται να βρίσκεται στο χειρουργείο ξένος ιατρός και πως αποτελούσε πρακτική της ιατρικής του ομάδας να μην μετέχουν άλλοι στις λεπτές αυτές εγχειρήσεις.

Η επιμονή όμως της γυναίκας έκαμψε την αρχική αδιαλλαξία του χειρούργου.

Της ζήτησε να αφήσει τα στοιχεία της στη γραμματεία και να εισέλθει στη συνέχεια στο χειρουργείο μαζί του.

Έτσι και έγινε.
Η άγνωστη ιατρός εισήλθε στο χειρουργείο και όχι απλώς παρακολουθούσε αλλά συμμετείχε ενεργά στην εγχείρηση του μικρού Ανδρέα. Αρκετές φορές μάλιστα έδωσε τις κατευθύνσεις για το πώς έπρεπε να προχωρήσει η επέμβαση.

Όλα πήγαν καλά και ο γιατρός αφού την ευχαρίστησε εξήλθε του χειρουργείου.


Το ζεύγος Βασιλείου έτρεξε να πληροφορηθεί για το πώς πήγε η εγχείρηση.

«Όλα πήγαν πολύ καλά» τους είπε. Και πρόσθεσε:

«Δεν μπορώ όμως να καταλάβω πως είχατε μια τέτοια γιατρό για το παιδί σας και ήλθατε σε μένα;»


Οι γονείς έκπληκτοι του απάντησαν ότι δεν είχαν φέρει κάποια γιατρό και δεν γνωρίζουν κάτι σχετικό. Ο χειρούργος όμως επέμενε και τους είπε πως όταν εξήλθε από το χειρουργείο η γιατρός του μικρού Ανδρέα, παρέμεινε για λίγο μέσα με την υπόλοιπη ιατρική ομάδα.

Ως εκ τούτου κάπου εκεί γύρω έπρεπε να είναι και τους προέτρεψε να τη συναντήσουν.

Μάταια όμως έψαχναν να τη βρουν. Η γιατρός είχε εξαφανισθεί...

Σκέφθηκαν πως θα έφυγε και πήγαν μετά την προτροπή του χειρούργου στη γραμματεία να ζητήσουν τα στοιχεία της προκειμένου να την ευχαριστήσουν. Πίστευαν πως ίσως κάποια γιατρός από την Ελλάδα, ή την Κύπρο ευαισθητοποιήθηκε και ταξίδευσε στις ΗΠΑ για να συμβάλλει στην λεπτή χειρουργική επέμβαση.

Με έκπληξη διαπίστωσαν πως η άγνωστη γυναίκα ιατρός είχε υπογράψει με το όνομα Μαρίνα από την Άνδρο (Marina from Andros).

Δεν πίστευαν αυτό που έβλεπαν.

Στέκονταν επί αρκετή ώρα αμήχανοι μπροστά στο θαύμα της Αγίας Μαρίνας.

Τα δάκρυα ευγνωμοσύνης και χαράς πλημμύρισαν τα μάτια τους.

Θυμήθηκαν αυτό που τους είχε πει ο σεβαστός γέροντας και ηγούμενος της ομώνυμης Ιεράς Μονής.

" Πηγαίνετε στην Αμερική και εύχομαι η Αγία Μαρίνα να είναι μέσα στο χειρουργείο "

Την απερίγραπτη χαρά τους για την επιτυχή έκβαση της εγχείρησης και την επαναφορά της υγείας του μικρού Ανδρέα τη μετέφεραν στα ΜΜΕ μιλώντας για το αληθινό θαύμα.

Από τότε έβαλαν ως τάμα να βρίσκονται πάντοτε οικογενειακώς στην Άνδρο την ημέρα της μνήμης της Αγίας Μαρίνας.

