Παρασκευή 20 Μαΐου 2016

Η ΙΣΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΓΙΑ ΕΛΕΝΗ Η «καλλίπαις» μητέρα Πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης




Η ΙΣΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΓΙΑ ΕΛΕΝΗ
Η «καλλίπαις» μητέρα
Πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης
 
     Μετά την διευκρίνηση των περί της κοινής τιμής και μνή­μης των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης ας δούμε τώρα τα βασικά στοιχεία της προσφοράς της Αγίας Ελένης που την καταξίωσαν στην συνείδηση της Εκκλησίας, ώστε να τιμάται ως αγία και ισαπόστολος.
Μελετώντας κανείς τα κείμενα των ιστορικών πηγών αλλά και την υμνογραφία της Εκκλησίας διαπιστώνει ότι το πρώτο στοιχείο που προβάλλει την αξία της Αγίας Ελένης είναι η γέννηση τέτοιου βλαστήματος, η προσφορά στην Εκκλησία και στον κόσμο του όντως Μεγά­λου Κωνσταντίνου. Δεν πρόκειται βέβαια εδώ να ασχοληθούμε με την αξιολόγηση τού έργου του Μ. Κωνσταντίνου ούτε να λάβουμε μέρος στον επιστημονικό διάλογο της πλούσιας για το πρόσωπο και το έργο του βιβλιογραφίας, η οποία στην συν­τριπτική της πλειοψηφία συμφωνεί εις το ότι με την διορατική πολιτική του ικανότητα και την στρατηγική του μεγαλοφυΐα άλλαξε τον ρού της παγκόσμιας ιστορίας, μεταφέροντας το κέντρο βάρους της κραταιάς ρωμαϊκής αυτοκρατορίας από την λατινική Δύση, που δεν είχε πια προοπτική, στην ελληνι­κή Ανατολή, και καθιστώντας το μικρό αλλά φυσικά οχυρό ελληνικό Βυζάντιο πρωτεύουσα της μοναδικής σε χρονική διάρκεια και πολιτιστική καρποφορία «βυζαντινής» αυτοκρατορίας, με ενοποιά στοιχεία την χριστιανική πίστη, της οποίας τον δυναμισμό με θεία επίνευση και κατά θεία πρόνοια αντελήφθη και ενεκολπώθη, την ρωμαϊκή διοίκηση και την ελλη­νική γλώσσα.
Η ρωμαϊκή αυτοκρατορία τού Μ. Κωνσταντί­νου ουσιαστικά αποτελεί συνέχεια της ελληνικής αυτοκρα­τορίας τού Μ. Αλεξάνδρου, που και αυτή προετοίμασε με τον ελληνικό πολιτισμό την απαραίτητη πολιτιστική και πνευμα­τική ενότητα για την διάδοση τού Ευαγγελίου, τού λόγου τού Σταυρού, ο οποίος αποκτά στο πρόσωπο τού Κωνσταντίνου ανέλπιστο προστάτη και υπερασπιστή, μετά τους σκληρούς εναντίον των Χριστιανών διωγμούς των προκατόχων του. Η αναγνώριση τού διωκομένου πριν Χριστιανισμού ως επίση­μης θρησκείας και η προνομιακή θέση της Εκκλησίας στην νέα χριστιανική πολιτεία δεν εξηγούνται με βάση ανθρώπινα κριτήρια και ιστορικοπολιτικές εκτιμήσεις, που ήσαν όλα εις βάρος των Χριστιανών, με εξαίρεση την φοβερή εντύπωση που προκάλεσε η αντοχή τους στους διωγμούς και το πλή­θος των μαρτύρων.
Κατά τις τελευταίες δεκαετίες στην επιστημονική έρευ­να συζητήθηκε ευρέως το πρόβλημα της προσχωρήσεως τού Κωνσταντίνου στον Χριστιανισμό, ιδιαίτερα μάλιστα το αν αυτή προήλθε από εσωτερική θρησκευτική πίστη ή οφειλό­ταν σε καθαρά πολιτικούς υπολογισμούς. Οι παλαιοί ιστορι­κοί Λακτάντιος και Ευσέβιος συνδέουν, ως γνωστόν, την στροφή του αυτοκράτορος στο Χριστιανισμό με το θαυμαστό όραμα τού σημείου του Σταυρού και την επιγραφή Εν τούτω νίκα που προηγήθηκε της νίκης εναντίον τού Μαξεντίου. Έκτοτε επήλθε μία εσωτερική μεταβολή στον εσωτερικό κό­σμο τού Κωνσταντίνου και σταθερή στροφή προς τον Χρι­στιανισμό, η οποία ενισχύθηκε ασφαλώς, κατά το ανθρώπινο, και από τα ευνοϊκά πολιτικά δεδομένα, η εκτίμηση των οποίων όμως χωρίς την προηγηθείσα εσωτερική αλλαγή δεν είναι βέβαιο αν θα γινόταν κατά τον ίδιο τρόπο.
Εν πάση περιπτώσει για την συνείδηση της Εκκλησίας και την πλειονότητα των ιστορικών η στροφή τού Κωνσταν­τίνου προς τον Χριστιανισμό οφείλεται σε θεϊκή επέμβαση, ήταν θεϊκή κλήση, όπως είχε γίνει και στην περίπτωση τού αποστόλου Παύλου. Εκείνος εκλήθη ως απόστολος για την διάδοση τού Ευαγγελίου εις τα έθνη, ο Κωνσταντίνος εκλήθη τώρα να συναγάγη τα έθνη σε μία νέα χριστιανική πολιτεία ως ισαπόστολος και εν βασιλεύσιν απόστολος, όπως άριστα εκφράζει το απολυτίκιον της εορτής των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης. «Τον Σταύρον σου τον τύ­πον εν ουρανώ θεασάμενος και ως ο Παύλος την κλήσιν ουκ εξ ανθρώπων δεξάμενος ο εν βασιλεύσιν απόστολός σου Κύριε».
Στην πορεία αυτή και αλλαγή του Κωνσταντίνου που και πως τοποθετείται η Αγία Ελένη; Έχει κάποιο μερίδιο συμ­μετοχής και θετικής επιδράσεως; Ήταν μήπως η ίδια Χριστιανή και με την δική της χριστιανική παρουσία και πίστη επηρέασε και έστρεψε και τον υιό της προς τον Χριστιανι­σμό, όπως γράφουν λαϊκοί βίοι για την Αγία Ελένη και άλλα δημοσιεύματα, που κυκλοφορούν εσχάτως; Κάτι τέτοιο δεν προκύπτει με ασφάλεια ούτε από τις ιστορικές πηγές, ούτε από τα αγιολογικά κείμενα, αλλά ούτε και από την υμνογραφία, εκτός μιας εξαιρέσεως στην οποία προφανώς στη­ρίζεται αυτή η παράδοση.
Αυτά που γνωρίζομε για την Αγία Ελένη, εκτός των περί της συμμετοχής της στην εύρεση του Τιμίου Σταυρού είναι, όπως ελέχθη, ελάχιστα.
Ελληνίδα στην καταγωγή, όπως φαί­νεται και από το όνομά της, γεννήθηκε το 247 στην ελληνική Βιθυνία, στην πόλη Δρέπανο, με τις ακμάζουσες από την εποχή τού Μ. Αλεξάνδρου πόλεις Νικομήδεια και Νίκαια. Ήταν ταπεινής κατά κόσμον καταγωγής. Ο πατέρας της διατηρούσε στο Δρέπανο ξενοδοχείο, εκεί δε την εγνώρισε ο Κωνστάντιος Χλωρός, αξιωματικός τού ρωμαϊκού στρατού και από­γονος οικογένειας ευγενών του Ιλλυρικού. η μητέρα του Κλαυδία ήταν θυγατέρα τού Κρίσπου, αδελφού του αυτοκράτορος Μάρκου Κλαυδίου τού Γοτθικού. Από τον γάμο του ευγενούς Ρωμαίου Κωνσταντίου Χλωρού και της λαϊκής προελεύσεως Ελληνίδος Ελένης γεννήθηκε ο Μ. Κωνσταντίνος στην Ναϊσό, την σημερινή Νύσσα (Niss) της Σερβίας μεταξύ των ετών 272 και 275. Γρήγορα εξ αιτίας πολιτικών σκοπιμοτήτων, ο γάμος του Κωνσταντίου και της Ελένης οδηγήθηκε σε διά­λυση το 293, γιατί κατ’ απαίτηση τού αυτοκράτορος Διοκλητιανού, προκειμένου να διορισθεί ο Κωνστάντιος καίσαρ της Δύσεως, έπρεπε να νυμφευθεί την ανεψιά τού Αυγούστου της Δύσεως Μαξιμιανού, Θεοδώρα. Η ασφαλώς επώδυνη και αναγκαστική αυτή χηρεία της μητέρας του ενίσχυσε την αγά­πη τού νεαρού Κωνσταντίνου προς αυτήν, συγχρόνως όμως τού άνοιξε τον δρόμο για την διεκδίκηση της κληρονομικής διαδοχής τού ρωμαϊκού θρόνου, που άρχισε κατ’ αρχήν με την ανακήρυξή του από τον στρατό σε Αύγουστο της Δύσεως μετά τον θάνατο τού πατέρα του το 306, και στην συνέχεια σε μονοκράτορα της μεγάλης ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, μετά τις διαδοχικές εντυπωσιακές νίκες του επί τού Μαξεντίου στην Δύση και τού Λικινίου στην Ανατολή, που αποδόθηκαν σε θεϊκή συμμαχία και ενθάρρυνση με την εμφάνιση τού σημείου τού Σταυρού και ενίσχυσαν αποφασιστικά την στροφή του προς τον Χριστιανισμό.
Από τον πατέρα του Κωνστάντιο φαίνεται πως κληρο­νόμησε ακόμη ο Κωνσταντίνος δύο σημαντικά στοιχεία, που προσδιόρισαν την κατοπινή πορεία του. Κάποια συμπάθεια αρχική προς τους σκληρά διωκομένους Χριστιανούς, που φά­νηκε στην περίπτωση τού πατρός του στην αποφυγή εφαρ­μογής στην Δύση των αποφάσεων του Διοκλητιανού που όρι­ζαν να διώκονται οι Χριστιανοί, όπως αυτό εφαρμόσθηκε πι­στά στην Ανατολή, σε επίπεδο δε θρησκευτικής πίστεως στην απόρριψη της χονδροειδούς ειδωλολατρίας και την υιοθέ­τηση τού συγκρητιστικού ενοθεϊσμού, που ασφαλώς ευκολότερα μπορούσε να οδηγήσει ή να προδιαθέσει ενοϊκά για την υιοθέτηση του χριστιανικού μονοθεϊσμού. Οι ευνοϊκές αυτές προϋποθέσεις της στροφής του προς τον Χριστιανισμό επισημαίνονται από τους ερευνητάς.
Για την οποιαδήποτε συμμετοχή της μητέρας του Ελένης στην πνευματική διεργασία τού ψυχικού κόσμου τού Μ. Κων­σταντίνου δεν έχομε από τις πηγές σοβαρές ενδείξεις. Η έρευνα καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η Αγία Ελένη δεν ήταν Χριστιανή4. Το συμπέρασμα μάλιστα αυτό δεν είναι αυθαίρετο αλλά στηρίζεται σε αξιοπρόσεκτη και σαφέστατη μαρτυρία τού Ευσεβίου, τού οποίου είναι γνωστοί οι προσω­πικοί δεσμοί με τον Μ. Κωνσταντίνο, σύμφωνα με την οποία, ανάμεσα στα πολλά για τα οποία πρέπει κανείς να μακαρί­ζει τον Κωνσταντίνο είναι και η αφοσίωση προς την μητέρα του, την οποία κατέστησε ο ίδιος τόσο θεοσεβή, ενώ δεν ήταν προηγουμένως, ώστε να φαίνεται ότι είχε γίνει Χριστιανή από την παιδική ηλικία. «ον προς τοίς άπασι και της εις την γειναμένην οσίας μακαρίζειν άξιον, ούτω μεν αυτήν Θεοσεβή καταστήσαντα, ούκ ούσαν πρότερον, ως αυτώ δοκεί εκ πρώ­της τω κοινώ σωτήρι μεμαθητεύσαι».
Με βάση αυτήν την σαφέστατη και μοναδική μαρτυρία μπορούμε να συναγάγουμε ότι η Αγία Ελένη με το έντονο μητρικό της ενδιαφέρον συμμετείχε στις εσωτερικές πνευ­ματικές διεργασίες που επισυνέβαιναν στην ψυχή τού μοναχογιού της, και η δεκτική θρησκευτικών μηνυμάτων γυναι­κεία φύση της συγκλονίσθηκε ασφαλώς από τις διηγήσεις της θαυμαστής εμφανίσεως του σημείου του Τίμιου Σταυρού, στην ενίσχυση τού οποίου οφείλονταν οι νίκες και η επικράτηση του υιού της επί των άλλων διεκδικητών τού ρωμαϊκού θρόνου. Η ενθουσιώδης ανάληψη της προσπαθείας για την εύρεση του Τίμιου Σταυρού ασφαλώς συνδέεται με το αίσθημα ευγνωμοσύνης γι’ αυτήν την ενίσχυση. Ακολούθησε λοιπόν η Αγία Ελένη την προς τον Χριστιανισμό πορεία τού Μ. Κωνσταν­τίνου και ελκύσθηκε από τον υιό της προς αυτήν, χωρίς αυτό να μειώνει την θεοσέβεια και θρησκευτική της ευαισθησία, που εμφανίζεται έτσι όχι ως κληρονομημένο αγαθό, αλλά ως συνειδητή επιλογή του.
Απομένει στην ίδια η τιμή και η δόξα, γιατί ως μητέρα προσέφερε στους ανθρώπους τόσο μεγάλο αγαθό, τον Κων­σταντίνο, «τοσούτον αγαθόν τω των ανθρώπων διηκονήσατο βίω», εβλάστησε «υπερφυές και παράδοξο φυτό», προσελκυσθείσα δε η ίδια από τον μεγάλο Ισαπόστολο υιό της στην χριστιανική θεοσέβεια έγινε όχι απλώς θεοφιλούς βασιλέως θε­οφιλής μήτηρ6, αλλά με νεανικό ζήλο στην γεροντική της ηλι­κία επετέλεσε και η ίδια αποστολικό έργο με την εύρεση τού Τιμίου Σταυρού και την Ανάδειξη των ιερών προσκυνημάτων.
Υπάρχει βέβαια και αντίθετη ιστορική πληροφορία, στην οποία μάλλον στηρίζονται όσοι υποστηρίζουν ότι η Αγία Ελέ­νη συνετέλεσε, ως Χριστιανή, στην στροφή τού Μ. Κων­σταντίνου προς τον Χριστιανισμό, προερχόμενη από τον Θε­οδώρητο, ο οποίος στην εισαγωγή του σχετικού κεφαλαίου που αναφέρεται στην δραστηριότητα της Αγίας Ελένης στα Ιεροσόλυμα, γράφει ότι το όλο σχέδιο και πρόγραμμα τού βασιλέως και τις επιστολές προς τον Μακάριο Ιεροσολύμων εκόμισεν «αυτή τού βασιλέως η μήτηρ, η καλλίπαις εκείνη, και παρά πάντων αδομένη των ευσεβών, η τον μέγαν τούτον φωστήρα τεκούσα και την της ευσεβείας αυτώ προσενεγκούσα τροφήν»7. Κατά τον Θεοδώρητο, που δεν διαθέτει βέβαια την αμεσότητα και εγγύτητα που έχει ο Ευσέβιος, η Αγία Ελέ­νη, η καλλίπαις, δεν εγέννησε μόνο, αλλά και ανέθρειμε χρι­στιανικά τον Μ. Κωνσταντίνο.
Πριν περάσουμε τώρα στην σύντομη παρουσίαση του καλά μαρτυρημένου και πολυσήμαντου έργου της στα Ιεροσόλυμα, ταιριάζει εδώ να επισημάνουμε ότι, αν η στροφή του Μ. Κωνσταντίνου προς τον Χριστιανισμό δεν προσδιορίσθηκε από την μητέρα του, γιατί φαίνεται πως η ίδια δεν ήταν αλλά έγινε Χριστιανή, δεν συμβαίνει το ίδιο και με την ενίσχυση τού Ελληνισμού, τον οποίο κατέστησε έναν από τους τρεις βασικούς παράγοντες, μαζί με την ρωμαϊκή διοίκηση και την χριστιανική πίστη, της νέας πλέον και αλλαγμένης ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.
Η Ελένη ήταν και παρέμεινε Ελληνίδα, με­τέδωσε δε και στον υιό της Μ. Κωνσταντίνο, που φυλετικά ή­ταν κατά το ήμισυ Έλλην εκ μητρός, την αγάπη προς την ελλη­νική καταγωγή του και παράδοση. Ομιλούσε ο ίδιος ελληνικά8. Επί δώδεκα χρόνια ως μέλος της ακολουθίας τού Διοκλητιανού, που είχε ορίσει ως έδρα του στην Ανατολή την Νικομήδεια, την πρωτεύουσα της ελληνικής Βιθυνίας, της γενέ­τειρας της μητέρας του, έζησε σε ελληνικό χώρο και ελληνικό περιβάλλον και ενίσχυσε έτσι επίκτητα τις κληρονομικές από την μητέρα του ελληνικές καταβολές. Η απόφασή του να με­ταφέρει την πρωτεύουσα από την λατινική Δύση στην ελλη­νική Ανατολή, στο Βυζάντιο, δίπλα στην Βιθυνία, τον τόπο καταγωγής της μητέρας του, προσδιορίσθηκε βέβαια από γεω­πολιτικές και στρατηγικές εκτιμήσεις, σίγουρα όμως ενθαρρύνθηκε συναισθηματικά και ψυχολογικά από την οικειότητα που ένοιωθε προς τον ελληνικό χώρο τού τόπου καταγωγής της μητέρας του. Σε μικρό χρονικό διάστημα η εκχριστιανι­σμένη από τον ίδιο ρωμαϊκή αυτοκρατορία, που αποτελεί κατά τους ιστορικούς την μεγαλύτερη μεταρρύθμιση της ιστορίας, θα εξελληνισθεί τελείως. η Ρωμαία των Κωνσταντίνων, για να χρησιμοποιήσουμε την φράση τού Κωστή Παλαμά, ως ελληνική πλέον Ρωμανία, ως Ρωμιοσύνη, επέζησε και εμεγαλούργησε κάτω από το λάβαρο των Ελλήνων. Η Ελληνίδα της Βιθυνίας Αγία Ελένη δια τού υιού της Μ. Κωνσταν­τίνου προσδιόρισε αποφασιστικά και αμετάκλητα την από τό­τε μέχρι σήμερα πορεία τού Ελληνισμού.
 
