Τρίτη 29 Σεπτεμβρίου 2015

Ὁ Πανορμίτης φαίνεται νὰ ἀποτρέπει τουρκικὸ πολεμικὸ σκάφος φέτος παραμονὴ τῆς Παναγίας!!!!


 

Γράφει ὁ Δρ. Κωνσταντῖνος Βαρδάκας

Πολλὲς φορὲς δὲν μπορεῖς νὰ ταιριάξεις τὴν συγκίνηση, τὴν λογικὴ καὶ τὴν ἔκπληξη. 

Αὐτὸ σήμερα συνέβη καὶ σὲ ἐμένα ὅταν ὁ φίλος μου Ἀναστάσης ζήτησε νὰ μὲ δεῖ γιὰ νὰ μοῦ δείξει κάτι ἀπὸ τὸ προσωπικό του ἀρχεῖο φωτογραφιῶν ποὺ τράβηξε φέτος παραμονὴ τῆς ΠΑΝΑΓΙΑΣ καὶ συγκεκριμένα στὴν παραλία τοῦ Ἁγίου Γεωργίου Δυσάλωνας τῆς νήσου Σύμης. 


Φωτό: «Ῥωμαίικου»

Ἔτσι καὶ ὁ ἴδιος μοῦ ξεδίπλωσε τὴν ἐσωτερική του συγκίνηση καὶ ἔκπληξη. 

– Παραμονὴ τῆς ΠΑΝΑΓΙΑΣ βρέθηκα στὴν Σύμη γιὰ νὰ προσκυνήσω τόν Ἀρχάγγελο Μιχαὴλ τὸν Πανορμίτη ποὺ εὐλαβοῦμαι ἰδιαιτέρως. 

– Ἡ ζέστη τοῦ μεσημεριοῦ ἦταν ἀνυπόφορη καὶ μετὰ τὸ προσκύνημα ἀποφάσισα νὰ κάνω μία βουτιὰ στὴν πανέμορφη παραλία τοῦ Ἁγίου Γεωργίου Δυσάλωνας. 

– Μετὰ τὴν δροσιὰ τῆς θάλασσας καὶ ἐνῶ ξεκουραζόμουν βλέπω νὰ ¨σκάει μύτη¨ ἀπὸ τὴν δεξιὰ βραχώδη ἀπόληξη τοῦ κόλπου καὶ στὸ βάθος σὲ ἀπόσταση ὁρατὴ ἕνα τουρκικὸ πολεμικὸ σκάφος. 

– Ἡ ἔκπληξή μου μεγάλη ἀλλὰ ἀποκορυφώθηκε ὅταν μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους λουόμενους εἴδαμε ὅτι τὸ τουρκικὸ ἐπιβράδυνε τὴν πορεία του καὶ ἀμέσως ἔκανε ἀναστροφὴ ἐπὶ τόπου γιὰ νὰ φύγει ἀπὸ τὴν ἴδια πλευρὰ ποὺ εἰσῆλθε. 

– Ἀποφάσισα τότε νὰ τὸ φωτογραφίσω καὶ νὰ τραβήξω αὐτὲς τὶς πέντε φωτογραφίες. 

– Βρὲ τοὺς τουρκαλάδες εἶπα μέσα μου, τί νὰ σκαρώνουν παραμονὴ τῆς ΠΑΝΑΓΙΑΣ μας καὶ…

Δεῖτε τὶς φωτογραφίες…

τὸ μυαλό μου πῆγε στὸν ΠΑΝΟΡΜΙΤΗ.

– Ἒκανα ΠΑΝΑΓΙΑ στὴν Σύμη καὶ ἐπέστρεψα στὴν Ἀθήνα.

– Τὶς φωτογραφίες ὅμως δὲν τὶς ἀποθήκευσα ἀμέσως καὶ τὶς ἄφησα μέσα στὸ κινητό.

– Κάποια στιγμὴ τὶς ἀποθήκευσα στὸν ὑπολογιστὴ καὶ ἀπὸ περιέργεια ἔπαιξα λίγο μὲ τὴν μεγέθυνση γιὰ νὰ ὑποστῶ τὴν πρώτη ¨κρυάδα¨… ὅπως θὲς πὲς το ἀνατριχίλα.

– Καὶ στὶς πέντε φωτογραφίες ἐμφανίζεται πάνω ἀπὸ τὸ τουρκικὸ πολεμικὸ σκάφος μία πανύψηλη ἀγέρωχη ἀνθρώπινη φιγούρα καὶ μάλιστα νὰ κραδαίνει μὲ τὸ δεξί του χέρι πρὸς τὰ πάνω καὶ μὲ κίνηση πρὸς τὰ κάτω μία ΡΟΜΦΑΙΑ.

– Δὲς καὶ μόνο σου Κώστα καὶ πές μου ἂν μπορεῖς νὰ καταλάβεις ποιὸς εἶναι ΑΥΤΟΣ πού ἀνάγκασε τοὺς Τούρκους σὲ ἄμεση ἀναστροφὴ πορείας;

Ἦταν πλέον ἡ δικιά μου σειρὰ νὰ ἀνατριχιάσω καὶ νὰ συγκινηθῶ.

Καὶ στὶς πέντε φωτογραφίες ἀπεικονιζόταν ἡ φιγούρα τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαὴλ νὰ κραδαίνει πάνω ἀπὸ τοὺς τούρκους τὴν Ρομφαία του.

Οἱ λέξεις πλέον περισσεύουν…

ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΙΓΑΙΟ τὸ περιπολεῖ μὲ ὅλο τὸν στρατιωτικό του ἐξοπλισμὸ ὁ ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΣ.

Ἀλλοίμονο σὲ αὐτοὺς ποὺ τὸ ἐπιβουλεύονται καὶ ἀλλοίμονο σὲ ἐμᾶς ποὺ ἀμφισβητοῦμε τὰ ¨Ἱερὰ καὶ τὰ Ὅσια μας¨.

Μὲ πνευματικὴ εὐθύνη καὶ συνείδηση

Υ.Γ ἔκρινα σκόπιμο νὰ στείλω καὶ τὶς πέντε αὐτὲς φωτογραφίες τοῦ Ἀναστάση ὥστε ὁ καθένας νὰ σχηματίσει μία ὁλοκληρωμένη ἄποψη.

Πέμπτη 24 Σεπτεμβρίου 2015

Ακούστε το «Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον» στα Νέα Ελληνικά

Ακούστε παρακάτω το «Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον» στα Νέα Ελληνικά και με Ερμηνευτικά Σχόλια, μέσα από το Βιβλίο «Η Καινή Διαθήκη», του μεγάλου Θεολόγου και Φιλόλογου Νικολάου Σωτηρόπουλου.
 
Επιλέξτε Κεφάλαιο
 1  2  3  4  5  6  7
 8  9  10  11  12  13  14
 15  16  17  18  19  20  21
 
Ο Άγιος Απόστολος και Ευαγγελιστής Ιωάννης, ο Θεολόγος
 
«Απόστολε Χριστώ τω Θεώ ηγαπημένε, επιτάχυνον ρύσαι λαόν αναπολόγητον. Δέχεταί σε προσπίπτοντα, ο επιπεσόντα τω στήθει καταδεξάμενος. Ον ικέτευε Θεολόγε, και επίμονον νέφος εθνών διασκεδάσαι, αιτούμενος ημίν ειρήνην, και το μέγα έλεος» (Απολυτίκιον)

Ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος και Ευαγγελιστής, ο αγαπημένος μαθητής του Ιησού Χριστού, ήταν γιος του Ζεβεδαίου και της Σαλώμης (η οποία ήταν συγγενής της Παναγίας) και νεότερος αδελφός του Αποστόλου Ιακώβου. Γεννήθηκε σε ένα φτωχό χωριό της Γαλιλαίας που ονομαζόταν Βηθσαϊδά το 7 μ.Χ. (περίπου) και δεν μορφώθηκε, καθώς από μικρός βοηθούσε τον πατέρα του που ήταν ψαράς, ενώ παράλληλα από πολύ νωρίς έγινε μαθητής του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου.
Η Κλήση από τον Κύριο Ιησού, ήρθε κάποια μέρα που ο Ιωάννης με τον πατέρα του και τον αδελφό του Ιάκωβο τακτοποιούσαν και ετοίμαζαν τα δίχτυα. Με τον λόγο Του καλεί τους δύο αδελφούς να τον ακολουθήσουν στο Ύψιστο Έργο Του και εκείνοι χωρίς να υπολογίσουν τίποτα, εγκαταλείπουν τα πάντα και Τον ακολουθούν.
Από τότε ο σύνδεσμος του Ιωάννη με τον Ιησού γίνεται βαθύς και αιώνιος. Ο Ιωάννης Τον ακολουθεί καθ’όλη τη διάρκεια της δημόσιας Δράσης Του επί τρία χρόνια. Βρίσκεται δίπλα Του στο όρος Θαβώρ (μαζί με τον Πέτρο και τον Ιάκωβο) και βλέπει τη Θεία Μεταμόρφωσή Του. Κατά το Μυστικό Δείπνο κάθεται δίπλα Του και μόλις Εκείνος πληροφορεί τους μαθητές πως κάποιος από αυτούς θα Τον προδώσει, πέφτει στο στήθος Του και Τον ρωτάει: «Κύριε, ποιος είναι αυτός που θα σε προδώσει;».
Επίσης, όταν συνέλαβαν τον Κύριο οι Ιουδαίοι ο Ιωάννης Τον ακολούθησε, μπήκε στην αυλή του Αρχιερέως ως γνωστός του και κοντά σ’αυτόν μπήκε και ο Πέτρος.
Τέλος, όταν Σταυρώθηκε ο Ιησούς ήταν παρών κοντά στον Σταυρό τις στιγμές εκείνες, ενώ όλοι οι υπόλοιποι μαθητές Τον είχαν εγκαταλείψει. Και τότε ο Διδάσκαλος αναθέτει στον αγαπημένο Του μαθητή τη Μητέρα Του, «Παρθένο Μητέρα σε παρθένο μαθητή ανέθεσε», λέγοντας σε Εκείνη: «Γυναίκα, ιδού ο υιός σου», και κατόπιν στον Ιωάννη: «Ιδού η μήτηρ σου».
Από την ώρα εκείνη, ο Ιωάννης παρέλαβε στο σπίτι του την Παρθένο Μαρία και μέχρι την Κοίμησή Της, παρέμεινε στα Ιεροσόλυμα υπηρετώντας Αυτήν σαν πραγματική του μητέρα.
Μετά δε από την Ανάσταση του Κυρίου, ήταν αυτός που αφού πρόλαβε τον Πέτρο έσκυψε πρώτος στον Τάφο, είδε τα εντάφια και μετέπειτα τον Αναστημένο Χριστό που λάτρευε. Αυτός επίσης ήταν παρών και στην Ανάληψη του Κυρίου, ενώ κατά την Ημέρα της Πεντηκοστής δέχθηκε και εκείνος, μαζί με τους άλλους μαθητές, την Επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος.
Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης κήρυξε το Ευαγγέλιο στη Μικρά Ασία (η οποία εκείνη την εποχή ήταν γεμάτη από είδωλα, ζώντας βουτηγμένη μέσα στην ειδωλολατρική πλάνη) και ιδιαιτέρως στην Έφεσο, όπου και Θαυματουργούσε ακατάπαυστα. Ανέστησε εκ νεκρών τον Δόμνο και τον πατέρα του τον Διοσκουρίδη, συνέτριψε Θαυματουργικώς το είδωλο της ψευτοθεάς Αρτέμιδος και έδιωξε μέσα από το ναό της τον Δαίμονα, ο οποίος ομολόγησε πως κατοικούσε εκεί μέσα για 249 χρόνια, θεράπευσε έναν παράλυτο που ήταν κατάκοιτος δώδεκα ολόκληρα χρόνια, και γενικότερα τα Θαύματα που έκανε ήταν αμέτρητα.
Η φήμη όμως των πολλών Θαυμάτων του (δια των οποίων μέγα πλήθος Ελλήνων πίστευσε στον Χριστό), έφθασε μέχρι τα αυτιά του βασιλέως Δομιτιανού (ο οποίος βασίλευε κατά το 82 μ.Χ.). Ο Δομιτιανός τότε έστειλε να φέρουν μπροστά του τον Απόστολο Ιωάννη, μαζί με τον αφοσιωμένο ακόλουθο και μαθητή του, τον Άγιο Πρόχορο.
Και αφού δια των ερωτήσεων που τους έκανε αντιλήφθηκε τη σταθερότητα που έδειχναν στην πίστη τους, τους υπέβαλε σε βασανιστήρια, από τα οποία Θαυματουργικώς και πάλι εξήλθαν σώοι και αβλαβείς. Μετά απ’αυτά διατάζει να εξοριστούν στο νησί της Πάτμου. Ο Ιωάννης όμως είχε ήδη πληροφορηθεί σε Όραμα από τον Κύριο, πως θα εξορισθεί σε νησί που έχει πολύ μεγάλη ανάγκη της δικής του παρουσίας.
Πλέοντας προς το νησί ο Ιωάννης συνέχισε να Θαυματουργεί, ανασταίνοντας κάποιον στρατιώτη που είχε πεθάνει, θεραπεύοντας κάποιον άλλον που κινδύνευε να πεθάνει και μεταβάλλοντας την τρικυμία της θάλασσας σε γαλήνη. Το αποτέλεσμα ήταν όλοι οι σωματοφύλακες του βασιλέως να πιστέψουν στον Χριστό και να Βαπτισθούν.
Όμως και στο νησί τα Θαύματά του ακολουθούσαν το ένα μετά το άλλο, φθάνοντας σε σημείο να οδηγηθεί στην Πίστη (ανάμεσα σε πολλούς άλλους) και ο Ανθύπατος, ο άρχοντας της χώρας της Πάτμου, ο οποίος και αυτός Βαπτίσθηκε Χριστιανός.
Αφού συνεχίσθηκαν αυτά για όλα τα επόμενα χρόνια, φθάνουμε στο 95 μ.Χ., όπου παρουσιάζεται στον αγαπημένο Του μαθητή Ιωάννη ο Κύριος Ιησούς μέσα σε ένα σπήλαιο του νησιού, αποκαλύπτοντάς του φοβερά γεγονότα και εικόνες που πρόκειται να συμβούν μέχρι και την Ημέρα της Δευτέρας Παρουσίας Του στη γη. Ο Ιωάννης τα μεταφέρει υπαγορεύοντάς τα στον Πρόχορο και εκείνος τα καταγράφει με κάθε λεπτομέρεια. Η συγγραφή της Ιεράς Αποκαλύψεως, γινόταν πράξη.
Δύο χρόνια αργότερα, το 97 μ.Χ., ήρθαν βασιλικά γράμματα στην Πάτμο που καλούσαν τον Άγιο Ιωάννη από την εξορία. Και ενώ ο Ιωάννης ήθελε να αποχωρήσει για να επιστρέψει στην Έφεσο, οι Χριστιανοί της Πάτμου θρηνούσαν διότι δεν ήθελαν να χάσουν έναν τέτοιον καλό Ποιμένα. Του ζήτησαν λοιπόν να γράψει σε ένα βιβλίο τους λόγους του, σχετικά με τον Χριστό και το Θείο Έργο Του για τη Σωτηρία του κόσμου.
Εκείνος υπάκουσε στο δίκαιο αυτό αίτημά τους και αφού παρακινήθηκε από τον Κύριο, νήστεψε τρεις μέρες μαζί και με τους άλλους Χριστιανούς, που τον βοηθούσαν με την προσευχή τους. Έπειτα ανέβηκαν μαζί με τον Πρόχορο στο βουνό και ανέβασε όλη τη σκέψη του στον Θεό. Και το Θαύμα δεν άργησε να γίνει. Αμέσως ακούγονται βροντές και αστραπές φοβερές, κινείται όλο το βουνό, τόσο ώστε ο Πρόχορος πέφτει στη γη με το πρόσωπο και γίνεται σα νεκρός. Ο Ιωάννης όμως δεν φοβάται και στέκεται όρθιος.
Τότε ακούστηκε μία βροντερή φωνή που έλεγε «εν αρχή ην ο Λόγος, και ο Λόγος ην προς τον Θεόν και Θεός ην ο Λόγος», την πρώτη φράση δηλαδή του «Κατά Ιωάννην Ευαγγελίου». Τη φράση αυτήν καθώς επίσης και ολόκληρο το Ευαγγέλιό του, μετέφερε στον Πρόχορο (ο οποίος και το έγραψε) αφού τον σήκωσε από το χέρι και του έδιωξε κάπως τον φόβο. Και αφού τελείωσε τη συγγραφή του Ευαγγελίου, το παρέδωσε στους Χριστιανούς που το ζήτησαν και από εκεί διαδόθηκε σε όλο τον κόσμο.
Αξίζει εδώ να αναφερθεί πως το «Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον», θεωρείται το Θεολογικότερο όλων των Ευαγγελίων. Δικαίως λοιπόν η Εκκλησία μας, απένειμε στον Ιωάννη την προσωνυμία του Θεολόγου.
Την ίδια χρονιά (το 97 μ.Χ. δηλαδή), επίσης στην Πάτμο, έγραψε και τις τρεις Καθολικές Επιστολές του, οι οποίες υπάρχουν μέσα στην Καινή Διαθήκη.
Αφού έφυγε από την Πάτμο, επισκέφθηκε διάφορες πόλεις της Μικράς Ασίας (περνώντας για λίγο και από την Έφεσο, όπου δίδαξε και τακτοποίησε καλά τα Εκκλησιαστικά πράγματα), Θαυματουργώντας και χειροτονώντας Επισκόπους σε αυτές. Στο τέλος, επέστρεψε πάλι στην Έφεσο.
Έχοντας κάνει αναρίθμητα Θαύματα και έχοντας επιστρέψει αμέτρητα πλήθη απίστων από διάφορα έθνη στην Αγία Πίστη του Χριστού, το τελευταίο διάστημα της ζωής του το πέρασε στο σπίτι του Δόμνου (που είχε αναστήσει πριν από χρόνια), ενώ μαζί του ήταν και οι επτά μαθητές του.
Το 101 μ.Χ., ήρθε η ώρα της αναχώρησής του από αυτήν τη ζωή και για τον λόγο αυτό, έφυγε μαζί με τους μαθητές του από το σπίτι εκείνο και κατευθύνθηκαν σε έναν άλλον τόπο. Ήταν πρωΐ και αφού τους παρήγγειλε να καθίσουν σε ένα σημείο, εκείνος προχώρησε μπροστά σε μικρή απόσταση και προσευχήθηκε.
Έπειτα, αφού επέστρεψε, πρόσταξε τους μαθητές του να σκάψουν τη γη σε σχήμα Σταυρού, τόσο μόνο όσο ήταν το μέτρο του σώματός του. Και αφού ξάπλωσε μέσα σε εκείνον τον σκαμμένο τόπο, αποχαιρέτησε τους μαθητές του που έκλαιγαν και είπε: «Σύρετε το χώμα της γης που είναι μητέρα μου και με αυτό σκεπάστε με».
Τότε ο Ιωάννης, παρέδωσε το πνεύμα του. Εκείνοι, αφού τον ασπάσθηκαν και τον αποχαιρέτησαν σκέπασαν το σώμα του μέχρι τα γόνατα. Στη συνέχεια, αφού τον ασπάσθηκαν πάλι τον σκέπασαν μέχρι το λαιμό. Και ύστερα, αφού για τρίτη φορά τον ασπάσθηκαν, έβαλαν πάνω στο Ιερό του πρόσωπο ένα μανδήλι. Και έτσι, κλαίγοντας πικρά, σκέπασαν όλο το σώμα του. Τότε ανέτειλε και ο ήλιος.
Αφού έκλαψαν οι μαθητές διότι έμειναν ορφανοί από τον δάσκαλό τους, γύρισαν στην πόλη και διηγήθηκαν τα σχετικά με την κοίμηση του Αποστόλου Ιωάννη. Οι άλλοι αδελφοί όταν τα άκουσαν αυτά, πήγαν στον τάφο του και αφού έσκαψαν δεν βρήκαν τίποτε. Το νεκρό σώμα του Ιωάννη αναλήφθηκε από τον Κύριο στα Άνω Βασίλεια για να μη γνωρίσει φθορά, όπως ακριβώς συνέβη και με το σώμα της Παναγίας μας. Η Μετάσταση του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου από τη γη της Εφέσου στους Ουρανούς, είχε πραγματοποιηθεί.
Ο Ιωάννης καθιερώθηκε στη συνείδηση όλων ως ο Ευαγγελιστής της αγάπης. Όχι μόνο γιατί αναφέρεται συνεχώς στην αγάπη, αλλά κυρίως γιατί την βίωνε και την εξέφραζε. Εκείνο δε που διαρκώς έλεγε στους μαθητές του, ήταν: «Παιδιά μου, να αγαπάτε ο ένας τον άλλο».
Η Εκκλησία μας τιμά τη Μνήμη του Αγίου Ιωάννη του Ευαγγελιστή και Θεολόγου στις 26 Σεπτεμβρίου, εορτάζοντας την Ιερή Μετάστασή του, ενώ στις 8 Μαΐου εορτάζει το Θαύμα της ανάδυσης Θαυματουργικής σκόνης από τον τάφο του, μέσω της Επενέργειας του Αγίου Πνεύματος, την οποία οι ντόπιοι αποκαλούσαν «επίγειο μάννα».

Μετάσταση Ιωάννου του Θεολόγου



Το Ευαγγέλιο και το Αποστολικό Ανάγνωσμα της εορτής 
η απόδοσή τους στην νεοελληνική 
και κήρυγμα επί του Ευαγγελίου.
  
Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο

Κεφ.  19, χωρία 25 έως 27 και Κεφ. 21, χωρία 24 έως 25

ΙΘ΄ \ 25 Οἱ μὲν οὖν στρατιῶται ταῦτα ἐποίησαν. εἱστήκεισαν δὲ παρὰ τῷ σταυρῷ τοῦ ᾿Ιησοῦ ἡ μήτηρ αὐτοῦ καὶ ἡ ἀδελφὴ τῆς μητρὸς αὐτοῦ, Μαρία ἡ τοῦ Κλωπᾶ καὶ Μαρία ἡ Μαγδαληνή. 26 ᾿Ιησοῦς οὖν ἰδὼν τὴν μητέρα καὶ τὸν μαθητὴν παρεστῶτα ὃν ἠγάπα, λέγει τῇ μητρὶ αὐτοῦ· γύναι, ἴδε ὁ υἱός σου. 27 εἶτα λέγει τῷ μαθητῇ· ἰδοὺ ἡ μήτηρ σου. καὶ ἀπ' ἐκείνης τῆς ὥρας ἔλαβεν ὁ μαθητὴς αὐτὴν εἰς τὰ ἴδια.

ΚΑ΄\  24 Οὗτός ἐστιν ὁ μαθητὴς ὁ μαρτυρῶν περὶ τούτων καὶ γράψας ταῦτα, καὶ οἴδαμεν ὅτι ἀληθής ἐστιν ἡ μαρτυρία αὐτοῦ. 25 ἔστι δὲ καὶ ἄλλα πολλὰ ὅσα ἐποίησεν ὁ ᾿Ιησοῦς, ἅτινα ἐὰν γράφηται καθ' ἕν, οὐδὲ αὐτὸν οἶμαι τὸν κόσμον χωρῆσαι τὰ γραφόμενα βιβλία. ἀμήν.

ΑΠΟΔΟΣΗ
Οι στρατιώται λοιπόν αυτά έκαναν. Κοντά στο σταυρό του Ιησού στέκονταν η μητέρα του και η αδελφή της μητέρας του, η Μαρία η σύζυγος του Κλωπά και Μαρία η Μαγδαληνή.
Όταν είδε ο Ιησούς την μητέρα του και τον μαθητή πού αγαπούσε, να στέκεται κοντά της, είπε στη μητέρα του: «Γυναίκα, να ο υιός σου». Έπειτα λέγει στο μαθητή: «Να η μητέρα σου».
Και άπ' εκείνη την ώρα την πήρε ο μαθητής στο σπίτι του. Αυτός είναι ο μαθητής πού μαρτυρεί γι' αυτά και τα έγραψε και ξέρουμε πώς η μαρτυρία του είναι αληθινή.
Υπάρχουν και πολλά άλλα πού έκανε ο Ιησούς, πού αν γραφούν το καθένα, νομίζω πώς ούτε αυτός ο
κόσμος δεν θα χωρούσε τα βιβλία, πού θα γράφονταν. Αμήν.


Από την Α΄ Επιστολή του Ιωάννη

Κεφ. 4, χωρία 12 έως 19

Δ΄\ 12 Θεὸν οὐδεὶς πώποτε τεθέαται· ἐὰν ἀγαπῶμεν ἀλλήλους, ὁ Θεὸς ἐν ἡμῖν μένει καὶ ἡ ἀγάπη αὐτοῦ τετελειωμένη ἐστὶν ἐν ἡμῖν. 13 ἐν τούτῳ γινώσκομεν ὅτι ἐν αὐτῷ μένομεν καὶ αὐτὸς ἐν ἡμῖν, ὅτι ἐκ τοῦ Πνεύματος αὐτοῦ δέδωκεν ἡμῖν. 14 Καὶ ἡμεῖς τεθεάμεθα καὶ μαρτυροῦμεν ὅτι ὁ πατὴρ ἀπέσταλκε τὸν υἱὸν σωτῆρα τοῦ κόσμου. 15 ὃς ἂν ὁμολογήσῃ ὅτι ᾿Ιησοῦς ἐστιν ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ Θεὸς ἐν αὐτῷ μένει καὶ αὐτὸς ἐν τῷ Θεῷ. 16 καὶ ἡμεῖς ἐγνώκαμεν καὶ πεπιστεύκαμεν τὴν ἀγάπην ἣν ἔχει ὁ Θεὸς ἐν ἡμῖν. ῾Ο Θεὸς ἀγάπη ἐστί, καὶ ὁ μένων ἐν τῇ ἀγάπῃ ἐν τῷ Θεῷ μένει καὶ ὁ Θεὸς ἐν αὐτῷ. 17 ᾿Εν τούτῳ τετελείωται ἡ ἀγάπη μεθ᾿ ἡμῶν, ἵνα παρρησίαν ἔχωμεν ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῆς κρίσεως, ὅτι καθὼς ἐκεῖνός ἐστι, καὶ ἡμεῖς ἐσμεν ἐν τῷ κόσμῳ τούτῳ. 18 φόβος οὐκ ἔστιν ἐν τῇ ἀγάπῃ, ἀλλ᾿ ἡ τελεία ἀγάπη ἔξω βάλλει τὸν φόβον, ὅτι ὁ φόβος κόλασιν ἔχει, ὁ δὲ φοβούμενος οὐ τετελείωται ἐν τῇ ἀγάπῃ. 19 ῾Ημεῖς ἀγαπῶμεν αὐτόν, ὅτι αὐτὸς πρῶτος ἠγάπησεν ἡμᾶς.

