Ο Σαμουήλ καταγόταν από την πόλη Ραμά, βόρεια της Ιερουσαλήμ και ανήκε στη φυλή του Εφραίμ.
Γονείς του ήταν οι ευσεβείς Ελκανά και Άννα, οι οποίοι τον απέκτησαν μετά από πολλές παρακλήσεις προς το Θεό, εφόσον για πολλά χρόνια δεν είχαν τη δυνατότητα να αποκτήσουν παιδιά. Άλλωστε, και το όνομα του Σαμουήλ αποκαλύπτει τη σχετική ιστορία αφού Σαμουήλ σημαίνει «Θεαίτητος». Σε αυτό επίσης μας παραπέμπει και η σχετική αναφορά στο Α΄ Βασ. 1:20.
Επειδή, όπως αναφέραμε οι γονείς του Σαμουήλ ήταν ευσεβείς και αναγνώριζαν πως η γέννηση του Σαμουήλ ήταν ένα δώρο από το Θεό γι’ αυτούς, θέλοντας να Τον ευχαριστήσουν και να δείξουν την ευσέβειά τους, αφιέρωσαν το Σαμουήλ από την παιδική του ηλικία στο ιερό της Σηλώ, όπου τέθηκε υπό την προστασία του ιερέα Ηλεί. Όπως πληροφορούμαστε και από το Α΄ Βασ. 2:26, ο Σαμουήλ μεγαλώνοντας διδάχθηκε εκεί τη Μωσαϊκή θρησκεία και εισήλθε στο πνεύμα της.
Όντας πιστός και αφοσιωμένος στο Θεό, ο Σαμουήλ γίνεται αποδέκτης, μέσω ενυπνίου, της προφητείας του Θεού περί καταστροφής του ιερού της Σηλώ. Στην καταστροφή αυτή δεν συνέβαλε, κατά το Σαμουήλ, μόνο η ήδη υπάρχουσα κακή διαγωγή των υιών του Ηλεί αλλά και η απομάκρυνση του ισραηλιτικού λαού από τη Μωσαϊκή θρησκεία. Έτσι, ο Σαμουήλ άρχισε να κηρύττει την εθνική συμφορά που θα έπληττε ολόκληρο το λαό εξ’ αιτίας της υφιστάμενης θρησκευτικής κατάπτωσης. Όπως αναφέρεται και στο Α΄ Βασ. 3:20, η επαλήθευση της προφητείας αύξησε το κύρος του Σαμουήλ και τον ανέδειξε ως τον αναγνωρισμένο προφήτη του Θεού. Την ίδια περίοδο, και ενώ το ιερό της Σηλώ ήταν ήδη κατεστραμμένο, η κιβωτός της Διαθήκης επεστράφη στους Ισραηλίτες από τους Φιλισταίους (που πλέον θεωρούσαν πως η κατοχή της κιβωτού ευθύνεται για τα κακά που τους βρήκαν) και ετοποθετήθη στην Κιριάθιαρίμ.
Μετά από αυτά τα γεγονότα αρχίζει και η δημόσια δράση του Σαμουήλ, κατέχοντος πλέον το αξίωμα του Κριτή. Η έναρξη της ενεργού δράσης του τοποθετείται γύρω στο 1040. Σιγά σιγά ο Σαμουήλ καθιστά πολιτικό και θρησκευτικό κέντρο τη Μασσηφά, από την οποία συνεχίζει να κηρύττει την επιστροφή στη Μωσαϊκή θρησκεία. Φθάνοντας σε μεγάλη ηλικία πια και διαπιστώνοντας πως δεν είχε επιτευχθεί ο στόχος του για τη συνένωση του ισραηλιτικού λαού, ο Σαμουήλ, αποφάσισε να εγκαθιδρύσει το θεσμό της βασιλείας. Πίστευε πως υπό τη διακυβέρνηση από έναν βασιλιά θα ήταν ευκολότερη η αντιμετώπιση των εχθρών και με αυτόν τον τρόπο θα εξέλιπε ο θρησκευτικός συγκρητισμός που επικρατούσε ως τότε. [Τα γεγονότα περί της χρίσεως των βασιλέων από το Σαμουήλ και τα επακόλουθα αυτής, όπως και των σχέσεων μεταξύ του Σαμουήλ και των βασιλέων είναι πιο σωστό να εξεταστούν σε ξεχωριστή ενότητα.]
Η τεράστια αυτή προσωπικότητα του Σαμουήλ, δρώντα ως Κριτή και Προφήτη του ισραηλιτικού λαού, απέκτησε εξαιρετική σημασία και σπουδαιότητα καθώς ο ίδιος αφιέρωσε τη ζωή του στον αγώνα υπέρ της Μωσαϊκής θρησκείας και στην προσπάθεια απομάκρυνσης των συγκρητιστικών στοιχείων από αυτήν. Χαρακτηριστική είναι η αναφορά στο Σοφ. Σειρ. 46:13 κ.εξ., όπου ο Σαμουήλ είναι: «᾿Ηγαπημένος ὑπὸ Κυρίου αὐτοῦ Σαμουὴλ προφήτης Κυρίου κατέστησε βασιλείαν καὶ ἔχρισεν ἄρχοντας ἐπὶ τὸν λαὸν αὐτοῦ·………. ἐν πίστει αὐτοῦ ἠκριβάσθη προφήτης καὶ ἐγνώσθη ἐν πίστει αὐτοῦ πιστὸς ὁράσεως».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου