Ο πρωτόκλητος μαθητής του Ιησού που μαρτύρησε στην Αχαΐα σε σταυρό σχήματος «Χ»
Μέσα στη χορεία των δώδεκα μαθητών του Ιησού, εξέχουσα θέση κατέχει ο
τιμώμενος τόσο από την ορθόδοξη όσο και την καθολική παράδοση Απόστολος
Ανδρέας, ο επονομαζόμενος και Πρωτόκλητος, ο οποίος από ψαράς κατέστη
«ἁλιεύς τῶν ἀνθρώπων» και αναδείχθηκε σε μέγα διδάσκαλο του μηνύματος
του Χριστού.
Πρωτόκλητος γιατί πρώτος αυτός, μαζί με τον αδελφό του Πέτρο, κλήθηκε να ακολουθήσει τον Ιησού και να κηρύξει τον λόγο του και στον ελλαδικό χώρο, ιδρύοντας εκκλησίες, εκχριστιανίζοντας τον πληθυσμό και αλλάζοντας τον ρου της Ιστορίας.
Μετά την καρποφόρα και ασίγαστη ιεραποστολική περιοδεία του μέσα σε εθνικούς, ιουδαίους και ειδωλολατρικές φύλες, κατέληξε στην Πάτρα, την οποία θα μετέτρεπε σε ορμητήριό του για τον εκχριστιανισμό του αχαϊκού πληθυσμού.
Εκεί μας παραδίδεται ότι έκανε πολλές θαυματουργές ιάσεις και κατάφερε να μεταστρέψει πολλούς εθνικούς στη νέα πίστη, αν και μπήκε στο στόχαστρο τόσο των τοπικών ρωμαίων αρχόντων όσο και του ελληνικού ειδωλολατρικού ιερατείου. Πιθανότατα στα χρόνια του Νέρωνα όλα αυτά, όταν οι διώξεις κατά των Πρωτοχριστιανών είχαν ενταθεί.
Ο ανθύπατος της Αχαΐας Αιγεάτης αποφασίζει να τον βγάλει από τη μέση, οδηγώντας τον στη μαρτυρική σταύρωση, όπως και ο δάσκαλός του Ιησούς. Μόνο που ο δικός του σταυρός ήταν σχήματος «Χ». Η Καινή Διαθήκη κράτησε ουσιαστικά το στόμα της κλειστό για τον Πρωτόκλητο του Ιησού και ήταν μόνο μετά τον θάνατό του και τις περιπέτειες του άγιου λειψάνου του που θα έμπαινε στον χάρτη των χριστιανικών παραδόσεων και των θρύλων.
Πολύ μετά τον 3ο αιώνα μ.Χ. δηλαδή και κυρίως κατά τον 8ο-9ο αιώνα, όταν ο ρωμαιοκαθολικισμός άρχισε να μιλά για χιαστό σταυρό και να φιλοτεχνεί τη βιογραφία του, ένα γεγονός που έχει δεχτεί μεγάλη κριτική τόσο από θεολογικούς όσο και ιστορικούς κύκλους. Ακόμα και το γεγονός της σταύρωσής του στην Πάτρα αμφισβητείται πλέον, αν και μέχρι τότε ο χιαστός σταυρός του έμελλε να γίνει σύμβολο στα μήκη και τα πλάτη της χριστιανοσύνης.
Η Αγία Γραφή τον αναφέρει ελάχιστες φορές και συνήθως πλάι στον Φίλιππο, που καταγόταν κι αυτός από τη Βηθσαϊδά. Ο Ανδρέας φαίνεται να είναι παρών όταν ο Ιωάννης έδειξε με το δάχτυλό του τον Κύριο και είπε: «ίδε ο αμνός του Θεού, ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου» (Κατά Ιωάννη 1, 29 και 1, 36). Ο ευσεβής ψαράς έσπευσε να ακολουθήσει πρώτος τον Ναζωραίο, γι’ αυτό και ονομάστηκε Πρωτόκλητος: «καὶ ἤκουσαν αὐτοῦ οἱ δύο μαθηταὶ λαλοῦντος, καὶ ἠκολούθησαν τῷ Ἰησοῦ» (Κατά Ιωάννη 1, 37).
Ανδρέας και Φίλιππος εμφανίζονται κατόπιν να εκφράζουν τη δυσπιστία τους για τον χορτασμό των τόσων ανθρώπων με τους πέντε κρίθινους άρτους και τα δύο ψάρια (Κατά Ιωάννη, 6, 6-10). Αναφέρεται επίσης και στην περίπτωση της παράκλησης των προσύλητων Ελλήνων να δουν τον Κύριο (Κατά Ιωάννη 12, 20-22).
Τελευταία φορά το όνομα του Ανδρέα αναφέρεται στην Καινή Διαθήκη όταν ανέβηκε μαζί με τους άλλους αποστόλους στο υπερώο της Ιερουσαλήμ «προσκαρτερούντες ομοθυμαδόν τη προσευχή και τη δεήσει συν γυναιξί και Μαρία τη μητρί του Ιησού και συν τοις αδελφοίς αυτού» (Πράξεις Αποστόλων 1, 13-14), όπου και έλαβε μαζί με τους άλλους τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος (Πράξεις Αποστόλων 2, 4).
Όλα τα υπόλοιπα που τον αφορούν μας παραδίδονται από κατοπινές χριστιανικές διηγήσεις, εκκλησιαστικούς λόγιους και λαϊκούς θρύλους…
Ο Ανδρέας ή Ανδρεύς ή Ανδρείας γεννιέται στη Βηθσαϊδά της Γαλιλαίας ως γιος ενός ψαρά ονόματι Ιωνάς (ή Ιωάννης). Ήταν αδελφός του Σίμωνα Πέτρου, Αποστόλου Πέτρου αργότερα, και έφερε ελληνικό όνομα, γεγονός καθόλου σπάνιο μεταξύ των ελληνιζόντων εβραίων της εποχής. Δεν αναφέρεται εξάλλου πουθενά εβραϊκό ή αραμαϊκό όνομά του.