ΑΠΟΔΟΣΗ

Τον Θεό δεν τον έχει ιδεί κανείς ποτέ. Αν αγαπάμε ο ένας τον άλλο, ο Θεός μένει μέσα μας και η αγάπη του έγινε μέσα μας τελεία.
Και τούτο ξέρουμε πώς μένουμε σ' αυτόν και αυτός σε μας, γιατί μας έδωσε από το πνεύμα του.
Κι εμείς έχουμε ιδεί και μαρτυρούμε πώς ο Πατέρας έστειλε τον Υιό Σωτήρα του κόσμου. Όποιος ομολογήσει πώς ο Ιησούς Χριστός είναι ο Υιός του Θεού, ο Θεός μένει σ' αυτόν και αυτός στο Θεό.
Εμείς γνωρίσαμε και πιστεύσαμε στην αγάπη, πού έχει ο Θεός για μας. Ο Θεός είναι αγάπη και όποιος μένει στην αγάπη μένει στο Θεό και ο Θεός μένει σ' αυτόν.
Γι΄ αυτό τον σκοπό έχει γίνει σ' εμάς τελεία η αγάπη: για να έχουμε παρρησία στην ήμερα της κρίσεως, γιατί καθώς είναι εκείνος σ' αυτό τον κόσμο, είμαστε κι εμείς.
Φόβος δεν υπάρχει στην αγάπη, αλλά η ολοκληρωμένη αγάπη διώχνει τον φόβο, γιατί ο φόβος προσφέρει τιμωρία, και εκείνος πού φοβάται δεν είναι ολοκληρωμένος στην αγάπη.
Εμείς αγαπάμε τον Θεό, γιατί αυτός πρώτος μας αγάπησε.

zoiforos.gr

Βίος καὶ Πολιτεία τῆς Ὁσίας Μητρὸς ἡμῶν Εὐφροσύνης



Συναξάριον.

Τῇ ΚΕ´ τοῦ αὐτοῦ μηνὸς μνήμη τῆς ὁσίας Μητρὸς ἡμῶν Εὐφροσύνης, θυγατρὸς Παφνουτίου τοῦ Αἰγυπτίου.

Στίχοι.

Τὸ θῆλυ κρύπτεις ἀνδρικῶς, Εὐφροσύνη,
Καὶ κρυπτὰ τὸν βλέποντα Δεσπότην βλέπεις.
Εἰκάδα Εὐφροσύνη κατὰ πέμπτην πότμον ὑπέστη.
Ἡ τὴν φύσιν λαθοῦσα καὶ τερπνὰ βίου,
Κλῆσιν Σμάραγδος, τὸν δὲ νοῦν Εὐφροσύνη,
Λιποῦσα πᾶσαν τοῦ βίου φαντασίαν,
Ἀνδρῶν μοναστῶν ἀγαπήσασα βίον,
Εὐνοῦχος ὥσπερ βασιλικῶν δωμάτων,
Ἐν ἀνδρικῷ σχήματι γνωστὸς οὐδόλως,
Μονῇ προσῆλθε, καὶ θέλημα καὶ τρίχας
Ἐκδοῦσα, καὶ σπεύδουσα λαθεῖν πατέρα.
Καὶ εὖ τυχοῦσα τοῦ ποθουμένου, πόσοις
Κόποις, πόνοις τε καὶ προσευχαῖς συντόνοις,
Τὸ μαλακὸν τέτηκε δεινῶς σαρκίον,
Ἅπαντας ἐκπλήττουσα τῇ κακουχίᾳ.
Οὐκ ἔστιν εἰπεῖν, ἀδυνατεῖ καὶ λόγος.
Ὢ πῶς λαθοῦσα πατέρα, πρᾶγμα ξένον!
Καλὴ θυγάτηρ, τῶν μοναστῶν ἐν μέσῳ
Τρέχουσα, λίθος ὡς σμάραγδος εὑρέθη·
Πολλὴ γὰρ ἡ ζήτησις ἐκ τῶν ἰδίων,
Πατρὸς βρύχοντος ἐκ πόνου τῆς καρδίας,
Τῆς Εὐφροσύνης τὴν μακρὰν ἐκδημίαν,
Τριπλῇ δεκάδι πρὸς ὀκτώ, φεῦ! χρόνοις,
Ὄρη, βάραθρα καὶ τόπου ἐρημίας
Περιπολοῦντος καὶ στένοντος ἐκ βάθους.
Ἀλλ᾿ ὁ Σμάραγδος αὐτός, ἡ Εὐφροσύνη,
Ὦ Πάτερ, εἰπὼν τὸν τελευταῖον λόγον,
Ὡς ἐμπόρευμα τῶν μακρῶν λαβὼν κόπων,
Τῶν οὐρανῶν γέγηθε τῇ μεταστάσει.
Κἀκεῖνος, ὥσπερ ἐκπλαγείς, φεῦ τοῦ πάθους!
Πέπτωκεν εἰς γῆν ὥσπερ ἄψυχος νέκυς.
Ἄκουσμα καὶ γὰρ παράδοξον καὶ ξένον
Ἤκουσεν ὄντως· τί γὰρ ἄλλο καὶ πάθοι;
Καὶ λοιπὸν ἀφεὶς καὶ βίον καὶ πατρίδα,
Καὶ ζῆλον ὥσπερ αἰνετῶν παιδὸς πόνων
Ἐνθεὶς ἑαυτῷ καὶ πόθου δείξας φλόγα,
Διάδοχος βίου τε ὡς πατὴρ τέκνου
Γεγώς, μετέστη πρὸς μονὰς οὐρανίους.

Στίχοι.

Τὴν γυναικεία σου φύση κρύβεις Εὐφροσύνη μὲ ὄψη ἄνδρα,
καὶ μὲ τὰ μάτια τῆς ψυχῆς σου βλέπεις τὸν Δεσπότη ποὺ βλέπει τὰ πάντα.
Τὴν εἰκοστὴ πέμπτη ἡμέρα ἡ Εὐφροσύνη παρέδωσε τὸ πνεῦμα.
Αὐτὴ ποὺ παρέβλεψε φύση καὶ ἀπολαύσεις τῆς ζωῆς,
Σμάραγδος στὸ ὄνομα καὶ στὸ νοῦ Εὐφροσύνη,
ἐγκατέλειψε κάθε εἴδωλο τῆς ζωῆς
καὶ ἀγάπησε το βίο τῶν μοναχῶν.
Ἕνας εὐνοῦχος σὰν σὲ παλάτι βασιλικό,
μὲ ὄψη ἄντρα, ἐντελῶς ἄγνωστος,
προσῆλθε στὴν μονὴ, ἀπέβαλε θέλημα καὶ τὰ μαλλιά,
κρύφτηκε ἀπὸ τὸν πατέρα της
καὶ πέτυχε αὐτὸ ποὺ ποθοῦσε μὲ πόσους
κόπους καὶ μόχθους καὶ ἔντονες προσευχές·
ἔλειωσε τὴν τρυφερή της σάρκα
ἐκπλήσσοντας ὅλους μὲ τὴν κακοπάθεια.
Τὸ πῶς; Ἀδύνατον νὰ πεῖ καὶ νὰ τὸ ἐκφράσει κάποιος.
Πῶς κρύφτηκες ἀπὸ τον πατέρα, παράξενο πρᾶγμα!
Κόρη καλή, ποὺ τρέχει ἐν μέσῳ τῶν μοναχῶν,
μιὰ πέτρα ποὺ ἔγινε σμαράγδι.
Ἦταν πολλὴ ἡ ἀναζήτηση ἀπὸ τοὺς δικούς της·
στέναζε ἡ καρδιὰ τοῦ πατέρα της, σωστὴ βροντή,
γιὰ τὴν μακρινὴ φυγὴ τῆς Εὐφροσύνης·
τριάντα ὀχτὼ χρόνια, ἀλλοίμονον,
στὰ ὄρη, στὶς χαράδρες καὶ στὶς ἐρημίες,
περπατοῦσε ἀναστενάζοντας βαθειά.
Ἀλλὰ ὁ Σμάραγδος ὁ ἴδιος, ἡ Εὐφροσύνη,
μὲ τελευταῖο στὰ λόγια της τὸ «Πατέρα μου»,
ἀνέλαβε τοὺς μεγάλους κόπους σὰν νὰ ᾿ταν ἐμπόρευμα,
καὶ εὐφράνθηκε γιὰ τὴν μετάστασή της στοὺς οὐρανούς.
Κι ἐκεῖνος, σαστισμένος, ἀλλοίμονο στὴν ἀδυναμία,
ἔπεσε στὴ γῆ σὰν ἄψυχος νεκρός.
Διότι ἄκουσμα παράδοξο καὶ ἀλλόκοτο
ἄκουσε πράγματι· τί ἄλλο θὰ μποροῦσε νὰ πάθει;
Ἐγκατέλειψε λοιπὸν ζωὴ καὶ πατρίδα,
ἔβαλε μέσα του ζῆλο σὰν τοῦ παιδιοῦ του
τοὺς ἀξιέπαινους κόπους, ἔδειξε φλογερὸ πόθο
καὶ ὡς πατέρας ποὺ τὸ βίο τοῦ παιδιοῦ του
κληρονόμησε, μετέστη στὶς οὐράνιες κατοικίες.