 
 
Δεν παραθέτουμε  τις υποσημειώσεις και τις παραπομπές με σκοπό
να προωθήσουμε την αγορά αυτής της εξαιρετικής εργασίας του π.Θ. Ζήση
Από: «Ο σημερινός Ελληνισμός και η κληρονομιά του Μεγάλου Κωνσταντίνου»
Πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης


Ο ΜΕΓΑΣ ΚΑΙ ΑΓΙΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ





 
Ο ΜΕΓΑΣ ΚΑΙ ΑΓΙΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ
Αρχιμ. Μελέτιος Στάθης
Εφημέριος του Ιερού Ναού Αγίας Βαρβάρας Άνω Πατησίων
και συνεργάτης της Συνοδικής Επιτροπής της Εκκλησίας επί των αιρέσεων

 

    Και μόνο το όνομα Κωνσταντίνος ν' ακουσθεί, συγκινεί κάθε χριστιανική καρδιά, όχι μόνο σήμερα αλλά από πολλά χρόνια πριν, διό­τι συνδέεται με τους θρύλους της φυλής, ότι "πάλι με χρόνια με και­ρούς πάλι δικά μας θάναι". Συγκινεί, διότι ο πρώτος που έφερε το όνομα ο Κωνσταντίνος ο Α' ο Μέγας, υπήρξε όχι μόνο ένας από τους μεγαλύτερους άνδρες της παγκόσμιας ιστορίας αλλά κάτι παραπά­νω. Υπήρξε Άγιος.
Κι όταν ακούσουν την λέξη Άγιος, αρχίζουν να διαμαρτύρονται οι κράχτες της αθεΐας και της απιστίας. Είναι Άγιος; Στρατηγός, ναι είναι, Βασιλιάς και Αυτοκράτορας ναι. Μέγας ναι είναι, αλλά Άγιος; Όχι, δεν είναι Άγιος λένε. Γιατί δεν είναι Άγιος; Διότι, λέ­νε, ότι ο Μ. Κωνσταντίνος έκανε εγκλήματα, ότι σκότωσε τον γιο του τον Κρίσπο, ότι σκότωσε την δεύτερη γυναίκα του την Φαύστα, και συνεπώς δεν πρέπει να ονομάζεται Άγιος.*
 
        Τί έχουμε ν' απαντήσουμε σ' αυτούς, που πολεμούν τον Μ. Κωνσταντίνο, μόνο και μόνο επειδή υπήρξε Χριστιανός; Αν δεν ήταν Χριστιανός, αλλ' ήταν ειδωλολάτρης, όπως ο Ιουλιανός ο παραβά­της, που πρόδωσε την Εκκλησία, τότε θα τον δόξαζαν. Ενώ ο Κωνσταντίνος, που υποστήριξε την πίστη την Ορθόδοξη και έθεσε γερά θεμέλια, μισείται και συκοφαντείται από τους εχθρούς του Χριστού.
Απαντάμε: Λησμονούν ή αγνοούν αυτοί, ότι στην πίστη μας υπάρ­χει ένα μεγάλο πράγμα, που λέγεται: Μετάνοια. Ένα δάκρυ του αμαρτωλού ο,τιδήποτε κι αν έχει διαπράξει, ένα δάκρυ στο μυστήριο της Εξομολόγησης συγχωρεί όλα τα αμαρτήματα. Αν δεν υπήρχε η μετάνοια, άδειος θα ήταν ο Παράδεισος, δεν θα είχαμε εορτολόγιο, δεν θα είχαμε Αγίους, διότι δεν υπάρχει άγιος που δεν έκλαψε και δεν μετανόησε για τα αμαρτήματά του. Δεν υπάρχει άλλος δρόμος για τον Παράδεισο, αγαπητοί, παρά μόνο η θύρα της μετανοίας. Και ο αγ. Κωνσταντίνος δεν γεννήθηκε Άγιος, έγινε Άγιος. Διέπραξε σφάλματα, ναι, αλλά μετανόησε. Μην ξεχνάτε, ότι ανατράφηκε μέσα στο περιβάλλον των απανθρώπων Διοκλητιανού και Γαλέριου, κι όμως διαφωνούσε με όλους αυτούς.
Είναι Άγιος, διότι η παρουσία του μέσα στον κόσμο είναι φως Χριστού. Φως είναι η κλήση του, η οποία μοιάζει καταπληκτικά με την κλήση του απ. Παύλου γι' αυτό κι αναφέρεται στο Απολυτίκιό του. Όπως ο απ. Παύλος κλήθηκε από τον Χριστό δι' οράματος όταν βάδιζε την οδό της Δαμασκού και είδε φως υπέρλαμπρο και άκουσε φωνή: Σαούλ-Σαούλ τί με διώκεις; Έτσι και τον άγιο Κωνσταντίνο τον εκάλεσε δι' οράματος. Οράματος ιστορικού που αναφέρουν οι σύγχρονοί του ιστορικοί1. Ποιό είναι το όραμα; Όταν έφθασε έξω από την Ρώμη την 28η Οκτωβρίου του έτους 312 και ο στρατός του αντιπάλου του ήταν τριπλάσιος και η ήττα του Μεγάλου Κωνσταντίνου ήταν βεβαία, εκεί όπως καθόταν στενοχωρημένος, είδε μέρα μεση­μέρι σημείο μέγα: Είδε τα άστρα του ουρανού να σχηματίζουν Σταυ­ρό, και κάτω από τον Σταυρό είδε σύνθημα: «Εν Τούτω Νίκα» (In hoc vinca). Και από την ώρα εκείνη πείσθηκε πως το μέλλον της ανθρωπότητας ανήκει στο Χριστό. Τότε θέσπισε το λάβαρο που προηγείτο της στρατειάς του και με το σήμα αυτό, το «Εν Τούτω νί­κα», νίκησε τον Μαξέντιο και εισήλθε στη Ρώμη και διεκήρυξε σε όλη την πόλη, ότι η νίκη αυτή δεν ανήκει στις λεγεώνες του αλλά ανήκει στον Τίμιο Σταυρό.
Φως είναι τα Διατάγματά του. Το πρώτο διάταγμα τον Φεβρουά­ριο του 313 ήταν να σταματήσει τους διωγμούς. Για φανταστείτε, 300 χρόνια κράτησε ο διωγμός εναντίον των Χριστιανών. Απαγορευόταν να είναι κάποιος Χριστιανός. Και μόνον η λέξη Χριστιανός ήταν αιτία καταδίκης, δεν εξέταζαν τίποτε άλλο, είσαι Χριστιανός; Τελεί­ωσε, δήμευση περιουσίας, μαρτύρια αφάνταστα, φρικτά βασανιστή­ρια. Πόσοι μάρτυρες; 12 εκατομμύρια μάρτυρες. Για 300 χρόνια παρακαλούσαν οι χριστιανοί: Κύριε, δος μας ειρήνη, και έδωσε, και η ειρήνη ήρθε στον κόσμο μέσω του εκλεκτού οργάνου της θείας Προνοίας2, ο οποίος ήταν ο Μέγας Κωνσταντίνος.
Πώς λοιπόν να μην τον τιμήσουμε; Και μόνο για το διάταγμα αυτό που υπέγραψε με τα άγια του χέρια, έπρεπε να τον τιμήσουμε. Φως ακόμη είναι η ευγένεια της ψυχής του και η αμνησικακία του. Λένε, πως κάποτε εχθροί του ειδωλολάτρες, αποκεφάλισαν ένα άγαλ­μά του. Όταν του το κατήγγειλαν σήκωσε τα χέρια του, έπιασε το κεφάλι του και είπε, εδώ είναι το κεφάλι μου, δεν μου λείπει τίποτα, μη τους τιμωρήσετε. Άλλοτε έλεγε: εάν δω ένα κληρικό να αμαρτάνει, εγώ θα τον σκεπάσω με την χλαμύδα μου για να μη βλέπουν οι άνθρωποι τα αμαρτήματά του και αυτό δείχνει τον πόθο του για την Εκκλησία ώστε να μην υπάρχουν σκάνδαλα.
Κατήργησε την λατρευτική προσκύνηση του εκάστοτε Ρωμαίου αυτοκράτορα, ο οποίος εθεωρείτο και ελατρεύετο ως ο επί γης Θεός.
Φως ακόμη είναι η Νομοθεσία του. Για πρώτη φορά παρουσιάσθη­κε νομοθεσία χριστιανική. Το όραμά του ήταν σπάνιο, τί όραμα; Να φτιάξει κράτος χριστιανικό, παγκόσμιο και να το προσφέρει ως προσφορά - ευχαριστία στο Χριστό για να το αγιάσει και να το θεώσει, γι' αυτό και εικονίζεται κρατώντας στο χέρι του μία σφαίρα, τον κό­σμο δηλαδή. Κι όπως ο πατριάρχης Αβραάμ άκουσε τη φωνή του Θε­ού που του είπε, έξελθε εκ της χώρας σου και να εγκατασταθείς σε χώρα μακριά που θα σου δείξω (Γένεσις 12, 1), έτσι κι ο άγ. Κωνσταντίνος εξήλθε εκ της αρχαίας Ρώμης, της πόλης του εγκλήματος της βαμμένης με τα αίματα των αθώων Χριστιανών και έχτισε νέα Ρώμη στον Βόσπορο, που αργότερα, μετά την αγία Κοίμησή του αξίως και δικαίως ονομάσθηκε Κωνσταντινούπολις. Και από εκεί έλαβε μέτρα που απέβλεπαν στην ανύψωση της πνευματικής στάθμης και τον αγιασμό του λαού.
Ποιά μέτρα; Έκλεισε όλα τα νυχτερινά κέντρα διαφθοράς. Υ­πήρχαν κέντρα που μαζευόντουσαν γυναίκες κάτω από την προστα­σία των αισχρών θεοτήτων, κέντρα της Αφροδίτης, κέντρα του Βάκ­χου, τα έκλεισε όλα. Έκλεισε τα μαντεία, κατήργησε τους μάγους που εκμεταλεύοντο τον λαό και τον απατούσαν. Απαγόρευσε την βλαστήμια. Όλα τα συγχωρώ είπε, ένα όμως δεν το συγχωρώ, την βλαστήμια. Όποιος βλαστημήσει το όνομα του Χριστού, αυτός αμέσως θα συλλαμβάνεται και θα εξορίζεται.
Ετίμησε με διάταγμα την Κυριακή ημέρα. Την ανακήρυξε ημέρα λαμπρή και μεγάλη, απαγόρευσε να υπάρχουν καταστήματα ανοιχτά. Ιπποδρόμια, κέντρα διασκέδασης κλειστά, αργία τα πάντα.
Υποστήριξε τους μικροκτηματίες, τους εργάτες, έλαβε μέτρα κα­τά της τοκογλυφίας και κάθε αδικίας, ήταν ο πρώτος που υποστήριξε τα ανθρώπινα δικαιώματα, προστάτεψε τις χήρες και τα ορφανά, έδειξε ειδικό ενδιαφέρον για την κοινωνική πρόνοια.
Προστάτεψε την Ορθόδοξη Πίστη. Κι όταν παρουσιάσθηκε ο αιρεσιάρχης Άρειος και άνοιξε το βρωμερό του στόμα εναντίον του Κυ­ρίου μας Ιησού Χριστού, για να πει, ότι ο Χριστός δεν είναι Θεός αληθινός ομοούσιος με τον Πατέρα, τότε ο άγ. Κωνσταντίνος έδωσε εντολή να συγκληθεί η Α' Οικουμενική Σύνοδος στη Νίκαια της Βιθυνίας για να συντάξουν το Πιστεύω, και παρουσιάσθηκε και ο ίδιος εκεί στην συνέλευση των Ιεραρχών, όχι ως Αυτοκράτωρ - Πλανητάρ­χης Ανατολής και Δύσης, με εγωισμό, αλλά με ταπείνωση και ασπα­ζόταν τα χέρια των Αγίων Αρχιερέων πολλοί των οποίων είχαν πά­νω στα σώματά τους νωπά τα στίγματα του μαρτυρίου. Ερωτηθείς για το θέμα, μη γνωρίζοντας όμως θεολογία είπε το εξής ωραίο: Σέβο­μαι αυτό που δεν γνωρίζω.
Ενίσχυσε τις ιεραποστολές, επί των ημερών του οι Αρμένιοι έγι­ναν χριστιανοί, οι Ίβηρες επίσης, το φως του Χριστού έφθασε μέχρι την Ινδία.
Με εντολή του βρέθηκε ο Τίμιος Σταυρός και χτίστηκαν οι πρώτοι Ναοί στα Ιεροσόλυμα.
Υπήρξε ιδρυτής και θεμελιωτής μιας Αυτοκρατορίας Χριστια­νικής που κράτησε χίλια εκατό χρόνια.
Τέλος, αγαπητοί, όταν κατάλαβε πως πλησιάζει το επίγειο τέλος του, ενώπιον μιας ομηγύρεως Επισκόπων εξομολογήθηκε τα αμαρτήματά του και έκλαψε, και μετά βαπτίσθηκε σε ηλικία περίπου 63 ετών και δεν φόρεσε πια την αυτοκρατορική χλαμύδα, τα βασιλικά και λαμπρά ενδύ­ματα, αλλά μόνο την λευκή στολή του βαπτίσματος και ομολόγησε, πως τώρα αισθάνεται όντως Αυτοκράτωρ. Κοινώνησε τα άχραντα Μυστή­ρια, το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, και αγνός και καθαρός, χαίρων και προσευχόμενος επορεύθη στην ουράνια Βασιλεία.
Αγαπητοί, κι αν ακόμη αγνοήσουμε όλα τα παραπάνω, τα κριτή­ρια της Αγιότητός του για την Εκκλησία μας είναι τα εξής δύο: α) Η θεοπτία και η Χάρις που είχε ο Άγιος, όπως προαναφέραμε και β) Η μετά θάνατον θαυματουργία του.
Είναι αλήθεια πως μετά την αγία κοίμησή του, το ιερό λείψανο ενταφιάσθηκε με βασιλικές τιμές στο νάρθηκα του Ναού των Αγίων Αποστόλων, όπου ευωδίασε και μυρόβλυσε και πολλά θαύματα ετέλεσε3. Ίσως πουν μερικοί, αυτά τα λέ­νε οι χριστιανοί δεν ξέρουμε αν είναι αλήθεια. Αγαπητοί, έστω και αν κάποιοι δεν πιστεύουν, τα κριτήρια της αγιότητός του είναι αυτά τα δύο και μόνον αυτά. Έτσι με την σφραγίδα του Θεού ο άγιος Κων­σταντίνος είναι Άγιος και Ισαπόστολος. Η ιστορία τον ανέδειξε Μέγα και η Εκκλησία Άγιο.
 
Με ευχές και αγάπη

Αρχιμ. Μελέτιος Στάθης
Εφημέριος του Ιερού Ναού Αγίας Βαρβάρας Άνω Πατησίων
και συνεργάτης της Συνοδικής Επιτροπής της Εκκλησίας επί των αιρέσεων.
 




* Η αλήθεια είναι η εξής: Όταν ο Μ. Κωνσταντίνος ήταν Καίσαρας στη Δύση, η Ρώμη ανέ­δειξε Αυτοκράτορα τον σκληρό και χριστιανομάχο Μαξέντιο, ο οποίος για να καλύψει τα δυτι­κά του νώτα, επειδή φοβόταν τον Κωνσταντίνο, τον ανάγκασε να χωρίσει την σύζυγό του Μινερβίνα και να νυμφευθεί την Φαύστα, μια πολύ φιλόδοξη και πανούργα γυναίκα, η οποία όμως ήταν αδελφή του Μαξέντιου, για να τον ελέγχει. Αυτή βλέποντας τον πρωτότοκο γιο του Κων­σταντίνου, τον Κρίσπο, να διακρίνεται στις μάχες και να προορίζεται για διάδοχος, ήθελε με κάθε τρόπο να τον εξοντώσει, και να προωθήσει στην εξουσία τους δικούς της τρεις γιους. Συκοφάντησε λοιπόν τον Κρίσπο, ότι προσπάθησε να την βιάσει και να σκοτώσει τον πατέρα του για να πάρει την εξουσία σαν νέος Αβεσσαλώμ. Δυστυχώς η σκευωρία της Φαύστας ήταν τόσο πειστική και οι συκοφαντίες της τόσο αριστοτεχνικές, ώστε και οι στρατηγοί και ο Κωνστα­ντίνος έπεσαν στην δαιμονική παγίδα. Και επέτρεψαν σύμφωνα με τους νόμους, να θανατωθεί ο Κρίσπος. Όταν έμαθε το γεγονός η βασιλομήτωρ αγία Ελένη, η οποία βρισκόταν μακριά, έλεγξε αυστηρά τον αυτοκράτορα γιο της για την απόφαση αυτή. Ο Κωνσταντίνος διέταξε εξ αρχής εξονυχιστικές έρευνες, από τις οποίες αποκαλύφθηκε, ότι είχε πέσει θύμα της εγκλημα­τικής πλεκτάνης της συζύγου του Φαύστας και του περιβάλλοντός της. Τότε διέταξε αμέσως να θανατωθεί και αυτή. Οι δύο αυτοί φόνοι προσώπων της οικογενείας του συγκλόνισαν τον Κων­σταντίνο, ο οποίος μέχρι το τέλος της ζωής του αναστέναζε και θρηνούσε γι' αυτό και ζητούσε να τον συγχωρήσει ο Θεός. Ακόμη για να δείξει δημόσια την μετάνοιά του έστησε τον ανδριά­ντα του Κρίσπου με την επιγραφή: «Τω ηδικημένω υιώ μου».


1. Λακτάντιος (De mort pers., 44), Ευσέβιος (Εκκλ. Ιστ. Θ', 9.1-11, Σωκράτης (Εκκλ. Ιστ. Α', 2.5-10), Σωζόμενος (Εκκλ. Ιστ. Α' ,1) κ.ά. Βλ. Θ.Η.Ε. Τόμ. 8 σ. 14.

2. Ο άγιος Νεκτάριος στο βιβλίο του: «Αι Οικουμενικαί Σύνοδοι» γράφει, ότι ο άγ. Κωνσταντίνος και η αγία Ελένη ήταν τα χέρια της Θείας Πρόνοιας. Βλ. Π. Σωτήρχου. Ο Γενάρχης της Ρωμιοσύνης, Εκδ. Αρμός, σ. 13.

3. Μέγας συναξαριστής της Εκκλησίας Τόμος Ε' σ. 538.

Πηγή: ΑΛΛΗ ΟΨΙΣ

ΑΝΤΙΑΙΡΕΤΙΚΟΝ ΕΓΚΟΛΠΙΟΝ   www.egolpion.com

†. ΠΑ 24-05-2013, ΑΓΙΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ : ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΡΥΛΟ ΣΤΗΝ ΥΒΡΗ


ΑΓΙΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ: ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΡΥΛΟ ΣΤΗΝ ΥΒΡΗ



 ΑΓΙΟΣ  ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ

ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΡΥΛΟ ΣΤΗΝ ΥΒΡΗ
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία
τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου
πού ἔγινε στόν Ἱερό Ναό τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου
τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Πειραιῶς, τήν Παρασκευή 24 Μαΐου 2013.
 