Έτσι και πράττουν, ενώ όπως ανέφερε μοναχός της Μονής με τον οποίο συνομιλήσαμε δύο φορές, στα χρόνια που μεσολάβησαν από τότε, η οικογένεια Βασιλείου μεταβαίνει τακτικά από τη Λεμεσό κάθε καλοκαίρι στην Άνδρο για να ευχαριστήσει την Αγία Μαρίνα, που έσωσε τον μικρό Ανδρέα.

Ουδέποτε λοιπόν απουσίασαν τα θαύματα των Αγίων από τη ζωή τής Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, και είθε ο Πανάγαθος Θεός, ό Κύριος Ημών Ιησούς Χριστός, να μας ενισχύει την πίστη μας με τα θαύματα των Αγίων μας.

Ευχαριστούμε θερμώς την κ. Κυριακοπούλου Σπυριδούλα, συνταξιούχο ιατρό, που είχε την ευγενή καλοσύνη να μας ενημερώσει για το ανωτέρω θαύμα. Θερμές ευχαριστίες στον ηγούμενο της Ιεράς Μονής και στην αδελφότητα για τις διευκρινίσεις και τις απαντήσεις στα ερωτήματα που τους θέσαμε.


Το τηλέφωνο της Ιεράς Μονής, Αγίας Μαρίνης Άνδρου είναι : 2282024074 

Δευτέρα 27 Ιανουαρίου 2014

ΕΟΡΤΗ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΕΦΡΑΙΜ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ

ΕΟΡΤΗ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΕΦΡΑΙΜ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ

15Γιορτάζουμε σήμερα 28 Ιανουαρίου, ημέρα μνήμης του Οσίου Εφραίμ του Σύρου.

Ο Όσιος Εφραίμ καταγόταν από την Ανατολή και γεννήθηκε στην πόλη Νίσιβη της Μεσοποταμίας πιθανώς το 308 μ.Χ. ή και ενωρίτερα. Ήκμασε επί Μεγάλου Κωνσταντίνου (324 - 337 μ.Χ.), Ιουλιανού του Παραβάτου (361 - 363 μ.Χ.) και των διαδόχων αυτού.

Από την μικρή του ηλικία διδάχθηκε την πίστη και την αρετή από τον Επίσκοπο της γενέτειράς του Ιάκωβο (309 - 364 μ.Χ.), ο οποίος και τον χειροτόνησε διάκονο, αλλά ο Όσιος αρνήθηκε να λάβει μεγαλύτερο αξίωμα. Ακολούθησε πολύ νωρίς τον μοναχικό βίο και με το φωτισμό του Παρακλήτου έγραψε πάρα πολλά συγγράμματα πνευματικής και ηθικής οικοδομής.

Γι’ αυτό και θαυμάζεται για το πλήθος και το κάλλος των έργων του. Γνώστης ακριβής όλων των δογματικών θεμάτων, ήξερε να καταπολεμά τις αιρέσεις και να υπερασπίζει με θαυμάσια σαφήνεια την Ορθοδοξία. Ήταν εκείνος που κατατρόπωσε σε διάλογο τον αιρετικό Απολλινάριο και οδήγησε πολλούς αιρετικούς να επιστρέψουν στην πατρώα ευσέβεια.

Όταν, διά της συνθήκης του έτους 363 μ.Χ., που υπέγραψε ο διάδοχος του Ιουλιανού του Παραβάτου, Ιοβιανός (363 - 364 μ.Χ.), η Νίσιβης παραδόθηκε στους Πέρσες, ο Όσιος Εφραίμ εγκατέλειψε την πατρίδα του και ήλθε στην Έδεσσα, όπου ασκήτεψε σε παρακείμενο όρος. Το έτος 370 μ.Χ. επισκέφθηκε τον Μέγα Βασίλειο στην Καισάρεια της Καππαδοκίας και λίγο αργότερα τους Πατέρες και Ασκητές της Αιγύπτου.