ΒΙΟΣ ΤΗΣ ΟΣΙΑΣ ΕΥΦΡΟΣΥΝΗΣ

Ὁ βίος τῆς ἁγίας Εὐφροσύνης εἶναι θαυμαστὸς καὶ ὁ τρόπος τῆς ζωῆς της ἀσυνήθιστος. Ἀποτελεῖ ὑπόδειγμα πνευματικῆς ἀνδρείας, ἁγνείας καὶ σωφροσύνης.
Γεννήθηκε στὴν Ἀλεξάνδρεια τὸν 5ο αἰώνα μ. Χ. Ἦταν μοναχοκόρη καὶ πολὺ πλούσια. Ὁ ὑλικὸς πλοῦτος, εὐτυχῶς, δὲν κατόρθωσε νὰ τῆς σκληρύνῃ τὴν ψυχή, ὥστε νὰ γίνῃ φίλαυτη καὶ φιλάργυρη, ὅπως συμβαίνει τὶς περισσότερες φορές, ἀλλὰ ἦταν καὶ παρέμεινε φιλάνθρωπη καὶ ἐλεήμων. Οἱ γονεῖς της, ἄνθρωποι φιλόθεοι καὶ φιλάνθρωποι, κατάφεραν νὰ τῆς μεταδώσουν τὸν ἀληθινὸ πλοῦτο τῆς καρδιᾶς, δηλαδὴ νὰ τῆς ἐμπνεύσουν τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τοὺς ἀνθρώπους.
Σὲ ἡλικία δώδεκα ἐτῶν ἔμεινε ὀρφανὴ ἀπὸ μητέρα καὶ ὁ πατέρας της ἔδειξε μεγαλύτερο ζῆλο καὶ ἐπιμέλεια στὴν ἀνατροφή της. Ὅταν ἔγινε δεκαοκτὼ ἐτῶν θέλησε νὰ τὴν παντρέψῃ μὲ ἕναν νέο ὑψηλῆς κοινωνικῆς τάξης. Ἡ Εὐφροσύνη ὅμως εἶχε ἐκλέξει τὸν δρόμο τῆς κατὰ Χριστὸν παρθενίας καὶ ἡ ἀπόφασή της ἦταν σταθερὴ καὶ ἀμετάκλητη. Γι᾿ αὐτὸ κάποια ἡμέρα, ἀφοῦ μοίρασε τὰ ὑπάρχοντά της στοὺς πτωχοὺς ἔφυγε κρυφά, καὶ γιὰ νὰ μὴ τὴν ἀνακαλύψῃ ὁ πατέρας της καὶ τὴν ὑποχρεώσῃ νὰ ἐπιστρέψῃ στὸν κόσμο καὶ νὰ παντρευτῇ παρὰ τὴν θέλησή της, μεταμφιέστηκε καὶ ἐγκαταβίωσε σὲ ἀνδρικὸ μοναστήρι παρουσιαζομένη ὡς εὐνοῦχος μὲ τὸ ὄνομα Σμάραγδος. Ἔζησε στὸ ἀνδρικὸ μοναστήρι τριανταοκτὼ ὁλόκληρα χρόνια χωρὶς κανεὶς νὰ καταλάβῃ τὸ παραμικρό.
Στὴν ἄσκηση καὶ τὴν ἀρετὴ ξεπέρασε κατὰ πολὺ τοὺς συμμοναστάς της μὲ ἀποτέλεσμα ὅλοι νὰ θαυμάζουν τὸν θεάρεστο τρόπο ζωῆς τοῦ Σμάραγδου καὶ ἀρκετοὶ νὰ ἀγωνίζονται νὰ τὸν μιμηθοῦν. Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης θαυμάζοντας τὴν ἀγγελομίμητη ζωή της, γράφει: «Ἠδυνήθη νὰ ἀστράψῃ μεταξὺ τῶν ἀνδρῶν μὲ τὰς ἀρετάς, καθὼς καὶ ὁ πολύτιμος λίθος σμάραγδος ἀστράπτει ἀνάμεσα εἰς τοὺς ἄλλους λίθους. Ὄντως σμάραγδος ἐφάνη ἡ μακαρία αὕτη Εὐφροσύνη...».
Οἱ γονεῖς πολλὲς φορές, ἴσως ἀπὸ ὑπερβολικὴ ἀγάπη, ποὺ σίγουρα δὲν εἶναι τελείως ἀπαλλαγμένη ἀπὸ τὴν φιλαυτία, ἐπιμένουν νὰ ἐπιβάλουν στὰ παιδιὰ τοὺς τὶς δικές τους ἀποφάσεις, τὶς ὁποῖες λαμβάνουν ἐκεῖνοι γιὰ λογαριασμὸ τῶν παιδιῶν τους. Ἡ δικαιολογημένη ἀντίδραση τῶν παιδιῶν, κάποιες φορὲς μάλιστα δυναμικὴ καὶ μὲ στοιχεῖα ὑπερβολῆς, δημιουργεῖ οἰκογενειακὲς συγκρούσεις μὲ κοινωνικὲς προεκτάσεις. Ἡ ἀληθινὴ ἀγάπη εἶναι συνδεδεμένη μὲ τὴν ἐλευθερία καὶ τὸ ἀντίθετο· ἄλλωστε, ἡ ἀγάπη χωρὶς τὴν ἐλευθερία εἶναι δικτατορία, ἀλλὰ καὶ ἡ ἐλευθερία χωρὶς τὴν ἀληθινὴ ἀγάπη εἶναι ἀναρχία.
Ἡ ἁγία Εὐφροσύνη δὲν ἔπαψε νὰ ἀγαπᾷ ἀληθινὰ τὸν πατέρα της καὶ νὰ προσεύχεται γι᾿ αὐτόν. Ὅταν κατάλαβε ὅτι πλησιάζει τὸ τέλος τῆς ἐπίγειας ζωῆς της ζήτησε νὰ τὸν συναντήσῃ. Ἐν τῷ μεταξὺ εἶχε γίνει καὶ αὐτὸς μοναχὸς στὸ ἴδιο μοναστήρι χωρὶς νὰ τοῦ περνᾷ ποτὲ ἀπὸ τὸ μυαλὸ ὅτι θὰ συναντοῦσε ἐκεῖ τὴν κόρη του. Κατὰ τὴν συνάντηση αὐτὴ μαθεύτηκε τὸ μυστικό της καὶ τὸ πραγματικό της ὄνομα. Ἐδῶ ἀξίζει νὰ σημειωθῆ ὅτι ὁ Παφνούτιος, ὁ πατέρας της, εἶναι καὶ αὐτὸς ἅγιος καὶ ὅτι πατέρας καὶ κόρη γιορτάζουν τὴν ἴδια ἡμέρα.
Μέσα στὸ ἀνδρικὸ Μοναστήρι ἔκανε ὑπεράνθρωπον ἀγώνα γιὰ νὰ ζήσῃ κατὰ Χριστόν. Ἔπρεπε συνεχῶς νὰ προσποιῆται, ἀλλὰ καὶ νὰ καταβάλῃ μεγάλους κόπους, ὥστε νὰ μὴν ὑστερήσῃ στὴν ἄσκηση καὶ τὶς πνευματικὲς ἐπιδόσεις ἀπὸ τοὺς συμμοναστάς της. Καὶ πραγματικά, ὅπως ἀναφέρει ὁ ἱερὸς ὑμνογράφος, ἀπέρριψε τὸ χαῦνον τοῦ θήλεος καὶ ἀπέκτησε ἀνδρικό, δηλαδὴ ἀνδρεῖο, φρόνημα. Ἔτσι μπόρεσε νὰ ξεπεράσῃ τὶς δυσκολίες, νὰ νικήσῃ τοὺς ποικίλους πειρασμοὺς καὶ νὰ ζήση «μὲ τὴν ἄφθαρτον ἁγνείαν καὶ σωφροσύνην, τὴν ὁποίαν κατακτοῦν φθαρτοὶ ἄνθρωποι διὰ καμάτων καὶ ἱδρώτων» (Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης).
Πράγματι, ἡ ἁγνότητα καὶ ἡ σωφροσύνη ἀποκτοῦνται μὲ πολλοὺς κόπους καὶ ἱδρῶτες. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης, στὸ θαυμάσιο βιβλίο του ποὺ ὀνομάζεται «Κλίμαξ», ἀφιερώνει ἕναν λόγο στὴν ἁγνότητα καὶ τὴν σωφροσύνη, ὅπου μεταξὺ τῶν ἄλλων, ἀναφέρει: «Ἁγνεία σημαίνει ἀπόκτηση τῆς ἀσωμάτου φύσεως. Ἁγνεία σημαίνει ζηλευτὸς οἶκος τοῦ Χριστοῦ καὶ ἐπίγειος οὐρανὸς τῆς καρδιᾶς. Ἁγνεία σημαίνει ὑπερφυσικὴ ἀπάρνηση τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, μία ἀληθινὰ παράδοξη ἅμιλλα σώματος θνητοῦ καὶ φθαρτοῦ πρὸς τοὺς ἀσωμάτους ἀγγέλους. Ἁγνὸς εἶναι ἐκεῖνος ποὺ μὲ τὸν ἕνα ἔρωτα (τὸν θεϊκό), ἀπέκρουσε τὸν ἄλλο ἔρωτα (τὸν σαρκικό), καὶ ἔσβησε τὸ ὑλικὸ μὲ τὸ ἄϋλο πῦρ. Σωφροσύνη σημαίνει γενικὴ ὀνομασία ὅλων τῶν ἀρετῶν. Σώφρων εἶναι ἐκεῖνος ποὺ καὶ κατὰ τὸν ὕπνο δὲν αἰσθάνεται καμμία σαρκικὴ κίνηση ἢ ἀλλοίωση τῆς καταστάσεώς του. Σώφρων εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ἀπέκτησε τελεία ἀναισθησία ὡς πρὸς τὴν διαφορὰ τοῦ φύλου. Αὐτὸς εἶναι ὁ κανὼν καὶ ὁ ὅρος τῆς τελείας καὶ πανάγνου ἁγνείας, τὸ νὰ συμπεριφέρεται κανεὶς παρόμοια καὶ πρὸς τὰ ἔμψυχα καὶ πρὸς τὰ ἄψυχα σώματα, καὶ πρὸς τὰ λογικὰ καὶ πρὸς τὰ ἄλογα».
Ἡ ἁγία Εὐφροσύνη μᾶς ὑπενθυμίζει, μεταξὺ τῶν ἄλλων, καὶ τὸ γεγονὸς ὅτι ἐὰν κάποιος ἐπιθυμῇ καὶ θέλῃ πραγματικὰ νὰ ζήσῃ κατὰ Χριστόν, δὲν ὑπάρχει τίποτα στὸν κόσμο ποὺ νὰ μπορῇ νὰ τὸν ἀποτρέψῃ. Σίγουρα, θὰ συναντήσῃ πειρασμοὺς καὶ δυσκολίες, θὰ ἔλθη, ἴσως, ἀντιμέτωπος μὲ πρόσωπα καὶ καταστάσεις, ἐὰν ὅμως ἀγαπᾷ ἀληθινὰ τὴν πνευματικὴ ζωή, θὰ κάνη ὑπομονὴ καὶ θὰ φθάση στὸν σκοπό του, διότι ἡ ἀγάπη «πάντα ἐλπίζει, πάντα ὑπομένει», καὶ μηχανεύεται ἀπίθανους τρόπους γιὰ νὰ ἐκφραστῇ.
Γιὰ νὰ ζήσῃ κανεὶς μὲ ἁγνότητα καὶ σωφροσύνη χρειάζεται ἀσφαλῶς νὰ καταβάλῃ μεγάλους κόπους καὶ νὰ χύσῃ πολὺν ἱδρώτα. Οἱ Ἅγιοι μὲ τὸ φωτεινὸ παράδειγμά τους μᾶς βεβαιώνουν ὅμως ὅτι αὐτὴ ἡ ζωή, παρὰ τὶς δυσκολίες της, εἶναι ὑπέροχη. Καὶ κρύβει τέτοιες χαρές, ποὺ εἶναι ἐντελῶς ἀδύνατο καὶ νὰ τὶς φανταστοῦν ἀκόμη οἱ «ψυχικοὶ ἀνθρωποι».

ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥΗ ΟΣΙΑ ΜΗΤΗΡ ΗΜΩΝ ΕΥΦΡΟΣΥΝΗ ΚΑΙ Ο ΠΑΤΗΡ ΑΥΤΗΣ ΠΑΦΝΟΥΤΙΟΣ


Η ΟΣΙΑ ΜΗΤΗΡ ΗΜΩΝ ΕΥΦΡΟΣΥΝΗ ΚΑΙ Ο ΠΑΤΗΡ ΑΥΤΗΣ ΠΑΦΝΟΥΤΙΟΣ

«Η οσία Ευφροσύνη έζησε στην Αλεξάνδρεια, όταν αυτοκράτορας ήταν ο Θεοδόσιος ο Μικρός (408-450 μ.Χ.). Ήταν κόρη του Παφνουτίου, πλουσίου άρχοντα, ο οποίος, λόγω θανάτου της συζύγου του, ανέθρεψε τη μονάκριβη κόρη του με μεγάλη αγάπη και πίστη στον Θεό. Η οσία από μικρή θέλησε να αφιερωθεί στον Θεό, κάτι όμως που δεν κατάφερε, αφού  ο πατέρας της, όταν έγινε η κόρη του δεκαοκτώ ετών, την εμνήστευσε με πλούσιο και ευγενή νέο. Πριν από τους γάμους, η Ευφροσύνη εκμεταλλευόμενη την απουσία του πατέρα της σ’ ένα γνωστό του μοναστήρι, κούρεψε τα μαλλιά της, φόρεσε ανδρικά ρούχα και θέλησε   να ενταχτεί στη μοναστική γνωστή κοινότητα του πατέρα της, παρουσιαζόμενη ως  ευνούχος του βασιλιά. Ο ηγούμενος πράγματι την δέχτηκε ως καλόγερο, δίνοντάς την το όνομα Σμάραγδος. Από τότε αποδύθηκε σε σκληρότατους ασκητικούς αγώνες, τέτοιους που υπερέβαλε σχεδόν όλους, γι’  αυτό και τα γυναικεία της χαρακτηριστικά αλλοιώθηκαν και έγιναν σκληροτράχηλα. Αργότερα, με τη σύμφωνη γνώμη του ηγουμένου, αποσύρθηκε σε κατά μόνας άσκηση, μακρύτερα από τη μονή, φτάνοντας εκεί σε μεγάλη ύψη αγιότητας. Ο πατέρας της που την αναζητούσε με πολύ πόνο διαρκώς, ήταν απαρηγόρητος, ενώ η Ευφροσύνη, μετά από τριάντα οχτώ χρόνια άσκησης αρρώστησε, οπότε και η οσία θέλησε να αποκαλυφθεί στον πατέρα της, προγνωρίζοντας τον θάνατό της. Η αποκάλυψη υπήρξε ιδιαιτέρως συγκινητική για τον Παφνούτιο, βλέποντας την κόρη του σε τέτοιο ύψος αγιασμού, αλλά αμέσως εκείνη πέθανε. Ο Παφνούτιος θέλησε έκτοτε να μονάσει στο κελλί της Ευφροσύνης, και μετά δεκαετία άσκησης, άφησε κι εκείνος εκεί την τελευταία του πνοή».  
Δεν πρόλαβε να «στεγνώσει η μελάνη», καθώς λέγανε παλιά,  από την αναφορά μας στην αγία Θέκλα, η οποία άφησε τον επίγειο μνηστήρα της χάριν του επουρανίου, και πρόβαλε άλλη αγία, η οσία Ευφροσύνη, η οποία και αυτή προτίμησε τον Κύριο Ιησού Χριστό από την αγάπη του υποψηφίου άνδρα της. Και στις δύο περιπτώσεις βρισκόμαστε μπροστά σε υπέρμετρη αγάπη προς τον Χριστό, σε βαθύ πόθο για τον ουράνιο Δημιουργό, τέτοιο που κάθε τι επίγειο θεωρείται πολύ δεύτερο και κατώτερο. Όχι διότι, όπως εξηγήσαμε, η επίγεια αγάπη, και μάλιστα των δύο φύλων, θεωρείται κάτι κακό και αρνητικό, αλλά διότι εκεί που θα έλθει η ιδιαίτερη χάρη αφιέρωσης στον Θεό, η μεγάλη αγάπη προς Αυτόν, όλες οι άλλες αγάπες κατ’  ανάγκην υποχωρούν. Όπως συμβαίνει μπροστά στον ήλιο να μη φαίνεται το φως ενός φανού ή ενός σπίρτου, κατά τον ίδιο τρόπο μπροστά στο ήλιο της αγάπης του Θεού φαίνεται να «σβήνει» το φως της ανθρώπινης αγάπης. Γι’  αυτό και ο υμνογράφος, βλέποντας τη φωτιά που έκαιγε την καρδιά της Ευφροσύνης, φωτιά πλήρους αφιέρωσης στον Θεό, ήδη από πολύ μικρή ηλικία, αφενός τον βίο της οσίας μάς τον προσφέρει σε μορφή ποιητική – ο πεζός λόγος δεν του επαρκεί - αφετέρου  καταλαβαίνει ότι ο βίος αυτός προκαλεί θετικά , δηλαδή προς δοξολογία Θεού, και τους απλούς πιστούς και τους οσίους της Εκκλησίας, αλλά και τους ίδιους τους αγγέλους: «Λαμπρύνει τα των πιστών ενθέως συστήματα, η λαμπρά σου μνήμη και αξιέπαινος, θέλγει των οσίων τους χορούς, Αγγέλους επευφραίνει». Κι αυτό γιατί η οσία έζησε «ώσπερ άγγελος».
Εκείνο που είναι ιδιαιτέρως σημαντικό στο βίο της οσίας είναι το γεγονός ότι δεν δίστασε να «μετασχηματιστεί», να μεταμφιεστεί δηλαδή σε άνδρα, προκειμένου να ζήσει την σκληρή ασκητική ζωή των ανδρών. Ξεπέρασε δηλαδή τη γυναικεία φύση της η Ευφροσύνη, αλλά με ταυτόχρονη υπέρβαση και άλλων ανθρωπίνων στοιχείων, όπως της αγάπης προς τον πατέρα της, όπως της συναισθηματικής ανταπόκρισης στον έρωτα ενός νέου ανθρώπου.  Υποκλινόμαστε κυριολεκτικά μπροστά στην «ατσάλινη» θέλησή της, η οποία συνεργαζόταν με απόλυτη υπακοή  με το θέλημα του Θεού. Αυτή η ευθύτητά της, η χωρίς καμία απολύτως παρέκκλιση απόβλεψή της στον Κύριο, θυμίζει την ευθύτητα της οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας, μετά τη μεταστροφή της από τον αμαρτωλό τρόπο ζωής. Με τη διαφορά ότι η οσία Μαρία είχε ζήσει την αμαρτία και είχε εισπράξει το τίμημα της κατάντιας και της θλίψης που φέρνει αυτή. Η οσία Ευφροσύνη όμως δεν είχε εμπειρία τέτοιου τρόπου ζωής, γι’  αυτό και ίσως είναι πιο αξιοθαύμαστη στο σημείο αυτό και από την οσία Μαρία. Κι αυτή η μεταμφίεσή της αποκαλύπτει βεβαίως και την αλήθεια ότι αν κανείς πράγματι αγαπά τον Θεό, θα κάνει τα πάντα προκειμένου να Τον ακολουθήσει. Κανένα εμπόδιο δεν θα μπορεί να σταθεί μπροστά του, για να ανακόψει την ευλογημένη πορεία του. Πόσο μας ελέγχει η αγάπη της αυτή, εμάς που πολύ εύκολα βρίσκουμε «επιχειρήματα», για να δικαιολογούμε τον εαυτό μας ότι είναι δύσκολη η βίωση της χριστιανικής ζωής. Δύσκολη ναι, αλλά όταν δεν υπάρχει η κινητήρια δύναμη, η αγάπη του Θεού.
Ο υμνογράφος όμως ήδη απαρχής επισημαίνει κι εκείνο το στοιχείο  που σχετίζεται με το όνομά της. «Μήτερ οσία, Ευφροσύνη αξιάγαστε, την όντως ευφροσύνην επιποθήσασα, την ταύτην προξενούσαν ώδευσας τρίβον». Οσία μητέρα, αξιοθαύμαστη Ευφροσύνη, επειδή πόθησες την πραγματική χαρά και ευφροσύνη, περπάτησες το δρόμο που φέρνει σ’  αυτήν. Η αγία Ευφροσύνη δηλαδή, μέσα από τους ασκητικούς αγώνες, τους σκληρούς και υπεράνθρωπους για μία μικρή και απαλή κόρη, βρήκε τον δρόμο για την αληθινή χαρά. Διότι η αληθινή χαρά, η ευφρόσυνη διάθεση της καρδιάς, δεν είναι θέμα διασκεδάσεων, περιδιαβάσματος του κόσμου με ταξίδια, απλών συναναστροφών, αποκτήσεως υλικών αγαθών, πράγματα που διαπιστώνουμε στους περισσοτέρους ανθρώπους. Μία τέτοια αναζήτηση χαράς δυστυχώς τις περισσότερες φορές προκαλεί περισσότερη θλίψη και δυσθυμία, παρά όντως φέρνει χαρά. Διότι λείπει Εκείνος που αποτελεί την πηγή της χαράς: ο ίδιος ο Θεός. Η αγία Ευφροσύνη από πολύ νωρίς κατενόησε ότι η σχέση με τον Θεό φέρνει την ευφροσύνη στην καρδιά του ανθρώπου. Και τον Θεό Τον βρίσκει κανείς, όταν στραφεί μέσα του, στο «έδαφος» της καρδιάς του. Σ’  αυτό το έδαφος όμως αναπτύσσονται και τα ζιζάνια της πονηρίας και της κακίας, γι’  αυτό και αν δεν τα εκριζώσει κανείς, με την προσευχή, την άσκηση, την τήρηση των αγίων εντολών του Θεού, αυτά θα αλώσουν την καρδιά και θα γίνουν περιεχόμενό της. Οπότε η θλίψη σ’  αυτήν την περίπτωση θα γίνει καθεστώς στον άνθρωπο. Η αγία Ευφροσύνη λοιπόν γίνεται οδηγός μας για την πραγματική ευφροσύνη μας και την ευγνωμονούμε γι’  αυτό. «Ταις αυτής και του πατρός της αγίαις πρεσβείαις, Χριστέ ο Θεός, ελέησον και σώσον ημάς».