Πρωτογενῶς καί πρωτίστως, νά εὐχαριστήσω πάντοτε καρδιακά, τόν οἰκεῖο Μητροπολίτη, τόν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Πειραιῶς, γιά τήν εὐλογία πού μᾶς δίνει νά ὁμιλοῦμε στή δική του περιοχή καί βεβαίως καί κατ᾽ ἐξοχήν τούς ἐφημερίους καί τόν προϊστάμενο τοῦ ναοῦ ἐδῶ γιά τήν ἀγάπη πού εἶχαν νά μᾶς προσκαλέσουν.
Ὅπως εἴπαμε, ὅλες οἱ ὁμιλίες αὐτές ἀναφέρονται στό χῶρο τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου καί στό Διάταγμα τῶν Μεδιολάνων. Ἄν θέλετε, αὐτήν τήν ὁμιλία πού θά σᾶς κάνω νά τήν χαρακτηρίσω μέ ἕναν τίτλο, περίπου νά ξέρετε τί θά λέγαμε, θά τό ἔλεγα μέ τόν ἑξῆς τίτλο: «Ἀπό τόν θρύλο στήν ὕβρη». Θά καταλάβετε μετά τί σημαίνει αὐτό πού λέω. Καί φυσικά δέν μπορῶ νά κάνω ἀλλιῶς, δέν γίνεται ἀλλιῶς, δέν μπορῶ νά μιλήσω γιά τόν Ἅγιο Κωνσταντῖνο καί τή μητέρα του ἁπλῶς θεωρητικά, ἐπιστημονικά, ἱστορικά, θά τό κάνω ὅσο μπορῶ, ὅσο τό ἐπιτρέπουν οἱ δυνάμεις μου. Ἀλλά ξέρετε, ἐπειδή αὐτός ὁ τόπος, ἡ Πόλις τοῦ Κωνσταντίνου χαρακτηρίζει τή ζωή μας, ἀπό ἐκεῖ προέρχομαι, ποτέ δέν μπορῶ νά μιλήσω γι᾽ αὐτόν, χωρίς νά βάλω μιά βαθιά συμμετοχή, σ᾽ αὐτό τό γεγονός, ἀπό ὅπου ξεκινήσαμε νά συναντοῦμε τόν Ἅγιο Κωνσταντῖνο.
Ἡ Πόλις τοῦ Κωνσταντίνου, ἡ Κωνσταντινούπολις. Ἡ Πόλις ὅπου μᾶς δίνεται ἡ εὐκαιρία, ἐμένα προσωπικά, νά γνωρίσω τόν Ἅγιο Κωνσταντῖνο καί τόν γνωρίσαμε τόν Ἅγιο Κωνσταντῖνο πρῶτα - πρῶτα, ὡς θρύλο. Ξέρετε, ἄλλο νά ἀκοῦς γιά τόν Ἅγιο Κωνσταντῖνο καί ἄλλο νά ζεῖς ἕνα θρύλο, μιά παράδοση, κάτι συγκλονιστικό σέ μιά καθημερινότητα. Ἐκεῖ δέν ἀκούγαμε ἁπλῶς γιά τόν Ἅγιο Κωνσταντῖνο, ἦταν τό βίωμά μας. Γεγονότα καί ἱστορίες πού ἦταν θρύλοι καί εἶχαν γραφτεῖ γύρω ἀπό τό ὄνομά του, χαρακτήριζαν τό εἶναι καί τήν παιδική μας ἡλικία. Αὐτό πού λέει καί ἱστορικός ἀκόμη τό ἀναφέρει. Ὅταν χάρασσε τήν Πόλη ὁ Ἅγιος Κωνσταντῖνος, γιά νά βρεῖ τά ὅριά της, πρίν ἀπ᾽ αὐτόν προηγεῖτο ἕνας Ἄγγελος. Κι ὅταν τοῦ εἶπαν οἱ ἄλλοι, διότι δέν ἔβλεπαν τόν Ἄγγελο, [μόνο] ὁ Ἅγιος τόν ἔβλεπε, μέχρι ποῦ θά μᾶς πᾶς; Θά εἶναι μακριά τά σύνορα πού θά χαράξεις; [Τούς] λέει, δέν τά χαράσσω ἐγώ, θά ἀκολουθήσω αὐτόν(!) πού προηγεῖται [ἐμοῦ]. Αὐτό, γιά μᾶς, ἦταν μιά ζωντανή ἱστορία. Ζούσαμε στήν Πόλη πού χαράχτηκε ἀπό ἕναν Ἄγγελο. Καί ἡ ζωή τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου καί αὐτή ἡ Πόλη δέν ἦταν ἕνας τυχαῖος τόπος. Ἦταν «Ὁ» Τόπος, γιά μᾶς! Ἦταν θρύλος, πού πιάνει τήν παιδική καρδιά καί τήν κάνει νά ἀλλάζει ὁλόκληρη. Καί νά λές, ποῦ ζῶ;! Σ᾽ ἕναν τόπο πού εἶναι θρύλος!
Οἱ χρησμοί, οἱ θρύλοι, οἱ παραδόσεις. Τά κείμενα πάνω ἀπ᾽ τόν τάφο του, πού λένε κάποιες παραδόσεις ὅτι βρέθηκαν. Πού δίνουν προφητεῖες, πού χαρακτήριζαν τή ζωή μας. Αὐτό πού γινόταν σέ κάθε χῶρο. Πάντοτε θυμόμασταν καί γελούσαμε, μέ τήν ἄλλη ἄκρη τῆς Κωνσταντινουπόλεως, τήν Ἀσιατική, πού εἶναι ἡ Χαλκηδόνα, ὅταν ξέραμε πώς εἴχανε πεῖ σ᾽ αὐτό τό χῶρο, ὅτι αὐτή εἶναι ἡ χώρα τῶν τυφλῶν. Δέν ἔβλεπαν τήν ὀμορφιά τῆς Πόλης καί μεῖναν ἀπέναντι. Ἦταν γιά μᾶς ἡ χώρα τῶν τυφλῶν.
Ὅλα ἦταν Ἅγιος Κωνσταντῖνος! Τά πάντα! Ἀκόμη καί πράγματα πού φαίνονται συμβολικά. Τό σύμβολο τῆς Αὐτοκρατορίας τῆς ἀνατολικῆς Ρωμαϊκῆς δέν εἶναι ὁ δικέφαλος ἀετός; Αὐτό εἶναι σύμβολο. Αὐτό γιά μᾶς ἦταν μιά παρουσία. Δεκάδες ἀετοί, μεγάλοι, πετοῦσαν πάνω ἀπ᾽ τά κεφάλια μας στήν Πόλη. Δέν λέγαμε: εἶναι ἡ χώρα τοῦ συμβόλου τοῦ δικεφάλου. [Λέγαμε:] εἶναι ἡ χώρα τῶν ὑψιπετῶν ἀετῶν. Καί πόσα τέτοια, πού χαρακτηρίζουν τή ζωή ἑνός παιδιοῦ, νά νιώθει ἕναν θρύλο. Στήν Πόλη, ὅταν μπαίνεις, στήν Πόλη τοῦ Κωνσταντίνου, μπαίνεις παραδοσιακά ἀπό δύο πλευρές. Ἤ μέ τό τρένο ἀπό τήν ξηρά, ἤ μέ τό καράβι ἀπό τή θάλασσα. Ἀπ᾽ τόν Κεράτιο κόλπο. Ἄς ἀφήσω τό ἀεροπλάνο, δέν ὑπῆρχαν τότε πολλά.
λαός ἐκεῖ, ὅλα τά ᾽κανε ὄμορφα. Λέγαμε, τί ὄμορφα εἶναι τά δειλινά στήν Πόλη. ῎Οχι, εἶναι ὁ Ἅγιος Κωνσταντῖνος πού ἔκανε τέτοια δειλινά. Τά περίφημα δειλινά τῆς Πόλης. Μά εἶναι τό φυσικό γεγονός. ῎Οχι, εἶναι ἡ χάρις τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου. Μά τί ὡραία εἶναι ἡ εὐωδία ἐδῶ πέρα. Ὅταν μπαίνουμε ἀπό τό Γαλατᾶ στήν Πόλη, μήπως μυρίζει τηγανιτή παλαμίδα; ῎Οχι, ὄχι, ὄχι, τί λέτε τώρα. Ἐδῶ εἶναι ἡ χάρις τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου. Μά τί ὡραῖα εἶναι νά μπαίνεις ἐκεῖ ἀπό τό τρένο, πού εἶναι τό Σίρκεντζι καί κάτι ἄλλο μύριζε. ῎Οχι, ὁ Ἅγιος Κωνσταντῖνος. Μετά ἀπό τέτοια ἐμπειρία, εἶσαι πιά μπολιασμένος μ᾽ ἕνα θρύλο, καί νιώθεις ὅτι ἔχεις μιά ὑποχρέωση.
Καί ὅταν θά φτάσεις στόν ἄλλο θρύλο, νά σέ πᾶνε στήν πλατεία, ἐκεῖ πού ἔγινε ἡ ἐπανάσταση, ἡ Στάση Τοῦ Νίκα καί νά σοῦ ποῦνε, βλέπεις ἐδῶ πέρα αὐτή τή στήλη; Ἐδῶ πάνω ἦταν ὁ ἀνδριάντας τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου, τώρα ἔχει γκρεμιστεῖ. Ἀλλά ξέρεις τί ἔχει μέσα αὐτή ἡ στήλη; Ἔχει τά καρφιά πού εἶχε βρεῖ ἡ Ἁγία Ἑλένη στό Σταυρό καί τά ᾽χει ἐκεῖ πέρα στό βάθος καί ἀκόμα εἶναι ἐκεῖ. Ἦταν ὁ θρύλος. Ὁ συγκλονιστικός θρύλος, πού δέν μπορεῖ νά σέ κάνει ἱστορικό ἁπλῶς. Λές, μά ποῦ ζῶ;! Δέν εἶναι ἕνα παραμύθι. Γιατί ὅλη ἡ Αὐτοκρατορία, ἔπρεπε νά λέει, μά ποῦ ζῶ;! Ἀκόμη καί τό σήμερα αὐτό πού ἄφησε πίσω του, ὄχι ὡς ἱστορική μνήμη [ἀλλά] ὡς ζωντανή παράδοση, ὁ Ἅγιος Κωνσταντῖνος, δέν σ᾽ ἀφήνει νά πεῖς, μά ποῦ ζούσαμε;! Ἄν τό ζήσουμε θά ποῦμε, μά ποῦ ζῶ;! Αὐτός ἦταν ὁ θρύλος.
Μετά, ὅταν περάσαμε ἀπ᾽ τό θρύλο τῆς Πόλης, στή σκληρή πραγματικότητα τῆς Ἀθήνας, βρεθήκαμε μπροστά στήν ὕβρη. Ὅλα ἄλλαξαν. Μά τά κείμενα, οἱ ἄνθρωποι, οἱ ἱστορικοί, ἔβριζαν τόν Ἅγιο Κωνσταντῖνο. Γι᾽ αὐτό εἶπα, ἀπό τό θρύλο στήν ὕβρη. Αὐτό ξέρετε τί συγκλονισμός εἶναι; Δέν βρίζαν ἁπλῶς μιά ἱστορική μορφή. Βρίζαν ἕναν Ἅγιο, ὁ ὁποῖος γιά μᾶς ἦταν αὐτός ὁ ὁποῖος χαρακτήρισε ὁλόκληρη τή Ρωμηοσύνη. Καί τότε ὅλα γκρεμίζονταν. Ὅλα γίνονταν ὕβρις. Ὁ ἱστορικός, ὁ ἕνας, ὁ ἄλλος.
Γιά πρώτη φορά πού σήκωσα κεφάλι, κάποια χρόνια μετά ἀπό τό πέρασμά μου στήν Ἀθήνα, ἦταν ὅταν ἔγινα ἱερέας στόν Ἅγιο Κωνσταντῖνο Γλυφάδας. Εἶχα μείνει μ᾽ αὐτόν τόν πόλεμο μέσα μου. Ἡ ὕβρις ἤ ὁ θρύλος; Καί τότε ἄρχισα, πρίν νά μελετήσω βαθιά τίς ἱστορικές πηγές, ἄρχισα νά ζῶ κάτι ἄλλο. Ἐμεῖς οἱ ἱερεῖς πόσο εὐγνωμονοῦμε τό λαό τοῦ Θεοῦ! Γιατί εἶναι, ἄν τό θέλει αὐτός ὁ λαός, μιά ζωντανή βίωση τῆς παραδόσεώς μας. Ἐκεῖ λοιπόν, ὡς νέος κληρικός, στήν παραλία τῆς Γλυφάδας, στόν Ἅγιο Κωνσταντῖνο, ἄρχισα νά ἀκούω συγκλονιστικές ἐμπειρίες παλαιῶν ἐνοριτῶν, γερόντων, γεροντισσῶν, ἀπό γεγονότα τῆς πραγματικῆς παρουσίας τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου. Καί πόσοι μοῦ λέγανε. Μοῦ λέει εἶδα τόν Κωνσταντή, λέω ποιός εἶναι αὐτός; Λέει ὁ Ἅγιος Κωνσταντῖνος. Λέω, γιατί δέν τόν λές Ἅγιο; Μά ἦρθε, λέει, καί μοῦ εἶπε «εἶμαι ὁ Κωνσταντής». Ὅταν τά γεγονότα τῆς παρουσίας τοῦ Κωνσταντῆ ἄρχισαν στήν καρδιά μου νά γίνονται πάρα πολλά, ἄρχισα νά ξαναβρίσκω τό θρύλο. Καί λέω ποῦ εἶναι ὁ θρύλος καί ποῦ εἶναι ἡ ὕβρις; Καί τότε, ἔπρεπε ν᾽ ἀρχίσω καί ἐγώ νά μελετῶ, γιά νά εἶμαι καί ρεαλιστής, νά εἶμαι καί θεολόγος, νά μήν εἶμαι ἀεροβάμων, ἀλλά πρέπει νά εἶμαι καί πραγματικός πού γνωρίζω τήν ἱστορία. Καί ἄρχισα νά μελετῶ τήν ὕβρη, ἀλλά βρίσκοντας τήν ὕβρη, ἔβρισκα τό κάλλος.
Ἡ πρώτη ἐμπειρία πού μοῦ ἔτυχε, πέρα ἀπό τόν εὐλογημένο λαό, πού εἶχε ἐμπειρία τοῦ Κωνσταντῆ, συγχωρέστε με γιά τή φράση, ἔτσι μοῦ ἔλεγαν οἱ γιαγιάδες στή Γλυφάδα, ἦταν ὅταν ἔμαθα, δέν ξέρω ἄν ξέρετε τό ὄνομά του, τά περί τοῦ πνευματικοῦ καθοδηγητοῦ τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου. Ποιός κρυβόταν πίσω ἀπό αὐτή τήν προσωπικότητα. Ποιός ἦταν, ἄς τό πῶ ἔτσι ὁ πνευματικός του, πού τόν καθοδήγησε πολλά χρόνια πρίν νά γίνει Χριστιανός καί μετά, σ᾽ αὐτό τό κάλλος πού ἀποκαλύφθηκε καί κατέληξε στήν ἁγιότητά του. Πιθανῶς νά ξέρετε τό ὄνομά του, εἶναι Ἅγιος τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀλλά πολύς λαός δέν τόν ξέρει. Γιά μένα ἦταν ἡ πρώτη πρόσβαση, γιά νά δῶ τί συνέβη στήν καρδιά του; Εἶναι ὁ Ἅγιος, προσέξτε, εἶναι Ὅσιος καί ἔχει τό ὄνομα Ὅσιος. Εἶναι ὁ Ὅσιος Ὅσιος Ἐπίσκοπος τῆς Κορδούης. Κορδούη εἶναι μία πόλη τῆς Ἱσπανίας, Κόρντοβα λέγεται μέχρι σήμερα. Μεγάλος ἱεράρχης, ὁ ὁποῖος μετεῖχε σέ Οἰκουμενική Σύνοδο. Δέν ἦταν τυχαῖος. Καί ἔγινε Ἅγιος. Κρατῆστε τό ὄνομά του. Ὁ Ὅσιος Ὅσιος Κορδούης. Ὅταν ἔμαθα ὅτι πίσω του κρυβόταν τέτοιος Ἅγιος, τέτοια ὑπέροχη μορφή καί ἀπ᾽ ὅ,τι λένε τά κείμενα, μιά μορφή βαθιά διακριτική, πού μέσα στόν ὀρυμαγδό τῶν αἱρέσεων καί [σέ] ὅλα ἐκεῖνα τά ὁποῖα ὁδήγησαν τήν Ἐκκλησία νά καταλήξει στήν Α᾽ Οἰκουμενική Σύνοδο, ἦταν διακριτικότατο μάτι καί κρατοῦσε βαθύτατες θεολογικές ἰσορροπίες. Ἦταν ἡ πρώτη μου κατανόηση, τί ἔκανε τόν Κωνσταντή νά γίνει Ἅγιος. Καί ἀπό ἐκεῖ καί μετά ἀρχίζουν οἱ ἄλλες πιά ἱστορικές ἐμπειρίες, ἀλλά αὐτό ἦταν τό πρῶτο. Ποιός κρύβεται πίσω ἀπό τόν Ἅγιο; Πάντα εἶναι ἕνας Ἅγιος ἄνθρωπος καί ἕνας πνευματικός, ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ εἶναι, ἀλλά πού βάζει αὐτούς τούς Ἁγίους ἀνθρώπους νά ἀναλύουν προσωπικότητες. Καί τότε ἀρχίζει πιά ἡ ἱστορία ἡ μεγάλη τῶν πηγῶν τῆς ζωῆς τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου. Δέν θά σᾶς κουράσω, ἀλλά ἐπειδή κάνουμε ἕναν περίπατο, ἀπό τόν θρύλο στήν ὕβρη, θέλω νά μπεῖτε στό πετσί αὐτοῦ τοῦ πράγματος καί ἡ πιθανότητα νά ξεπεράσετε τόν προβληματισμό ἤ τόν πειρασμό τῆς ὕβρεως, πού τολμῶ ἀπό τώρα νά τό πῶ, εἶναι παντελῶς ἀνυπόστατος καί γελοῖος.
Προσέξτε, ἡ Ἐκκλησία μας Ἁγίους ἀναδεικνύει δεκάδες ἁμαρτωλούς πού μετάνιωσαν. Ἡ Ἐκκλησία δέν ἀρνεῖται τή μετάνοια. Πόσοι ἦταν Ἅγιοι, ἐνῶ προηγουμένως εἶχαν ἁμαρτήσει. Ἄλλο αὐτό καί ἄλλο νά φορτώνεις, σέ μία προσωπικότητα, γιά λόγους πού θά πῶ σέ λίγο, περίσσια, ψεύτικα ἁμαρτήματα, γιατί πρέπει νά καταξιωθεῖ ἤ νά ἀκυρωθεῖ ἕνας πολιτισμός. Ποιός ἦταν ἀναμάρτητος καί ἔγινε Ἅγιος; Κανείς. Ἄλλο αὐτό καί ἄλλο νά φορτώνεις ψευτιά στήν προσωπικότητα τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου.
Οἱ βασικές πηγές πού ἔχουμε γιά τή ζωή του, ἐνδελεχῶς ἀναλυμένες, ὑπάρχουν ἀρκετοί ἱστορικοί, ἀλλά οἱ πιό βασικές πηγές, εἶναι ὁ γνωστός ἱστορικός καί Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας Εὐσέβιος, Ἐπίσκοπος Νικομηδείας. Ἕνας ἄλλος ἱστορικός, Λακτάντιος, προσέξτε ἔχει σημασία, αὐτός ὁ ἱστορικός, ὁ Λακτάντιος, ἔχει μεγάλη σημασία, γιατί ἦταν πρῶτος καρδιακός φίλος τοῦ Κρίσπου, υἱοῦ τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου, πού λένε πού τόν δολοφόνησε. Ὁ Λακτάντιος ἦταν καρδιακός, παιδικός φίλος τοῦ Κρίσπου, υἱοῦ τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου, πού λένε οἱ ὑβρίζοντες ὅτι τόν δολοφόνησε, θά πῶ μερικά πράγματα γι᾽ αὐτό. Καί ὁ Λακτάντιος μαζί μέ τόν Εὐσέβιο, ὑμνοῦν τόν Ἅγιο Κωνσταντῖνο. Εἶναι ἐπιχείρημα αὐτό πού λέω; Μπορεῖς νά τόν ὑμνεῖς καί ταυτόχρονα νά ἔχει δολοφονήσει τόν καλύτερό σου φίλο; Ἄς ἀφήσω καί λίγο τό ἐπιχείρημα νά τρέξει.