Ο Όσιος Εφραίμ κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 373 μ.Χ. και η Σύναξή του ετελείτο στο Μαρτύριο της Αγίας Ακυλίνας, στην περιοχή Φιλοξένου, κοντά στην αγορά.

Στους εορτάζοντες και στις εορτάζουσες, χρόνια πολλά και ευάρεστα στο Θεό !!!

Απολυτίκιο:
Ήχος γ'. Θείας πίστεως.
Ρείθρον άυλον, εν τη ψυχή σου, τον ζωήρρυτον, πλουτήσας φόβον, κατανύξεως κρατήρ αναδέδειξαι, όθεν ημάς προς ηθών τελειότητα, τοις ιεροίς σου ρυθμίζεις διδάγμασιν. Εφραίμ Όσιε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός

Σάββατο 25 Ιανουαρίου 2014

Ο Αγ Μάρκος ο Ευγενικός ο ομολογητής της Ορθοδόξου πίστεως

Ο Αγ Μάρκος ο Ευγενικός ο ομολογητής της Ορθοδόξου πίστεως

Ο Μάρκος ο Ευγενικός (1393-1445), υπήρξε Μητροπολίτης Εφέσου και μια από τις σημαντικότερες εκκλησιαστικές και θεολογικές προσωπικότητες της εποχής του. Υπήρξε ο σημαντικότερος παράγοντας της αποτυχίας της ένωσης της Δυτικής και της Ανατολικής Εκκλησίας στη σύνοδο της Φεράρας, όπου ήταν ο μόνος που αρνήθηκε να υπογράψει. Ήταν πρωτοστάτης του κινήματος των ανθενωτικών. Για το λόγο αυτό εκδιώχτηκε από την αυτοκρατορική αυλή, που επεδίωκε μια συμβιβαστική λύση του ζητήματος για την αντιμετώπιση του οθωμανικού προβλήματος, αλλά και ανακυρύχθηκε σε Άγιο μετά το θάνατό του από τον Πατριάρχη Γεννάδιο, ο οποίος υπήρξε μαθητής του.
Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη περί το 1393 και έλαβε θεολογική και φιλοσοφική παιδεία κοντά σε περίφημους σοφούς της εποχής (Γεώργιο Πλήθωνα, Ιωάννη Χορτασμένο, Μανουήλ Χρυσοκόκκο), χάρη στις δυνατότητες που του παρείχε η σχετικά ευκατάστατη οικογένεια του, καθότι ο πατέρας του Γεώργιος κατείχε το υψηλό αξίωμα του «Μεγάλου χαρτοφύλακα του θρόνου». Η προσωνυμία του, Ευγενικός, κληρονομήθηκε από τον πατέρα του, όπως και η κατεύθυνση προς την εκκλησιαστική ζωή. Το 1418 ασπάστηκε τον μοναχικό βίο και μόνασε στη μονή του Αγίου Γεωργίου Μαγγάνων, όπου αφιερώθηκε στη μελέτη και τη συγγραφή. Το 1437 εκλέχθηκε Επίσκοπος Εφέσου, μετά την εκδήλωση σχετικού ενδιαφέροντος και από τον αυτοκράτορα Ιωάννη Παλαιολόγο, με κύριο στόχο να λάβει μέρος στη σύνοδο Φεράρας-Φλωρεντίας.Οι θεολογικές ικανότητές του ξεχώριζαν, με αποτέλεσμα να θεωρείται απαραίτητο μέλος για την αποστολή του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην ενωτική σύνοδο Φεράρας-Φλωρεντίας (1438-1439). Ορίστηκε μάλιστα εκπρόσωπος του Πατριαρχείου Αντιοχείας και Ιεροσολύμων.