Σάββατο 5 Σεπτεμβρίου 2015

Απολυτίκιο Θαύματος Αρχαγγέλου Μιχαήλ (Το εν Χώναις Θαύμα) - 6 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ

Αρχάγγελος Μιχαήλ - το εν Χώναις θαύμα

Το εν Χώναις Θαύμα του Αρχάγγελου Μιχαήλ (6 Σεπτεμβρίου)




Το εν Χώναις Θαύμα του Αρχάγγελου Μιχαήλ (6 Σεπτεμβρίου)
O μέγας Aρχιστράτηγος του Θεού Mιχαήλ, και προ της ενσάρκου οικονομίας, είχε ευσπλαγχνία στο ανθρώπινο γένος. Mετά δε την ενσάρκωση του Θεού Λόγου, ακόμη μεγαλύτερη ευσπλαγχνία και αγάπη έδειξε στους Xριστιανούς.
Η ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ: Ο Eυαγγελιστής Iωάννης ο Θεολόγος, κηρύττωντας το Eυαγγέλιον στα μέρη της Μικράς Ασίας, προφητικά είπε, ότι μετά από λίγο καιρόν στην περιοχή θα γινόταν μια νέα επισκοπή εξαιτίας της ξεχωριστής πρόνοιας του Αρχαγγέλου Mιχαήλ. Λίγα έτη μετά η περιοχή για την οποία προφήτευσε ο Ιωάννης, ανέβλυσε νερόν αγιάσματος μέσου της δύναμης του Aρχαγγέλου, το οποίο μάλιστα γιάτρευε κάθε ασθένεια. Ένας Xριστιανός, ευεργετηθείς υπό του Aρχαγγέλου, με το να γιατρευτεί η κόρη του από το αγίασμα αυτό, έκτισε εκεί ένα Nαόν εις το όνομα του Aρχιστρατήγου. Ακόμη έκτισε και επάνω εις το αγίασμα μίαν σκέπη περικαλλή και πολυέξοδο.

Ο ΆΡΧΙΠΠΟΣ: Ενενήντα χρόνια αργότερα, πήγε στον Nαό του Aρχαγγέλου ένας θεοφιλής και ευλαβής νέος, ονόματι Άρχιππος, καταγόμενος από την Iεράπολη της Φρυγίας. Αυτός εξαιτίας της αγάπης, που είχε στον Aρχιστράτηγον Mιχαήλ, έγινε υπηρέτης του Nαού του, περνώντας ζωή εγκρατή και ασκητική. Μάλιστα, χάριν της οσιότητός του αξιώθηκε και χαρισμάτων από το Θεό. Για αυτή την αιτία τα πλήθη των ειδωλολατρών τον κατέτρεχαν και με θυμόν κινούνταν εναντίον του τόσο, ώστε μία φορά τον άρπαξαν από τα μαλλιά, και τον έδειραν με ραβδιά σ' όλο του το σώμα.
Aλλά και εναντίον του νερού του αγιάσματος όρμησαν, θέλοντας να το εξαφανίσουν. Aλλά με τη δύναμη του Aρχαγγέλου, άλλων ειδωλολατρών τα χέρια πιάνονταν και δεν μπορούσαν να κινηθούν, άλλους φλόγα πυρός εμφανιζόταν μπροστά τους και τους τρομοκρατούσε.
ΤΑ ΣΧΕΔΙΑ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΜΑΧΩΝ: Μη μπορώντας να κατορθώσουν τον σκοπό τους, σκέφτηκαν να γυρίσουν με αυλάκια τον ποταμό, που εκεί κοντά έτρεχε, γιά να ορμήσει κατ’ ευθείαν στο Nαό και να πνίξει τον Άρχιππον και τον εκεί προσμένοντα λαό, καθώς και να εξουδετερώσει την ιαματική δύναμη του νερού του αγιάσματος, με το να σμίξει με αυτό ο ποταμός. Tέτοια μελετούσαν οι άφρονες λάτρεις των αψύχων ειδώλων. Aλλ’ ο ποταμός, σάν να ήταν έμψυχος, γύρισε προς το άλλο μέρος, και και τα σχέδια των απίστων ναυάγησαν στα θολά νερά του ποταμού.
Τότε οι ασεβείς, χωρίς να έχουν αντιληφθει τη δύναμη του Αρχαγγέλου Μιχαήλ, σκέφτηκαν να ενώσουν και άλλους δύο ποταμούς, που διέτρεχαν εκείνον τον τόπο, και έτσι να καταστρέψουν ό,τι είχε σχέση με την πίστη των Χριστιανών. Βοηθούσε τα σχέδια τους και το γεγονός ότι ο ναός ήταν κτισμένος σε κατηφορικό τόπο. Έτσι έσκαψαν ένα χαντάκι βαθύ και γύρισαν τους δύο ποταμούς σ' αυτό, και αφήσαν να ορμήσουν κατά του Nαού του Aρχαγγέλου. Τότε ο Άρχιππος κατάλαβε το σχέδιο των ασεβών, και γι' αυτό παρακαλούσε θερμά τον Aρχάγγελο.
ΤΟ ΘΑΥΜΑ: Ο Aρχάγγελος ακούγοντας την δέησή του, τού φανερώθηκε και τον φώναξε με τ' όνομά του. O Άρχιππος μένοντας έκπληκτος, τόσο από την παράδοξη εμφάνιση του Aρχαγγέλου, όσο και γιατί ονομαστικά τον κάλεσε, βγήκε από τον Nαό, και έπεσε γονατίζοντας στη γη. O Mιχαήλ του είπε να σηκωθεί και τον κάλεσε να δει τη δύναμη του Θεόυ. Kαι αμέσως, όπου σημείωσε τον τύπο του Σταυρού ο Aρχάγγελος, αμέσως οι ποταμοί στάθηκαν σαν τείχος ακίνητοι. Έπειτα χάραξε το σημείο του Σταυρού πάνω σε μία ψηλή πέτρα, που ήταν κοντά στον Nαό, και αμέσως έγινε μία βροντή φοβερή. Kαι η γη, σείστηκε τρομερά, ενώ η πέτρα σχίστηκε. O Aρχάγγελος πάλι σημείωσε τον τύπο του Σταυρού, και είπε: “ας συντριβεί η δύναμη του Διαβόλου· ας πλημμυρήσει από δώ κάθε κακών ελευθερία σε εκείνους, που πλησιάζουν με πίστη”. Έπειτα με μεγάλην και λαμπρή φωνή πρόσταξε τους ποταμούς λέγοντας: “στη χώνη αυτή χωνευθείτε ποτάμια”. Έτσι από τότε και έως σήμερα χωνεύεται και χάνεται εκεί το νερό με παράδοξο τρόπο. Γι' αυτό ο τόπος ονομάστηκε Xώνες, εις δόξαν του Αγίου Τριαδικού Θεού, και εις έπαινο και τιμή του πανενδόξου και θερμού αντιλήπτορα των πιστών, Mιχαήλ.
Ώφθης Μιχαὴλ Νώε σω ναώ νέος,
Χώνη ποταμών τὸν κατακλυσμὸν λύων.
Ρουν Μιχαὴλ ποταμών χώνευσε, Νόων άγός, έκτη.

Το εν Χώναις θαύμα του Αρχαγγέλου Μιχαήλ (6 Σεπτεμβρίου)

Το εν Χώναις θαύμα του Αρχαγγέλου Μιχαήλ (6 Σεπτεμβρίου)




Η Εκκλησία μας, στις 6 Σεπτεμβρίου, επιτελεί ανάμνηση του εν Χώναις θαύματος του αρχαγγέλου Μιχαήλ και τιμά τη μνήμη των Μαρτύρων Ανδρέου, Ανδρονίκου του στρατιώτου, Πελαγίας και Θέκλης.

Την περίοδο που ο Άγιος Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος, πέρασε από την  Φρυγία  προφήτευσε ότι πρόκειται να αναβλύσει εκεί αγίασμα, τιμώμενο στον Αρχάγγελο Μιχαήλ. Πράγματι στις Κολλασαίς της Φρυγίας ανάβλυσε το θαυματουργό αγίασμα.
Κάποιος πλούσιος ειδωλολάτρης, που η κόρη του ήταν κωφάλαλη και θεραπεύτηκε από το Αγίασμα, ασπάστηκε τον Χριστιανισμό και έκτισε  Ναό προς τιμήν του Αρχαγγέλου Μιχαήλ. Αφού πέρασαν περίπου ενενήντα χρόνια ένας νέος από της Ιεράπολη, ονόματι Άρχιππος, εγκαταστάθηκε στο Ναό  ως νεωκόρος.

