Ό όσιος Παΐσιος από το Νεάμτς ήταν ένας από τους μεγαλύτερους στάρετς πού γνώρισε ποτέ ο Ρουμανικός μοναχισμός.
Κατά πασά πιθανότητα ήταν στην καταγωγή Μολδαβός, ίσως να καταγόταν από το γένος των Καντεμίρ. Λόγω των συχνών επιθέσεων των Οθωμανών και Τατάρων, οί προγονοί του μετοίκησαν και εγκατεστάθησαν στην πόλη Πολτάβα της Μικρορωσίας. ο όσιος στάρετς Παΐσιος γεννήθηκε στις 21 Δεκεμβρίου 1722 στην Πολτάβα από γονείς ευλαβείς. ο πατήρ του ήταν ιερεύς στον καθεδρικό ναό της Πολταβας. Σ' αυτό το σπίτι υπήρχε ή ευλογία του Θεού. ο Πέτρος (αυτό ήταν το κατά κόσμον όνομα του στάρετς) ήταν το ενδέκατο παιδί από τα δώδεκα αδέλφια. Ορφάνεψε μικρός από πατέρα και δόθηκε από την μητέρα του για να σπουδάσει στην Ακαδημία Μοβιλεάνα του Κιέβου το 1735. Μετά από τέσσερα χρόνια σπουδών, ή ψυχή του δεν εύρισκε ανάπαυση σ' αυτά. Αισθανόταν το κάλεσμα για την μοναχική πολιτεία. Το φθινόπωρο του έτους 1739, όταν ήταν μόλις 17 ετών, αναχώρησε αναζητώντας ένα μοναστήρι και έναν καλό Πνευματικό πού θα ήταν τόσο αναγκαιος για την ψυχή του. Επί επτά χρόνια περιπλανιόταν στις περισσότερες σκήτες και μοναστήρια, μεταξύ των οποίων και στην λαύρα Πετσέρσκα. Στο μοναστήρι Μεντβεντέσκι έγινε ρασοφόρος με το όνομα Πλάτων. Μα επειδή δε ν βρήκε ανάπαυση και πνευματική ησυχία στα μοναστήρια της Ουκρανίας, παρακινήθηκε από το Άγιο Πνεύμα και πέρασε στην Μολδαβία το 1745. Εδώ αγωνίζονταν πολλοί μοναχοί από την Μικρορωσία. ο Πλάτων εγκαταστάθηκε στην σκήτη Τρεστιένι. Ύστερα επήγε στην σκήτη Κίρνουλ, κοντά στον ποταμό Μπουζάου, όπου ευρισκόταν τότε εκεί και ο ερημίτης Ονούφριος. Το καλοκαίρι του 1746 αναχώρησε για τον Άθωνα και έζησε λίγο καιρό στην έρημο, κοντά στην Μονή του Παντοκράτορας. Το 1750 ο στάρετς Βασίλειος έκειρε μοναχό τον ερημίτη Πλάτωνα, δίνοντας του το όνομα Παΐσιος. Άπ' αυτό το έτος ο ταπεινός Παΐσιος άρχισε να δέχεται μαθητάς στην σκήτη του αγίου Προφήτου Ήλιου (Ρωσική), όπου και διέμενε. Έλαβε κατόπιν την ιεροσύνη και έζησε στο Άγιο Όρος συνολικά 17 χρόνια. Το καλοκαίρι του 1763 ήλθε στην Μολδαβία με τους μαθητάς του και κατοίκησε στο μοναστήρι Ντραγκομίρνα. Εδώ έμεινε 12 χρόνια —μέχρι τίς 14 Οκτωβρίου 1775— αφού δημιούργησε μιαν αδελφότητα από 350 μοναχούς. Το φθινόπωρο του 1775 ήλθε στο μοναστήρι του Σέκου, συνοδευόμενος από 200 μαθητάς. Πάλι το καλοκαίρι του 1779 μετώκησε για τελευταία φορά στην μεγάλη Λαύρα της Μολδαβίας, στο μοναστήρι Νεάμτς.
Στο μοναστήρι Νεάμτς ο όσιος πέρασε τα τελευταία 15 χρόνια, πού ήταν τα πλέον καρποφόρα πνευματικά άπ' όλη την ζωή του. Εδώ κατάρτισε ικανό αριθμό από μεταφραστές των έργων των αγίων Πατέρων, οργάνωσε την αδελφότητα κατά το αγιορείτικο τυπικό, δημιούργησε μια μεγάλη σε αριθμό συνοδεία, ή οποία πλησίαζε τους χίλιους μοναχούς, δίδαξε πολλούς μαθητάς του στην εξάσκηση της νοεράς προσευχής και είχε πνευματικές σχέσεις με πολλά μοναστήρια, στάρετς, Πνευματικούς, ερημίτες, επισκόπους και άρχοντας. στις 15 Νοεμβρίου 1794 ο μεγάλος στάρετς του μοναστηρίου Νεάμτς, ο επονομασθείς μέγας Βελιτσικόβσκυ, εξεδήμησε προς την μακαριά ανάπαυση, σε ηλικία 72 ετών. Ενταφιάσθηκε δίπλα στην εκκλησία, όπως φαίνεται μέχρι σημέρα.
Β) Έργα και λόγοι διδασκαλίας
Τον καιρό πού ο ρασοφόρος Πλάτων ασκήτευε στην σκήτη Τρεστιένι, είχε τοποθετηθεί ως διακονητής στο μαγειρείο. Άλλα επειδή δεν ήξερε να μαγειρεύει και ήταν καχεκτικός στο σώμα, κάποια ημέρα δεν έβρασε το φαγητό αρκετά. Και όταν κατέβαζε το καζάνι από την φωτιά, χύθηκε από απροσεξία του όλο το φαγητό, για το όποιο έκλαψε πολύ, ζητώντας συγχώρηση. Την άλλη ημέρα επήρε εντολή να ζύμωση ψωμί στον φούρνο. Άλλα και εδώ έπαθε τον ίδιο πειρασμό. Επειδή δεν ήξερε να φτιάξη το προζύμι και δεν είχε την δύναμη να το ζύμωση όσο έπρεπε, το ζυμάρι δεν φούσκωσε. Ήλθε λοιπόν ένας αδελφός να τον βοηθήσει, το ζύμωσε πάλι. Μα δεν ήξερε ακόμη να κανονίσει την φωτιά στον φούρνο, με αποτέλεσμα να καούν όλα τα ψωμιά. Τότε ο ρασοφόρος Πλάτων ζητούσε γονατιστός συγχώρηση από τους πατέρας και έκλαιγε από την στενοχώρια του όλες εκείνες τίς ημέρες.
Κάποιο φθινόπωρο ο ηγούμενος της σκήτης έβαλε τον Πλάτωνα να φυλάττει το αμπέλι με την εντολή να μη τρώγει σταφύλια, παρά μόνο μετά το φαγητό, διότι θα τον ενόχληση το στομάχι του.
Άλλα ο υποτακτικός νικήθηκε από την γαστριμαργία. όλη την ημέρα έτρωγε σταφύλια και την ώρα του φαγητού δεν γευόταν τίποτε.
Με τον καιρό αρρώστησε, αδυνάτισε. Τότε τον κάλεσε ο ηγούμενος να τον δή. Και ο Πλάτων, ντροπιασμένος, ομολόγησε το σφάλμα λόγω παρακοής του και ζήτησε με δάκρυα συγχώρηση.
Έλεγαν οί πατέρες της σκήτης για τον Πλάτωνα —και αυτό αξίζει να το γνωρίσουμε— ότι μια νύκτα πού εξημέρωνε Κυριακή, Ο Πλάτων κοιμήθηκε με τόση όρεξη, ώστε δεν άκουσε καθόλου το καμπανάκι του όρθρου. όταν ξύπνησε, ή ακολουθία ευρισκόταν στην μέση. Τότε από την μεγάλη του λύπη άρχισε να κλαίει και επέστρεψε στο κελί του. Την δεύτερη ημέρα ντρεπόταν να πάει στην Λειτουργία και στην τράπεζα με τους αδελφούς, αλλά κάθισε στο κελί του κλαίγοντας, διότι τόσο πολύ ήταν κυριευμένος από τον φόβο του Θεού. Άπ' αυτή την ημέρα για πολύ καιρό ο ρασοφόρος Πλάτων δεν κοιμόταν πλέον στο κρεβάτι, αλλά καθόταν σ' ένα σκαμνί, για να μπορεί να σηκώνεται στον όρθρο.
Τότε πού ο ταπεινός Πλάτων ασκήτευε στην σκήτη Κίρνου, πήγαινε συχνά στην έρημο, στον όσιο Ονούφριο, πολύ ενάρετο και χαριτωμένο άνδρα και του ζητούσε να του πει λόγους πνευματικούς. Κάποια φορά, αφού του είπε ο γέροντας για τα σωματικά και ψυχικά πάθη και τον πονηρό πόλεμο των δαιμόνων, πρόσθεσε στην συνέχεια και αυτά:
—Εάν δεν προστατεύει ο Χριστός τον λαό του, δεν μπορεί να σωθεί κανένας από τους αγίους. Άλλα αυτός πού προσπίπτει στον Χριστό με πίστη, αγάπη, ταπείνωση και δάκρυα, αυτός λαμβάνει ανέκφραστες ευλογίες και χαρές, ειρήνη και αγάπη θερμή από τον Θεό. Μάρτυρες αυτής της εργασίας είναι τα ανυπόκριτα δάκρυα πού πηγάζουν από μεγάλη αγάπη, καρδιακή συντριβή και συνεχή ταπείνωση για τον Χριστό, Διότι μόνο με την αγάπη του Χριστού ο άνθρωπος γίνεται απαθής προς τα αγαθά αυτού του κόσμου.
Μετά από τέσσερα χρόνια πνευματικής ασκήσεως στην Μολδαβία, ο ρασοφόρος Πλάτων αναχώρησε για το Άγιο Όρος, για να γλιτώσει από την χειροτονία του σε ιερέα, όπως μόνος του το ομολόγησε αργότερα: «φοβήθηκα μήπως οί πατέρες της Μολδαβίας με αναγκάσουν να δεχθώ την ιεροσύνη.
Σαν έφτασε ο Πλάτων στο Όρος του Άθωνος, περπάτησε σ' όλα τα μοναστήρια για να βρει έναν έμπειρο πνευματικό οδηγό. 'Αλλά δεν βρήκε ένα Πνευματικό όπως τον ήθελε. Για αυτό αναχώρησε για την έρημο και ασκήθηκε μόνος του επί τέσσερα χρόνια, με
πολλή σκληραγωγία, στην προσευχή και στην ανάγνωση των Αγίων Πατέρων, στα δάκρυα και στην καθημερινή ολονύκτια αγρυπνία.