Πρωτόκλητος γιατί πρώτος αυτός, μαζί με τον αδελφό του Πέτρο, κλήθηκε να ακολουθήσει τον Ιησού και να κηρύξει τον λόγο του και στον ελλαδικό χώρο, ιδρύοντας εκκλησίες, εκχριστιανίζοντας τον πληθυσμό και αλλάζοντας τον ρου της Ιστορίας.
Μετά την καρποφόρα και ασίγαστη ιεραποστολική περιοδεία του μέσα σε εθνικούς, ιουδαίους και ειδωλολατρικές φύλες, κατέληξε στην Πάτρα, την οποία θα μετέτρεπε σε ορμητήριό του για τον εκχριστιανισμό του αχαϊκού πληθυσμού.
Εκεί μας παραδίδεται ότι έκανε πολλές θαυματουργές ιάσεις και κατάφερε να μεταστρέψει πολλούς εθνικούς στη νέα πίστη, αν και μπήκε στο στόχαστρο τόσο των τοπικών ρωμαίων αρχόντων όσο και του ελληνικού ειδωλολατρικού ιερατείου. Πιθανότατα στα χρόνια του Νέρωνα όλα αυτά, όταν οι διώξεις κατά των Πρωτοχριστιανών είχαν ενταθεί.
Ο ανθύπατος της Αχαΐας Αιγεάτης αποφασίζει να τον βγάλει από τη μέση, οδηγώντας τον στη μαρτυρική σταύρωση, όπως και ο δάσκαλός του Ιησούς. Μόνο που ο δικός του σταυρός ήταν σχήματος «Χ». Η Καινή Διαθήκη κράτησε ουσιαστικά το στόμα της κλειστό για τον Πρωτόκλητο του Ιησού και ήταν μόνο μετά τον θάνατό του και τις περιπέτειες του άγιου λειψάνου του που θα έμπαινε στον χάρτη των χριστιανικών παραδόσεων και των θρύλων.
Πολύ μετά τον 3ο αιώνα μ.Χ. δηλαδή και κυρίως κατά τον 8ο-9ο αιώνα, όταν ο ρωμαιοκαθολικισμός άρχισε να μιλά για χιαστό σταυρό και να φιλοτεχνεί τη βιογραφία του, ένα γεγονός που έχει δεχτεί μεγάλη κριτική τόσο από θεολογικούς όσο και ιστορικούς κύκλους. Ακόμα και το γεγονός της σταύρωσής του στην Πάτρα αμφισβητείται πλέον, αν και μέχρι τότε ο χιαστός σταυρός του έμελλε να γίνει σύμβολο στα μήκη και τα πλάτη της χριστιανοσύνης.
Η Αγία Γραφή τον αναφέρει ελάχιστες φορές και συνήθως πλάι στον Φίλιππο, που καταγόταν κι αυτός από τη Βηθσαϊδά. Ο Ανδρέας φαίνεται να είναι παρών όταν ο Ιωάννης έδειξε με το δάχτυλό του τον Κύριο και είπε: «ίδε ο αμνός του Θεού, ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου» (Κατά Ιωάννη 1, 29 και 1, 36). Ο ευσεβής ψαράς έσπευσε να ακολουθήσει πρώτος τον Ναζωραίο, γι’ αυτό και ονομάστηκε Πρωτόκλητος: «καὶ ἤκουσαν αὐτοῦ οἱ δύο μαθηταὶ λαλοῦντος, καὶ ἠκολούθησαν τῷ Ἰησοῦ» (Κατά Ιωάννη 1, 37).
Ανδρέας και Φίλιππος εμφανίζονται κατόπιν να εκφράζουν τη δυσπιστία τους για τον χορτασμό των τόσων ανθρώπων με τους πέντε κρίθινους άρτους και τα δύο ψάρια (Κατά Ιωάννη, 6, 6-10). Αναφέρεται επίσης και στην περίπτωση της παράκλησης των προσύλητων Ελλήνων να δουν τον Κύριο (Κατά Ιωάννη 12, 20-22).
Τελευταία φορά το όνομα του Ανδρέα αναφέρεται στην Καινή Διαθήκη όταν ανέβηκε μαζί με τους άλλους αποστόλους στο υπερώο της Ιερουσαλήμ «προσκαρτερούντες ομοθυμαδόν τη προσευχή και τη δεήσει συν γυναιξί και Μαρία τη μητρί του Ιησού και συν τοις αδελφοίς αυτού» (Πράξεις Αποστόλων 1, 13-14), όπου και έλαβε μαζί με τους άλλους τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος (Πράξεις Αποστόλων 2, 4).
Όλα τα υπόλοιπα που τον αφορούν μας παραδίδονται από κατοπινές χριστιανικές διηγήσεις, εκκλησιαστικούς λόγιους και λαϊκούς θρύλους…
Πρώτα χρόνια
Ο Ανδρέας ή Ανδρεύς ή Ανδρείας γεννιέται στη Βηθσαϊδά της Γαλιλαίας ως γιος ενός ψαρά ονόματι Ιωνάς (ή Ιωάννης). Ήταν αδελφός του Σίμωνα Πέτρου, Αποστόλου Πέτρου αργότερα, και έφερε ελληνικό όνομα, γεγονός καθόλου σπάνιο μεταξύ των ελληνιζόντων εβραίων της εποχής. Δεν αναφέρεται εξάλλου πουθενά εβραϊκό ή αραμαϊκό όνομά του.