Οι ειδωλολάτρες της περιοχής κινούμενοι από φθόνο, αποφάσισαν, δυο ποταμούς, τον Κούφο και Λυκόστρατο να τους ενώσουν και να τους στρέψουν κατά του αγιάσματος και του ναού. Ο Άρχιππος με τις προσευχές του έκαμε ώστε οι δυο ποταμοί να χύνονται σε ένα άνοιγμα και να σωθεί ο ναός. Επειδή το άνοιγμα που δημιουργήθηκε από το χτύπημα του Ταξιάρχου έμοιαζε με χωνί, και το νερό χωνεύτηκε στο σημείο αυτό, η περιοχή μετονομάστηκε από Κολλασαίς σε Χώναις της Φρυγίας.

Τα θαύματα επιτελούνται από το Θεό για την παρηγορία και ενίσχυση των πιστών. Την μεταστροφή των δύσπιστων και την απόδειξη ότι η χάρη του Παναγίου Πνεύματος κρατεί την Εκκλησία και τους πιστούς.

Στις 6 Σεπτεμβρίου, πανηγυρίζει η Εκκλησία του Αρχαγγέλου Μιχαήλ, Τρυπιώτη στην παλαιά Λευκωσία, ο Αρχάγγελος στο Καϊμακλί, ο Αρχάγγελος Μιχαήλ, στην Αυτοστέγαση Λατσιών και όλες οι Εκκλησίες που τιμούν τον Αρχάγγελο Μιχαήλ.

Τρίτη 1 Σεπτεμβρίου 2015

Ο ΣΑΛΟΣ ΑΓΙΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΙ Η ΣΑΛΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΟ ΕΚΚΛΗΣΙΑ


Του κ. Παναγιώτη Μαρτίνη
Δρ. Θεολογίας, τ. Σχολ. Συμβούλου
  
Μια μορφή πνευματικής άσκησης υπήρξε και η "σαλότης" ή η "δια Χριστόν μωρία", η οποία εμφανίζεται τον 4ο μ.Χ. αι. Αφετηρία της πρέπει να υπήρξε η Αίγυπτος, στη Συρία όμως βρίσκει, ίσως, το πιο κατάλληλο έδαφος για να αναπτυχθεί. Έχει τη βιβλική της θεμελίωση (Α' Κορ. 3,18) και ο Απ. Παύλος θεωρείται ο "πνευματικός δάσκαλος" των "δια Χριστόν σαλών".
Πρώτος "σαλός", που μεταφέρει τη μορφή αυτή άσκησης από την έρημο στον κόσμο, είναι ο Αγ. Συμεών (6ος αι.), που καταγόταν από την Έδεσσα της Συρίας.
Οι "δια Χριστόν σαλοί" ήσαν ασκητές, οι οποίοι προσποιούνταν τους τρελούς για να φέρουν τα θεία μηνύματα στον κόσμο. Η "δια Χριστόν σαλότης" ήταν μια προσποιητή "μωρία" και γι' αυτό η πιο δύσκολη και επικίνδυνη πνευματική άσκηση. Είναι ένα επικίνδυνο "παιχνίδι" γι' αυτούς τους ασκητές, οι οποίοι, φαινομενικά, αρνούνται τα μοναχικά τους ιδεώδη. Το βασικό τους έργο είναι η ανακάλυψη και η αποκάλυψη της αμαρτίας. Γι' αυτό κυκλοφορούν ελεύθερα στην αγορά, στις πλατείες, στις ταβέρνες, στα δημόσια λουτρά, ακόμη και στα κακόφημα σπίτια, εκεί και όπου με το διορατικό τους χάρισμα "βλέπουν" να φωλιάζει η αμαρτία.
Τέλος ο "σαλός" γίνεται ο "αλήτης του Θεού", που διαρκώς φεύγει και παντού είναι ξένος.
Και ο Αγ. Ανδρέας ο "σαλός" αυτό το δύσκολο και επικίνδυνο "παιχνίδι", την προσποιητή τρέλα, αναλαμβάνει, ύστερα από θεία κλήση, να "παίξει" στην Κωνσταντινούπολη του 9ου μ.Χ. αι. Το δύσκολο ρόλο του, μαζί με άλλα προβλήματα, όπως είναι ο πραγματικός χρόνος της συγγραφής του "βίου" του, η ιστορικότητά του, προσπαθεί να ερευνήσει αυτή η μελέτη, που έγινε και το αντικείμενο διδακτορικής διατριβής στο Pont. Institute Orientale της Ρώμης. Βασίζεται στα κείμενα: Acta S.S. (Maii, t vi, p.p. 4-111) και στην Patrologia Greca του Z. P. Migne ( t. 111, 621-888).
Ο Αγ. Ανδρέας ο "σαλός" "Σκύθης τω γένει" γίνεται ο εισηγητής της "σαλότητος" στην πατρίδα του τη Ρωσία. Οι "yurodivi", οι Ρώσοι "δια Χριστόν σαλοί", είναι πολύ γνωστοί και αγαπητοί άγιοι στο ρωσικό λαό.

Ο Άγιος Συμεών ο Στυλίτης και η μετάνοια του διαβόητου ληστή Αντίοχου


~ Ένας ληστής μέγας και φοβερός, ονομαζόμενος Αντίοχος έκανε πολλούς φόνους. Τον κυνηγούσαν εκατόν πενήντα στρατιώτες για να τον συλλάβουν.
Αυτός ανέβηκε σ” ένα άλογο και κρατώντας στο χέρι του μαχαίρι απειλούσε τους πάντες. Κανείς δεν τολμούσε να τον πλησιάσει από τους στρατιώτες διότι η φήμη της ανδρείας του ήταν μεγάλη. Ενώ έτρεχε με το άλογο, έφθασε στον στύλο του αγίου Συμεών και με δάκρυα πολλά παρακαλούσε τον άγιο να μεσιτεύσει στον Θεό να τον λυτρώσει από τον ψυχικό θάνατο, όπως τον ληστή στον Σταυρό.
Εξομολογήθηκε θερμά λέγοντας:
“Τον σωματικό θάνατο δεν τον φοβάμαι, διότι ακόμη στάζουν τα χέρια μου από αίμα, από τους πολλούς φόνους που έκανα, φρίττω όμως και τρέμω από τον αιώνιο θάνατο”.
Ο άγιος τον παρηγόρησε και εγγυήθηκε την σωτηρία του. Ενώ έλεγε αυτά, έφθασαν οι στρατιώτες και επίεζαν τον άγιο να τους δώσει τον φονιά. Ο άγιος τους είπε:
-Εγώ δεν τον έφερα εδώ, αλλά ο Θεός ο οποίος θέλει την σωτηρία των αμαρτωλών.
Ο δε ληστής παρακαλούσε θερμά τον άγιο Συμεών να τον συγχωρήσει ο Θεός. Λέγει τότε ο άγιος:
-Λάβε σημείο της μετανοίας σου αυτό, ότι ιδού ο Πανάγαθος Θεός σε λαμβάνει αμέσως εις τας αιωνίους μονάς. Τότε ο ληστής είπε με θέρμη:
-Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ μονογενή του Ανάρχου πατρός, ο μη ελθών καλέσαι δικαίους, αλλ” αμαρτωλούς εις μετάνοιαν, δέξαι το πνεύμα μου.
Και αμέσως μετά την προσευχή, παρέδωσε το πνεύμα του. Βλέποντας αυτό οι στρατιώτες και οι παρευρισκόμενοι εθαύμασαν και εδόξασαν τον Θεό, ο οποίος δέχθηκε την μετάνοια του αμαρτωλού.
από: “Άγιος Συμεών ο Στυλίτης” – Ι.Μ. Μεταμορφώσεως Του Σωτήρος Μουτσιάλης (Σφηκιά Ημαθίας).

https://simeiakairwn.wordpress.com

1η Σεπτ. Αρχή της Ινδίκτου - Όσιος Συμεών ο Στυλίτης - Άγιος Αγγελής ο ...

Ο όσιος Συμεών ο Μονοχίτων και Ανυπόδητος ( †1594)



Ο όσιος Συμεών ο Μονοχίτων και Ανυπόδητος (+1594). Γεννήθηκε στο χωριό Βαθύρεμα Αγιάς από πατέρα ιερέα-τον παπά Ανδρέα, δάσκαλο του κρυφού σχολειού και την Αικατερίνη. Από μικρό παιδί έδειχνε σημεία αρετής και αγιότητος. Έμαθε τα ιερά βιβλία και βοηθούσε τον πατέρα του, ψέλνοντας στις ιερές ακολουθίες.
Ο φιλότουρκος κοτσαμπάσης του χωριού θέλησε να τον παντρέψει με την κόρη του Τριανταφυλλιά, απειλώντας τον πατέρα του πως, αν δε συναινέσει ο γιος του, θα τον πάρει το παιδομάζωμα. Έτσι με τη βία, μια βραδιά στο σπίτι του, παντρεύει το Συμεών με την κόρη του, με ξένο παπά. Στο χρόνο επάνω γέννησε η γυναίκα του ένα αγοράκι, το οποίο ονόμασαν Δημήτρη. Όμως ο Συμεών ήταν βαθιά λυπημένος κι έδειχνε συλλογισμένος. Στον πεθερό του, που τον ρωτά, ομολογεί πως δεν είναι δικό του το παιδί και πως δε γνώρισε την Τριανταφυλλιά ως γυναίκα. Αφού κανείς δε τον πίστεψε αποφασίζεται ο δια πυρός θάνατός του. Κι ενώ στην πλατεία ετοιμάστηκε η φωτιά, ο Συμεών ζήτησε για τελευταία φορά ζήτησε να δει τη σύζυγό του μπροστά στον κόσμο. Πλησίασε το γιο του Δημητράκη και το ρώτησε ποιος ήταν ο πατέρας του. Το παιδί παραδόξως μιλώντας έδειξε για πατέρα του τον Αγροφύλακα του χωριού κι έτσι ο Συμεών αθωώθηκε.
Στην αρχή μόνασε στη μονή Οικονομείον η Κομνήνειο Κισσάβου, ζώντας «με αυστηράν νηστείαν, άμετρον αγρυπνίαν, ολονύκτιον στάσιν, ανυπόδητος και μονοχίτων, φέρων μόνο εν πτωχικόν ένδυμα παλαιόν και εσχισμένον», όπου χειροτονείται διάκονος. Την ίδια ζωή συνεχίζει στο Άγιον Όρος στη μονή Μ. Λαύρας, όπου χειροτονείται ιερέας. Οι μοναχοί μιας άλλης μονής της Φιλοθέου έρχονται και τον παρακαλούν να αναλάβει την πνευματική καθοδήγησή τους. Ο Συμεών δέχτηκε κι επέβαλε αυστηρή τάξη και πειθαρχία. Όμως κάποιοι μοναχοί δε θέλησαν να μπουν σε υπακοή, στασίασαν και την Κυριακή του Πάσχα τον έδεσαν σ’ ένα κυπαρίσσι έξω από την εκκλησία της μονής, τον έδειραν πολύ και τον φυλάκισαν στον πύργο της μονής. Με τη βοήθεια όμως ενός μοναχού αφήνοντας το Άγιον Όρος πηγαίνει στο μοναχοστόλιστο Πήλιο στην περιοχή του Φλαμουρίου. Εκεί «έμεινε τρεις χρόνους κάτω από μηλέαν τινά, εταλαιπωρείτο δε σφοδρώς κατά τον χειμώνα από το άμετρον ψύχος, το δε θέρος πάλιν εδεινοπάθει από τον καύσωνα και την υπερβολικήν θερμότητα του ηλίου». Στη συνέχεια έκτισε την περιώνυμη μονή της Αγίας Τριάδος Φλαμουρίου, στην οποία συνάχθηκε πλήθος μοναχών. Κατόπιν περιόδευσε ιεραποστολικά ως πρόδρομος κι αυτός του αγίου Κοσμά του Αιτωλού, την Αγιά, τον Τύρναβο, την Ελασσόνα, τη Λαμία, τα Σέρβια, τα Γρεβενά, τα Άγραφα, τη Θήβα, την Αθήνα, την Εύβοια και την Ήπειρο, όπου «εκήρυττε παρρησία και χωρίς φόβον τον λόγον του Θεού». Στην Εύβοια μάλιστα τον κατηγόρησαν ότι προσπαθεί να κάνει χριστιανούς τους Τούρκους και ο πασάς αποφάσισε να τον κάψουν στην πλατεία. Λέγεται μάλιστα πως και ο ίδιος βοηθούσε στο σωρό των ξύλων. Όταν όμως ο πασάς τον είδε ανυπόδητο, φτωχό με παλιόρασα μπροστά του, τον ευλαβήθηκε και τελικά τον άφησε ελεύθερο.
Όταν επέστρεψε στο Φλαμούρι βρήκε νέους μοναχούς. Έτσι ήταν επιτακτική η ανάγκη να χτιστεί γρήγορα μοναστήρι. Μην έχοντας χρήματα μετέβη στην Κωνσταντινούπολη να ζητήσει από τον Πατριάρχη τη σχετική άδεια και υλική συνδρομή. Εκεί στον προθάλαμο του Πατριάρχη τον βλέπει κάποιος Τούρκος αξιωματικός, που είχε υπηρετήσει στο χωριό του, το Βαθύρρεμα Αγιάς, κι ενθυμούμενος την αγιότητά του, τρέχει στον Σουλτάνο Σουλεϊμάν το Μεγαλοπρεπή, του οποίου η κόρη ήταν σοβαρά άρρωστη και του μιλά για το Συμεών. Ο Συμεών τη θεραπεύει με θαυματουργικό τρόπο κι ο Σουλτάνος για να τον ευχαριστήσει του δίνει τα κοσμήματα της κόρης του, που έγινε καλά και όλα τα οικοδομικά υλικά που ήταν αναγκαία για το χτίσιμο του μοναστηριού, τα έστειλε με καράβια στο Φλαμούρι Πηλίου. Έτσι χτίστηκε η ιερά μονή Μεταμορφώσεως Φλαμουρίου, επί Πατριαρχείας Καλλινίκου του Γ΄ του Ζαγοριανού. Ο ναός είναι πεντάτρουλος σταυροειδής βασιλική – αθωνικού τύπου.
Στις 19 Απριλίου του 1594 σε ηλικία υπεράνω των 100 ετών επισκέπτεται την Πόλη κι εκεί ανεπαύθη εν Κυρίω κι ενταφιάστηκε στη Χάλκη των Πριγκηποννήσων. Οι μαθητές του από τη μονή Φλαμουρίου κατά την ανακομιδή του πήραν τα τίμια λείψανά του και τα έφεραν στη μονή του, όπου μέχρι σήμερα θαυματουργούν. Ιερότατο κειμήλιο της μονής σήμερα η τιμία κάρα του Αγίου Συμεών, που με πολλή ευλάβεια φυλάσσουν οι πατέρες και κυρίως ο νυν ηγούμενος της μονής π. Συμεών.
Εκκλησία του Αγίου Συμεών κοντά στην Αγιά
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. Δ΄
Ταῖς τῶν δακρύων σου ροαῖς, τῆς ἐρήμου τό ἄγονον ἐγεώργησας καί τοῖς ἐκ βάθους στεναγμοῖς, εἰς ἐκατόν τούς πόνους ἐκαρποφόρησας καί γέγονας φωστήρ, τῆ οἰκουμένη λάμπων τοῖς θαύμασι, Συμεών Πατήρ ἡμῶν Ὅσιε, πρεύσβευε Χριστῶ τῶ Θεῶ, σωθῆναι τᾶς ψυχᾶς ἡμῶν.
Πηγή: imd.wifi-192.gr