Κύριο επιχείρημα του Μάρκου κατά της ένωσης, και ο λόγος για τον οποίον τελικά αρνήθηκε να υπογράψει τον ενωτικό Όρο της συνόδου, ήταν η προσθήκη στο Σύμβολο της Πίστεως της προσθήκης του Filioque, την οποία ο Μητροπολίτης θεωρούσε αιρετική. Το κοινό αίσθημα στην Κωνσταντινούπολη ήταν μαζί του, αφού μετά την ολοκλήρωση της Συνόδου «είδε το πλήθος δοξάζον αυτόν ως μη υπογράψαντα, και προσεκύνουν αυτόν οι όχλοι καθάπερ Μωυσεί και Ααρόν και εφήμουν αυτόν και Άγιον εκλάλουν».[εκκρεμεί παραπομπή] Η γενική αντίδραση στην Ανατολή εναντίον των αποφάσεων της ενωτικής συνόδου ανέδειξε τον Μάρκο τον Ευγενικό ως τον κατ' εξοχήν εκπρόσωπο της Ορθοδοξίας της πίστεως, αλλά και στόχο της πολεμικής του αυτοκράτορα και της παράταξης των Ενωτικών. Αρνήθηκε την προσφορά του αυτοκράτορα να ανέλθει στον πατριαρχικό θρόνο της Κωνσταντινούπολης και δεν δέχθηκε να συλλειτουργήσει με τον ενωτικό πατριάρχη Μητροφάνη Β΄.
Ο πρώτος μετά την άλωση Οικουμενικός πατριάρχης Γεννάδιος Σχολάριος, με συνοδική πράξη, όρισε του 1456 ως ημέρα εορτασμού της μνήμης του την 19 Ιανουαρίου και συντάχθηκε ειδική ακολουθία. Η απόφαση αυτή επιβεβαιώθηκε και με νεώτερη συνοδική πράξη επί Πατριαρχείας Σεραφείμ Α΄
Γράφει ο άγιος Μάρκος: «Την μεν αιτίαν του σχίσματος εκείνοι δεδώκασι, την προσθήκην εξενεγκόντες αναφανδόν, ην υπ' οδόντα πρότερον έλεγον. ημείς δε αυτών εσχίσθημεν πρότεροι, μάλλον δε εσχίσαμεν αυτούς και απεκόψαμεν του κοινού της Εκκλησίας σώματος. Δια τι ειπέ μοι: Πότερον, ως ορθήν έχοντας δόξαν, ή ορθώς την προσθήκην εξενεγκόντας; Και τις αν τούτο είποι, μη σφόδρα τον εγκέφαλον διασεσεισμένος; Αλλά ως άτοπα και δυσσεβή φρονούντας και παραλόγως την προσθήκην ποιήσαντας. Ουκούν ως αιρετικούς αυτούς απεστράφημεν και δια τούτο αυτών εχωρίσθημεν... αιρετικοί εισιν άρα, και ως αιρετικούς αυτούς απεκόψαμεν».
Από το κείμενο αυτό μπορούμε να σχολιάσουμε μερικές αλήθειες.
Πρώτον, ότι οι Λατίνοι φανέρωσαν την αίρεση του Filioque, την οποία προηγουμένως πίστευαν μυστικώς, την έλεγαν κάτω από τα δόντια τους. Δεύτερον, εμείς οι Ορθόδοξοι χωρισθήκαμε με την θέλησή μας από τους Λατίνους, πράγμα το οποίο ισοδυναμεί με το ότι τους απεκόψαμε από το κοινό της Εκκλησίας Σώμα, ως φρονούντας δυσσεβή δόγματα, και επειδή πρόσθεσαν την λέξη Filioque στο Σύμβολο της Πίστεως παραλόγως. Τρίτον, οι Λατίνοι με την προσθήκη του Filioque είναι αιρετικοί και ως αιρετικούς απεκόψαμε από την Εκκλησία. Επομένως, κατά την διδασκαλία των Πατέρων της Εκκλησίας, όπως το εκφράζει ο άγιος Μάρκος ο Ευγενικός, οι Λατίνοι είναι αιρετικοί, αποκεκομμένοι από την Εκκλησία και φυσικά είναι εκτός της Εκκλησίας και δεν έχουν μυστήρια.
Συγγραφικό έργο του Αγ Μάρκου του Ευγενικού