Η άσκησης του μακαρίου Πλάτωνος ήταν στην μοναξιά αρκετά δύσκολη και κοπιαστική. Ασχολιόταν αδιάκοπα με την ανάγνωση των Αγίων Γραφών και την ψαλμωδία των ψαλμών. Τροφή ελάμβανε κάθε δεύτερη ημέρα και τότε μόνο με νερό και παξιμάδι,
εκτός από τα Σάββατα, Κυριακές και εορτές. Μα και ή φτώχεια του ήταν πρωτοφανής. Ζούσε μόνο από την ελεημοσύνη. Είχε μόνο ένα ζωστικό και ένα ράσο και αυτά πολύ παλαιά. Πολλές ώρες, λόγω της φτώχειας του, περπατούσε ξυπόλυτος τον χειμώνα, χωρίς υποκάμισο. 'Αλλά ο ταπεινός Πλάτων χαιρόταν για την ένδεια του, όπως χαίρεται ο πλούσιος με τα πλούτη του. Ουδέποτε κλείδωνε την πόρτα του κελιού του, όταν έφευγε να πάει κάπου, διότι δεν είχε τίποτε μέσα, εκτός μόνο από τα βιβλία των αγίων Πατέρων πού τα είχε φέρει από το μοναστήρι.
Εκείνη την περίοδο, κατά θεία πρόνοια, ήλθε στο Άγιο Όρος ο μεγάλος στάρετς Βασίλειος από την Μεγάλη Ποιάνα. Παρέμεινε μερικές ημέρες στο κελί του μακαρίου Πλάτωνος. Μετά από επίμονες παρακλήσεις ο στάρετς Βασίλειος τον έκειρε μοναχό, δίνοντας του το όνομα Παΐσιος.
Ύστερα ο γέροντας συνεβούλευσε τον μαθητή του ν' αφήσει την ερημική ζωή και να ακολουθήσει την βασιλική οδό, λέγοντας: Ολόκλήρη ή μοναχική ζωή διαιρείται σε τρία μέρη: πρώτον στην κοινοβιακή ζωή, δεύτερον στην ανά δύο ή τρεις διαβίωση, πού ονομάζεται βασιλική ή μέση οδός και είναι τα πάντα κοινά και τρίτον στην κατά μονάς ερημική άσκηση, πού είναι κατάλληλη μόνο στους τελείους και αγίους άνδρας.
Αυτόν τον καιρό όμως μερικοί μοναχοί ανακάλυψαν και τέταρτο είδος ζωής στο μοναχικό πολίτευμα. ο καθένας φτιάχνει κελί ο ίδιος, όπου του αρέσει, ζή μόνος του και κυβερνάται κατά την θέληση του. Αυτοί δεν είναι πραγματικοί ερημίτες, αλλά αυθαίρετοι και αυτόκλητοι, διότι εκλέγουν ένα τρόπο ζωής πού είναι στα μέτρα των δυνάμεων των, εγκαταλείποντας την κοινοβιακή υπακοή.
Μερικοί άπ' αυτούς λέγουν: «Εγώ γι' αυτό ζω μόνος μου, για να μη στεναχωρώ τον αδελφό μου, ούτε και εγώ να στεναχωριέμαι από άλλους. Επίσης προφυλάγομαι από μάταιες συζητήσεις και διάφορες κατακρίσεις». Γνωρίζεις όμως, φίλε μου, ότι αυτά τα λόγια περισσότερο σε ντροπιάζουν παρά σε δικαιώνουν; Διότι και οί πατέρες της Εκκλησίας λέγουν ότι οί νέοι είναι ωφέλιμο για την ψυχή των να απέχουν από την υπερηφάνεια, το θέλημα των, την πονηρία και άλλα παρόμοια ματαιόδοξα έργα ανθρωπινής αλαζονείας.
Πάλι έλεγε ο όσιος Βασίλειος στον μαθητή του Παΐσιο:
—Καλλίτερα είναι να ζεις μαζί μ' ένα αδελφό, να γνωρίζεις τίς αδυναμίες και τον χαρακτήρα σου, να μετανοείς, να προσεύχεσαι ενώπιον του Κυρίου και να αγιάζεσαι όλη την ημέρα με την Χάρι του Χριστού, παρά να αυξάνη ή αλαζονεία και το θέλημα σου, να τα κρύβεις με πονηρία και να τρέφεσαι πνευματικά μ' αυτή την ιδιόρρυθμη ζωή. Διότι αυτή ή εγωιστική ζωή προκαλεί όχι λίγες πληγές από τα πάθη.
Πάλι πρόσθεσε ο στάρετς Βασίλειος:
Ή μοναχική κούρα πριν από τον κατάλληλο καιρό γίνεται αιτία υπερηφάνειας, όπως λέγει ο άγιος Βαρσανούφιος. Επομένως, εάν τον αδύνατο ή κούρα τον οδηγεί στην υπερηφάνεια, τότε πού να στηριχθεί αυτός πού αποτολμά αυτόν τον αγώνα με το θέλημα του; Δεν είναι άραγε καλλίτερα να βαδίζει την μέση και βασιλική οδό, κρατώντας την σιωπή με άλλους δύο-τρεις;
Η κοινοβιακή ζωή, κατά την εντολή του Κυρίου, έλεγε ο μεγάλος στάρετς, αυξάνει τον ζήλο στον μοναχό για κάθε έργο, γι' αυτό και πολεμείται από τον σατανά. Σ' αυτή την ζωή δεν υπάρχει χώρος για την φιλαυτία και την ατομικότητα, πού εξουσιάζουν συνήθως αυτούς πού ζουν με το δικό των θέλημα.
Αυτοί πού ζουν στην μοναξιά από την αρχή της μοναχικής ζωής των, τους φαίνεται κατόπιν δύσκολη ή ζωή του κοινοβίου. Γι' αυτό μερικοί άπ' αυτούς λέγουν: Ή εργασία για εμάς τους ίδιους προξενεί ζήλο και επιμέλεια, ενώ ή εργασία για τους αδελφούς προκαλεί αμέσως οκνηρία και γογγυσμό.
Έλεγε πάλι ο στάρετς Βασίλειος:
—Αυτός πού ζή στο θέλημα του, εργάζεται μόνο για τον εαυτό του, από αγάπη του εαυτού του. Ενώ αυτός πού ζή μέσα στην αδελφότητα, εργάζεται για τον Κύριο, από αγάπη για τον Κύριο. Γι' αυτό πρέπει εμείς οί αδύνατοι να ακολουθούμε την βασιλική οδό, όπου ζουν πολλοί σ' ένα τόπο. Μ' αυτό το είδος της ζωής και τους πειρασμούς θα νικήσουμε και την φιλαυτία μας θα ξεριζώσουμε.
Αρχίζοντας ο μακάριος Παΐσιος να δέχεται κοντά του περισσοτέρους αδελφούς, κατά την συμβουλή του στάρετς Βασιλείου, είχε μεγάλη έλλειψη από ιερέα. Τότε οί αδελφοί παρακάλεσαν με δάκρυα τον Παΐσιο να δεχθεί την ιεροσύνη, αλλά αυτός δεν ήθελε, θεωρώντας τον εαυτό του ανάξιο. Τότε μερικοί από τους γέροντας πατέρας του Άθωνος είπαν στον όσιο:
—Πώς μπορείς να διδάσκεις τους αδελφούς να υπακούουν και να κόβουν το θέλημα των, όταν εσύ δεν κάνεις υπακοή και περιφρονείς τα δάκρυα τόσων ανθρώπων; Είναι φανερό ότι αγαπάς το θέλημα σου και έχεις περισσότερη εμπιστοσύνη στα λόγια σου, παρά στα λόγια αυτών, πού είναι παλαιότεροι από εσένα και στα χρόνια και στην πείρα. Άραγε δεν αντιλαμβάνεσαι ότι κάνεις παρακοή; Σαν άκουσε τα λόγια αυτά ο Παΐσιος, υπήκουσε στην γνώμη των αθωνιτών πατέρων και δέχθηκε την ιεροσύνη.
Έλεγαν για την αδελφότητα του οσίου Παϊσίου στην Σκήτη του Προφήτου Ήλιου (Ρωσική) ότι είχε μεγάλη στέρηση από υλικά αγαθά, αλλά είχε σε τέλειο βαθμό την ειρήνη και τον πνευματικό ζήλο. Έκτος από την συμμετοχή στις καθημερινές εκκλησιαστικές ακολουθίες ή αδελφότης ασχολείτο και με τίς χειρωνακτικές εργασίες με τέλεια αγάπη, ταπείνωση και σιωπή.
Έλεγαν για τον μακάριο στάρετς ότι και αυτός κοπίαζε την ημέρα στην κατασκευή κουταλιών, ενώ την νύκτα ασχολείτο με την ανάγνωση και αντιγραφή πατερικών βιβλίων, θυσιάζοντας για τον ύπνο μέχρι τρεις ώρες.
Μερικές φορές τον χρόνο ο πατριάρχης Σεραφείμ, ο οποίος ησύχαζε στο μοναστήρι του Παντοκράτορας, καλούσε τον στάρετς Παΐσιο στην μονή για την τέλεση της Θείας Λειτουργίας. Και πράγματι, ωφελούντο όλοι να βλέπουν τον Παΐσιο να ιερουργεί στα ελληνικά, χωρίς βιασύνη, με ανέκφραστη ευλάβεια και με το πρόσωπο βρεγμένο από δάκρυα καθ' όλη την διάρκεια της ακολουθίας.
Ο στάρετς Παΐσιος αγαπούσε πάρα πολύ την ανάγνωση των έργων των Αγίων Πατέρων. Να τι απάντησε στον στάρετς Αθανάσιο, ο οποίος τον κατηγορούσε για ορισμένα πράγματα:
—Να μη λέγεις, πάτερ Αθανάσιε, ότι επαρκούν δύο ή τρία βιβλία για την ψυχική μας σωτηρία. Χωρίς αμφιβολία, ούτε ή μέλισσα συγκεντρώνει το μέλι από ένα μόνο λουλούδι, αλλά από πολλά. Έτσι γίνεται και μ' αυτόν πού διαβάζει τα Πατερικά βιβλία. Το ένα από αυτά τον διδάσκει ορθά για την πίστη, το άλλο τον διδάσκει να σιωπά και να προσεύχεται, το άλλο του μίλα για την υπακοή, την ταπείνωση και την υπομονή, ενώ άλλο τον συμβουλεύει για την αγάπη του Θεού και του συνανθρώπου. Όποτε χρειάζεται να διαβάζει ο άνθρωπος πολλά Πατερικά βιβλία, για να ζή κατά τον νόμο του Ευαγγελίου.