ΕΝΑΣ ΣΤΥΛΙΤΗΣ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΟΣ




Ο όσιος Συμεών ο στυλίτης (ο πρεσβύτερος ή «ο εν τη μάνδρα»), που τιμάται από την Εκκλησία μας την 1η Σεπτεμβρίου, είναι ό πρώτος γνωστός μοναχός που ασκήτεψε πάνω σε στύλο. Γεννήθηκε γύρω στα 389 στο χωριό Σισάν, στα όρια Συρίας και Κιλικίας. Ήταν βοσκός των πατρικών προβάτων, όταν γνώρισε κάποιους ασκητές, πόθησε εξαιτίας τους τη μοναχική ζωή και ήρθε σ' ένα μοναστήρι, στο χωριό Τελεδάν, όπου έζησε δέκα χρόνια (403-413) με αυστηρότατη άσκηση. Ύστερα έζησε έγκλειστος τρία χρόνια σε μια σπηλιά, κοντά στην Αντιόχεια, και στη συνέχεια πήγε στο χωριό Τελάνισσο, όπου ασκήθηκε αλλά τρία χρόνια σ' ένα σπιτάκι. Τέλος, αποσύρθηκε στην κορυφή ενός λόφου και περιορίσθηκε σ' έναν μικρό κυκλικό περίβολο («μάνδρα»), φτιαγμένο με μιαν αλυσίδα είκοσι πήχεων.

Η απίθανη αυστηρότητα τής ζωής του και το θαυματουργικό χάρισμα συγκέντρωναν γύρω του πλήθη ανθρώπων, που του προξενούσαν μεγάλη ενόχληση. Για αυτό άρχισε ν' ανεβαίνει σε στύλους ολοένα και ψηλότεροι. Ο τελευταίος, όπου έζησε πάνω από είκοσι χρόνια, είχε ύψος 16-18 μ.

Ο όσιος αφιέρωνε το μεγαλύτερο μέρος του εικοσιτετραώρου στην προσευχή. Έτρωγε ελάχιστα. Ήταν συνεχώς όρθιος, χωρίς προφύλαξη από τον ήλιο, τη βροχή, τον άνεμο ή το κρύο. Δυο φορές την ήμερα διέκοπτε τον ασκητικό του κανόνα και νουθετούσε το λαό, μεριμνούσε για τούς άρρώστους και τούς δυστυχισμένους, έκανε συμβιβασμούς διαφορών, έλυνε προβλήματα και μετέστρεφε στη χριστιανική πίστη τούς αλλόδοξους που πρόστρεχαν σ' αυτόν μαζί με τούς χριστιανούς απ' όλα τα σημεία τής Ανατολής και τής Δύσης. Κοιμήθηκε το 459 και κηδεύτηκε από τον πατριάρχη Αντιόχειας Μαρτύριο στη μεγάλη εκκλησία της Αντιόχειας.

Στο εκπληκτικό Ιεραποστολικό έργο, που, όσο κι αν φαίνεται απίστευτο, πραγματοποίησε από την κορυφή του στύλου του ό αυστηροί αυτός ασκητής, θα αναφερθούμε στις επόμενες γραμμές, σταχυολογώντας τα σχετικά αποσπάσματα από την «Φιλόθεο Ιστορία» του Θεοδώρητου Κύρου, τον ελληνικό βίο του οσίου, γραμμένο από τον μαθητή του Αντώνιο, και τον συριακό βίο του .

Η φήμη του οσίου απλώθηκε γοργά παντού. Όλοι, κι από τα κοντινά κι από τα μακρινά μέρη, έτρεχαν κοντά του. Άλλοι έφερναν παράλυτους, άλλοι ζητούσαν να γιατρέψει άρρώστους, άλλοι παρακαλούσαν να μεσιτέψει στο Θεό για ν' αποκτή­σουν παιδιά. Μετά την ικανοποίηση των αιτημάτων τους, έφευγαν γεμάτοι χαρά. Και διαλαλώντας τις ευεργεσίες που δέχτηκαν, έστελναν στον όσιο πολύ περισσότερους ανθρώπους, που ζητούσαν κι εκείνοι τα ίδια. Έτσι, καθώς άρχισαν να καταφθάνουν από κάθε στράτα σαν ποτάμια οι προσκυνητές, σχηματίστηκε σ' αυτόν τον τόπο ένα ανθρώπινο πέλαγος, που δεχόταν από παντού ποτάμια! Όχι μόνο ντόπιοι ούτε μόνο Χριστιανοί, αλλά και Ισμαηλίτες και Πέρσες και Αρμένιοι και Ίβηρες και Ομηρίτες κι εκείνοι που κατοικούν ακόμα πιο βαθιά μαζεύονταν στο ασκητήριο του οσίου. Ήρθαν και πολλοί που κατοικούσαν στα πέρατα της Δύσης, Ισπανοί και Βρετανοί και Γαλάτες. Όσο για την Ιταλία, λένε πώς ό Συμεών είχε γίνει τόσο περιβόητος εκεί, ώστε κρε­μούσαν μικρές εικόνες στις εισόδους όλων των εργα­στηρίων, για να παίρνουν απ' αυτές προστασία και ασφάλεια.

Ήταν αμέτρητοι, λοιπόν, όσοι έφταναν και ζητούσαν να τον αγγίξουν, ν' ακουμπήσουν μόνο την άκρη του δερμάτινου χιτώνα του, πιστεύοντας πώς έτσι θα έπαιρναν κάποια ευλογία. Ό άγιος, όμως, ένιωθε πώς δεν ήταν άξιος ν' απολαμβάνει τέτοια τιμή. Τον κούραζαν, άλλωστε, όλα αυτά. Έτσι, σοφί­στηκε ν' ανέβει σ' έναν στύλο. Το ύψος του ήταν στην αρχή μικρό, έξι πήχες. Αργότερα ανέβηκε σε άλλον πιο ψηλό, ύστερα σε ψηλότερο και τέλος σ' έναν που έφτανε τις τριάντα έξι πήχες. Γιατί το έκανε αυτό; Επειδή λαχταρούσε να πετάει στα ουράνια, ελεύθερος από καθετί γήινο. Και επειδή, φωτισμένος από το Θεό, στόχευε στην ωφέλεια και τη σωτηρία πολλών ψυχών. Βλέπετε, όσοι δεν πείθονται με λόγια και δεν ανέχονται τα κηρύγματα, σαγηνεύονται από τα παράδοξα θεάματα. Το παράδοξο τραβάει όλους και τους αναγκάζει να το προσέξουν, προετοιμάζοντας τους έτσι και στο να διδαχθούν. Έτσι έγινε και με τον όσιο Συμεών. Το παράδοξο θέαμα που παρουσίαζε ανεβασμένος σ' έναν ψηλό στύλο, τραβούσε αμέτρητους περιέργους, που ήθελαν να πληροφορηθούν γιατί απομακρύνθηκε από τον κόσμο με τέτοιον τρόπο. Με την αφορμή αυτή ό όσιος τους δίδασκε και τούς κήρυσσε το λόγο του Θεού, μεταστρέφοντας πολλούς από την απιστία στην πίστη και από τα έργα τής ανομίας στα έργα της ευσέβειας. Ίβηρες και Αρμένι­οι και Πέρσες, όπως είπαμε, απαρνιόντουσαν κάτω απ' το στύλο την προγονική τους πλάνη και δέχονταν την θεία αλήθεια με το άγιο βάπτισμα. Οι Ισμαηλίτες, μάλιστα, έφταναν σε ομάδες, διακόσιοι, τετρακόσιοι, κάποτε και χίλιοι. Με βοή αποκήρυσσαν την πατρική τους θρησκεία, έσπαζαν τα είδωλα που λάτρευαν πρώτα, εγκατέλειπαν μια για πάντα τα μυστηριώδη όργια τής Αφροδίτης και απολάμβαναν τα θεία μυστήρια του Χριστού, αφού άκουγαν από το αγιασμένο στόμα του στυλίτη σωτήριες διδαχές.

Ό Θεοδώρητος Κύρου, σύγχρονος και γνώριμος του οσίου, περιγράφει συνοπτικά το κοινωνικό και αποστολικό έργο του: «Νουθετώντας (το λαό) δυο φορές την ήμερα, πλημμυρίζει τ' αυτιά των ακροατών με τα χαριτωμένα λόγια του και τους προσφέρει όσα το Άγιο Πνεύμα διδάσκει. Προτρέπει να στρέφουν το βλέμμα στον ουρανό, να πετάνε αφήνοντας τη γη και να οραματίζονται τη βασιλεία των ουρανών, να φοβούνται την κόλαση και να περιφρονούν τα γήινα, προσμένοντας τη μέλλουσα ζωή. Μπορεί να τον δεις να δικάζει, βγάζοντας σωστές και δίκαιες αποφάσεις. Όλα αυτά τα κάνει μετά την ακολουθία της ενάτης ώρας. Γιατί όλη τη νύχτα και τη μέρα, ως την ενάτη ώρα προσεύχεται. Ύστερ' από την ενάτη ώρα, προσφέρει πρώτα τη θεία διδαχή σ' όσους βρίσκονται εκεί, και στη συνέχεια ακούει το αίτημα του καθενός. Και αφού θεραπεύσει μερικούς, λύνει τις διαφορές όσων φιλονικούν. Γύρω στη δύση του ήλιου αρχίζει πάλι να προσεύχεται. Δεν παραμελεί όμως, να φρο­ντίζει και για τις άγιες Εκκλησίες. Άλλοτε πολεμάει την πλάνη των ειδωλολατρών, άλλοτε συντρίβει τη θρασύτητα του Ιουδαίων, άλλοτε διαλύει τις ομάδες των αιρετικών. Και όλα τούτα τα κατορθώνει είτε στέλνοντας γράμματα στο βασιλιά, είτε εμπνέοντας στους άρχοντες το ζήλο για το Θεό, είτε παρακινώντας και τους επισκόπους ακόμα να φροντίζουν περισσότερο για το ποίμνιο».

Αξίζει, όμως, να διηγηθούμε, ενδεικτικά, μερικά από τα θαύματα του οσίου Συμεών, που είχαν ως αποτέλεσμα τη μεταστροφή των ευεργετηθέντων στην αληθινή πίστη.

Κάποτε ένας Σαρακηνός φύλαρχος έφερε στο στυλίτη κάποιον παράλυτο ομόφυλο του και παρακάλεσε για τη θεραπεία του. Ό άγιος του ζήτησε ν' απαρνηθεί την προγονική του ασέβεια. 'Εκείνος δέχτηκε πρόθυμα.

-Πιστεύει στον Πατέρα και τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα; τον ρώτησε ό ασκητής.

-Πιστεύω, ομολόγησε ό Σαρακηνός.

-Αφοί πιστεύεις, σήκω πάνω!

Ό παράλυτος σηκώθηκε και περπάτησε.

-Τώρα πάρε το φύλαρχο στους ώμους σου! τον πρόσταξε ό όσιος.

Ό γιατρεμένος σήκωσε τον κατάπληκτο φύλαρχο, που ήταν εξαιρετικά μεγαλόσωμος, τον έβαλε στους ώμους του κι έφυγε ενθουσιασμένος, δοξάζοντας τον τρισυπόστατο αληθινό θεό.