Μέ ἄλλα λόγια, ὑπῆρχαν καί ἄλλοι ἱστορικοί, ἐθνικοί καί Χριστιανοί, ὅλοι οἱ Χριστιανοί τόν ὑμνοῦν καί οἱ ἱστορικοί ἀκόμη οἱ ἐθνικοί, λένε καλά λόγια γι᾽ αὐτόν, ἐκτός ἀπό ἕναν. Προσέξτε, ἕνας εἶναι μόνο. Τό ὄνομά του εἶναι Ζώσιμος. Ὅλοι οἱ σύγχρονοι ἱστορικοί, μᾶλλον ψευτοϊστορικοί, οἱ ὁποῖοι βάζουν τήν ὕβρη καί κατηγοροῦν τόν Ἅγιο Κωνσταντῖνο, ἔχουν ὡς πηγή τους μόνο τόν Ζώσιμο. Δέν ἔχουν οὔτε τόν Εὐσέβιο, οὔτε τόν Λακτάντιο, οὔτε τούς ἄλλους μικροϊστορικούς πού περιστασιακά ἀσχολήθηκαν μέ τόν Ἅγιο Κωνσταντῖνο. Ἄρα κάτι συμβαίνει. Ἀπό τούς ἑφτά πού ἔχουν γράψει ἱστορία γι᾽ αὐτόν, ἀλλά ἡ πιό ἔντονη εἶναι τοῦ Εὐσέβιου, τοῦ Λακτάντιου καί τοῦ Ζώσιμου, ὁ Ζώσιμος εἶναι ὁ ὑβριστής· καί ὅλος ὁ χῶρος πού θέλει τόν Ἅγιο Κωνσταντῖνο, ὄχι Ἅγιο [ἀλλά] μιά ἐξευτελισμένη προσωπικότητα, νά στηρίζεται μόνο στόν Ζώσιμο. Κοιτάξτε κάτι ἄλλο. Ὁ Εὐσέβιος καί ὁ Λακτάντιος, εἶναι σύγχρονοι τῆς ζωῆς τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου. Ὁ Ζώσιμος ἔζησε ἑκατόν πενήντα χρόνια μετά ἀπ᾽ αὐτόν. Εἶναι ἱστορικός πού ἁπλῶς καταγράφει μία ἱστορία πού ἄκουσε; Μία ἱστορία πού τήν ἔφτιαξε; Ἀλλά δέν εἶναι ὁ ἱστορικός πού ἔζησε. Οἱ ἄλλοι ἔζησαν μαζί του.
Δέν θέλω νά σᾶς πείσω μέ τά ἐπιχειρήματα, ἀλλά εἶναι τόσο ἔντονα καί συγκλονιστικά. Ζεῖ λοιπόν ἑκατόν πενήντα χρόνια μετά καί κατηγορεῖ συνέχεια τόν Ἅγιο Κωνσταντῖνο. Προσέξτε τίς πηγές πού χρησιμοποιήθηκαν μέχρι σήμερα ἀπό ὅλους τούς νεοπαγανιστές καί νεοειδωλολάτρες, ἀπό ὅλους τούς ἀντίθετους, προσέξτε, πού δέν ἄντεξαν τή λαμπρή, Ὀρθόδοξη, Ἀνατολική Αὐτοκρατορία. Προσέξτε, μιά παρένθεση εἶναι αὐτή, τό ὄνομα Βυζάντιο, δέν ἦταν τό ὄνομα τῆς Αὐτοκρατορίας. Βυζάντιο γιά πρώτη φορά ἀπεκλήθη ἀπό ἱστορικούς, μετά ἀπό τήν πτώση τῆς Πόλης, τό 1520. Δέν ἦταν Βυζάντιο. Ἦταν ἡ Ρωμανία ἤ ἡ Ὀρθόδοξη, Ἀνατολική Αὐτοκρατορία. Ὅλοι αὐτοί λοιπόν πού κατηγοροῦν τόν Ἅγιο Κωνσταντῑνο, εἶχαν ἕνα βαθύ μίσος γιά αὐτήν τήν Ὀρθόδοξη, Ἀνατολική Αὐτοκρατορία. Νά πῶ δυό λόγια, γιατί εἶναι πολύ μεγάλη ἱστορία. Τό 326 μ.Χ. ἕνα χρόνο μετά τήν Οἰκουμενική Σύνοδο ὁ Κωνσταντῖνος πού ἀπεστρέφετο τή Ρώμη, ἤδη ἑτοίμαζε σιγά – σιγά τήν Κωνσταντινούπολη, ἔρχεται στή Ρώμη, ἦταν ἀκόμη αὐτοκράτορας, νά γιορτάσει τά εἰκοσάχρονα τῆς βασιλείας του. Τά λεγόμενα δεύτερα δεκενάλια. Καί κλήθηκε ὅπως ἦταν φυσικό, καί ἔτσι πάντα γινόταν ἱστορικά, στό Καπιτώλιο. Νά λάβει μέρος σέ μιά στρατιωτική εἰδωλολατρική ἑορτή. Καί νά προσφέρει τίς θυσίες στούς θεούς τῶν εἰδώλων. Ἀρνήθηκε! Καταλαβαίνετε ὅτι ἄρνηση στό Καπιτώλιο μιᾶς τέτοιας τιμῆς, ἦταν ἄρνηση ἑνός ὁλόκληρου πολιτισμοῦ!
Πρέπει νά ξέρουμε ὅτι ἡ βασική αἰτία πού ἄρχισε νά διώκεται ὁ Κωνσταντῖνος ἦταν αὐτή, παρόλο πού προϋπῆρχε πρίν ἀπό δεκατρία χρόνια τό Διάταγμα τῶν Μεδιολάνων. Προσέξτε, τό Διάταγμα τῶν Μεδιολάνων δέν τούς ἔθιξε τόσο πολύ. Τό Διάταγμα τῶν Μεδιολάνων ἁπλῶς ἔδωσε ἴσες εὐκαιρίες στούς χριστιανούς. Δέν ἀδίκησε τούς εἰδωλολάτρες. Καί δέν μποροῦσε ἀλλιῶς νά γίνει. Γιατί τότε ὁ πληθυσμός τῆς Αὐτοκρατορίας κατά 90% ἦταν εἰδωλολάτρες. Σάν νά λέγαμε σήμερα πώς τό ἐκλογικό σῶμα ἦταν εἰδωλολάτρες. Ὁ Κωνσταντῖνος δέν τούς χτύπησε κατά πρόσωπο. Εἶπε, ἄδικο μιά θρησκεία νά μήν ἔχει ἴσα δικαιώματα μέ τίς ἄλλες. Δέν ἦταν τό καίριο σημεῖο. Τούς πόνεσε, ἀλλά δέν ἦταν τό καίριο, γιατί οἱ Χριστιανοί ἦταν τό 10%. Κατά τούς ἱστορικούς τό καίριο σημεῖο εἶναι αὐτό πού σᾶς λέω: ὅταν πάει στή Ρώμη καί ἀρνεῖται νά δώσει πιά θυσίες. Ὅπου ἀρνεῖται πιά ἕναν ὁλόκληρο ἀρχαῖο κόσμο. Θέλοντας νά πεῖ σίγουρα τό λόγο τοῦ ἀποστόλου Παύλου: «Τά ἀρχαῖα παρῆλθεν, ἰδού, γέγονεν καινά τά πάντα». Καί ἐκεῖ ἀρχίζει ἡ τραγωδία. Δέν μποροῦσε νά μήν ἀρνηθεῖ.
Ἅγιος Κωνσταντῖνος ἕνα χρόνο πρίν τό 365 μ.Χ. μετεῖχε στίς συνεδριάσεις τῆς Α᾽ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ὅπου ἔψαλλαν τό Ἅγιος ὁ Θεός, τό Τρισάγιον ὡς Ὀρθόδοξο δόγμα οἱ Πατέρες. Δέν μποροῦσε τώρα νά δώσει θυσίες στά εἴδωλα. Εἶναι τό πιό καίριο σημεῖο κατά τή γνώμη μου, ἀλλά καί κατά τούς ἱστορικούς πού ἀσχολοῦνται μέ αὐτό τό θέμα. Δέν θυσίασε στόν Καίσαρα, στόν ἑαυτό του δηλαδή, γιατί Καῖσαρ ἦταν μόνο ὁ Θεός πάνω στή γῆ. Μάλιστα ὁ Ζώσιμος αὐτό τό γεγονός ἁρπάζει καί λέει ὅτι εἶναι μισητός ἐχθρός ὅλων τῶν Ρωμαίων. Τόν θεωρεῖ βέβηλο. Τόν θεωρεῖ ἄδικο. Τόν θεωρεῖ βρόμικο. Γιατί ἀρνεῖται μιά παράδοση. Ἡ παράδοση ξέρετε, ἔχει σημασία ἄν εἶναι ἀληθινή. Δέν μᾶς σώζει μιά ὁποιαδήποτε παράδοση. Ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι λέμε Παράδοση, ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι, ἔ; Παράδοση χωρίς τό Ἅγιο Πνεῦμα, τί παράδοση εἶναι αὐτή; Συντήρηση κάποιων συνηθειῶν; Ἠθῶν καί ἐθίμων; Τί σημαίνει αὐτό; Πόσῳ μᾶλλον ἄν ἡ παράδοση εἶναι καί δαιμονική. Αὐτό δέν τό κατάλαβε μέ τίποτε ὁ Ζώσιμος.
Καί φυσικά μετά ἀπό ἐκεῖ, μέ τά κείμενα τοῦ Ζωσίμου, ἔγραψαν ἐναντίον [τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου] ὅλοι οἱ Δυτικοί ἱστορικοί. Ὁ Γίβων, ὁ Βολταῖρος καί πάρα πολλοί ἄλλοι, οἱ ὁποῖοι τόν θεώρησαν ἀντίπαλο ὅλου αὐτοῦ τοῦ πολιτισμοῦ. Καί φυσικά ὅλος ὁ κόσμος ὁ Δυτικός, ὅλος ὁ βατικάνιος κόσμος. Μίσησε βαθύτατα τόν Κωνσταντῖνο γιατί ἔφυγε τό κέντρο, ἀπό τή Ρώμη, καί πῆγε στή Νέα Ρώμη. Σκεφτήκατε ποτέ γιατί σέ ὁλόκληρο τό Δυτικό κόσμο σπανίζει τό ὄνομα Κωνσταντῖνος; Σπανίζει. Ἐκφράζει αὐτό ἕνα μίσος, ἔ; Σπανίζει τό ὄνομα καί ἱεραρχῶν Κωνσταντῖνος μετά ἀπό τό σχίσμα. Αὐτό σᾶς λέει τίποτα; Ὅλοι οἱ διαφωτιστές λοιπόν, μέ ὅσα ὄργανα εἴχανε στά χέρια τους, χρησιμοποίησαν τόν Ζώσιμο γιά νά κάνουνε αὐτή τή δυσφήμηση.
Ὁ Κωνσταντῖνος λοιπόν πρῶτα-πρῶτα δέν ἀπαγόρευσε τή θρησκεία. Κι ἀρχίζει ἡ πορεία του πού θίγει ἄλλα πράγματα. Βλέπετε, σήμερα μιλᾶμε καί λέμε πολιτεύματα, δικτατορία, δημοκρατία, καί φυσικά ἄν κανείς μιλήσει γιά δικτατορία θά γελᾶμε. Καί μιλᾶμε γιά δημοκρατία. Τό μοντέλο τότε τῆς διοικήσεως ἦταν ὄχι ἁπλῶς ἡ ἀπόλυτη δικτατορία, ὁ αὐτοκράτορας δέν ἦταν ἁπλῶς δικτάτορας. Ἦταν θεός! Τόν προσκυνοῦσαν καί τοῦ ἔκαναν θυσίες. Ἦταν κάτι πού ξεπερνοῦσε τή δικτατορία. Καί τί κάνει ὁ Ἅγιος Κωνσταντῖνος. Τό κάνει πρῶτα τό 311 μ.Χ. μαζί μέ τό Διάταγμα τῶν Μεδιολάνων. Καί μετά τό κάνει στήν Α᾽ Οἰκουμενική Σύνοδο.
Τότε τό 311, ἤ μᾶλλον καλύτερα γιά νά εἶμαι ἀκριβής στίς ἱστορικές στιγμές, τό 313 μέ 314 ξεκίνησε μιά μεγάλη αἵρεση τῶν δονατιστῶν. Δέν θά τήν ἀναλύσω τώρα. Καί ἦταν αὐτοκράτορας καί ἔπρεπε νά πάρει θέση ὁ αὐτοκράτορας. Τί πρέπει νά γίνει σέ αὐτό τό πρόβλημα. Τότε ἐπίσκοπος Ρώμης ἦταν ὁ Μιλτιάδης, ὁ ὁποῖος πῆγε στόν αὐτοκράτορα καί λέει, συνταράσεται ἡ Αὐτοκρατορία. Ἐσύ θά δώσεις λύση. Σᾶς διαβάζω τά λόγια τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου. Λέει στόν Μιλτιάδη Ρώμης, ἔχετε σύλλογο (ἐννοεῖ σύνοδο), δικάστε μέ τό συνοδικό σύλλογο. Ξέρετε τί σημαίνει αὐτό γιά τόν κόσμο αὐτό; Εἶναι μιά ἄλλη ἔκφραση δημοκρατίας. Ἡ ἀπόφαση περνάει στό σύλλογο. Καί ποῦ; Στή σύνοδο τῶν ἱεραρχῶν. Αὐτό γιά τήν ἐποχή εἶναι συγκλονιστικό!
Μικρή παρατήρηση θά κάνω. Ἔχετε σκεφτεῖ γιατί ἀκόμη μέχρι σήμερα στή βατικάνια παραλλαγή τῆς μορφῆς, τοῦ μορφώματος τῆς Ἐκκλησίας, ὅταν κάνουνε σύνοδο μπορεῖ νά μαζευτοῦν χίλιοι διακόσιοι ἐπίσκοποι. Ἀποφασίζουν. Ἀλλά ἄν ὁ πρῶτος, ὁ «ἀλάθητος», ὁ Ρώμης, ὁ πάπας πεῖ ὄχι, ἀναιροῦνται οἱ ψῆφοι τῶν χιλίων διακοσίων. Εἶναι ἀπόλυτη δικτατορία, ἔ; Αὐτό ἔμεινε ἐκεῖ μετά τό σχίσμα. Δέν ἄντεξαν τό ξεπέρασμα τοῦ Κωνσταντίνου. Εἶναι καίρια αὐτή ἡ ἱστορία. Τό νά δίνει δικαίωμα νά ἀποφασίζει μιά ὁμάδα σύλλογος, σύνοδος ἱεραρχῶν, καί μάλιστα τῶν πιστῶν χριστιανῶν, εἶναι τό δεύτερο στοιχεῖο πού βάρυνε στήν πλάστιγγα ὑπέρ τῆς ὕβρεως.
Καί φυσικά ποιός δέ θυμᾶται τά κείμενα. Πολλά ἀπό αὐτά τά παρουσιάζει ὁ ἱστορικός Εὐσέβιος. Φίλος τοῦ Κωνσταντίνου. Ὄχι πνευματικός του, φίλος. Ὁ Κορδούης εἶναι ὁ πνευματικός του. Τά κείμενα εἶναι συγκλονιστικά. Ἔτσι συγκαλεῖ [ὁ Ἅγιος Κωνσταντῖνος] μέ ἐντολή του τήν Α᾽ Οἰκουμενική. Ἀκοῦστε τί λένε οἱ ἐχθροί. Βλέπετε; Ἡ Ἐκκλησία ἦταν κατευθυνόμενη, δέν εἶχε ἐλευθερία, τούς καλεῖ τό κράτος. Λάθος. Δέν ξέρουν ἱστορία. Τί δέν ξέρουν; Ὅτι σέ αὐτή τήν ἀπέραντη Αὐτοκρατορία δέν μποροῦσε κανείς νά κινηθεῖ, νά πάει κάπου, καί μάλιστα ἄν εἶχε κάποιο ἀξίωμα [ὅπως] δήμαρχος, διοικητής, ἱεράρχης, χωρίς τήν ἄδεια τοῦ αὐτοκράτορα. Ὅλα μύριζαν ἐπανάσταση καί συνωμοσία. Γι᾽ αὐτό τή συγκαλεῖ ἐκεῖνος. Τούς δίνει νόμιμο δικαίωμα νά μετακινηθοῦν ἀπό τά πέρατα τῆς γῆς, γιά νά πᾶνε στή Νίκαια. Καί τή συγκαλεῖ, δέν προεδρεύει. Τό κείμενο περιγράφει τήν εἴσοδο τοῦ Κωνσταντίνου στήν Α᾽ Οἰκουμενική. Ἔχει παραμείνει. Παρόλο πού τά πρακτικά τῆς συνόδου δέν ἔχουν παραμείνει. Τά πρακτικά. Οἱ ἀποφάσεις ὑπάρχουν. Τά πρακτικά τῶν συνεδριάσεων δέν ὑπάρχουν. Ἐνῶ τῶν ἄλλων Οἰκουμενικῶν ὑπάρχουν. Μπαίνει μέσα στή σύνοδο χωρίς στρατιῶτες, χωρίς συνοδεία. Παράλογο πράγμα γιά τόν αὐτοκράτορα. Πάει μέ τρόπο ταπεινό καί λέει, ποῦ εἶναι ἡ θέση μου; Ποῦ τό λέει; Στόν προεδρεύοντα. Ποιός ἦταν ὁ προεδρεύων; Ἅγιος Εὐστάθιος Ἀντιοχείας. Καί τοῦ λέει, παράλογο γιά τήν ἐποχή, παράλογο. Ἐκεῖ θά καθίσετε. Αὐτό ἦταν ντροπή γιά τήν Αὐτοκρατορία. Ποιός ἔχει τήν τόλμη νά πεῖ, ἐσύ θά καθίσεις ἐκεῖ. Καί κάθεται ἐκεῖ. Καί παρακολουθεῖ σιωπηλά τά τεκταινόμενα. Ἡ ταπεινή παρουσία του. Ἀναγνωρίζει ὁλόκληρη τήν ἔκφραση τῆς συνόδου· ἐδῶ ἀρχίζει ἡ πραγματική δημοκρατία τῆς Ἐκκλησίας. Δέ θέλω νά σᾶς θυμίσω τή φράση πού τήν ξέρετε πού τήν εἶπε ἐκείνη τή στιγμή τῆς συνοδικῆς ἐκφράσεως, «ἐσεῖς εἶστε ἐπίσκοποι τοῦ ἐντός», μέσα δηλαδή, στά πνευματικά. Ἐγώ εἶμαι ἁπλῶς ἀπ᾽ ἔξω, κατ᾽ ἀνάγκη. Διοικῶ τόν κόσμο. Ὅλα αὐτά θίγουνε ὁλόκληρο ἕναν κόσμο. Καί φυσικά ἀρχίζει τό μεγάλο ἔργο του. Σέ πολυεπίπεδο ἐπίπεδο πού σύγχισε, [τάραξε δηλαδή] ὁλόκληρες καρδιές. Τό μίσος γιά τόν Ἅγιο Κωνσταντῖνο εἶναι σήμερα πολύ μεγάλο.
Πρῶτον, προσέξτε, δίνει δυνατότητα στούς δούλους νά εἶναι ἐλεύθεροι. Ἀκοῦστε τήν παρατήρηση. Οὔτε ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέει καταργῆστε τή δουλεία. Τί λέει; Τά ἀφεντικά νά ἀποκτήσουν τέτοια καρδιά νά μήν ἔχουν δούλους. Ἡ ἐπανάσταση πού γίνεται διά τῆς βίας, εἶναι πάντοτε ψεύτικη. Ἡ ἐπανάσταση πού γίνεται ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν, εἶναι πάντοτε ἀληθινή! Τόν δρόμο αὐτόν τόν ἀκολουθεῖ ὁ Ἅγιος Κωνσταντῖνος. Δέν ἐπιβάλλει διά τῆς βίας νόμους ἀπελευθερώσεως τῶν δούλων. Καί τί κάνει; Προτείνει αὐτό πού σᾶς εἶπα. Ἄν εἶστε χριστιανοί καί ἀγαπᾶτε, ἀπελευθερῶστε τούς ἀνθρώπους, ἔ; Αὐτό εἶναι καταστροφή, ἄς τό πῶ ἔτσι, γιά τούς δυνατούς. Ἤ ἄς τό πῶ ἔτσι ἄν θέλετε, γιά τούς καπιταλιστές τῆς ἐποχῆς ἐκείνης. Ἄν ἐπιτρέπεται ἡ λέξη. Κάνει νά ἀλλάξει ἡ καρδιά. Ὅλη αὐτή ἡ ρίζα τῆς θεολογίας, εἶναι γραμμένη ἀπό τόν ἀπόστολο Παῦλο στήν πρός Φιλήμονα ἐπιστολή. Εὔκολα μπορεῖτε νά τή διαβάσετε. Καταργεῖ, γιά μᾶς δέ λέει τίποτα αὐτό, τό σῶμα τῶν πραιτωριανῶν. Ἰσχυρές προσωπικότητες πού κατευθύνουν τή ζωή τοῦ κόσμου. Σήμερα θά ἔλεγα πραιτωριανούς τά κόμματα πού κυβερνοῦν τόν τόπο. Πραιτωριανοί. Ὀργανωμένες ὁμάδες κρούσεως, πού ἀγνοοῦν τή βούληση τοῦ λαοῦ. Αὐτό ἔτσι τό μεταφράζω.