Το αξιόλογο συγγραφικό έργο του Μάρκου του Ευγενικού συνδέεται οργανικά με τους εκκλησιαστικούς αγώνες του και θα μπορούσε να διακριθεί σε θεολογικό και λειτουργικό. Στα θεολογικά έργα κυριαρχεί η αντιρρητική προσπάθεια στις λατινικές καινοτομίες (Filioque, καθαρτήριο κτλ). Τα σημαντικότερα έργα του είναι:
Κεφάλαια συλλογιστικά κατά της αφέσεως των Ακινδυνιστών περί διακρίσεως θείας ουσίας και ενεργείας
Αντίρρησις των λατινικών κεφαλαίων, όπερ αυτού προέτεινον περί του περκατορίου πυρός
Απολογία προς Λατίνους δευτέρα
Αποκρίσεις προς τας επενεχθείσας αυτώ απορίας και ερωτήσεις επί ταις ρηθείσαις ομιλίαις παρά των καρδιναλίων και των άλλων λατινικών διδασκάλων
Συλλογιστικά κεφάλαια προς Λατίνους
Συλλογαί... περί του αγίου Πνεύματος
Διάλογος, ου η επιγραφή Λατίνος ή περί της εν τω Συμβόλω προσθήκης
Συλλογισμοί δέκα, δεικνύοντες ότι ουκ εστί πυρ καθαρτήριον
Ομολογία της ορθής θέσεως, εκτεθείσα εν Φλωρεντία κατά την προς Λατίνους γενομένην σύνοδον

ΑΓΙΟΣ ΑΚΑΚΙΟΣ

Άγιος Ακάκιος


Ο ΑΓΙΟΣ ΑΚΑΚΙΟΣ
ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΛΗΤΗΣ ΚΑΙ ΡΕΝΤΙΝΗΣ

16 Αυγούστου


Ὁ Ἅγιος Ἀκάκιος ἐπίσκοπος Λητῆς καί Ρεντίνης εἶναι ἕνας νέος φωταυγής ἀστέρας τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας, πού μέ τούς ἀγῶνες του, τήν ταπείνωσή του καί τό ἀσκητικό του πνεῦμα ἀναδείχθηκε, μέ τή Χάρη τοῦ Χριστοῦ, τό νέκταρ τῶν ἀρετῶν, τό πολύτιμο σκεῦος τῶν θείων Δωρεῶν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τό ὕψος τῆς ταπείνωσης, τό βάθος τῆς ἀγάπης.

Μέ τήν ἀσκητική του ζωή καταξιώθηκε νά γίνει τό πανευῶδες ἀλάβαστρο τῆς θείας εὐωδίας τοῦ Παναγίου Πνεύματος καί ὁ θερμότατος πρεσβευτής τῶν ψυχῶν. Ἀναδείχθηκε ὁ φωτεινός λύχνος, πού φωτίζει πλουσίως τίς ψυχές τῶν εὐσεβῶν ἀνθρώπων μέ τό Φῶς τῶν Εὐαγγελικῶν Διδαγμάτων. Ἀναδείχθηκε ὁ ἄξιος ὑπηρέτης τοῦ Θεοῦ Λόγου καί ὁ ἄξιος Ποιμένας καί λειτουργός τῶν θείων Μυστηρίων. Διά τοῦτο δικαίως ἡ Ἱερά Μητρόπολίς μας καυχᾶται ἐν Κυρίῳ, ὅτι ἐποίμανεν αὐτήν τοιοῦτος ἅγιος Ἀρχιερεύς.   