Έλεγε ο όσιος Παΐσιος:
—Αυτός πού δεν θέλει να δεινοπάθηση με τον Χριστό στην κοινοβιακή ζωή και συγχρόνως υπερηφανεύεται ότι σηκώνει τον σταυρό του Χριστού, εκλέγοντας πρόωρα την ερημική ζωή, γίνεται ένας επαναστάτης και όχι ένας ερημίτης.
Έλεγε πάλι:
Ή κοινοβιακή ζωή και ή εξ αυτής αγία υπακοή, πού είναι ή ρίζα της μοναχικής ζωής, τοποθετεί μέσα στους κόλπους της τον ίδιο τον Σωτήρα Χριστό, πού δίνει σαν παράδειγμα στους ανθρώπους την ζωή του, με τους δώδεκα Αποστόλους, οί όποιοι υποτάχθηκαν καθ' όλα στις θείες του εντολές.
Κανένα άλλο είδος μοναχικής ζωής δεν οδηγεί τον μοναχό τόσο στην πνευματική πρόοδο και δεν τον λυτρώνει τόσο εύκολα από τα σωματικά και ψυχικά πάθη, όσο ή κοινοβιακή ζωή με την μακαρία υπακοή. Και αυτό οφείλεται στην ταπείνωση πού γεννάται από την υπακοή.
Και για την πνευματική αγάπη έλεγε πάλι:
—Ή ζωή στο κοινόβιο ενώνει τους αδελφούς, χωρίς διακρίσεις γενεών, με την εν Χριστώ αγάπη και έτσι όλοι γίνονται ένα σώμα με μία μόνο κεφαλή —τον Χριστό— μία μόνο ψυχή, μία και μοναδική θέληση και ένα και μοναδικό σκοπό —την διαφυλάξει των εντολών του Χριστού, με το να προτρέπει ο ένας τον άλλο στον καλόν αγώνα, να υπάκουη ο ένας στον άλλον, να μεταφέρει ο ένας το φορτίο του αλλού, να γίνει πατέρας και μαθητής ο ένας για τον άλλον.
Έλεγε πάλι ο στάρετς:
—Ή αγία υπακοή σαν ρίζα και θεμέλιο της μοναχικής ζωής, είναι άρρηκτα δεμένη με την ζωή του κοινοβίου, όπως είναι δεμένη ή ψυχή με το σώμα. Διότι δεν μπορεί να υπάρχει το ένα χωρίς το άλλο.
Στο κοινόβιο μας, έλεγε ο μακάριος Παΐσιος, κανείς δεν έχει τίποτε το προσωπικό του, διότι όλα έχουν διατεθεί σε όλους, έφ' όσον ή απληστία είναι ή οδός του προδότου Ιούδα. Οποίος έρχεται στο μοναστήρι, είναι υποχρεωμένος να εναπόθεση όλη την περιουσία του, μέχρι και το πιο ελάχιστο αντικείμενο, στα πόδια του ηγουμένου, χαρίζοντας τον εαυτό του, την ψυχή και το σώμα του στον Θεό μέχρι θανάτου.
Κατόπιν πρόσθεσε και αυτά:
—Είναι αλήθεια ότι στο κοινόβιο μας δεν φθάνουν όλοι στα ίδια εξ ίσου μέτρα της πνευματικής ηλικίας. Οί περισσότεροι απαρνούνται όλα τα θελήματα των και την γνώμη των, υπακούουν σε όλους τους αδελφούς και υπομένουν με μεγάλη χαρά τίς επιπλήξεις και τους πειρασμούς. Αυτοί είναι πάντοτε κυρίαρχοι του εαυτού των στις κατηγορίες εναντίον των και θεωρούνται από όλους οί πλέον ανάξιοι. Οί άλλοι, πού δεν είναι και λίγοι, πέφτουν και πάλι σηκώνονται, σφάλλουν και πάλι μετανοούν, με δυσκολία υπομένουν τους ελέγχους και τους πειρασμούς, αλλά δεν παραμένουν στα πρώτα και προσεύχονται με θερμότητα στον Θεό να τους αποστείλει βοήθεια. Υπάρχουν ακόμη λίγοι πού δεν μπορούν καθόλου να υπομείνουν τους πειρασμούς και τίς συκοφαντίες. Αυτοί έχουν ανάγκη να τρέφονται με το γάλα της ευσπλαχνίας, της φιλανθρωπίας και της ανοχής, μέχρι να φθάσουν στην κατάλληλη πνευματική ηλικία.
Σε κάποιον από τους φίλους του, έλεγε ο όσιος Παΐσιος τα παρακάτω λόγια:
—Έχω μία ακατάπαυστη θλίψη και πόνο στην καρδιά μου. Άραγε με τι πρόσωπο θα παρουσιασθώ εγώ μπροστά στον φοβερό Κριτή, για να απολογηθώ τόσο για τίς ψυχές των αδελφών μου πού ευρίσκονται στην υπακοή μου, όταν εγώ δεν είμαι σε θέση να αντιληφθώ το μολυσμό της ψυχής μου; 'Αλλά, αν και είμαι ανάξιος, έχω την ελπίδα της σωτηρίας μου στις προσευχές των αδελφών μου πού ζουν μαζί μου.
Όταν ο στάρετς Παΐσιος εξήλθε με την συνοδεία του από το Όρος του Άθωνος για το μοναστήρι Ντραγκομίρνα, επέβαλε με την ευλογία του μητροπολίτου Μολδαβίας Γαβριήλ τον παρακάτω κανονισμό για την ταξί της μοναχικής ζωής:
—Κανένας κοινοβιάτής αδελφός να μην έχει το παραμικρό αντικείμενο ιδιωτικής περιουσίας, κινητό ή ακίνητο. ο ηγούμενος του μοναστηρίου θα έχει την φροντίδα να δίνη στον καθένα τα αναγκαία, ανάλογα με την διακονία του.
—Κάθε αδελφός ν' αγωνίζεται ν' απόκτηση την τελεία υπακοή, αφού απαρνηθεί όλα τα θελήματα του, τίς σκέψεις και την ελευθερία του.
—Ό ηγούμενος να γνωρίζει καλά την Αγία Γραφή και την διδασκαλία των Αγίων Πατέρων, ώστε να γνωρίζει πώς να κατευθύνει τους μοναχούς κατά το θέλημα του Θεού.
—Οί εκκλησιαστικές ακολουθίες και όλη ή κοινοβιακή τάξις να τηρούνται ακριβώς κατά το τυπικό του Αγίου Όρους Άθωνος. —Ό ηγούμενος και όλοι οί αδελφοί είναι υποχρεωμένοι να συμμετέχουν καθημερινά στις εκκλησιαστικές ακολουθίες με ράσο και κουκούλι. Μόνο οί ασθενείς ή οί σταλμένοι σε διακόνημα μπορούν να απουσιάζουν από την εκκλησία.
—Στην τράπεζα να προσφέρεται το φαγητό κατά το εκκλησιαστικό τυπικό και την ταξί του Αγίου Όρους.
—Σε κανέναν δεν επιτρέπεται να τρώγει στο κελί του, από τον ηγούμενο μέχρι και τον τελευταίο δόκιμο αδελφό. Μόνο οί ασθενείς και οί γέροντες επιτρέπεται να παίρνουν τροφές για το κελί των. —Στα κελιά οί αδελφοί είναι υποχρεωμένοι περισσότερο από ό,τιδήποτε άλλο έργο να ασκούνται στην καρδιακή προσευχή. Επίσης να διαβάζουν τους ψαλμούς, την Αγία Γραφή και τα βιβλία των Αγίων Πατέρων. Ενώ ή έξοδος από τα κελιά και ή διάθεσης για συζήτηση να αποφεύγονται σαν το δηλητήριο.
—Ό ηγούμενος να τοποθετεί τους αδελφούς σ' όλα τα διακονήματα της μονής, για να συνηθίζουν στην ταπείνωση και στην εκκοπή του θελήματος των.
—Ό ηγούμενος οφείλει να έχη προς όλους την ίδια αγάπη και φροντίδα, καθώς και οί αδελφοί να έχουν σ' αυτόν αγάπη καθαρή και ανυπόκριτη.
—Ό ηγούμενος πρέπει να υπομένει με πραότητα όλες τίς αδυναμίες των πνευματικών του τέκνων με την ελπίδα διορθώσεως των. Ενώ αυτοί πού ζουν με το να συμβουλεύονται το λογικό των και αφήνουν την ταξί της υπακοής, μετά από μερικές συμβουλές, να απομακρύνονται από το μοναστήρι.
—Για την καλή διακυβέρνηση της μοναστηριακής περιουσίας και της περιουσίας πού χάρισαν οί αδελφοί στο μοναστήρι, ο ηγούμενος είναι υποχρεωμένος να έχει ένα αδελφό επιτήδειο πού να μπορεί να τα διοικεί όλα καλά.
—Οί αδελφοί πού έρχονται για μοναχοί στο μοναστήρι να φορούν τα ενδύματα των λαϊκών και να δοκιμάζονται από έξι μήνες μέχρι τρία χρόνια. Μετά να εισάγονται στον μοναχισμό ως ρασοφόροι (δόκιμοι) ή μοναχοί με μανδύα. Ενώ αυτοί πού μετά από τρία χρόνια δεν μαθαίνουν την υπακοή και την εκκοπή των θελημάτων των, να αποστέλλονται πάλι στον κόσμο.
—Στο μοναστήρι να υπάρχει μικρό νοσοκομείο για τους ασθενείς αδελφούς και ένας αρμόδιος αδελφός να φροντίζει γι' αυτούς, προσφέροντας κατάλληλη τροφή, ποτό και ησυχία.
—Στο μοναστήρι να υπάρχουν διάφορα εργαστήρια για τα απαραίτητα της αδελφότητας, στα όποια να εργάζονται ειδικευμένοι μοναχοί, ώστε να μην υπάρχει ανάγκη να πηγαίνουν οί μοναχοί στους λαϊκούς.
—Να υπάρχουν δύο αρχονταρίκια για τους φιλοξενουμένους• ένα μέσα στο μοναστήρι για τους ευλαβείς λαϊκούς προσκυνητές, πού έρχονται για ψυχική ανάπαυση και το άλλο εκτός του μοναστηριού για τους επισκέπτες χάριν τουρισμού.
—Ό ηγούμενος να διορίζει τους καταλληλότερους μοναχούς για την φιλοξενία και ψυχική ξεκούραση των ξένων. Τους πτωχούς και ασθενείς —ασχέτως από που κατάγονται— να τους οδηγούν είτε στο αρχονταρίκι είτε στο νοσοκομείο και να τους περιποιούνται με καλοσύνη.
—Στο μοναστήρι να είναι απαγορευμένη ή είσοδος των γυναικών, εκτός σε περίπτωση μεγάλης ανάγκης, όπως σε καιρό πολέμου ή καταδιώξεως.