Κατήργησε τήν ποινή τοῦ σταυρικοῦ θανάτου, καί προσέξτε, τό νομοθετικό διάταγμα τό ὁποῖο ἔφερε τίς περισσότερες ὕβρεις ἀπέναντί του. Κρατῆστε αὐτό τό σημεῖο. Ἐδῶ εἶναι πάρα πολύ καίριο. Ἕνα καίριο νομοθετικό διάταγμα. Τό ξαναλέω, τό ὁποῖο ἐπέφερε περισσότερες ὕβρεις ἀπό τά προηγούμενα. Ποιό ἦταν αὐτό τό διάταγμα;Θεωρεῖ μεγάλο ἀδίκημα τή μοιχεία. Ἀπό τά ὕψιστα ἀδικήματα πού βιώνονται σέ μιά πολιτεία. Ἀπό τά ὕψιστα. Καί βγάζει αὐστηρότατες ἐντολές γιά τούς μοιχούς. Καί ἐκεῖ -ἐπιτρέπεται ἡ λέξη;- ἔπαιξε ὁ διάβολος τό παιχνίδι του. Ἄν θέλετε λίγα λεπτά νά ἐξηγήσω αὐτή τήν ἱστορία. Γιατί ἐκεῖ στέκονται πιά οἱ μεγάλοι ὑβριστές. Ὄχι ἁπλῶς τό ὅτι κατήργησε τή Ρώμη καί τά λοιπά, τά εἴδωλα. Θά ποῦν μερικοί δέν πειράζει τά εἴδωλα, ἀλλά τό ὅτι τόν κατηγοροῦν προσέξτε, τό ὅτι σκότωσε τό γιό του καί τή γυναίκα του, αὐτό εἶναι πολύ ἰσχυρό. Τό γιό του καί τή γυναίκα του. Τόν Κρίσπο καί τή Φαύστα. Ποιά καρδιά μπορεῖ νά τό ἀντέξει; Βέβαια ἕνας ἀπολογητής τοῦ Χριστιανισμοῦ θά ἔλεγε αὐτό πού σᾶς εἶπα στήν ἀρχή. Ἐντάξει, ὅλοι οἱ Ἅγιοι ἁμάρτησαν. Ἀλλά δέν σοῦ μένει μέσα τό ἀγκάθι; Σκότωσε τό γιό του καί τή γυναίκα του; Τί Ἅγιος εἶναι αὐτός; Γιά τήν Ἐκκλησία ὅλοι γίνονται Ἅγιοι. Οἱ μεγαλύτεροι ὑβριστές. Ἀλλά δέν εἶναι τά πράγματα ἔτσι. Δέν κάνω ἀπολογία ψεύτικη. Κάνω ἀπολογία ἱστορική ἀπό τά κείμενα πού ἔχω στά χέρια μου. Ἄν σκότωνε τό γιό ἤ τή γυναίκα του, ὁ Θεός ξέρει πῶς ἀναδεικνύει τούς Ἁγίους. Πόσοι τέτοιοι ἀναδείχθηκαν; Δέν εἶναι ἔτσι; Ἅγιοι ἔγιναν οἱ σταυρωταί τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Ἅγιος Λογγίνος, ἔ; ᾽Ισχυρό δέν εἶναι; Ἀλλά πῶς εἶναι τά πράγματα. Εἶναι ἀλλιώτικα. Αὐτό τό νομοσχέδιο περί τῆς μοιχείας ἦταν ἐκεῖνο τό ὁποῖο ἔδωσε ἐντυπωσιακές, δαιδαλώδεις ψευδολογίες μέχρι τέλους τῆς ζωῆς του κατά τοῦ Κωνσταντίνου. Νά δοῦμε καί λίγο τά πράγματα. Ἔχει σημασία γιατί οἱ ἱστορικοί ἐκεῖ στέκονται πιά. Δέ στέκονται στό ὅτι πῆρε τήν Αὐτοκρατορία καί τήν πῆγε στή Νέα Ρώμη. ῎Οχι πιά. Πέρασε αὐτό. Στέκονται στά ἐγκλήματα.
Θά τό πῶ μέ λίγα λόγια. Συμπυκνώνοντας τούς ἱστορικούς πού ἀσχολήθηκαν μέ αὐτό τό θέμα. Ὁ Ἅγιος Κωνσταντῖνος ἦταν παντρεμένος εἰς πρῶτο γάμο μέ μιά πολύ καλή κοπέλα. Καί οἱ πολιτικές δυνάμεις τοῦ κόσμου ἦταν τότε στήν Αὐτοκρατορία. Καί δή ὁ Μαξιμιανός τόν ὑποχρεώνει νά χωρίσει τήν πρώτη του γυναίκα ἀπό τήν ὁποία εἶχε ἕνα γιό, τόν Κρίσπο καί νά παντρευτεῖ τήν κόρη του. Γιά νά μπορεῖ νά ὑπάρχει ἰσορροπία στήν Αὐτοκρατορία. Νά μήν ὑπάρχουν μίση. Καί τόν παντρεύει μέ τή Φαύστα. Φαύστα! Νά παίξω μέ τίς λέξεις; Ἄν ξέρετε τόν Φάουστ, τόν δαιμονικό ἥρωα τῆς εὐρωπαϊκῆς λογοτεχνίας. Τί γίνεται τώρα; Εἶναι λίγες μέρες πού ἔχει ἐκδώσει, ὁ Ἅγιος Κωνσταντῖνος, τό διάταγμα περί τῆς μοιχείας, πού εἶναι πολύ μεγάλο ἔγκλημα καί ἁμάρτημα. Ἀκολούθησαν ἐλάχιστες μέρες καί ἡ Φαύστα βγάζει μιά κατηγορία κατά τοῦ ἀνδρός της. Καί λέει, ὅτι ὁ γιός ὁ πρῶτος ἀπό τήν πρώτη γυναίκα, ὁ Κρίσπος, τῆς ἔκανε σεξουαλική ἐπίθεση.
Θυμηθεῖτε ὅτι αὐτή ἡ γυναίκα εἶχε μέ τόν Ἅγιο Κωνσταντῖνο τρία ἄλλα παιδιά. Καί οἱ τρεῖς μετά τόν Ἅγιο Κωνσταντῖνο ἔγιναν αὐτοκράτορες. Κατηγορεῖ ποιόν; Τόν πρωτότοκο, τόν Κρίσπο, ὁ ὁποῖος πρέπει νά ἐξαφανιστεῖ. Γιατί ἄν ζήσει ὁ Κρίσπος, δέν θά μποροῦν τά παιδιά της νά γίνουν αὐτοκράτορες. Καί τί κατηγορεῖ; Τό πιό καίριο σημεῖο. Τόν αὐτοκράτορα, πού μισεῖ τή μοιχεία καί κατηγορεῖ τώρα τό γιό του, γιά μοιχεία! Λένε οἱ ἱστορικοί, ποιό πολιτικό κουράγιο θά εἶχε ὁ Ἅγιος Κωνσταντῖνος νά πεῖ, συγχωρῶ τό γιό μου γιατί αὐτός τό ᾽κανε. Ὁ λαός; Ὁ νόμος ἦταν σχετικός; [Δηλαδή γιά μερικούς]; Ἡ πρώτη φράση. Ἡ πονηριά τῆς Φαύστας. Λέει, μοῦ ἔκανε τή σεξουαλική ἐπίθεση, τό ἀκούει ὁ Ἅγιος Κωνσταντῖνος καί δίνει ἐντολή νά κρατηθεῖ στή φυλακή ὁ γιός του ὁ Κρίσπος. Πρίν νά διαπιστωθοῦν τά γεγονότα, προσέξτε, δίνει τήν ἐντολή. Δέν δίνει ἐντολή, ἐδῶ ἔχει σημασία, ἔχουν γίνει ἱστορικές ἔρευνες, νά δολοφονήσουν τό γιό του. Ἔπρεπε νά τόν συλλάβει. Βλέπετε ἄν ἤμουν, παραδείγματος χάριν, ὁ γιός τοῦ προέδρου τῆς βουλῆς καί ἔκανα ἁμάρτημα, ἔπρεπε νά ὑποστῶ καί ἐγώ τίς συνέπειες τοῦ νόμου. Αὐτό τό σκέφτηκε ὁ Ἅγιος Κωνσταντῖνος.
Πρίν νά προλάβει νά κάνει ἀναλύσεις, ἄν ἔγινε τό γεγονός ἤ ὄχι, δίνεται μιά ἐντολή, στή φυλακή πού τόν εἶχαν, νά δολοφονηθεῖ. Οἱ τότε ἱστορικοί, ζητοῦν νά βροῦν, ποῦ εἶναι τό ἔνταλμα τῆς δολοφονίας τοῦ Κρίσπου. Ποιός ἔδωσε ἐντολή. Κανείς δέν βρίσκει ποῦ ὑπάρχει ἐντολή. Γιά νά δοθεῖ ἐντολή, ἔπρεπε νά ὑπάρχει τό χρυσόβουλο τοῦ αὐτοκράτορα, τό ὁποῖο τό εἶχε μόνο ὁ Κωνσταντῖνος στό δωμάτιό του καί τό εἶχε ἡ Φαύστα. Οἱ σύγχρονοι ἱστορικοί, χωρίς νά εἶναι μεροληπτικοί, ὁμολογοῦν ὅτι ἡ Φαύστα βιάζεται. Πρίν ἀποκαλυφθεῖ τό σκάνδαλο, πού εἶναι ψέμα ἡ κατηγορία, νά δολοφονήσει τόν Κρίσπο καί ὑπογράφει ψεύτικα μέ τό χρυσόβουλο, μέ τήν ὑπογραφή τοῦ Κωνσταντίνου, καί δολοφονεῖται ὁ Κρίσπος.
Δέν εἶμαι ἀπολογητής τοῦ Κωνσταντίνου, ἀλλά ἡ σύγχρονη ἱστορική ἔρευνα τά ψάχνει ὅλα, βλέπετε, ἔ; Καί πρέπει νά δεῖ καί αὐτή τήν πλευρά. Μετά ἀπό λίγο καιρό, μέσα στόν τρομερό πόνο του, πού δολοφονεῖται [ὁ Κρίσπος] ψάχνει ποιός εἶναι ὁ δολοφόνος. Καί πρέπει, τώρα λέμε πρέπει, δέν ὑπάρχει μαρτυρία, νά ἀνακάλυψε ὅτι εἶναι ἡ Φαύστα ἀπό πίσω καί δίνει ἐντολή νά ἀπομακρυνθεῖ ἀπό κοντά του. Ξαφνικά! Δίνει ἐντολή νά φύγει ἀπό κοντά του. Ἀπομακρύνεται ἀπό κοντά του καί ἱστορικές μαρτυρίες λένε, ὅτι ζεῖ ἄλλα τέσσερα χρόνια. Καί πεθαίνει ἀπό κάποια ἀρρώστια, αὐτό τό κάποια ἀρρώστια [στά] τέσσερα χρόνια, τό εἶπαν οἱ ψεύτικοι ἱστορικοί, ὅτι ἀμέσως μετά τή δολοφονία τοῦ Κρίσπου, πού ἀνακαλύπτει ὁ Κωνσταντῖνος ὅτι ἦταν πλάνη καί ἔφταιγε ἡ Φαύστα, τή στραγγάλισε. Ὑπάρχουν ἱστορικές μαρτυρίες, ὅτι ζεῖ ἄλλα τέσσερα χρόνια καί εἶναι μακριά του καί πεθαίνει γιά κάποιο λόγο.
Αὐτά τά δύο γεγονότα, ἔμειναν τά γεγονότα, πού μέχρι σήμερα κατηγοροῦν τόν Ἅγιο Κωνσταντῖνο, γιά δολοφονίες. Ἐπειδή ἀγαπῶ τόν Ἅγιο καί ἐσεῖς τόν ἀγαπᾶτε, δέν θά παίξω ἐγώ, ἕναν ψεύτικο δικηγόρο του. Οὔτε πείθομαι ἀπό τούς ἱστορικούς, ἀλλά εἶναι ἀληθινοί ἱστορικοί, ἔ; Ἀλλά ἡ καρδιά μου λέει, θά μποροῦσε ἕνας αὐτοκράτορας, ὁ ὁποῖος βγάζει τέτοιους νόμους φιλάνθρωπους, καταργεῖ ὁποιαδήποτε δικτατορία, νά σκοτώσει τό ἀγαπημένο του παιδί, πού ἦταν ἀρχηγός τοῦ στόλου καί τόν ἀγαποῦσε πάρα πολύ! ῏Ηταν παιδί χαριτωμένο καί χαρισματοῦχο, πράγμα πού δέν ἦταν οἱ ἑπόμενοι τρεῖς, οἱ ὁποῖοι βασίλευσαν καί ἔφεραν ἀρκετή καταστροφή στό Βυζάντιο, τότε Αὐτοκρατορία Ρωμαϊκή, γιατί συνεργάστηκαν μέ τίς αἱρέσεις. Δέν φταῖνε ἐπειδή ἦταν γιοί τῆς Φαύστας· ἀλλά αὐτοί ἦταν οἱ ἑπόμενοι.
Μερικά στοιχεῖα ἀκόμη, πού ἀξίζει νά σᾶς τά καταθέσω, βλέπετε μερικοί νόμοι πού ἔδειχναν τήν ἀπέραντη φιλανθρωπία του. Γιά τή δίκη. Ἔβγαλε νόμους καθαρῆς δικονομίας, πόσοι εἶναι οἱ μάρτυρες, τί πρέπει νά ποῦνε, πῶς ἐλέγχονται οἱ μάρτυρες, ἄν λένε ἀλήθεια, ἄν λένε ψέματα, ποιός τό ἐλέγχει; Καί αὐτό, ἐνῶ βγάζει τέτοιο νόμο, ὁλόκληρο παιχνίδι ψέματος παίζεται στήν πλάτη του. Χτυπάει τήν κρατική διαφθορά, ἡ γυναίκα του εἶναι διεφθαρμένη, βγάζει νόμους γιά τήν κρατική διαφθορά, σήμερα αὐτό θά λέγανε, ἔτσι;
Ἔχει μιά βαθύτατη κοινωνική νομοθεσία, μιά βαθιά προστασία γιά τίς χῆρες, γιά τά ἀνήλικα τέκνα, γιά τά ὀρφανά, πράγμα πού δέν ὑπάρχει σήμερα στόν καιρό τοῦ μνημονίου! Εἶναι πολύ προχωρημένη ἡ νομοθεσία του γιά κείνη τήν ἐποχή. Θέλει φορολογική δικαιοσύνη. Νιώθει ὅτι τό κράτος ἀδικεῖ τόν πολίτη του. Τοῦ παίρνει τό κεφάλι! Καί ἀλλάζει τό μοντέλο ὅλης τῆς δικαιοσύνης, σήμερα δέν φωνάζουμε [γιά παράδειγμα], [μιά γιά] τό ἕνα [καί μιά γιά] τό ἄλλο; Ἀλλάζουν τά πάντα! Καί βάζει τούς κρατικούς παράγοντες, πού ἔπαιρναν ἄδικους φόρους, νά ἐπιστρέψουν τό τί πῆραν ἄδικα ἀπό τό λαό τά τελευταῖα χρόνια! Ἀναδρομικά, παρακαλῶ! Αὐτό ποιός τό ξέρει; Ἀναδρομικά! Καί ζητεῖ νά γίνει ἔφεση, σέ κάθε κυβερνήτη τῶν θεμάτων, τῶν περιοχῶν τῆς Αὐτοκρατορίας. Ἐλέγχει τίς ἐφέσεις καί ὅπου ἦταν ἀδικία, βάζει τό κράτος νά γυρίσει πίσω ὅλα τά ἄδικα εἰσπραχθέντα χρήματα. Αὐτό δέν σᾶς λέει τίποτε; Εἶναι πράγμα πού δέν γίνεται σήμερα! Καί μέσα σέ ὅλα αὐτά, φυσικά, δέν χτύπησε καμία ξένη θρησκεία. Σεβάστηκε τούς πάντες. Μόνοι τους κατέρρευσαν!
Πολλά μπορεῖ νά ποῦμε γιά τόν Ἅγιο Κωνσταντῖνο, καί ὅλο αὐτό τό κοινωνικό του ἔργο. Μήν ψάχνετε στό πρόσωπό του νά βρεῖτε τόν ἄνθρωπο πού δέν ἦταν ποτέ ἁμαρτωλός, σίγουρα ἔκανε [ἁμαρτίες]. Ἀλλά ὄχι αὐτό πού τόν κατηγόρησαν. Ὄχι αὐτά πού ὁδήγησαν στήν τραγωδία ἕναν ὁλόκληρο κόσμο, ἔ; Τή Δύση μέ τήν Ἀνατολή. Ὅταν αὐτά τά κατάλαβα, βρῆκα τόν ἑαυτό μου. Ξαναβρῆκα τό θρύλο! Τό θρύλο πού εἶχα ζήσει στήν Πόλη. Πού κάθε μέρα μᾶς λέγανε, «ὄχι, ὁ ἥλιος λάμπει ἐπειδή αὐτή τήν Πόλη τή διάλεξε ὁ Ἅγιος Κωνσταντῖνος, γι᾽ αὐτό λάμπει». Καί προσέξτε, αὐτή ἡ Πόλη γράφεται μέ μεγάλο «Π», ἔ; Οἱ ἄλλες μέ μικρό «π». Αὐτή εἶναι ἡ Πόλη, ἡ μία Πόλη τοῦ κόσμου, δέν ὑπάρχει ἄλλη Πόλη. Μήν τολμήσετε νά ζήσετε σέ ἄλλη Πόλη, αὐτή εἶναι «Ἡ» Πόλη.
Ὅταν ἐρχόμουν στήν Ἀθήνα διωγμένος, ντρεπόμουν, γιατί θά ζοῦσα σέ ἄλλη πόλη. Ἀλλά ὅλα εἶναι ὡραῖα, βλέπετε, ἔ; Ἐδῶ ξανά ἀνακάλυψα τόν Ἅγιο Κωνσταντῖνο! Ὅλα εἶναι τόσο μεγάλα στό πρόσωπό του! Γίνονται τόσο συγκλονιστικά! Καί τόσο ἀνεπανάληπτα, πού θά ἔπρεπε νά μιλῶ ὧρες γι᾽ αὐτόν. Καί ἐπειδή, ἡ καρδιά ἑνός ἀνθρώπου ἀγαπάει τόν Ἅγιο, μέσα ἀπό τέτοιες, προσωπικές ἐμπειρίες ξαναβρίσκει τό θρύλο. Ἕνας θρύλος πού ἔγινε ἀδικία καί ξαναέγινε θρύλος, μέσα ἀπό τίς μαρτυρίες τῶν γηραλέων γυναικῶν τῆς Γλυφάδας. Αυτό μέ φορτίζει πάντοτε, κάθε στιγμή πού μιλάω γιά τόν Ἅγιο Κωνσταντῖνο.
Πόση μου χαρά πού σήμερα, εἶχα τήν εὐκαιρία καί τήν τιμή καί τήν εὐλογία, τῶν πατέρων ἀλλά καί τοῦ Ἁγίου, νά δώσω ἐλάχιστο φόρο καταθέσεως, τῆς καρδιᾶς μου τῆς Πολίτικης γιά τόν Ἅγιο. Μικρό πράγμα εἶναι, ἀλλά πόσο χάρηκα, πού σήμερα μίλησα ἐγώ, ποιός ὁ μικρός γι᾽ αὐτόν, γιά τόν μεγάλο, ἀλλά εὐχαριστῶ τόν Θεό καί ἐκεῖνον, πού μοῦ ἐπέτρεψαν νά μιλήσω. Κρατῆστε ζωντανή μέσα σας τήν πίστη μας στήν Ἐκκλησία. Καί προσέξτε, πολλά ἀπό αὐτά πού λένε γιά τήν Ἐκκλησία, μερικές φορές, μπορεῖ νά εἶναι καί τέτοια, ἔ; Μπορεῖ νά εἶναι καί τέτοια, ἔτσι; Σᾶς ἔδωσα καί ἕνα τέτοιο δεῖγμα, ὅταν ἀκοῦτε, πῶς νά τά ἐλέγχετε καί πῶς συμβαίνουν τά γεγονότα.
Τελειώνοντας, θέλω νά πῶ τό ἑξῆς, μετά ἀπό ὅταν ἔγινε Χριστιανός, ὅτι τόν κατηγόρησαν, ὅτι τόν βάπτισε ἕνας αἱρετικός, ὁ Εὐσέβιος, [ὅτι] δέν ἦταν κανονικός Χριστιανός· εἶναι ψέμα! Ὁ Εὐσέβιος γιά μιά περίοδο, ἐτάχθη μέ τόν Ἄρειο, γιά λίγο, ἀλλα μετέχει στήν Α᾽ Οἰκουμενική Σύνοδο καί ὑπογράφει πλήρως τό Σύμβολο τῆς Πίστεως. Ἁπλῶς εἶχε μιά ἀμφιβολία, ἄν πρέπει νά ἀνακηρυχθεῖ μεγάλος αἱρεσιάρχης ὁ Ἄρειος. Ὑπογράφει [ὅμως] τό Σύμβολο τῆς Πίστεως! Δέν τόν βάπτισε αἱρετικός! [Βλέπετε ἀκόμα καί τό βάπτισμά του] θέλουν [κάποιοι] νά ἀναιρέσουν. Ἦταν ὁ Ἅγιος πού μετά ἀπό τή μέρα τῆς βαπτίσεώς του, φοροῦσε πάντα, ἀντί γιά τόν χιτώνα τόν πορφυροῦ, τή στολή τή βαπτιστική του, τό βαπτιστικό χιτώνα. Ἔτσι ἔζησε τίς ἑπόμενες λίγες μέρες τῆς ζωῆς του καί ἐκοιμήθη φορώντας αὐτό τό βαπτιστικό χιτώνα. «Χιτῶνά μοι παράσχου φωτεινόν», ἔ;
Ποιός μπορεῖ νά ὁμολογήσει κάτι γιά τόν Ἅγιο Κωνσταντῖνο, ἔ; Ποιός μπορεῖ νά μήν εἶναι γεμάτος ἀπ᾽ αὐτόν καί [γεμάτος] εὐχαριστίες, γιατί μᾶς ἔκανε νά ζήσουμε;! Ἐγώ τί ἔλεγα; Ἄχ, τί ὡραῖα πού ζοῦμε στήν Πόλη πού μᾶς τή γέννησε, μᾶς τή δημιούργησε ὁ Ἅγιος Κωνσταντῖνος; Δέν πρέπει νά ποῦμε, πόσο μεγάλο εἶναι νά ζοῦμε στό χῶρο τῆς Αὐτοκρατορίας τῆς Ὀρθοδοξίας μας, πού τή θεμελίωσε, τήν ἔστησε, τήν ἔκανε Πόλη καί τήν ἔκανε δόγμα;
Εὐχαριστῶ πού μέ ἀκούσατε. Εὐχαριστῶ ὅλους σας πού ἤρθατε ἐδῶ καί κατ᾽ ἐξοχήν τόν Ἅγιο Κωνσταντῖνο! Νά εἶστε καλά!