Ὁ ἅγιος Ἀκάκιος ἔζησε στά τέλη τοῦ 15ου αἰώνα.   Χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος τῆς ἱστορικῆς ἐπισκοπῆς Λητῆς καί Ρεντίνης ἀπό τόν τότε Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης καί ἀργότερα Πατριάρχη Κων/πόλεως Ἅγιο Νήφωνα, μέ τόν ὁποῖο συνεδέετο πνευματικῶς. Ὅπως ἐπίσης εἶχε στενή πνευματική σχέση μέ τόν ἐκ Ζίχνης καταγόμενο ὅσιο Θεόφιλο τό Μυροβλύτη, τόν ὁποῖο καί χειροτόνησε ἱερέα. Ὁ ὅσιος Θεόφιλος τόν εἶχε Γέροντα, «διότι εὗρε τόν Ἀκάκιον εὐλαβῆ καί ἐνάρετον», ὄντως δοχεῖο ἀκακίας. Ἔτσι, διά τοῦ Ἀκακίου, ὁ Ὅσιος Θεόφιλος, συνδέθηκε μέ τόν Ἅγιο Νήφωνα, ἀλλά καί μέ ὅλη ἐκείνη τήν ἱερή συντροφιά πού ἀποτελοῦσε τόν περίγυρο τοῦ Ἁγίου Νήφωνος, δηλαδή τούς μετέπειτα ὁσιομάρτυρες Μακάριο καί Ἰωάσαφ, τόν γέροντα Ἰάκωβο τόν Διονυσιάτη καί τόν διάκονο Ἰάκωβο, πού μαρτύρησαν στήν Ἀδριανούπολη, τόν Ἅγιο Θεωνᾶ, τούς αὐταδέλφους Ἀψαράδες Θεοφάνη καί Νεκτάριο, ἀλλά καί τόν γνωστό Ἅγιο Μάξιμο τόν Γραικό.

Ὅταν ὁ Ἅγιος Νήφων, ὡς Πατριάρχης Κωνσταντινουπό-, λεως ἔμαθε γιά τά μεγάλα καί θαυμαστά, πού συνέβησαν στήν Αἴγυπτο, ἀπέστειλε ἐκεῖ, τό 1486, ἴσως τόν μόνο ἄνθρωπο πού ἐμπιστευόταν ἀπόλυτα καί πού διεκρίνετο γιά τήν σοφία καά τήν ἀρετή του, τόν Ἐπίσκοπο Λητῆς καί Ρεντίνης Ἀκάκιο, πού τόν εὐλαβεῖτο καί ἐσέβετο πολύ, μαζί μέ τόν ὑποτακτικό του, τόν ἅγιο Θεόφιλο, καί μιά ὁμάδα ἀκόμη κληρικῶν, γιά νά μάθουν καταλεπτῶς καί νά πληροφορηθοῦν καλύτερα, διά τῆς ἀκοῆς καί τῶν ὁφθαλμῶν τά γενόμενα. Μετέφεραν δέ γράμμα τοῦ Νήφωνος πρός τόν Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας ἅγιο Ἰωακείμ τόν Πάνυ, ὅπου εὐχαριστοῦσε τόν Κύριο, πού ἐπήκουσε τίς προσευχές τοῦ Ἰωακείμ καί ἐνήργησε διά τρόπου θαυμαστοῦ τά μεγάλα αὐτά θαύματα. 

Ὁ Πατριάρχης Ἰωακείμ, δέχθηκε μέ πολύ ἀγάπη καί χαρά τούς φιλοξενουμένους του καί τούς κράτησε ἀρκετό καιρό στό Πατριαρχεῖο, ὅπου κατά τόν συναξαριστή «τούς ἐπεριποιεῖτο καί τούς ἐφιλοφρόνει», δείχνοντας τόν θαυμασμό γιά τίς προσωπικότητες πού τοῦ ἔστειλε ὁ Κωνσταντινουπόλεως.

Κατόπιν οἱ ὅσιοι Ἀκάκιος καί Θεόφιλος μέ τούς λοιπούς τῆς συνοδείας τους ἀνεχώρησαν καί πῆγαν στό Θεοβάδιστο ὄρος Σινᾶ, καί ἀφοῦ προσκύνησαν εὐλαβῶς, πῆγαν καί στήν ἔρημο, γιά νά γνωρίσουν τούς ἀσκητές τῆς ἐρήμου καί κατέληξαν στήν ἁγία Πόλη, τήν Ἱερουσαλήμ, καί ἀφοῦ προσκύνησαν κατά τόν πόθο τους τόν Ζωοδόχον Τάφο τοῦ Κυρίου, ἐπῆγαν στό ὄρος Θαβώρ, κατόπιν στή Δαμασκό, ὅπου  συνάντησαν τόν Πατριάρχη Ἀντιοχείας, ὁ ὁποῖος τούς ἔδωσε ἐπιστολή γιά τόν Κωνσταντινουπόλεως, καί ἐπέστρεψαν στά Ἱεροσόλυμα. Ἐκεῖ ὁ ὅσιος Ἀκάκιος αἰφνιδίως ἀσθένησε καί «ἐκοιμήθη ἐν Κυρίῳ». Ἐτάφη ἀπό τόν ὑποτακτικό του Θεόφιλο μέ πολύ εὐλάβεια, ὁ ὁποῖος τόν ἔθαψε κατά τίς μοναχικές καί ἀσκητικές παραδόσεις τῆς ἐποχῆς, ἐπειδή δέ ἦταν ἄκρως ἐχθρός τῆς κενοδοξίας καί τῆς ματαιότητας τοῦ κόσμου, πιθανῶς  νά τόν ἔθαψε κάπου ταπεινά, ὅπως θά τό ἤθελε ὁ Ἀκάκιος, ὁ ὁποῖος ὑπέγραφε ἄλλωστε ὡς «ὁ ταπεινός ἐπίσκοπος Λητῆς καί Ρεντίνης», κρυμμένος πάντα ἀπό τή δόξα τῶν ἀνθρώπων. 

Ὁ ὅσιος Ἀκάκιος ὑπῆρξε ὁ ἰχνηλάτης τῆς ἁγιασμένης πορείας πρός τήν ἀσκητική ζωή καί τή  Θέωση. Ἔζησε ἀσκητικά, πνευματικά, ταπεινά, ἀκολουθώντας τό ἡσυχαστικό πνεῦμα τῆς ἐποχῆς τῶν μεγάλων Πατέρων τοῦ 14ου και 15ου αἰῶνος. Ὑπῆρξε πνευματικός καί γέροντας ἁγίων ἀνθρώπων, ὅπως ὁ Νήφων καί ὁ Θεόφιλος ὁ Μυροβλύτης, ὑπῆρξε φίλος καί συνόμιλος ὅλων τῶν ἁγίων ὁμολογητῶν καί μαρτύρων τῆς γενιᾶς του, διακρίθηκε γι’ αὐτή του τήν βιοτή, γι΄ αὐτό καί ἔχαιρε τῆς ἐκτιμήσεως καί τοῦ σεβασμοῦ τοῦ Πατριάρχου Νήφωνος. Ὁ Κύριος τόν ἀξίωσε νά προσκυνήσει τά ἅγια χώματα τῆς Ἱερουσαλήμ καί νά γίνει ὁδοιπόρος τῆς πρός τό Θαβώρ πορείας Του, «ἐκολλήθη ἡ ψυχή αὐτοῦ  ὁπίσω Του, αὐτόν δέ ἀντελάβετο ἡ δεξιά Του»,  καί τέλος τόν κράτησε κοντά Του, στήν Ἁγία Γῆ, γιά νά ἀναπαυθεῖ ἐκεῖ,  πού πόθησε νά προσκυνήσει καί νά βαδίσει, ἐπί τά ἴχνη τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ καί Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἡ μνήμη του τιμᾶται στίς 16 Αὐγούστου.