—Ό ηγούμενος να εκλέγεται από την συνοδεία των μοναχών και μόνο εξ αυτών πού ανήκουν στο μοναστήρι. Να γνωρίζει καλά την Αγία Γραφή και την διδασκαλία των Αγίων Πατέρων και να είναι σ' όλους παράδειγμα αγάπης, πραότητας και σωφροσύνης.
Το μοναστήρι Ντραγκομίρνα να μην είναι ποτέ και πουθενά υποτεταγμένο, όπως το άφησε με αυστηρή εντολή ο σεβασμιότατος εκείνος κτίτωρ, ο μητροπολίτης Αναστάσιος Κρίμκα. ο όσιος Παΐσιος συμβούλευε τους αδελφούς να επιτελούν το καθορισμένο διακόνημα των με μεγάλη αγάπη, με τελεία σιωπή και με την προσευχή μυστικά στην καρδιά. Συχνά εξερχόταν και Ο ηγούμενος με τους αδελφούς στις δουλειές και ήταν σε πλους παράδειγμα για όλα.
Το καλοκαίρι πού οί πατέρες εργάζονταν στην πεδιάδα, πήγαινε μαζί των για τίς καθημερινές εκκλησιαστικές ακολουθίες και ένας Πνευματικός, ο οποίος και τους εξομολογούσε κάθε ημέρα.
Όταν ο στάρετς Παΐσιος δεν μπορούσε να παρακολουθεί επαρκώς τους εργαζομένους στην πεδιάδα αδελφούς, τους έστελνε μία επιστολή γεμάτη από πνευματικές συμβουλές. Να πώς δίδασκε τους αδελφούς σε μία άπ' αυτές τίς επιστολές:
—Παιδιά μου, φυλαχθήτε από τον φθόνο. όπου υπάρχει ζηλοτυπία, εκεί δεν υπάρχει το Πνεύμα του Θεού.
Να κυριαρχείτε στην γλώσσα σας για να μη εξέλθει λόγος μάταιος.
Όποιος εξουσιάζει την γλώσσα του, φυλάγει την ψυχή του από την λύπη.
Από την γλώσσα πηγάζει ή ζωή και ο θάνατος.
Σ' όλα να έχετε ταπείνωση, αγάπη και καλοσύνη.
Οπλιστείτε με τον φόβο του Θεού, με την μνήμη θανάτου και των αιωνίων βασάνων, αλλά και με τη νοερά προσευχή, την οποία να επαναλαμβάνετε ακατάπαυστα. Να προσφέρετε την θυσία στον Θεό καθαρή, άμωμη, εις οσμή ευωδιάς, κατά τίς χριστιανικές σας υποσχέσεις. Να προσφέρετε τον αγώνα και τους ίδρωτες του αίματος σας πάντοτε σαν μία φλόγα πυρός. ο καύσων και το λιοπύρι της ημέρας να είναι για εσάς όπως ή υπομονή των μαρτύρων.
Στα κελιά ζητούσε ο στάρετς Παΐσιος από τους μοναχούς να κάμουν τρεις εργασίες: Να διαβάζουν τους λόγους των Αγίων Πατέρων, να ασκούνται στην νοερά προσευχή και να κάνουν—ανάλογα με τίς δυνάμεις των— συχνά μετάνοιες με δάκρυα.
Την εξαγόρευσι των λογισμών στους Πνευματικούς θεωρούσε ο μεγάλος στάρετς θεμέλιο της πνευματικής ζωής και ελπίδα σωτηρίας για όλους. Γι' αυτό συνιστούσε στους αδελφούς, κυρίως όσοι ήταν αρχάριοι στα πνευματικά, να εξομολογούνται κάθε βράδυ στον Πνευματικό των. Εάν κανείς από τους μοναχούς λόγω του πειρασμού δεν ήθελε να συγχώρηση τον αδελφό του μέχρι το βράδυ, ο ηγούμενος τον απεμάκρυνε από την συνοδεία, του απαγόρευε να λέγει το «Πάτερ ημών...» και δεν τον άφηνε να σταθεί ούτε στο κατώφλι της εκκλησίας, μέχρι να ταπεινωθεί και να ζήτηση συγχώρηση.
Εάν στην εκτέλεση κάποιας εργασίας παρέβαινε μία θεία εντολή, τον διέταζε ο ηγούμενος να εγκατάλειψη την εργασία αυτή για να καταλάβει λίγο το σφάλμα του δια του θείου φωτισμού.
Έλεγαν για τον στάρετς Παΐσιο ότι διαρκώς ασχολείτο με την αδελφότητα και την πόρτα του κελιού του δεν την έκλεινε μέχρι στις 9 το βράδυ. Άλλοι έβγαιναν και άλλοι έμπαιναν. Άλλους τους παρηγορούσε και με άλλους χαιρόταν.
Έλεγαν ότι ένας από τους μαθητάς του είχε ειπεί: «Δεκατρία χρόνια έζησα εγώ δίπλα σ' αυτόν και ουδέποτε τον είδα να λυπηθεί για τίς υλικές ανάγκες. Τότε μόνο θλιβόταν πολύ, όταν έβλεπε να εκπίπτει κάποιος από τίς θείες εντολές και μάλιστα με την θέληση του. Και αύτη την ψυχή του θυσίαζε ακόμη για την πιο μικρή εντολή του Δεσπότου». Πολλές φορές έλεγε ο στάρετς: «Να χάσουμε όλα τα πράγματα μας, να χάσουμε και το σώμα μας, αλλά να φυλάξουμε τίς εντολές του Θεού και με αυτές θα σώσουμε τίς ψυχές μας.
Επί δώδεκα χρόνια, όσα δηλαδή έζησε στο μοναστήρι Νταγκομίρνα, ο στάρετς Π αίσιος ασχολείτο κυρίως με την διαποίμανσι της αδελφότητας και την μετάφρασι πατερικών βιβλίων. Αυτό το έργο το έκαμε ο όσιος τίς περισσότερες νύκτες του χειμώνος και άπ' αυτούς τους κόπους του μοίραζε με χαρά σ' όλη την αδελφότητα του μοναστηριού.
Έλεγαν για τον στάρετς Παΐσιο, ότι τον χειμώνα, όταν όλη ή αδελφότης συγκεντρωνόταν στο μοναστήρι από τα διάφορα εξωτερικά διακονήματα κάθε βράδυ εκτός Σαββάτου, τους διάβαζε λόγους των Αγίων Πατέρων. Οι αδελφοί συγκεντρώνονταν στην Τράπεζα, άναβαν τα φώτα, καθόταν ο στάρετς στην θέση του, τους διάβαζε λόγους διδακτικούς. Κατόπιν τους εξηγούσε, για να γίνονται κατανοητοί άπ' όλους.
Μάλιστα έλεγαν γι' αυτόν, ότι είχε στην Ντραγκομίρνα αδελφούς από τρία έθνη: Ρουμάνους από την Μολδαβία, Σλάβους και Έλληνας. Γι' αυτό ήταν υποχρεωμένος να διαβάζει το ένα βράδυ στην ρουμανική γλώσσα, ενώ τα επόμενα στην σλαβονική και την ελληνική γλώσσα. Αυτές τίς αναγνώσεις από τον πατερικό θησαυρό τις έκαναν από την αρχή της νηστείας των Χριστουγέννων μέχρι το Σάββατο του αγίου Λαζάρου, οπότε σταματούσαν.
Συχνά ο στάρετς συμβούλευε τους αδελφούς λέγοντας:
— Αδελφοί, πρώτα απ` όλα πρέπει με πίστη δυνατή και θερμή αγάπη να προσέρχεστε στον Κύριο, να απαρνείστε όλες τίς απολαύσεις του παρόντος αιώνος, το κακό σας θέλημα, τους πονηρούς διαλογισμούς της καρδίας σας και να είσθε πτωχοί στο πνεύμα και το σώμα. Μόνο τότε, με την Χάρι του Χριστού, θα ανάψει μέσα σας ο θείος πόθος.
Άλλη φορά έλεγε πάλι ο όσιος:
—Ανάλογα με το μέτρο των προσπαθειών σας θα αποκτήσετε συν τω χρόνω δάκρυα και πραότητα γεμάτη από ελπίδα για την παρηγοριά της ψυχής σας. Θα ανάψει μέσα σας ο θείος έρωτας να ζήσετε κατά τίς εντολές του Κυρίου, θα αποκτήσετε ταπείνωση και υπομονή, συμπάθεια και αγάπη προς όλους και προπαντός στους αδικούμενους, τους ασθενείς και τους γέροντας.
Κατόπιν πρόσθεσε και αυτά τα λόγια:
—Αδελφοί, κοντά σ' όλα αυτά πρέπει να υπομένετε καρτερικά κάθε είδους σωματικές ταλαιπωρίες όπως: αδυναμία, βαρείες ασθένειες και περιοδικούς πόνους, τα όποια είναι ωφέλιμα για την αιώνια σωτηρία των ψυχών μας. Μόνον έτσι θα γίνετε άνδρες τέλειοι, κατά το μέτρο της ηλικίας του πληρώματος του Χριστού.
Έλεγε πάλι ο μεγάλος στάρετς στους μαθητάς του:
—Εάν μείνετε σταθεροί στους μοναχικούς σας κόπους, θα ευλόγηση και θα μεγαλύνει την αδελφότητα σας ο Θεός. Ενώ εάν παρεκκλίνετε από την πνευματική ζωή και την ανάγνωση των πατερικών βιβλίων, τότε θα εκπέσετε από την ειρήνη του Χριστού, από την αγάπη Του και την εκπλήρωση των εντολών του. Τότε θα έλθει μέσα σας ή ακαταστασία, ή ματαιοδοξία, ή αταξία, ή ψυχική ταραχή, ή αμφιβολία, ή απελπισία, ο γογγυσμός και ή κατηγορία του ενός κατά του αλλού. Τότε θα διαλυθεί ή συνοδεία σας πρώτα πνευματικά και υστέρα σωματικά.
Εδιηγούντο οί μαθηταί του στάρετς Παϊσίου ότι είχε σε τόσο μεγάλο βαθμό το χάρισμα της πειθούς, ώστε μπορούσε να παρηγόρηση και ειρήνευση με τα λόγια του τους πολύ βαρεία λυπημένους και να εμψύχωση και ενδυνάμωση τους απογοητευμένους. όπου χρειαζόταν επέπληττε, προσευχόταν, απεμάκρυνε, μακροθυμούσε και όταν δεν κατόρθωνε τίποτε, τους έδιωχνε από κοντά του.
Μόνο τους υπερβολικά κακοήθεις και σκληροτράχηλους τους έλεγχε φοβερίζοντας τους με την οργή του Θεού. Ενώπιον των έδειχνε σαν σκληρός δικαστής και οργίλος, μέχρις οτου ταπεινωθούν και μετανοήσουν. Τους μάλωνε με δάκρυα και κατόπιν τους παρηγορούσε.