Read more: http://www.egolpion.com/8147F823.el.aspx#ixzz49Bq0i8x4

ΔΥΟ ΚΟΣΜΟΪΣΤΟΡΙΚΗΣ ΣΗΜΑΣΙΑΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΤΟΥ Μ.ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ





ΔΥΟ ΚΟΣΜΟΪΣΤΟΡΙΚΗΣ ΣΗΜΑΣΙΑΣ
ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΤΟΥ Μ.ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης
 
     Όλοι οι ειδικοί δέχονται ότι ο Μ. Κωνσταντίνος κατόρ­θωσε να μεταμορφώσει και να ανανεώσει την ρωμαϊκή αυτοκρατορία με δύο τολμηρότατες ενέργειές του, οι οποίες ανθρώ­πινα δύσκολα θα μπορούσαν να αναληφθούν, χωρίς την άνωθεν κλήση και συμμαχία, διότι θρησκευτικά και πολιτιστικά θα εθεωρούντο ουτοπικές και επικίνδυνες.
Εν πρώτοις στον πρώην σκληρά διωκόμενο Χριστιανισμό από το ρωμαϊκό κρά­τος έδωσε κατ’ αρχήν με το Διάταγμα των Μεδιολάνων θρη­σκευτική ελευθερία, την οποία αυτός μόνον εστερείτο, στη συνέχεια δε τον εννόησε προνομιακά με λήψη καταλλήλων μέτρων, ώστε, μολονότι θεσμικά δεν τον κατέστησε επίσημα θρησκεία του κράτους, ουσιαστικά αυτό είχε επιβάλει.
Επρόκειτο για μία ιστορική νίκη του Χριστιανισμού επί των διωκτών του. Όπως ψάλλει, η Εκκλησία, πρώτος ο Κωνσταντίνος υπέταξε την αλουργίδα, την βασιλεία, εκουσίως στον Παμβασιλέα Χριστό, έγινε ο πρώτιστος των Χριστιανών βασιλέων'6, εθεμελίωσε και ίδρυσε την πρώτη χριστιανική αυτοκρατορία, το πρώτο χριστιανικό κράτος, με θετικώτατες συνέπειες για την διάδοση και ενίσχυση της χριστιανικής πίστεως, ιδιαίτερα για την εκχριστιάνιση της Ευρώπης.
Ορθότατα παρατηρεί ο ε­θνικός μας ιστορικός Κ. Παπαρρηγόπουλος ότι «μετά τους άμεσους μαθητάς του Σωτήρος ουδείς έπραξε πλειότερα προς διάσωσιν και παγίωσιν της ιεράς ημών πίστεως»7. Γι’ αυτό και δεν εδίστασε η Εκκλησία, παρά τις όποιες αδυναμίες και αμαρτίες του, να τον ανακηρύξει άγιο και ισαπόστολο.
   Η δεύτερη ενέργειά του ωφέλησε απροσμέτρητα τον Ελ­ληνισμό, ο οποίος βέβαια με την εμφάνιση τού Χριστιανισμού είχε ήδη ωφεληθή, όχι μόνον διότι η ελληνική γλώσσα έγινε το όργανο της διαδόσεως τού Ευαγγελίου σ’ ολόκληρο τον κόσμο, αλλά και διότι οι Έλληνες φάνηκαν δεκτικώτεροι των Εβραίων στο να ασπασθούν την νέα πίστη. 
Γι’ αυτό και αρχικά ο Χριστιανισμός διαδόθηκε και εμπεδόθηκε στα ελληνικά παράλια της Μεσογείου. Η ελληνική Μικρασία με τις γνωστές ελληνικές πόλεις της, και η κυρίως Ελλάδα, και βεβαίως η ελληνιστική Αίγυπτος και η Παλαιστίνη δημιούργησαν τα πρώτα μεγάλα κέντρα τού Χριστιανισμού.
Έχει δίκαιο ο με­γάλος Έλληνας διανοητής και πολιτικός Παναγιώτης Κανελλόπουλος ισχυριζόμενος ότι ο Χριστιανισμός διέσωσε τον Ελληνισμό διότι ο τελευταίος κουρασμένος και γηρασμένος προσελήφθη κατά τα υγιή του στοιχεία, από τον νέο έφηβο της ιστορίας, τον Χριστιανισμό, και συνέχισε ακμαίος και ανανεωμένος την πορεία του8, ώστε τώρα ο Κωνσταντίνος βλέποντας τον δυναμισμό και την ζωντάνια της ελληνικής Ανατολής, η οποία ήδη είχε ταχθή υπέρ τού Χριστιανισμού, να αποφασίσει να μεταφέρει την πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας από την λατινική Δύση στην ελληνική Ανατολή, καθιστώντας τον Ελληνισμό γεωγραφικά και πολιτιστικά φορέα της μο­ναδικής σε πολιτιστική παραγωγή και χρονική διάρκεια Ρω­μιοσύνης τού Βυζαντίου.
Η ελληνική αυτοκρατορία τού Μ. Αλεξάνδρου συνεχίζεται στην ελληνοχριστιανική αυτοκρατορία τού Μ. Κωνσταντίνου, την οποία κατά Θεία Πρόνοια προετοίμασε.
 
 
Δεν παραθέτουμε  τις υποσημειώσεις και τις παραπομπές με σκοπό
να προωθήσουμε την αγορά αυτής της εξαιρετικής εργασίας του π.Θ. Ζήση
Από: «Ο σημερινός Ελληνισμός και η κληρονομιά του Μεγάλου Κωνσταντίνου»
Πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης


Read more: http://www.egolpion.com/74F5B482.el.aspx#ixzz49BpQBwLF

Τετάρτη 11 Μαΐου 2016

Άγ. Επιφάνιος Κύπρου, Πατέρας και Διδάσκαλος της Εκκλησίας-2

Τα θεολογικά έργα του «Πανάριον» και «Αγκυρωτός»
Τούτη η συνείδηση, ότι η αίρεση συνεπάγεται θάνατο, διακρατεί τον άγιο σε όλες τις ενέργειές του. Γι’ αυτό τον λόγο και συντάσσει το περισπούδαστο έργο του “Πανάριον”. (Ο όρος Πανάριον έχει σχέση με τον λατινικό όρο panarium, που τελικά εμείς το λέμε πανέρι). Ο ίδιος το “Πανάριον” αποκαλεί χώρο ή αποθήκη φαρμάκων, ώστε όποιος δαγκωθεί από τις αιρέσεις, να μπορεί να πάρει το αντίδοτο φάρμακο από το “Πανάριον”. Στο βιβλίο του αυτό (βλέπε Πατρολογία Migne τόμ. 41 και 42) ο άγιος διαπραγματεύεται ογδόντα αιρέσεις. Και μας διασώζει αρκετά στοιχεία για πολλές από τις αιρέσεις, οι οποίες και θα μας ήταν άγνωστες αλλά και για άλλες που δεν θα τις γνωρίζαμε στην πληρότητά τους. Ακόμη στον “Πανάριόν” του ο άγιος Επιφάνιος διασώζει επιστολές του Αρείου, και αυτό είναι σημαντικό για την επιστήμη της Θεολογίας, αφού τα έργα του Αρείου δεν υπάρχουν, εκτός από αποσπάσματά τους. Δείγμα γραφής της συμπεριφοράς και του ήθους του Αρείου φαίνεται σε μια επιστολή του ιδίου προς τον, δυστυχώς, ομόφρονά του Ευσέβιο Νικομηδείας. Γράφει ο Άρειος σχολιάζοντας τον επίσκοπό του, Πατριάρχη Αλεξανδρείας Αλέξανδρο: “Πάν κακόν κινεί καθ’ ημών ο επίσκοπος, ώστε εκδιώξαι ημάς ως αθέους εκ της πόλεως, ότι ου συμφωνούμεν αυτώ δημοσία λέγοντι αεί Πατήρ αεί Υιός …”. Και διερμηνεύοντας ο άγιος το υπεροπτικό του αιρετικού Αρχιμανδρίτη Αρείου, σημειώνει: Στον Αρειο εισήλθε “πνεύμα Σατάν …”. Και “επάρματι αρθείς ο Γέρων (ο Αρειος) του προκειμένου εξέστη. Ήν δε την ηλικίαν υπερμήκης, κατηφής το είδος, εσχηματισμένος ως δόλιος όφις, δυνάμενος υποκλέψαι πάσαν άκακον καρδίαν διά του αυτού πανούργου σχήματος… γλυκύς ήν τη προσηγορία…”. Πλήρης, διαχρονική και ακριβής ηθογραφία αιρετικού. Έτσι όχι μόνο τις θεολογικές παρεκτροπές των αιρετικών γνωρίζει ο άγιος και αντικρούει, αλλά και αποβαίνει άριστος διερμηνέας του ψυχισμού τους.
Άγιος Επιφάνιος
Ένα άλλο σημαντικό έργο του αγίου Επιφανίου, μικρό βέβαια σε έκταση, σε σχέση με το Πανάριον, είναι ο “Αγκυρωτός”. Στα 119 (κατά την έκδοση του Κ. Holl) ή 120 (κατά το Migne, PG τόμ. 43) κεφάλαιά του ο άγιος Επιφάνιος δεν διαπραγματεύεται ξεχωριστά για μια μόνο αίρεση ή κάποιες επώνυμες αιρέσεις. Αποτελεί το έργο του αυτό μια, ίσως, την πρώτη στον είδος της απόπειρα, και ασφαλώς στα μέτρα της εποχής της, σύνοψη της δογματικής διδασκαλίας της Εκκλησίας μας. Αποβαίνει πράγματι ο “Αγκυρωτός”, η άγκυρα πίστης, όπως σημειώνει και ο άγιος στον έργο του, γιατί παραθέτει, με μια αξιοθαύμαστη δόμηση, την διδασκαλία της Εκκλησίας μας σε θέματα της τριαδολογίας και της θείας οικονομίας.
Οπωσδήποτε σε μια σύντομη και εκ των πραγμάτων περιορισμένη έκθεση για τον άγιο Επιφάνιο και το έργο του, πολλά πράγματα μόλις διατυπώνονται και θίγονται και πλείστα άλλα αναγκαστικά παραλείπονται.
Η θεολογική σκέψη του αγίου Επιφανίου
Έτσι ως δείγμα του δυναμισμού της θεολογικής σκέψης του αγίου καταθέτομε μερικές έξοχες τοποθετήσεις του. Διδάσκει χαρακτηριστικά ο άγιος ότι το πρόσωπο του Πατρός στην θεότητα, κατά τρόπο άρρητο και αποφατικό, αποτελεί την πηγή και την αιτία των προσώπων του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Γιατί, αν από τον Πατέρα δεν πηγάζουν ο Υιός και το Πνεύμα, τότε ο Πατήρ είναι πηγή άγονη ή ξηρή, κατά τον άγιο Επιφάνιο ή και τον Μ. Αθανάσιο. Τούτο το θεοπρεπές σχήμα ερμηνεύει ότι και τα πρόσωπα του Υιού και του Αγίου Πνεύματος συνιστούν την αλήθεια του προσώπου Πατρός. Έτσι ο Πατήρ είναι ο “αεί ών μονάρχης” και ο “γεννητικός μόνου μονογενούς Υιού και ουχ ετέρου τινός έτι (υιού)… και ανομβρητικός (εκ του ανομβρέω-ω, εκπηγάζω, εκχειλίζω, εκπορεύω) Πνεύματος Αγίου και ουχ ετέρου Πνεύματος”. Ειλικρινά πόσο ωραία είναι τούτη η διατύπωση του αγίου; Έτσι διερμηνεύει την αποκλειστικότητα της άρρητης προέλευσης των προσώπων του Υιού και του Αγίου Πνεύματος από τον Πατέρα, ενώ ταυτόχρονα υπογραμμίζει την μοναδικότητά του, φυγαδεύοντας συγχρόνως οποιαδήποτε σύγχυση ή παρανόηση για την εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος. (Σημ. όπως της αίρεσης του filioque).
Ένα άλλο χαρακτηριστικό γνώρισμα της γόνιμης θεολογικής σκέψης του αγίου είναι και η απάντηση, την οποία έδινε στους αρειανόφρονες στο σχετικό με την ύπαρξη του Υιού ψευδοδίλημμα, που έθεταν. Έλεγαν με δολιότητα οι οπαδοί του Αρείου: “Θέλων εγέννησεν ο Πατήρ τον Υιόν ή μη θέλων;”. Και ο άγιος Επιφάνιος απαντούσε: “Εγώ δεν είμαι, όπως εσύ, ω φιλόνεικε, ίνα έν τοιούτον διανοηθώ διά τον Θεό!” Διότι, “εάν είπωμεν”, λέγει ο άγιος, ότι “θέλων εγέννησεν ο Πατήρ τον Υιόν, διδόαμεν ότι ήν το θέλημα προ του Λόγου (Υιού)”, πράγμα που σημαίνει ότι προτού υπάρξει ο Υιός, υπήρξε το θέλημα του Πατρός, άρα ο Υιός δεν υπήρχε πάντοτε· και έτσι βεβαιώνεται η άποψη του Αρείου ότι “ήν ποτε (χρόνος) ότε ο Υιός ουκ ήν”. Αν, πάλι, δεχθούμε, διατυπώνει ο άγιος, ότι “μή θέλων” γεννά τον Υιόν ο Πατήρ, τότε “ανάγκη περιβάλλομεν το Θείον”· δηλαδή ο Θεός ευρίσκεται κάτω από αναγκαιότητα, την οποία δεν μπορεί να αποτρέψει, πράγμα που αντίκειται στην περί Θεού αντίληψη. Έτσι οι Αρειανοί με το ψευδοδίλημμα ήθελαν σώνει και καλά να υποβάλουν στους ορθοδόξους την ιδέα ότι ο Θεός Πατήρ “θέλων εγέννησε τον Υιόν”, για να στηρίξουν την δική τους κακοδοξία, ότι ο Υιός κάποτε δεν υπήρχε και άρα “αρχήν έχει ο Υιός”, όπως δίδασκε ο αρχηγός τους Άρειος.
Ο άγιος Επιφάνιος διαισθανόμενος την πανουργία των Αρειομανιτών, όπως τους αποκαλεί, δίδει την εξής εύστοχη απάντηση: “Ούτε θέλων τοίνυν εγέννησε (ο Πατήρ τον Υιόν) ούτε μή θέλων αλλ’ υπερβολή φύσεως”. Δεν είναι ο Υιός προϊόν της θέλησης του Πατρός, αλλά προϊόν της φύσης του. Γιατί της θείας θέλησης υπερβαίνει και προηγείται η θεία φύση, ενώ η θεία θέληση έπεται της θείας φύσης και πηγάζει από αυτή. “Υπερβαίνει γαρ η θεία φύσις βουλήν και ουχ υποπίπτει χρόνω, ούτε ανάγκη άγεται”.
Ασφαλώς παρόμοια δείγματα της δυνατής θεολογικής σκέψης του αγίου υπάρχουν πάρα πολλά και σε όλα τα κεφάλαια της πίστης της Εκκλησίας μας. Με όσα πιο πάνω παραθέσαμε απλά παρέχομε μερικά στοιχεία, που παροτρύνουν τον αναγνώστη σε αρτιότερη γνώση της διδασκαλίας του αγίου αλλά και περαιτέρω γνωριμία με αυτόν.
Προτού κλείσω την σύντομη αυτή αναφορά στον άγιο Επιφάνιο, αισθάνομαι έντονα την ανάγκη να θίξω ακόμα τρία βασικά θέματα, που έχουν σχέση με την ζωή και το έργο του. Στα δύο επικρατεί ακόμη σε κάποιους μια μικρή ή μεγάλη παρεξηγημένη αντίληψη. Και εννοώ ως πρώτο το θέμα της σχέσης του αγίου με τον άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο.
Δύο παρεξηγημένες αντιλήψεις σχετικές με τον άγιο
Είναι γεγονός ότι ο άγιος στην δύση της ζωής του μεταβαίνει (403) στην Κωνσταντινούπολη, με πρόσκληση του Θεοφίλου Αλεξανδρείας και με δέλεαρ την πρόταση -διαβολή του ιερού Χρυσοστόμου ότι  αυτός ωριγενίζει. Η πραγματικότητα ήταν ότι ο ιερός Χρυσόστομος προστάτευε τους υπό του Θεοφίλου διαβληθέντας ως ωριγενιστές και διωκόμενους “Μακρούς αδελφούς”. Ερχόμενος τότε ο άγιος στην Κωνσταντινούπολη, διέμενε εκτός αυτής, απορρίπτοντας μάλιστα και σχετική πρόσκληση του Χρυσοστόμου για φιλοξενία του, θεωρώντας την αποδοχή ξενίας από τον ιερό Χρυσόστομο έκνομη, αφού ο Επιφάνιος επρόκειτο να συμμετάσχει σε δικαστήριο για υπόθεση που αφορούσε στον Χρυσόστομο. Αλλά, προτού γίνει η δίκη, όντας ο άγιος έξω της Πόλης, τον επισκέφθηκαν οι μοναχοί -“Μακροί αδελφοί”- και του διερμήνευσαν την πραγματικότητα της αγάπης του ιερού Χρυσοστόμου και τους λόγους εχθρότητας του Θεοφίλου. Η ευθυκρισία του αγίου Επιφανίου και η περισσή αγάπη του για τους μοναχούς, τον έπεισαν για την αλήθεια των πραγμάτων και την δολιότητα του Θεοφίλου.  Έτσι αναχωρεί από την Κωνσταντινούπολη, χωρίς να συμμετάσχει στην σύνοδο της Δρυός. Τα άλλα, δηλαδή τα περί αντικανονικής χειροτονίας κληρικού υπό του Επιφανίου ή το ότι αντάλλαξε με τον Χρυσόστομο βαρείς χαρακτηρισμούς, ιστορικά δεν επιβεβαιώνονται, αλλ’ ούτε και συνάδουν με το εκκλησιαστικό ήθος των δύο ανδρών.
Όσο αφορά στα όσα και παλαιότερα αλλά και σήμερα ορισμένοι διατείνονται περί αντίθεσης του αγίου Επιφανίου στην ιστόρηση εικόνων, αυτά είναι εντελώς ανυπόστατα. Οι εγκλήσεις αυτές πηγάζουν από τους κύκλους των εικονοκλαστών (και σήμερα κύκλους των Προτεσταντών), οι οποίοι και οχυρώνονταν πίσω από τέτοιες επίπλαστες συκοφαντίες, για δικούς τους ασφαλώς λόγους. Ο διάλογος ο οποίος διασώζεται (J. Mansi) μεταξύ του διακόνου Επιφανίου, φίλου των εικόνων, και του εικονομάχου επισκόπου Γρηγορίου στις συζητήσεις της εβδόμης Οικουμενικής Συνόδου είναι στον έπακρο διαφωτιστικές, αφού ο διάκονος Επιφάνιος απορρίπτει και διασκεδάζει κάθε υπόνοια εικονομαχικής διάθεσης του αγίου Επιφανίου και επαναλαμβάνει εκείνο που η Εκκλησία διατύπωσε για τον άγιο, ότι δηλαδή ο άγιος Επιφάνιος αναγνωρίζεται ως “Πατέρας και Διδάσκαλος της Καθολικής Εκκλησίας”.
Άλλωστε και οι σχετικές και για το υπόψη θέμα αναφορές του Λεοντίου Νεαπόλεως (σημερινής Λεμεσού) για τον άγιο και εκείνες του Θεοδώρου του Στουδίτη, δικαιώνουν πανηγυρικά την αλήθεια για τον άγιο Επιφάνιο. Περίτρανη ακόμη διακήρυξη της αλήθειας των πραγμάτων είναι και το γεγονός ότι ο μαθητής και διάδοχός του στον Θρόνο Σαρβίνος, μετά την κοίμηση του αγίου, ιστόρησε με εικόνες την βασιλική του αγίου Επιφανίου στην Σαλαμίνα και μάλιστα εικονογράφησε και το πρόσωπό του. Αν ο άγιος ήταν εναντίον των εικόνων, τότε, το ολιγότερο, η πράξη τούτη του μαθητή του θα συνιστούσε ασέβεια στην μνήμη του.
Επιπρόσθετα με τα πιο πάνω είναι γνωστό ότι πρωτογενής ρίζα της εικονομαχίας υπήρξε ο μονοφυσιτισμός. Τούτο όμως το στοιχείο πουθενά και σε καμιά περίπτωση, ούτε και κατ’ ίχνος, δεν απαντάται στη χριστολογική διδασκαλία του αγίου.
«Έχαιρε φήμης αγίου»
Ως αναγκαία συμπλήρωση για τον άγιο, πρέπει να σημειωθεί και το γεγονός ότι ο Επιφάνιος και ζώντας έχαιρε φήμης αγίου. Όταν μετέβαινε κάπου, για να τελέσει την θεία Λειτουργία, πλήθος πιστών συνέρρεαν, για να τον δουν, να τον ακούσουν, να πάρουν την ευλογία του και να θεραπεύσουν τις ασθένειές τους. Έπεφταν στα πόδια του και τον κρατούσαν, παρακαλώντας τον να μείνει κοντά τους. Το κύρος του υπερακόντισε τα όρια της Κύπρου. Πολλές Εκκλησίες τον παρακαλούν να τους γράψει. Άλλες ζητούν την προσωπική διαμεσολάβησή του για ρύθμιση θεμάτων που τους απασχολούσαν. Έφθασε και μέχρι την Ρώμη (382) ως προσκεκλημένος του Πάπα Δαμάσου. Ο Μέγας Βασίλειος σε απαντητική Επιστολή του (αρ. 258) γράφει με πολύ σεβασμό προς τον άγιο. Χιλιάδες πιστοί συνέρρευσαν, για να δουν έστω και από μακριά το πρόσωπό του, όταν μετέβη (το 393) στα Ιεροσόλυμα.
Κορύφωμα της πολύμορφης ποιμαντικής του διακονίας, ασφαλώς, υπήρξε η συγκρότηση του Μοναχισμού στην Κύπρο. Όντας ο ίδιος μοναχός ασκητικός και όντας τέκνον της οσιακής μορφής του Γέροντα Ιλαρίωνα, ουδέποτε απέστη, έστω και αν ήταν επίσκοπος, της μοναχικής του κλί(η)σης και συνείδησης.
Έτσι η ποιμαντορία του στα 36 συναπτά έτη στον Θρόνο του Αποστόλου Βαρνάβα σφράγισε την καθόλου εκκλησιαστική ζωή της Κύπρου και χάρις στην διακονία του η Εκκλησία της Κύπρου γνώρισε μέρες ευλογημένες, ώστε να αντέξει στην μετέπειτα τρικυμιώδη ιστορική της πορεία.
Αυτός εν ολίγοις υπήρξε ο Μέγας Επιφάνιος. Και σεμνύνεται δίκαια η κατά Κύπρου Εκκλησία και η απανταχού Καθολική Εκκλησία. Ευχή και προσευχή μας προς τον άγιο να μεσιτεύσει προς τον Κύριο των δυνάμεων σύντομα να απελευθερωθεί η σκλαβωμένη-ημικατεχόμενη Πατρίδα μας Κύπρος, ώστε γονυκλινείς ικέτες να τελέσομε την θεία Λειτουργία στην ερειπωμένη Βασιλική του αγίου στην Σαλαμίνα και να προσκυνήσομε στον χώρο όπου βρίσκεται και ο τάφος του.