Ὁ ὅσιος Ἀκάκιος, ὁ ὁποῖος ἐκλέησε τόν θρόνον τῆς ἱστορικής καί παλαιφάτου Ἐπισκοπῆς Λητῆς καί Ρεντίνης, ἀναδείχθηκε  μιά ἐξέχουσα ἐκκλησιαστική φυσιογνωμία. Εἶναι μιά συμπαθής καί σεβάσμια μορφή τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας τῆς ἐπαρχίας Λαγκαδᾶ. Πρόκειται γιά ἕναν ἐπίσκοπο, πού διακόνησε τήν ἐπισκοπή Λητῆς καί Ρεντίνης κατά τόν 15ο  αἰῶνα καί ἔδωσε παράδειγμα ἀσκητικῆς βιοτῆς καί εὐλαβείας. Θεωρεῖται ὅτι καλλιέργησε καί δίδαξε τό ἀσκητικό ἰδεῶδες καί τή νοερά προσευχή στούς ὑποτακτικούς του, καί ἀπετέλεσε τή συνέχεια τῆς πνευματικῆς περιόδου τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ καί τοῦ ἁγίου Συμεῶνος  ἀρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης. 

Σέ ἐποχές κατά τίς ὁποῖες ἡ Ἐκκλησία κατέστη πνευματική καί συνεκτική σκέπη τοῦ ὑπόδουλου Ἑλληνισμοῦ καί συνέβαλε καταλυτικά στήν προαγωγή τῆς παιδείας καί τήν καλλιέργεια τοῦ ἐθνικοῦ ὁράματος, ὁ θεοφόρος Ἀκάκιος λάμπρυνε μέ τήν προσφορά του τήν ἐπισκοπή Λητῆς καί Ρεντίνης. 

Οἱ μνῆμες τῶν Ἁγίων ἀποτελοῦν γιά κάθε χριστιανό μιά εὐκαιρία ἐπαλήθευσης καί ἀναζωπύρωσης τῆς πίστεώς μας, μιά εὐκαιρία γιά νά δοξάσουμε τό Θεό καί νά εὐχαριστήσουμε τούς ἁγίους, πού μᾶς βοηθοῦν καθημερινά, κυρίως στόν πνευματικό μας ἀγώνα. Εἶναι μιά εὐκαιρία γιά νά προσευχηθοῦμε πιό ἔντονα, διατηρώντας τήν ἐλπίδα μας στό Θεό καί στή μεσιτεία τῶν φίλων Του, τῶν Ἁγίων. Εἶναι τέλος οἱ μνῆμες τῶν Ἁγίων μιά εὐκαιρία γιά νά ἀναθερμάνουμε τόν πνευματικό μας ἀγώνα, ἔχοντας ὡς παράδειγμα αὐτούς πού μέ τή ζωή τους, μέ τήν πίστη τους, μέ τήν ἀγάπη τους καί μέ τά ἔργα τους εὐαρέστησαν τόν Θεό καί ἔγιναν κληρονόμοι τῆς αἰωνίου ζωῆς. Ἕνας ἀπό τούς λαμπρότερους ἀστέρες τῆς πίστεώς μας εἶναι καί ὁ Ἅγιος Ἀκάκιος. Μαζί μέ τίς προσευχές μας καί τίς εὐχαριστίες μας, ἄς ἀκολουθήσουμε σταθερά τό παράδειγμά του καί ἄς τό κάνουμε πράξη ὁ καθένας μας στήν καθημερινή του ζωή. Ἄς τόν μιμηθοῦμε στήν πίστη, στήν ἀγάπη, στήν ταπείνωση, στήν προσευχή, στή φιλανθρωπία, στήν ὑπομονή. Κι ἄς τοῦ ζητήσουμε στίς προσευχές μας, πέρα ἀπό κάθε ἄλλο αἴτημα, νά εἶναι βοηθός μας στόν καλό μας ἀγώνα.