Μία φορά κάποιος από τους αδελφούς του είπε:
—Γέροντα, μου λέγει ο λογισμός ότι με μισείς, επειδή με ελέγχεις συχνά με οργή ενώπιον των αδελφών.
—Αγαπητό μου παιδί, του απάντησε ο όσιος, εάν το Ιερό Ευαγγέλιο προστάζει να αγαπάμε και τους εχθρούς μας και να τους κάνουμε το καλό, τότε πώς εγώ μπορώ να σε μισήσω, πού είσαι πνευματικό μου παιδί; Εάν σας επιπλήξω με αληθινή οργή, τότε θα μεταδώση ο Κύριος και σε σας αυτό το είδος της οργής. Για αυτό είμαι αναγκασμένος να αντιστέκομαι στον χαρακτήρα του καθενός. Σέ μερικούς δηλαδή να δείχνω ότι είμαι οργισμένος, ενώ σε άλλους μπροστά να κλαίω, ώστε και τον ένα και τον άλλο να σας οδηγήσω στην ψυχική ωφέλεια.
Μερικές φορές έλεγε στους μαθητάς του τα εξής:
—Αδελφοί, δεν θέλω να με φοβάσθε σαν τρομερό εξουσιαστή, αλλά να με αγαπάτε σαν πατέρα, όπως και εγώ σας αγαπώ όλους σαν πνευματικά μου παιδιά.
Έλεγαν πάλι για τον μεγάλο στάρετς Παΐσιο ότι, όταν συνέβαινε στην συνοδεία σύγχυσης και δυσαρέσκεια από κάποιον αδελφό και εκείνος πήγαινε στον γέροντα να του ειπεί την στενοχώρια του, αμέσως ο ηγούμενος τον ευλογούσε, τον έπαιρνε κοντά του, μη αφήνοντας έτσι τους αδελφούς να σχολιάζουν εναντίον του.
Έτσι λοιπόν, με τα γλυκά και παρηγορητικά λόγια του οδηγούσε την σκέψη του αδελφού μακριά από την στενοχώρια πού τον διακατείχε. Επίσης στα λόγια του ελάμβανε ύπ' όψιν του και τον χαρακτήρα των και έτσι τοποθετούσε πνευματικά τον καθένα. Σ' αυτούς πού καταλάβαιναν τους έλεγε λόγια με πολύ πνευματικό βάθος από την Αγία Γραφή, κατάλληλα στην πνευματική των κατάσταση. Ενώ στους απλούστερους έλεγε λόγια είτε από την πείρα του είτε από την αγία υπακοή, μέχρις ότου οί αδελφοί λησμονήσουν την ψυχική ταραχή και εξέλθουν από το κελί του ηγουμένου χαρούμενοι και ευχαριστώντας τον Θεό.
Άλλοτε έλεγε ο στάρετς και αυτά:
—όταν βλέπω τα πνευματικά μου παιδιά να αγωνίζονται και να κοπιάζουν να εφαρμόσουν τίς εντολές του Θεού με υπακοή και ταπείνωση, έχω στην ψυχή μου τόση πνευματική χαρά, ώστε ούτε στην Βασιλεία των ουρανών δεν νομίζω να έχω μεγαλύτερη χαρά άπ' αυτή. Ενώ όταν βλέπω μερικούς ράθυμους στις εντολές του Θεού, να κάνουν το θέλημα των και εξωτερικά μόνο την αγία υπακοή, να μεμψιμοιρούν και να ζουν με τεμπελιά και φιλαυτία, τότε καταλαμβάνομαι από τόση ψυχική στενοχώρια, πού μεγαλύτερη δεν μπορεί να υπάρχει, μέχρις ότου τους ιδώ να μετανοήσουν ειλικρινά.
Εδιηγούντο για τον στάρετς Παΐσιο ότι δίδασκε αδιάκοπα τους αδελφούς και τους αφύπνιζε για μεγαλύτερο ζήλο με τα εξής:
—Παιδιά μου, μη σταματάτε να κάνετε' εμπόριο πνευματικό. Διότι τώρα είναι καιρός ευπρόσδεκτος, τώρα είναι ημέρα σωτηρίας, καθώς λέγει ο άγιος Παύλος.
Κάποτε ήλθε στον στάρετς ένας αδελφός και του λέγει:
—Πάτερ, έχω δυνατό πόλεμο από τους λογισμούς. Και ο στάρετς του είπε χαμογελώντας:
—Γιατί κάνετε σαν μικρά παιδιά; Να κάνετε και εσείς ότι κάνω και εγώ. Εγώ όλη την ημέρα ομιλώ με εσάς, με μερικούς κλαίω μαζί των και με άλλους χαίρομαι. Και όταν φεύγετε όλοι από το κελλί μου, συγχρόνως με εσάς φεύγουν και από εμένα όλοι οί λογισμοί πού μου είπατε. Κατόπιν παίρνω στα χέρια μου ένα βιβλίο και είμαι σαν να βρίσκομαι στην έρημο του Ιορδανού.
Για την πρόοδο στην πνευματική ζωή της αδελφότητας του οσίου Παϊσίου έγραψε αργότερα ο μαθητής του Πλάτων τα παρακάτω λόγια:
—Μπορούσες να βλέπεις τότε στο μοναστήρι Ντραγκομίρνα να ανθίζει ή πνευματική ζωή σαν ένα πρωτοφανές θαύμα. Διότι οί άνθρωποι πού κατοικούσαν εκεί για την αγάπη του Θεού είχαν νεκρωθεί με την θέληση των ως προς τα κοσμικά πράγματα. Και θα μπορούσα να ειπώ γενικά ότι ή μυστική των εργασία ήταν ή εξής: Ή συντριβή της καρδιάς, ή βαθειά ταπείνωσης, ο φόβος του Θεού, ή προσοχή, ή ειρήνη των λογισμών και ή διάχυτη από καρδίας αδιάλειπτη προσευχή, με ανέκφραστη και θερμή αγάπη για τον Θεό και τον πλησίον. Στους περισσότερους άπ' αυτούς έτρεχαν ακατάπαυστα τα δάκρυα, όχι μόνο στο κελί των, αλλά και στην εκκλησία και την ώρα του διακονήματος, της αναγνώσεως και της ακροάσεως των πνευματικών λόγων. Ήταν ο καρπός του Αγίου Πνεύματος. Είναι αλήθεια λοιπόν ότι εδώ πραγματοποιούνται οί λόγοι του αγίου Ισαάκ του Σύρου, ο οποίος έλεγε: «Ή σύναξης των ταπεινών είναι αρεστή στον Θεό, όπως και ή σύναξης των Σεραφείμ».
Όσο για την υπεράσπιση της νοεράς προσευχής, την οποίαν όλοι οί μαθηταί του στάρετς Παϊσίου εξασκούσαν, ο όσιος έγραψε μία επιστολή με έξι κεφάλαια, με την οποία καταπολεμά αυτούς πού την δυσφημούν. Να πώς άρχιζε ή επιστολή του:
—Έφθασε μέχρις εδώ ή είδησης ότι μερικά πρόσωπα από τον μοναχικό χώρο έχουν εμπιστοσύνη στη γήινη σοφία των, ώστε τολμούν να κατηγορούν την ιερά προσευχή του Ιησού, ή οποία τελειοποιείται με την αγία εργασία της βυθίσεως του νου στην καρδιά. Αυτούς τους καταπολεμά ο νοητός εχθρός με την γλώσσα των και με διάφορα αλλά όπλα, για να εγκαταλείψουν αυτή την θεία εργασία και με την τύφλωσή του νου να σκοτιστεί ή καρδιά των.
Και προς το τέλος πρόσθεσε:
—Είναι γνωστό ότι αύτη ή ιερά εργασία ήταν ή παντοτινή απασχόλησης των δούλων του Θεού, των παλαιών πατέρων μας, πού διέλαμψαν σε πολλούς έρημους τόπους και στα κοινοβιακά μοναστήρια, στο Όρος Σινά, στις Αιγυπτιακές σκήτες, στο όρος της Νιτρίας, στην Ιερουσαλήμ, στο Άγιο "Όρος του Αθωνος και σ' ολόκληρη την Ανατολή. Μ' αυτή την νοερά εργασία πολλοί μεταξύ των εραστών του Θεού, των αγίων πατέρων μας, διακαείς από το σεραφειμικό πυρ της αγάπης του Θεού και του πλησίον, έγιναν οί φλογερώτεροι έργάται των εντολών του Θεού και αξιώθηκαν να γίνουν εκλεκτά δοχεία του Αγίου Πνεύματος.
Στην συνέχεια έγραφε ο στάρετς Παΐσιος:
—Κανείς μεταξύ των ορθοδόξων δεν τόλμησε να προφέρει βλασφημία εναντίον αυτής της νοερας εργασίας πού διαφυλάττει την καρδιά από κάθε κακία. Αλλά όλοι αντίκριζαν αυτήν με .μεγάλο σεβασμό και ευλάβεια, διότι είναι μία εργασία γεμάτη από μεγάλη πνευματική ωφέλεια.
Και προς τους συκοφάντες του απηύθυνε ο όσιος τα εξής λόγια:
—Προσέχετε, φίλοι μου, εσείς πού τολμάτε να κατηγορείτε την καρδιακή προσευχή, μη γίνετε συνεργοί του αιρετικού Βαρλαάμ του Καλαβρού και των μαθητών του. Δεν συγκλονίζεται άραγε ή ψυχή σας, μήπως καταδικαστείτε όπως αυτοί σε ανάθεμα της Εκκλησίας και χωριστείτε από τον Θεό; Σάς φαίνεται άραγε ανώφελο να επικαλείσθε το όνομα του Ιησού; 'Αλλά και οσον άφορα την σωτηρία σας, δεν θα σωθείτε με κανένα άλλο τρόπο παρά με το όνομα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.
Κατόπιν πρόσθεσε λέγοντας:
—Εάν ή έπίκλησις του ονόματος του Ιησού είναι σωτήριος και ο νους και ή καρδιά του ανθρώπου είναι έργα των χεριών του Θεού, τότε πώς είναι δυνατόν να αμαρτήσει ο άνθρωπος, ο οποίος από το βάθος της καρδιάς του υψώνει με τον νου την προσευχή του στον γλυκύτατο Ιησού και ζητά άπ' Αυτόν το έλεος Του;
Σ' αυτούς πού ήθελαν να αποκτήσουν την καρδιακή προσευχή ο στάρετς Παΐσιος έλεγε:
—Εάν κάποιος τολμήσει να κάνη αυτή την εργασία με τον δικό του τρόπο, χωρίς να ρωτήσει και συμβουλευθεί τους πεπειραμένους, σύμφωνα με την ταξί των Αγίων Πατέρων, ενώ είναι ακόμη υπερήφανος, εμπαθής και αδύνατος, χωρίς διακόνημα και υπακοή, έστω κι αν ζή στην έρημο και στην ησυχία, αυτός στ' αλήθεια —το λέγω και εγώ— εύκολα θα πέσει σ' όλες τίς παγίδες του διαβόλου.