Σε μια πόλη τής Παλαιστίνης ήταν διοικητής κάποιος ειδωλολάτρης, καμπούρης τόσο, που το κεφάλι του ακουμπούσε στο στήθος του και δεν μπορούσε να περιστραφεί. Κάποιοι φίλοι του, έχοντας ακούσει για τα θαύματα του στυλίτη, τον έφεραν κάτω από το στύλο και παρακάλεσαν για τη θεραπεία του. Μα και ό ίδιος καμπούρης άρχισε να ικετεύει τον όσιο κραυγάζοντας τόσο δυνατά, ώστε Εκείνος δεν μπορούσε να προσευχηθεί για χάρη του στον Κύριο. Ό ειδωλολάτρης, πιστεύοντας πώς ό Συμεών είχε δική του θαυματουργική δύναμη, του ζητούσε ν' ακουμπήσει το χέρι του στο κεφάλι του, εκφράζοντας τη βεβαιό­τητα ότι μ' αυτόν τον τρόπο θα γινόταν καλά αμέσως. Ό όσιος, όμως, του είπε:

- Είμαι ένας αμαρτωλός και τιποτένιος άνθρωπος. Το χέρι μου δεν έχει καμιά ξεχωριστή δύναμη. Μόνο αν ευδοκήσει ό Θεός, θα πραγματοποιηθεί ή επιθυμία σου, γιατί μόνο αυτός έχει τη δύναμη να θαυματουργεί. Κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να θεραπεύ­σει άλλον, αν ό Κύριος δεν το θέλει. Παραδόσου, λοιπόν, στην παντοδυναμία του αληθινού Θεού, του δημιουργού και κυβερνήτη του κόσμου, και θα ευεργετηθείς.

Τότε ό καμπούρης σταμάτησε να φωνάζει, αφήνοντας τον όσιο να προσευχηθεί απερίσπαστος. Και μόλις Εκείνος τέλειωσε την προσευχή του, το θαύμα έγινε. Ό ταλαίπωρος άνθρωπος ορθώθηκε, στάθηκε ίσια και άρχισε να χοροπηδάει χαρούμενος σαν παιδί. Άνοιξε τότε τις κασέλες, που είχε φέρει μαζί του, και πρόσφερε στον ευεργέτη του ανεκτίμητα χρυσαφικά κι ασημικά. Ό στυλίτης κοίταξε τα δώρα με περιφρόνηση και του είπε:

-Αν θέλεις να μ' ευχαριστήσεις, να δεχτείς το φως τής αλήθειας. Να βαπτιστείς, για να πάρείς την άφεση. Κι ακόμα να ελευθερώσεις όλους τούς δούλους σου, για να ελευθερωθεί και ή δική σου ψυχή από το ζυγό του σατανά.

Ό γιατρεμένος πρόθυμα έκανε ότι του είπε ό άγιος. Και αργότερα, γεμάτος χαρά και χάρη Θεού, έφυγε για την πόλη του.

Ένας άρχοντας των Περσών ήταν πολύ δυστυχισμένος, γιατί ό μονάκριβος γιος του κειτόταν δεκα­πέντε χρόνια παράλυτος. Έστειλε, λοιπόν, στον όσιο τον επίσκοπο τής τοπικής Εκκλησίας, με την παράκληση να προσευχηθεί στον Κύριο για τη θεραπεία του παιδιού του. Του έδωσε, μάλιστα, και δυο υφάσματα από πολύτιμο μετάξι με κεντημένους επάνω χρυσούς σταυρούς, για να τα προσφέρει στον στυλίτη.

Ό επίσκοπος διηγήθηκε στο Συμεών το δράμα του παιδιού και του πατέρα του. Ό όσιος σπλαχνίστηκε και είπε στον επίσκοπο:

-Πάρε αυτά τα υφάσματα που έφερες, έτσι διπλωμένα όπως είναι, και πήγαινε στο καλό. Όταν φτάσεις κοντά στην πόλη σας, κατέβα από το ζώο σου, κράτησε τα υφάσματα στο στήθος σου και προχώρησε ως το σπίτι του άρχοντα πεζός και αμίλητος. Μπες μέσα, στάσου πάνω απ' το παιδί σκέπασε το με τα υφάσματα και πες του: Ό αμαρτωλός Συμεών σου παραγγέλλει: Στο όνομα του Κυρίου Ιησού Χριστού, σήκω!".

Ό επίσκοπος έφυγε κι έκανε όπως του υπέδειξε ό όσιος. Μόλις σκέπασε το παιδί με τα υφάσματα, αυτό πετάχτηκε όρθιο και θεραπευμένο.

Ό Πέρσης άρχοντας και ολόκληρη ή οικογένεια του ευχαρίστησαν και δόξασαν το Θεό. Και ό επίσκοπος, μετά από σχετικό αίτημα τους, τούς κατήχη­σε και τους βάπτισε.

Κάποιος πλούσιοί από το Σαβά έπασχε από πονοκέφαλο συνεχή και οδυνηρό τόσο, που ένιωσε να του σουβλίζουν κάθε στιγμή το μυαλό. Ανακουφιζό­ταν λίγο, μόνο όταν χτυπούσε το κεφάλι του πάνω στα δοκάρια των τοίχων του σπιτιού του!

Μόλις έμαθε για τον θαυματουργό στυλίτη, ετοι­μάστηκε για το μακρύ ταξίδι και ξεκίνησε, αδιαφορώντας για τον κίνδυνο των θηρίων και των ληστών, που παραμόνευαν εδώ κι εκεί μέσα στην απέραντη έρημο. Σχεδόν έναν ολόκληρο χρόνο ταξίδευε ό άρρωστος. Και όσο πλησίαζε, πράγμα παράδοξο, οι πόνοι του λιγόστευαν. Αντίθετα, όσο κι αν έτρωγε, οι προμήθειές του έμεναν απείραχτες!

Έφτασε επιτέλους στο στύλο του οσίου. Εκείνος, Αφοί πληροφορήθηκε το πρόβλημα του, ζήτησε να του φέρουν νερό από την κοντινή πηγή. Προσευχή­θηκε, το ευλόγησε και πρόσταξε τον άρρωστο να το πιει στο όνομα του Χριστού. Ύστερα, παίρνοντας από το ίδιο νερό, του ράντισε και το κεφάλι. Δεν χρειαζόταν τίποτ' άλλο. Ό λίγος πόνος που είχε απομείνει, εξαφανίστηκε κι αυτός. Ό άνθρωπος ευχαρί­στησε τον όσιο και δόξασε το Θεό. Ζήτησε, μάλιστα, και να βαπτιστεί. Λίγο αργότερα, φεύγοντας Χριστιανός πια, διαλαλούσε τα μεγαλεία του Κυρίου ως τη μακρινή πατρίδα του.

Ένα παρόμοιο μακρύ ταξίδι έκανε και μια ομάδα από τέσσερίς λεπρούς και τρεις δαιμονισμένους, που ξεκίνησαν από τα βάθη τής Ανατολής κι έκαναν δεκατρείς μήνες ώσπου να φτάσουν στον όσιο. Και εκείνοι, παρά τη μεγάλη απόσταση, ούτε μια φορά δεν έχασαν το δρόμο, μα ούτε κι οι τροφές ή το νερό τούς έλειψαν καθόλου.

Φτάνοντας κάτω απ' τον στύλο, διηγήθηκαν στον όσιο τα παθήματα τους και ζήτησαν τη βοήθεια του.

-Ό Θεός, αποκρίθηκε Εκείνος, που σου έδειξε το δρόμο να έρθετε ως εδώ, θα σάς δώσει και την υγεία σας.

Ζήτησε νερό, το ευλόγησε και τούς το έδωσε να πιουν και να ραντιστούν στο όνομα του Κυρίου. Μόλις το έκαναν, έγιναν και οι επτά καλά! Ύστερ' απ' αυτό, αρνήθηκαν τη λατρεία των ειδώλων, βαπτίστηκαν και έφυγαν δοξάζοντας το Θεό.


Κάποτε ήρθαν κάτω απ' το στύλο αντιπρόσωποι των κατοίκων τής οροσειράς του Λιβάνου και ανάστατοι είπαν στον όσιο: - Στον τόπο μας παρουσιάστηκαν κάτι αγρία θηρία, πρωτοφανέρωτα και άγνωστα, που κατασπαράζουν ανθρώπους και ζώα. Πολλές φορές μπαίνουν στα σπίτια, αρπάζουν τα παιδιά και τα καταβροχθίζουν μπροστά στα έντρομα μάτια των μανάδων τους. Ό φόβος και ό Θρήνος έχουν απλωθεί παντού.

-Μην παραξενεύεστε για τη συμφορά που σάς βρήκε, είπε ό άγιος. Είναι ή τιμωρία για τα έργα σας. Οι προγονοί σας εγκατέλειψαν τον αληθινό Θεό, τον πλάστη και ευεργέτη μας, και λάτρεψαν τα βουβά είδωλα. Κι εσείς επιμένετε στην πλάνη αυτή. Τα θηρία σάς ταλαιπωρούν με παραχώρηση του Κυρί­ου, που θέλει να σάς οδηγήσει στη μετάνοια και να σάς φέρει κοντά Του. Αν όμως δεν έχετε σκοπό να μετανοήσετε, άδικα ήρθατε ως εδώ. Να ζητήσετε τη βοήθεια των ειδώλων που προσκυνάτε!

Εκείνοι τότε έπεσαν στα γόνατα και άρχισαν να παρακαλούν με δάκρυα το στυλίτη:

-Λυπήσου μας! Μεσίτεψε για μάς στο Θεό! θα μετανοήσουμε!...

Μαζί τους ικέτευαν τον όσιο και άλλοι, που έτυχε να βρίσκονται εκεί, και τούς σπλαχνίστηκαν.

-Μόλις απαρνηθείτε την πλάνη σας, αποκρίθηκε πάνω απ' το στύλο του ό γέροντας και βαπτιστείτε στο όνομα του Χριστού, τότε θα παρακαλέσω τον Κύριο να σάς δείξει τη φιλανθρωπία Του.

Μ' ένα στόμα οί ειδωλολάτρες υποσχέθηκαν πώς, όταν θα γύριζαν στην πατρίδα τους, θα κατεδάφιζαν αμέσως τα Ιερά των ειδώλων και θα έριχναν στη φωτιά τα ξόανα.

Ό άγιος κατάλαβε πώς ή μεταστροφή τους ήταν αληθινή. Τούς έδωσε, λοιπόν, ένα κουτάκι με ευλογημένη σκόνη και τούς είπε:

-Να πάτε στο καλό! Μόλις φτάσετε στον τόπο σας, να περάσετε απ' όλα τα χωριά. Στην εμπασιά κάθε χωριού, να χώνετε στη γη τέσσερίς πέτρες. Και πάνω σε κάθε πέτρα να σχηματίζετε με τούτη τη σκόνη τρεις σταυρούς. Αν υπάρχουν εκεί Χριστιανοί ιερείς, φωνάξτε τους να σας βοηθήσουν και να τελέσουν νυχτερινές λειτουργίες. Τότε ό Θεός θα κάνει το θαύμα Του. Κανένας άνθρωπος δεν θα χαθεί πια από τα θηρία.

Επιστρέφοντας στη χώρα τους οι ειδωλολάτρες διαπίστωσαν ότι, από την ώρα που ό Συμεών είχε προσευχηθεί γι' αυτούς, όλα τα θηρία είχαν φύγει από τα χωριά και αποτραβηχτεί στα δάση. Όταν, λοιπόν, έκαναν ό,τι τούς συμβούλεψε ό όσιος, είδαν τα θηρία να τρέχουν και να έρχονται γύρω από τις πέτρες, ουρλιάζοντας απαίσια. Πολλά έπεφταν και ψοφούσαν επιτόπου. Αλλά έφευγαν αλαφιασμένα και χάνονταν. Σε δέκα μέρες δεν είχε απομείνει κανένα.

Πήραν τρία τομάρια από τα ψόφια θηρία και τα έφεραν στον όσιο. Και αφού του διηγήθηκαν το θαύμα, βαπτίστηκαν όλοι κι έγιναν Χριστιανοί. Μια βδομάδα έμειναν εκεί, ακούγοντας τις σοφές διδαχές του πνευματοφόρου στυλίτη, και μετά έφυγαν χαρούμενοι για την πατρίδα τους, δοξάζοντας το Θεό.

Αλλά σταματάμε εδώ τη διήγηση, γιατί τα μεγάλα και θαυμαστά έργα του οσίου Συμεών δεν έχουν τέλος. όπως σημειώνει ωραιότατα ό Σύρος βιογράφος του, «ποιο στόμα θ' αποτολμούσε να διηγηθεί ή ποιο χέρι θα μπορούσε να γράψει ή ποιο σοφό μυαλό θα μπορούσε να υπολογίσει τις αναρίθμητες ευεργεσίες που έκανε ό Θεός στον κόσμο μέσω του αγίου; Πόσους ανθρώπους, που ήταν μακριά από τον Κύριο, έφερε κοντά Του; Πόσοι πλανεμένοι γύρισαν με τη διδαχή του από την άγνοια στην αληθινή γνώση; Πόσες χιλιάδες και μυριάδες "αλλότριων", χάρη στο κήρυγμα του, έγιναν μέλη τής Εκκλησίας και υποτάχθηκαν στο Χριστό; Ποιος μπορεί να λογαριάσει τις τόσες και τόσες χιλιάδες αγρίων, που, βλέποντας και ακούγοντας τον, με χαρά εγκολπώθηκαν τη χριστιανική πίστη και έγιναν υπηρέτες τής αλήθειας; Γιατί ή φήμη των ευεργεσιών, που έκανε ό Κύριος με τα χέρια του οσίου, ταξίδεψε απ' τη μιαν άκρη του κόσμου ως την άλλη.

Κι έτσι εκπληρώθηκε το γραφικό: "Εις πάσαν την γην εξήλθεν ό φθόγγοί αυτών και εις τα πέρατα τής οικουμένης τα ρήματα αυτών "(Ψαλμ. 18:5)».