«Δός μοι τούτον τον ξένον», το ιδιόμελο ποίημα της Μ. Παρασκευής του Γεωργίου Ακροπολίτου και η φιλολογική πηγή του.


. Il troparion “Dammi questo Straniero” (Dos mi tuton ton xenon”) del Venerdì Santo e la sua fonte filologica.

Ανάμεσα στα λιγότερο γνωστά ακούσματα της Μεγάλης Εβδομάδας είναι και το βαθυστόχαστο όσο και πολύ συγκινητικό μελοποίημα με το όνομα «Δός μοι τούτον τον ξένον» ή και «Τον Ήλιον Κρύψαντα» (από την εναρκτήρια φράσι της σύνθεσης).

Το ποίημα αυτό που έχει ως θέμα την Αποκαθήλωση και την Ταφή του Αγίου Σώματος του Ιησού από τον Ιωσήφ τον από Αριμαθαίας, έχει συνθέσει και μελοποιήσει σε πρώτη φάσι ο Γεώργιος Ακροπολίτης, λόγιος του 13ου αι.. Στην ελληνορθόδοξη μεταγενέστερη εκκλησιαστική παράδοση ψάλλεται κατά την διάρκεια της Περιφοράς του Επιταφίου την Μεγάλη Παρασκευή (συνήθως στα Μοναστήρια) και έχει παραδοθή με τον τίτλο «Carmen in magnum sabbatum - Στιχηρὸν ψαλλόμενον τῷ ἁγίῳ καὶ μεγάλῳ σαββάτῳ».

Το κείμενο όμως απο το οποίο ο Γεώργιος Ακροπολίτης πήρε το υλικό του είναι πολύ παλαιότερο. Πρόκειται για την συγκλονιστική Ομιλία του Επιφανίου Σαλαμίνος/Κύπρου (4ος - 5ος αι.) με τον τίτλο , «Τοῦ ἐν ἁγίοις Πατρὸς ἡμῶν Ἐπιφανίου ἐπισκόπου Κύπρου λόγος εἰς τὴν θεόσωμον ταφὴν τοῦ Κυρίου καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, καὶ εἰς τὸν Ἰωσὴφ τὸν ἀπὸ Ἀριμαθαίας…». Ο Άγιος Επιφάνιος, Αρχιεπίσκοπος Κύπρου, στον λόγο του αυτόν, σε ένα εκτεταμένο απόσπασμα, χρησιμοποιεί και επαναλαμβάνει με τρόπο υποβλητικό την φράση: «δος μοι τούτον τον ξένον».

Αυτό το απόσπασμα, μαζί βεβαίως με το Ιδιόμελο θα παραθέσουμε σήμερα:



Τον Ήλιον Κρύψαντα - Χορός Βατοπαιδινών Πατέρων

Τὸν ἥλιον κρύψαντα

Τὸν ἥλιον κρύψαντα τὰς ἰδίας ἀκτίνας,
καὶ τὸ καταπέτασμα τοῦ ναοῦ διαρραγέν, τῷ τοῦ Σωτῆρος θανάτῳ,
ὁ Ἰωσὴφ θεασάμενος, προσῆλθε τῷ Πιλάτῳ καὶ καθικετεύει λέγων·
 
δός μοι τοῦτον τὸν ξένον, τὸν ἐκ βρέφους ὡς ξένον ξενωθέντα ἐν κόσμῳ·
δός μοι τοῦτον τὸν ξένον, ὃν ὁμόφυλοι μισοῦντες θανατοῦσιν ὡς ξένον·
δός μοι τοῦτον τὸν ξένον, ὃν ξενίζομαι βλέπειν τοῦ θανάτου τὸ ξένον·
δός μοι τοῦτον τὸν ξένον, ὅστις οἶδεν ξενίζειν τοὺς πτωχούς τε καὶ ξένους·
δός μοι τοῦτον τὸν ξένον, ὃν Ἑβραῖοι τῷ φθόνῳ ἀπεξένωσαν κόσμῳ·
δός μοι τοῦτον τὸν ξένον, ἵνα κρύψω ἐν τάφῳ, ὃς ὡς ξένος οὐκ ἔχει τὴν κεφαλὴν ποῦ κλῖναι·
δός μοι τοῦτον τὸν ξένον, ὃν ἡ Μήτηρ καθορῶσα νεκρωθέντα ἐβόα·
Ὦ Υἱὲ καὶ Θεέ μου, εἰ καὶ τὰ σπλάγχνα τιτρώσκομαι,
καὶ καρδίαν σπαράττομαι, νεκρόν σε καθορῶσα,
ἀλλὰ τῇ σῇ ἀναστάσει θαρροῦσα μεγαλύνω.
 
Καὶ τούτοις τοίνυν τοῖς λόγοις δυσωπῶν τὸν Πιλᾶτον
ὁ εὐσχήμων λαμβάνει τοῦ Σωτῆρος τὸ σῶμα,
ὃ καὶ φόβῳ ἐν σινδόνι ἐνειλήσας καὶ σμύρνῃ, κατέθετο ἐν τάφῳ
τὸν παρέχοντα πᾶσι ζωὴν αἰώνιον καὶ τὸ μέγα ἔλεος.
 

Μεταγραφή στην νεοελληνική
Τον ήλιο που έκρυψε τις ίδιες του τις ακτίνες
και το καταπέτασμα του ναού που διερράγη, λόγω του θανάτου του Σωτήρος,
ο Ιωσήφ όταν (τα) είδε, προσήλθε στον Πιλάτο και θερμά ικετεύει λέγοντας:
Δώσε μου τούτο τον ξένο, που από βρέφος σαν ξένος φιλοξενήθηκε στον κόσμο.
Δώσε μου τούτο τον ξένο, που οι ομόφυλοι από μίσος τον θανατώνουν σαν ξένο.
Δώσε μου τούτο τον ξένο, που παραξενεύομαι να βλέπω του θανάτου το (παρά)ξενο.
Δώσε μου τούτο τον ξένο, που ήξερε να φιλοξενεί τους πτωχούς και τους ξένους.
Δώσε μου τούτο τον ξένο, που οι Εβραίοι από φθόνο τον απεξένωσαν από τον κόσμο.
Δώσε μου τούτο τον ξένο, για να κρύψω σε τάφο, που σαν ξένος δεν είχε που να γείρει το κεφάλι.
Δώσε μου τούτο τον ξένο, που βλέποντάς τον νεκρό η Μητέρα φώναζε:
Ω, Υιέ μου και Θεέ μου, αν και στα σπλάχνα πληγώνομαι
και στην καρδιά σπαράζω που σε βλέπω νεκρό,
αλλά αναθαρρώντας από την ανάστασή σου, δοξάζω.
Και με τούτα τα λόγια ικετεύοντας τον Πιλάτο
ο άρχοντας λαμβάνει του Σωτήρος το σώμα,
που και με φόβο το τύλιξε σε σεντόνι και σε σμύρνα και το έβαλε σε τάφο,
αυτόν που παρέχει σε όλους ζωή αιώνια και το μεγάλο έλεος.

..........................................
Και σε άλλη μία "έμμετρη μετάφραση"



Τον ήλιο που σκοτίστηκε, τις πέτρες που ραγίσαν,
όταν επάνω στο Σταυρό τα θεία μάτια κλείσαν
ο Ιωσήφ κοιτάζοντας με θαυμασμό και δέος
μπρός στον Πιλάτο έρχεται για το ύστατο το χρέος.

«Σε ικετεύω -του μιλάει- δός μου τούτον τον ξένο
δός μου ετούτον τον νεκρό που βλέπω σταυρωμένο
σαν ξένο βρέφος οι άνθρωποι στον κόσμο τον δεχτήκαν
σαν ξένο τον θανάτωσαν, γιατί τον εμισήσαν.
Τον θάνατο όταν εννοώ, τρέμω κι άναυδος μένω·
σε ικετεύω, Άρχοντα, δός μου τούτον τον ξένο.
Εκείνον που ευεργέτησε τον κάθε πονεμένο,
Εκείνον που αγκάλιασε κάθε φτωχό και ξένο.
Δεν είχε τόπο εδώ στη γη την κεφαλή να γείρει
κι οι Εβραίοι του έδωσαν να πιει του Πάθους το ποτήρι.
Γι΄ αυτό ζητώ το σώμα Του, το ταλαιπωρημένο
για να το θάψω, Άρχοντα, δός μου τούτον τον Ξένο.»
 

....................................... 

Το απόσπασμα του Αγίου Επιφανίου 

[00132]
ψίας γενομένης·
[00133]  ν γρ λοιπν δύσας ν δῃ ὁ τς δικαιοσύνης λιος.
[00134] ∆ιὸ ἦλθεν νθρωπος πλούσιος τονομα ωσφ πὸ Ἀριμαθαίας,  ς ν κρυβόμενος, διτν φόβον τν ουδαίων.
[00135] λθε δκαΝικόδημος, ὁ ἐλθν πρς τν ησον νυκτός .
[00136]
Μυστήριον μυστηρίων πόκρυφον.
[00137] ∆ύο κρυπτομαθητακατακρύψαι ησον ν τάφῳ ἔρχονται, τκρυπτν ν τῷ ᾅδμυστήριον τοκρυπτοΘεοῦ ἐν σαρκδιτς δίας κρύψεως διδάσκοντες.
[00138]
τερος δτν τερον περβάλλων τπρς Χριστν διαθέσει.
[00139]
μν γρ Νικόδημος ν τσμύρν, καὶ ἐν τῇ ἀλόμεγαλόψυχος·
[00140]
δὲ Ἰωσφ ν τπρς Πιλτον τόλμκαπαῤῥησίᾳ ἀξιέπαινος.
[00141] Οτος γρ πάντα φόβον ποῤῥιψάμενος, τολμήσας εσλθε πρς Πιλτον, ατούμενος τ σμα τοῦ Ἰησο·
 (…)
[00150]
Καοτως·
[00151]
∆ός μοι νεκρν πρς ταφήν·
[00152]
τσμα κείνου τοπαρσοκατακριθέντος ησοτοΝαζαρινο,
ησοτοπτωχο, ησοτοῦ ἀοίκου,
ησοτοκρεμαμένου, τογυμνο,  τοετελος,
ησοτοτέκτονος υο, ησοτοδεσμίου, τοαθρίου,
τοξένου, καὶ ἐπξενίᾳ ἀγνωρίστου,
τοεκαταφρονήτου , καὶ ἐππσι κρεμαμένου.
[00153]
∆ός μοι τοτον τν ξένον·
[00154]
Τι γάρ σε φελετσμα τούτου τοξένου;
[00155]
∆ός μοι τοτον τν ξένον·
[00156]
κ μακρς γρ λθεν δε τς χώρας, να
σώστν ξένον·
[00157]
κατλθε γρ ες τν σκοτεινν νενέγκαι τν ξένον.
[00158]
∆ός μοι τοτον τν ξένον·
[00159]
ατς γρ καμόνος πάρχει ξένος.
[00160]
∆ός μοι τοτον τν ξένον, οτινος τν χώραν γνοομεν οξένοι.
[00161]
∆ός μοι τοτον τν ξένον, οτινος τν πατέρα γνοομεν οξένοι.
[00162]
∆ός μοι τοτον τν ξένον,
οτινος τν τόπον κατν τόκον, κατν τρόπον γνοομεν οξένοι.
[00163]
∆ός μοι τοτον τν ξένον,
τν ξένην ζων καβίον ζήσαντα πξένα.
[00164]
∆ός μοι τοτον τν Ναζωραον ξένον [οτν τόκον κατν τρόπον γνοομεν οξένοι.
[00165]
∆ός μοι τοτον τν κούσιον ξένον], τν μὴ ἔχοντα δε ποτν κεφαλν κλίν.
[00166]
∆ός μοι τοτον τν ξένον,
[43.448]
τν ς ξένον πξένης οικον,
πφάτνης τεχθέντα.
[00167]
∆ός μοι τοτον τν
[00168]
ξένον, τν ξ ατς τς φάτνης ς ξένον ξ ρώδου φυγόντα.
[00169]
∆ός μοι τοτον τν ξένον,
τν ξ ατν τν σπαργάνων ν Αγύπτξενωθέντα,
οπόλιν χοντα, οκώμην, οκ οκον,  ομονν, οσυγγεν·
[00170]
π' λλοδαπς δχώρας τυγχάνει οτος ξένος.
 [00171]
∆ός μοι , ὦ ἡγεμν, τοτον τν πξύλου γυμνόν·
[00172]
Σκεπάσω τν τς μς φύσεως σκεπάσαντα γύμνωσιν.
[00173]
∆ός μοι τοτον τν νεκρν μοκαΘεόν·
[00174]
Σκεπάσω τν τς μς νομίας καλύψαντα.
(…)
[00178]
πρ νεκροῦ ὦ ἡγεμν, δυσωπ, τοῦ ἐπξύλου κρεμαμένου οίκου.
[00179]
Ογρ πάρεστι τούτοπατρ πγς,  οφίλος, ομαθητς,
οσυγγενς, οκ νταφιαστής·
[00180]
λλ' ατς μόνος τομόνου μονογενς,
ν κόσμΘες, καὶ ἄλλος οδείς
(…)
Επιφάνιος, Αρχιεπίσκοπος  Κύπρου
MIGNE, Documenta Catholica Omnia, Epiphanius Salaminis Episcopus - Homilia in divini corporis sepulturam)