Κατόπιν είπε και αυτά ο όσιος:
—Τέχνη ονομάζουν αύτη την εργασία οί Άγιοι Πατέρες, διότι όπως την τέχνη δεν μπορούν να την διδαχθούν μόνοι των οί άνθρωποι χωρίς την βοήθεια ενός διδασκάλου, έτσι δεν είναι δυνατή ή απόκτησης της νοεράς προσευχής χωρίς ένα ειδικευμένο οδηγό.
Και γι' αυτούς πού δεν ευρίσκουν εύκολα έμπειρους πνευματικούς οδηγούς, έλεγε ο μεγάλος στάρετς:
—Εάν κάποιος ζήση με υπακοή, αλλά δεν ευρίσκει στους πνευματικούς του πατέρας ένα έμπειρο οδηγό με έργα και πείρα γι' αυτήν την θεία εργασία —διότι πράγματι στην σημερινή εποχή υπάρχει μεγάλη έλλειψης από αληθινούς διδασκάλους της προσευχής— να μην απελπισθεί. Αλλά να παραμείνει στην υπακοή κοντά στον πνευματικό του πατέρα, να τρέξει στην διδασκαλία των Αγίων Πατέρων και άπ' αυτούς να σπουδάσει αυτή την προσευχή.
Και πάλι έλεγε:
—Μόνο ένας δεν θα αισθανθεί θερμή αγάπη για την απόκτηση της νοερός προσευχής, αυτός ο οποίος έχει αιχμαλωτιστεί από τους εμπαθείς λογισμούς της ζωής αυτής και είναι δεμένος με τα δεσμά των σωματικών φροντίδων, οί όποιες απομακρύνουν πολλούς από την Βασιλεία του Θεού.
Ύστερα πρόσθεσε και αυτά:
—Όποιος θέλει να είναι ενωμένος ερωτικά με τον γλυκύτατο Ιησού, αφού αρνηθεί όλες τίς ωραιότητες και απολαύσεις αυτού του κόσμου, καθώς και την σωματική ανάπαυση, να μην επιθυμήσει να έχει τίποτε άλλο σ" αυτή την ζωή, παρά να ασχολείται αδιάκοπα μ' αυτό το έργο της παραδείσιας προσευχής.
Ο ηγούμενος Παΐσιος ήταν πολύ ελεήμων. Στην περίοδο εισβολής εχθρικού στρατού στην Μπουκοβίνα, χιλιάδες οικογένειες χωρικών κατέφυγαν στα δάση γύρω από το μοναστήρι Ντραγκομίρνα. Τον χειμώνα ο όσιος μετέφερε τους μοναχούς στο μισό τμήμα
του μοναστηρίου, ενώ το υπόλοιπο το έθεσε στην διάθεση των πτωχών λαϊκών, των υπερηλίκων και των μητέρων με τα παιδιά των. Ή μεγάλη και ζεστή τράπεζα προσφερόταν παράλληλα και για τον δυστυχισμένο λαό. Κατόπιν ο όσιος έδινε εντολή στον αποθηκάριο,
στον φούρναρη, στον μάγειρα να δώσουν σε όλους τρόφιμα, όσα ζητούσαν. Έφτιαχναν φαγητό και ζύμωναν ψωμί συνεχώς. Έτσι λοιπόν ο όσιος Παΐσιος έγινε ο πατέρας όλων με τη διάσωσι πολλών ανθρώπων από τον θάνατο.
Μετά την εγκατάσταση του στάρετς Παϊσίου στο μοναστήρι του Σέκου, έγραφε ο ίδιος συχνά λόγους πνευματικής διδασκαλίας στους μαθητάς του πού έμεναν στην Ντραγκομίρνα. Να πώς συμβούλευε τα πνευματικά του παιδιά:
—Παιδιά μου, πάντοτε να γρηγορήτε και κάθε ημέρα να κάνετε αρχή μετανοίας. Να αποφεύγετε τους περιττούς λόγους πού θανατώνουν την ψυχή, μη πηγαίνετε από κελί σε κελί χωρίς την άδεια του Πνευματικού σας, να εξομολογείστε τακτικά τους λογισμούς σας και έτσι θα διαλύονται όλοι οί διαβολικοί πειρασμοί. Ύστερα να διαβάζετε τα συγγράμματα των Αγίων Πατέρων, με τα όποια φωτίζεται ο νους του ανθρώπου και αυξάνεται ο πόθος για την εκπλήρωση των εντολών του Θεού. Διότι μόνο ή πίστης, χωρίς τα έργα, δεν οδηγεί ποτέ στην σωτηρία.
Κάθε ένας, ανάλογα με τίς δυνάμεις του, να εργάζεται στις δουλειές του κοινοβίου και να μη κάνη συνάξεις στην πύλη του μοναστηρίου για μάταιες συζητήσεις. όπου υπάρχει φιλοπονία, εκεί λάμπει το φως, εκεί φυτεύεται ή ειρήνη, εκεί ο σατανάς δεν ευρίσκει τόπο και από εκεί φυγαδεύονται τα πάθη. Ενώ όπου δεν υπάρχει ζήλος, όλα έρχονται ανάποδα: Στόν καλό τόπο γίνεται το κακό, στον τόπο του φωτός ξεχύνεται το σκοτάδι, στον τόπο του Χριστού μπαίνει και κατοικεί ο διάβολος.
Έλεγαν για τον στάρετς Παΐσιο ότι καθημερινά δεχόταν στο κελί του τους μοναχούς οποιαδήποτε ώρα και μάθαινε τους πνευματικούς και σωματικούς των αγώνας. Μ' αυτή την ευκαιρία ο στάρετς τους έλεγε:
—Εάν κάποιος από σας κάνη κάποια πνευματική ή σωματική άσκηση και εξ αιτίας αυτής κυριεύεται από λογισμούς, στενοχωρείται και παρ' όλα αυτά δεν έρχεται σε μένα να εξομολογηθεί, εγώ γι' αυτήν την άσκηση και ανοησία του δεν έχω να δώσω καμία απολογία ενώπιον του Θεού.
Εδιηγούντο πάλι για τον μεγάλο στάρετς, ότι στο μοναστήρι Νεάμτς οί πνευματικές και θεολογικές συγγραφικές ασχολίες του είχαν φθάσει σε μεγάλη άνθιση. Εδώ θεμελίωσε μία ολόκληρη σχολή για την κατάρτιση διορθωτών και μεταφραστών των βιβλίων.
Τα Πατερικά χειρόγραφα γέμισαν την βιβλιοθήκη του μοναστηρίου Νεάμτς και διαδόθηκαν σε αρκετά μοναστήρια της χώρας, μέχρι και τα σύνορα. Έτσι το Νεάμτς έγινε κέντρο και λαμπάδα του ορθοδόξου μοναχισμού, φροντιστήριο της ησυχαστικής ζωής και έδρασε πνευματικά σ' όλη την ορθόδοξο Ανατολή.
Ιδιαίτερη φροντίδα είχε ο όσιος για τους ασθενείς. Στο μοναστήρι Νεάμτς 'ίδρυσε νοσοκομείο και ξενώνα για τους επισκέπτες. Τους υπερήλικας και ασθενείς τους έβαλε στο νοσοκομείο και τους εμπιστεύθηκε στον αδελφό Ονώσιο, πού ήταν νοσοκόμος της μονής. Παράλληλα ζητούσε από τους διακονητάς να φροντίζουν τους ασθενείς σαν να ήταν ο ίδιος ο Χριστός, να τους δίνουν τις καλλίτερες τροφές, λευκό ψωμί, κρασί, να τους πλένουν κάθε εβδομάδα και να τους υπηρετούν γενικά με υποδειγματική καθαριότητα στο νοσοκομείο. ο στάρετς δεχόταν στο νοσοκομείο και λαϊκούς αδελφούς πού υπέφεραν από διάφορες ασθένειες και δεν είχαν που να κλίνουν την κεφαλή. Αυτοί έμεναν σε απομακρυσμένα δωμάτια, έτρωγαν από το κοινό φαγητό και ζούσαν εκεί όσο καιρό ήθελαν, μερικοί μάλιστα μέχρι θανάτου.
Κάποτε ο στάρετς, όταν έμπαινε για το μοναστήρι, είδε ένα αδελφό να δίνη με τα χεριά ελεημοσύνη και να κοιτάζει εδώ και εκεί. Τότε ο όσιος κάλεσε τον Πνευματικό του αδελφού και του είπε:
—Αυτά διδάσκεις στους μαθητάς σου; Κοίταξε πώς παραβαίνεις τον μοναχικό κανονισμό και σκανδαλίζεις τους αδελφούς! Κατόπιν έδωσε και στους δύο κανόνα (επιτίμιο) να κάνουν επί τρεις ημέρες μετάνοιες την ώρα του φαγητού στην τράπεζα, για να διδαχθούν και όλοι οι άλλοι από το σφάλμα των.
Έλεγαν οί μαθηταί του ότι συχνά έβλεπαν τον όσιο να ξενυκτά με καρδιακό πόνο δίπλα στα κρεβάτια των αδελφών πού ήταν άρρωστοι. Συνέπασχε, συστέναζε, τους έδινε παρηγοριά με την ελπίδα της θεραπείας των. Έτσι δεν ήταν λίγη ή ανακούφισης πού αισθάνονταν οι ασθενείς στην σκληρή των δοκιμασία.
Έλεγαν πάλι για τον όσιο Παΐσιο ότι μία φορά τον χρόνο, στην Εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, πήγαινε στο μοναστήρι του Σέκου, όπου αγωνίζονταν εκεί εκατό περίπου αδελφοί. Έμενε δύο εβδομάδες, κήρυττε διδακτικούς λόγους στην εκκλησία, παρηγορούσε τους αδελφούς και μετά την εορτή της Απότομης της κεφαλής του Τιμίου Προδρόμου τους ευλογούσε όλους και επέστρεφε πάλι στο Νεάμτς, οπού τον περίμενε όλη ή συνοδεία.
Να τί έγραφε για την πνευματική ζωή του μοναστηριού Νεάμτς ένας προσκυνητής μοναχός ονόματι Θεοφάνης:
—Ή εκούσια ακτημοσύνη των είχε φθάσει σε τέλειο βαθμό. Στα κελιά, εκτός από εικόνες, βιβλία και εργαλεία για τα εργόχειρα δεν υπήρχε τίποτε άλλο. Οί μοναχοί διακρίνονταν προπαντός για την ταπείνωση των και αποστρέφονταν με βδελυγμία την υπερηφάνεια. Μίσος και φθόνο δεν γνώριζαν. Εάν συνέβαινε σε κάποιον από έξαψη ή καταφρόνηση να προσβάλει κάποιον, αμέσως έσπευδε να συμφιλιωθεί. Αυτός πού δεν ήθελε να συγχώρηση τον αδελφό πού του έφταιξε, απομακρυνόταν από το μοναστήρι. Το βάδισμα των μοναχών ήταν σεμνό. όταν συναντούσε ο ένας τον άλλο, καθένας έβαζε πρόθυμα εδαφιαία προσκύνηση (μετάνοια). Στην εκκλησία καθένας στεκόταν σε ένα καθορισμένο τόπο. Ή ματαιολογία είχε τελείως εξαφανισθεί, τόσο στην εκκλησία και στα κελιά όσο και εκτός.
73) Αυτός ο ίδιος ο προσκυνητής Θεοφάνης έγραψε και για τα διακονήματα των μοναχών του μοναστηρίου Νεάμτς.
—Στο κοινόβιο του οσίου Παϊσίου ζούσαν 800 αδελφοί και όταν πήγαιναν στις μεγάλες δουλειές (παγκοινιές) από εκατό έως πεντακόσιοι αδελφοί, τότε ο ένας άπ' αυτούς διάβαζε ψυχωφελείς λόγους από ένα διδακτικό βιβλίο ή έλεγε λόγια εποικοδομητικά της ψυχής. Εάν κανείς άρχιζε την φλυαρία, αμέσως τον σταματούσαν.
Ακολούθως, για την ζωή των μοναχών στα κελιά ο ίδιος Ο Θεοφάνης έγραφε:
—Στά κελιά μερικοί έγραφαν βιβλία, άλλοι έπλεκαν, άλλοι ύφαιναν λινά, άλλοι έκοβαν καλυμμαύχια και σκουφιά, έφτιαχναν κομποσχοίνια, ύφαιναν ύφασμα για ράσα και μανδύες, σκάλιζαν σταυρούς και κουτάλια ή ασχολούντο με άλλες χειρωνακτικές εργασίες. Όλοι ήταν κάτω από την πνευματική επαγρύπνηση των Πνευματικών των, στους οποίους εξομολογοΰντο τους λογισμούς και τα αμαρτήματα των δύο φορές την ημέρα. Το πρωί έλεγαν αυτά πού τους συνέβαιναν από τον πόλεμο του σατανά την νύκτα, ενώ το βράδυ αυτά πού τους συνέβαιναν την ημέρα. Χωρίς την ευλογία των Πνευματικών δεν τολμούσε κανείς να κάνη κάτι, ούτε καν ένα φρούτο να φάει.
Ήταν συνήθεια κατά την εορτή του μοναστηρίου Νεάμτς, της Αναλήψεως του Χριστού, να συγκεντρώνεται πολύς κόσμος από την Μολδαβία, Βλαχία και από άλλες περιοχές. Τότε ο όσιος Παΐσιος δεν είχε καιρό για ανάπαυση επί τέσσαρες ήμερες. Από το
πρωί μέχρι το βράδυ οί πόρτες ήταν ανοικτές για όλους και τους πλουσίους και τους πτωχούς. Προς όλους τους προσκυνητάς εξεδήλωνε μία πρωτοφανή αγάπη σαν δεύτερος Αβραάμ, τους αποχαιρετούσε με αγάπη και τους ευχαριστούσε για την υπομονή πού είχαν
να υποβληθούν σε τόσο κόπο και σε τέτοια οδοιπορία. Μετά τους ευχόταν να τους βοηθάει ο Κύριος και ή Θεοτόκος ψυχικά και σωματικά και τους έστελνε στον ξενώνα των προσκυνητών.
Έλεγαν για τον όσιο Παΐσιο ότι κοπίαζε πάρα πολύ για την μετάφραση Πατερικών βιβλίων από την αρχαία ελληνική γλώσσα στην σερβική και την ρουμανική, προκειμένου να βοηθήσει και να ωφελήσει ψυχικά αυτούς πού θα επιθυμήσουν να διδαχθούν τίς διδασκαλίες των θεραπόντων του Θεού, των αγίων πατέρων μας.
Ήταν άξιο θαυμασμού, έλεγε ο μαθητής του Πλάτων, το πώς μπορούσε να γραφή τόσα βιβλία. Διότι ήταν υπερβολικά αδύνατος και σ' όλη την δεξιά πλευρά είχε πληγές. Και το κρεβάτι όπου κοιμόταν, ήταν περικυκλωμένο από βιβλία, αρκετά λεξικά, την
Βίβλο στα ελληνικά και σλαβονικά, γραμματική ελληνική και σλαβονική, βιβλία πού μετέφραζε και στο μέσον αυτών το φως της λάμπας. Ενώ αυτός σαν ένα μικρό βρέφος καθόταν σκυφτός σχεδόν όλη την νύκτα, λησμονώντας την σωματική του αδυναμία και το βάρος των πόνων και κακοπαθειών του.
Ύστερα πρόσθεσε ο μαθητής του:
—"Ω απαθέστατε και άγιε Γέροντα! "Ω ψυχή καθαρά και με τον Θεό ενωμένη! Ολοσχερώς ενωμένος με τον Θεό και πλημμυρισμένος κυριολεκτικά από αγάπη για τον πλησίον. ο λόγος του δυνατός, ικανός να πείσει, πλήρης χάριτος. Είχε την δύναμη να ξεριζώνει τα πάθη και να φυτεύει τίς αρετές στις ψυχές αυτών πού του έκαναν υπακοή με εμπιστοσύνη και αγάπη.
Έλεγαν οί μαθηταί του στάρετς Παϊσίου ότι αυτός μετέφρασε στα ρουμανικά λίγα βιβλία, όπως τους λόγους του αγίου Νείλου του Σόρσκυ, επειδή ήταν περισσότεροι οί μολδαβοί μοναχοί πού μετέφραζαν από τα ελληνικά παρά οί σλάβοι. Στην σλαβονική γλώσσα μετέφραζαν μόνο ο όσιος Παΐσιος μαζί με τον μαθητή του ιερομόναχο Δωρόθεο. Ενώ στην ρουμανική γλώσσα μετέφρασαν πάρα πολλοί ελληνομαθείς μολδαβοί, όπως:
1) ο αρχιμανδρίτης Μακάριος, μεγάλος πρωτοψάλτης, μετέφρασε τίς ομιλίες του αγίου Μακαρίου, τους λόγους του αγίου Ισαάκ του Σύρου και άλλα.
2) ο Ιερομόναχος Ιλαρίων μετέφρασε τους λόγους του αγίου Καλλίστου Καταφυγιώτου, την Εξαήμερο του Μεγάλου Βασιλείου και άλλα.
3) ο όσιος μοναχός Γερόντιος μετέφρασε πολλά βιβλία, όπως:
α) Την Μικρή συλλογή Κανόνων.
β) Το Κυριακοδρόμιο, με λόγους των Ευαγγελίων όλων των Κυριακών του έτους, τυπωμένο στο Βουκουρέστι.
γ) Την ερμηνεία των Ευαγγελίων του αγίου Θεοφύλακτου, τυπωμένο στο Ιάσιο.
δ) Το Θεολογικόν (Δογματική) του αγίου Ιωάννου του Δαμάσκηνου, τυπωμένο στο Ιάσιο.
ε) Το Κεκραγάριον του αγίου Αυγουστίνου (μονόλογοι), τυπωμένο στο μοναστήρι Νεάμτς και αλλά.
4) ο όσιος ιεροδιάκονος Στέφανος μετέφρασε την ζωή των αγίων όλου του έτους από την σλαβονική γλώσσα, τυπωμένο στο μοναστήρι Νεάμτς κατά τα έτη 1807-1815.
5) ο όσιος μεγαλόσχημος μοναχός Ισαάκ ο διδάσκαλος, μετέφρασε από την ελληνική γλώσσα:
Α) Το βιβλίο του αγίου Ιωάννου της Κλίμακος και β) Την Παράκληση της Θεοτόκου, ή οποία τυπώθηκε στο μοναστήρι Νεάμτς, ενώ από τα σλαβονικά μετέφρασε το τυπικό του αγίου Σάββα, το όποιο τυπώθηκε στο Ιάσιο το έτος 1816.
Β) ο μητροπολίτης Γρηγόριος ο διδάσκαλος, μαθητής του στάρετς Παϊσίου από το μοναστήρι Νεάμτς, μετέφρασε και αυτός Ικανό αριθμό βιβλίων από την ελληνική γλώσσα, όπως το Γεροντικό και αλλά, τα οποία τυπώθηκαν στο Βουκουρέστι, όταν έγινε μητροπολίτης της Ρουμανικής Χώρας (1823-1834).
Ένας έλληνας προσκυνητής του μοναστηρίου Νεάμτς, ονόματι Κωνσταντίνος Καράγιας, περιέγραφε ως εξής το πλήρες αγίου Πνεύματος πρόσωπο του μεγάλου στάρετς Παϊσίου:
—Για πρώτη φορά στην ζωή μου είδα με τα μάτια μου ζωντανή και ανυπόκριτη αγιότητα. Με κατέπληξε το ωχρό και φωτεινό πρόσωπο του, χωρίς σταγόνα αίμα, μία μεγάλη και λευκή γενειάδα πού έλαμπε σαν ασήμι και μία ασυνήθιστη καθαριότητα στα ρούχα και στο κελί του. ο λόγος του ήρεμος και ειλικρινής. Μου άρεσε αυτός ο άνθρωπος, διότι ήταν ολοκληρωτικά χωρισμένος από τα γήινα.
Ο μαθητής του Πλάτων έλεγε τα εξής για τον όσιο Παΐσιο:
—Αυτός ο ηγούμενος είχε φλογερή αγάπη, διότι από την νεότητα του αγάπησε τον Θεό με όλη την ψυχή του. Όλους τους αγαπούσε και τους θέρμαινε με την αγάπη και την στοργή του. Για τον καθένα αισθανόταν πόνο. Συνάμα τα πνευματικά του παιδιά τα αγκάλιαζε με πνευματική αγάπη περισσότερο από την ψυχή του. Κάθε άνθρωπος πού ερχόταν σ' αυτόν για ψυχική ή πνευματική βοήθεια δεν έφευγε με αδειανά τα χέρια. Ουδέποτε στράφηκε εναντίον κάποιου ή λύπησε κανέναν.
Ο ίδιος ο μαθητής του συνέχιζε:
—Ήταν σ' αυτόν ενωμένες ή παντοτινή υπομονή και ή πραότητα, ενώ το μίσος και ή οργή δεν εκδηλώνονταν σ' αυτόν, παρά μονό στην παράβαση των θείων εντολών. Ήλεγχε και εξέταζε με πραότητα, επέπληττε και δίδασκε με αγάπη, ευσπλαχνιζόταν και μακροθυμούσε με την ελπίδα βελτιώσεως.
Επίσης και αυτά τα φυσικά χαρακτηριστικά του ήταν καταστόλιστα με την Θεία Χάρι, συνέχιζε ο μαθητής του. Το πρόσωπο του λευκό, θείο και αγγελικό, ή ματιά του γλυκεία, ο λόγος του ταπεινός, απαρρησίαστος, ξεχειλισμένος από ευσπλαχνία και όλους τους τραβούσε κοντά του. ο νους του διαρκώς ενωμένος με τον Θεό δια της αγάπης. Απόδειξης τρανή τα πολλά του δάκρυα.
Έλεγε ένας από τους μαθητάς του οσίου Παϊσίου ότι τόσο είχε αποκτήσει το δώρο της καθοράς προσευχής, ώστε το πρόσωπο του έλαμπε, τα μάτια του έτρεχαν δάκρυα από τον φόβο του Θεού πού είχε φυτευτή στην καρδιά του. Κάποτε, πρόσθεσε ο μαθητής, όταν ήμασταν στην Ντραγκομίρνα, ήλθα στον ηγούμενο και βλέποντας την πόρτα ανοικτή, κτύπησα και μπήκα μέσα. Το πρόσωπο του έλαμπε σαν φλόγα. Είπα τον χαιρετισμό: Ευλόγησαν Γέροντα! Δεν μου απάντησε. Επανέλαβα το ίδιο δεύτερη φορά. Καμία απάντησης. Τότε κυριεύθηκα από φόβο. Κατάλαβα ότι είχε αρπαγή κατά την ώρα της προσευχής. Περίμενα ακόμη λίγο και μετά βγήκα από το κελί του.
Ο όσιος Παϊσιος είχε και το προορατικό χάρισμα. Πολλές φορές έβλεπε στο Όνειρό του ένα σπαθί κρεμασμένο από μία κλωστή πάνω από το κεφάλι του Μολδαβού ηγεμόνος Γρηγορίου Γκίκα. Μετά από λίγες ημέρες οι τούρκοι του έκοψαν το κεφάλι του κατ' εντολή του Σουλτάνου. Πολύ πικράθηκε ο ηγούμενος Παΐσιος γι' αυτό.
Έλεγαν πάλι ότι συχνά στέναζε και θρηνούσε ο στάρετς για κάποιον αδελφό της αδελφότητας του, τον όποιο συμβούλευε να διορθωθεί, αλλά ο αδελφός δεν άκουγε. Ύστερα από τρεις ημέρες Ο αδελφός αυτός απαγχονίστηκε.
Για ένα άλλον αδελφό προσευχόταν πάλι ο στάρετς να μη αναχώρηση από το μοναστήρι.
—Αδελφέ, του έλεγε, άκουσε με, διότι δεν θα δής τον τόπο αυτό πού θέλής να μεταβής. Πράγματι, ο αδελφός δεν τον άκουσε και μετά από τέσσαρες ήμερες απέθανε.
Αναρίθμητες και θεοφώτιστες ήταν οι επιστολές του στάρετς Παϊσίου προς διαφόρους φίλους του, λαϊκούς, ιερείς, μοναχούς και ηγουμένους. Να τί γράφει προς τους μοναχούς της Σκήτης Ρομπάϊα του νομού Αρντζες, οί όποιοι του ζητούσαν ένα Ιερέα.
—Στην επιθυμία σας να σας στείλουμε ένα ιερέα για να διοργάνωση την κοινοβιακή ζωή σας, δεν γνωρίζουμε τί να σας απαντήσουμε. Και εμείς οί ίδιοι είμεθα στην αρχή και έχουμε ανάγκη από συμβουλές. Το μόνον πού μπορώ να ειπώ είναι ότι κατά την ταξί των Αγίων Πατέρων μπορείτε μόνοι σας να διοργανώσετε την πνευματική σας ζωή. Κατ' αρχήν απαιτείται ο ηγούμενος να γνωρίζει την Αγία Γραφή, για να γνωρίζει να διδάσκει και τους μαθητάς του. Να έχει προς αυτούς αληθινή και ανυπόκριτη αγάπη, να είναι πράος, ταπεινός, υπομονετικός, ανεξίκακος, αφιλοχρήματος, απαλλαγμένος από την υπερηφάνεια, την λαιμαργία και από όλα τα άλλα πάθη. Συνάμα οί μαθηταί του να είναι στα χέρια του ηγουμένου όπως ο πηλός στα χέρια του αγγειοπλάστου. Να μη κάνουν τίποτε χωρίς την ευλογία του, να μη έχουν κάτι το ιδιαίτερο, αλλά τα πάντα και τα βιβλία και το κρεβάτι και όλα τα αλλά να έχουν δοθεί με την ευλογία του ηγουμένου. Κατόπιν ή σκήτη σας, οπουδήποτε βρίσκεται, να μην εξαρτάται από άλλο μοναστήρι, αλλά να κυβερνάται μόνη της, ώστε οί αδελφοί να σωθούν από τον γέροντα των, ενώ ο ηγούμενος από τον Κύριο.
Επίσης προς τους μοναχούς της σκήτης Μεγάλη Ποϊάνα έγραφε:
—Μη ταράζεστε για την ακακία και ταπείνωση του πατρός Αλεξίου, του νέου ηγουμένου σας. Διότι κατά τους αγίους Πατέρας, ο ηγούμενος πρέπει να είναι προς τους αδελφούς ταπεινός, ειρηνικός, πράος, άκακος, σε θέσι να υποφέρει όλους τους πειρασμούς και να μπορεί να δίνη στους αδελφούς το παράδειγμα της υπομονής. Μην ανησυχείτε, διότι αυτός είναι αδύνατος στο σώμα, πλην όμως είναι υγιής στο πνεύμα και συνετός στο νου. Άλλα εσείς πού γνωρίζετε την αδυναμία της φύσεως του, μη ζητάτε άπ' αυτόν σωματικές κακοπάθειες υπεράνω των δυνάμεων του. Άλλα να τον συμπονάτε, για να μη χαθεί πριν από την κανονική του ώρα και ζημιωθούν οί αδελφοί. Είναι αρκετό σ' αυτόν να παραμένει στο κελί του, να προστατεύει την υγεία του, να διαβάζει ψυχωφελή βιβλία, για να είναι έτοιμος στον κατάλληλο καιρό να δώσει στους αδελφούς τίς ωφέλιμες συμβουλές για την σωτηρία των. Να ταπεινώνεστε ο ένας ενώπιον του άλλου και να υπακούετε ο ένας στον άλλον, να έχετε την αγάπη του Θεού μεταξύ σας και να είσθε μία ψυχή, μία καρδιά, με την Χάρι του Θεού.
Κάποιος ιερεύς ερώτησε τον Όσιο Παΐσιο:
—Μπορεί άραγε ο ιερεύς να συγχώρηση κάποιον πού μετανοεί με αληθινή μετάνοια και να του δώσει τα άγια Μυστήρια χωρίς επιτίμιο (κανόνα) λόγω αδυναμίας του;
—Εάν ή ασθένεια του είναι σωματικής φύσεως, απάντησε ο όσιος και πλησιάζει προς τον θάνατο και δεν έχει καιρό να κάνη κανόνα, τότε και αν ακόμη έχει κάνει μεγάλες αμαρτίες και μετανοήσει, ο ιερεύς πρέπει να τον συγχωρεί και να του δίνη τα αγία Μυστήρια. Εάν όμως μπορεί να κάνη κανόνα, ο ιερεύς να μη τον λύνει, μέχρι να τελείωση τον κανόνα του διότι ο κανόνας είναι το ένα τρίτο της μετανοίας.
Κατόπιν πρόσθεσε και αυτά τα λόγια:
—Σας λέγω και αυτό: εγώ ανεζήτησα με πόθο να βρω στον εαυτό μου κάποιο έπιτίμιο ανεκτέλεστο, πού θα με απομάκρυνε από την Θεία Κοινωνία, αλλά δεν μπόρεσα να βρω. Είναι όμως φοβερά τρομακτική και φρικιαστική ή καταδίκη των ιερέων πού τολμούν να κοινωνούν αυτούς πού εμποδίζονται με επιτίμιο. Και τους δύο ή Εκκλησία τους παρομοιάζει με τον Ιούδα τον προδότη.
Ελεγε πάλι ο μεγάλος στάρετς:
—Μιμηθήτε την πραότητα του Χριστού, για να αντιστέκεστε μέχρις αίματος στο πάθος του μίσους και να ειρηνεύετε με ολους. Αυτό είναι το πλέον απαραίτητο, όπως ο ίδιος ο Χριστός λέγει στους μαθητάς του «Ειρήνη υμίν». «Ειρήνην την έμήν δίδωμι υμιν». όπου υπάρχει ή ειρήνη του Χριστού, έκεϊ κατοικεί ο Χριστός. Ενώ στην ψυχή πού δεν υπάρχει ή ειρήνη του Χριστού, ούτε ο Χριστός εκεί υπάρχει.
Και πάλι έλεγε:
—Ή υπομονή είναι και αυτή τόσο απαραίτητη για την σωτηρία μας, ώστε ο Χριστός έλεγε: «Εν τη υπομονή υμών κτήσασθε τας ψυχάς υμών». Και το κέρδος της ψυχής δεν είναι τίποτε άλλο παρά ή σωτηρία της. Υπομονή ακόμη πρέπει να έχετε όχι μόνο για ένα ώρισμένο χρονικό διάστημα, αλλά μέχρι θανάτου, διότι «ό υπομείνας εις τέλος, ούτος σωθήσεται».
Όσον αφορά την ταπείνωση έλεγε ο όσιος Παϊσιος:
Ή ταπείνωσης είναι το θεμέλιο όλων των ευαγγελικών αρετών. Είναι τόσο αναγκαία για την σωτηρία όσο ή αναπνοή για την ζωή των ανθρώπων. Όλοι οι άγιοι με πολλούς κόπους και τρόπους σώθηκαν, αλλά χωρίς ταπείνωση κανείς δεν σώζεται και δεν μπορεί να σώσει τους άλλους. Γι' αυτό καθένας πού θέλει να σωθεί, πρέπει ολόψυχα και απέναντι του Θεού να αισθάνεται πώς για ό,τιδήποτε συμβαίνει στους άλλους ανθρώπους και για οποιαδήποτε αμαρτία, είναι ένοχος μόνον ο εαυτός του και όχι οί άλλοι
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου