|
|
||||||||||||||
Ἀσκήτευσε στὸ ὄρος τῆς Μυουπόλεως.
Γεννήθηκε κατὰ τὸ ἔτος 1035 στὸ χωριὸ Μουταλάσκη τῆς Καππαδοκίας. Οἱ γονεῖς του ἦταν πολὺ ἐνάρετοι καὶ ὀνομάζονταν Ἰωάννης καὶ Σοφία. Φυσικά, σύμφωνα μὲ τὰ ἱερὰ πιστεύω τους μεγάλωσαν καὶ τὸ παιδὶ τους, τὸν Μελέτιο. Αὐτός, ὅταν μεγάλωσε ᾖλθε στὴν Ἑλλάδα ἐπὶ Ἀλεξίου τοῦ Κομνηνοῦ στὴ Μονὴ τῶν Ταξιαρχῶν τὴν λεγόμενη τοῦ Συμβόλου, τὴν μετέπειτα ἐπονομασθεῖσα τοῦ Ὁσίου Μελετίου. Ἐκεῖ ἀφοῦ ἔλαμψε διὰ τῆς πνευματικῆς του ἀσκήσεως, ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ τὸ 1105.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Ἐξ Ἑῴας ἐκλάμψας ὡς πολύφωτος ἥλιος, καὶ ἐν Μυουπόλει ἀσκήσας θεοφόρε Μελέτιε, λαμπρύνεις τὴν Ἑλλάδα τῷ φωτί, τῶν θείων ἀρετῶν σου ἀληθῶς. Διὰ τοῦτο ὡς προστάτην ἡμῶν θερμόν, τιμῶμέν σε κραυγάζοντες· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.
Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Ὡς μελετήσας ἐν τῷ νόμῳ τῷ τῆς χάριτος
Δένδρον ἐδείχθης τῆς ἀσκήσεως κατάκαρπον
Καὶ τοῦ Πνεύματος δοχεῖον ἡγιασμένον.
Ἀλλ’ ἀπαύστως καθικέτευε δεόμεθα
Πάσης θλίψεως λυτροῦσθαι καὶ κακώσεως
Τοὺς βοῶντάς σοι, χαίροις Πάτερ Μελέτιε.
Μεγαλυνάριον.
Ἄγγελος ὡράθης μετὰ σαρκός, Μελέτιε Πάτερ, δι’ ἀγώνων ἀσκητικῶν· ὅθεν ἡ Μονή σου, ἐν σοὶ ἀγαλλιᾶται, ὑμνοῦσα θεοφόρε, τὴν πολιτείαν σου. |
Δευτέρα 31 Αυγούστου 2015
Ὁ Ὅσιος Μελέτιος ὁ νέος
Ὁ Ἅγιος Ἰησοῦς ὁ Δίκαιος
|
|
||||||||||||||
Ἦταν Ἑβραῖος, γιὸς τοῦ Ναυῆ, ἀπὸ τὴν φυλὴ Ἐφραὶμ καὶ διάδοχος τοῦ Μωϋσῆ τοῦ προφήτη. Ὁ Ἰησοῦς, ὀνομαζόταν πρῶτα Αὐσής.
Στάλθηκε
ἀπὸ τὸν Μωϋσῆ νὰ κατασκοπεύσει τὴ γῆ Χαναᾶν καὶ ὅταν ἐπέστρεψε ἀνέλαβε
μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Μωϋσῆ τὴν ἀρχηγία τοῦ λαοῦ, ποὺ τὸν ὁδήγησε μαζὶ μὲ
τὴν κιβωτὸ στὴν Παλαιστίνη, ἀφοῦ πέρασε τὸν Ἰορδάνη καὶ συνέτριψε τοὺς
ἀλλόφυλους στὰ τείχη τῆς Ἱεριχοῦς (Ἰησ. ι’ 12).
Ὅταν κατέλαβε τὴν Παλαιστίνη καὶ τὴ μοίρασε στοὺς Ἰσραηλῖτες, τοὺς ὁποίους κυβέρνησε 27 χρόνια, ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ 110 χρονῶν. |
Ὁ Ὅσιος Συμεὼν ὁ Στυλίτης
Ὁ Ὅσιος Συμεὼν ὁ Στυλίτης
|
|
||||||||||||||
Ὁ Ὅσιος Συμεὼν ὁ στυλίτης (ὁ πρεσβύτερος ἢ «ὁ ἐν τῇ μάνδρᾳ»), ποὺ τιμᾶται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία μας τὴν 1η Σεπτεμβρίου, εἶναι ὁ πρῶτος γνωστὸς μοναχὸς ποὺ ἀσκήτεψε πάνω σὲ στῦλο.
Γεννήθηκε
γύρω στὰ 389 στὸ χωριὸ Σισᾶν, στὰ ὅρια Συρίας καὶ Κιλικίας. Ἦταν βοσκὸς
τῶν πατρικῶν προβάτων καὶ ὅταν γνώρισε κάποιους ἀσκητές, πόθησε
ἐξαιτίας τους τὴ μοναχικὴ ζωὴ καὶ ᾖρθε σὲ ἕνα μοναστῆρι, στὸ χωριὸ
Τελεδᾶν, ὅπου ἔζησε δέκα χρόνια (403 – 413) μὲ αὐστηρότατη ἄσκηση.
Ὕστερα
ἔζησε ἔγκλειστος τρία χρόνια σὲ μία σπηλιά, κοντὰ στὴν Ἀντιόχεια, καὶ
στὴ συνέχεια πῆγε στὸ χωριὸ Τελάνισσο, ὅπου ἀσκήθηκε ἀλλὰ τρία χρόνια σ’
ἕνα σπιτάκι. Τέλος, ἀποσύρθηκε στὴν κορυφὴ ἐνὸς λόφου καὶ περιορίσθηκε
σ’ ἕναν μικρὸ κυκλικὸ περίβολο («μάνδρα»), φτιαγμένο μὲ μίαν ἁλυσίδα
εἴκοσι πήχεων.
Ἡ
ἀπίθανη αὐστηρότητα τῆς ζωῆς του καὶ τὸ θαυματουργικὸ χάρισμα
συγκέντρωναν γύρω του πλήθη ἀνθρώπων, ποὺ τοῦ προξενοῦσαν μεγάλη
ἐνόχληση. Γιὰ αὐτὸ ἄρχισε ν' ἀνεβαίνει σὲ στύλους ὁλοένα καὶ ψηλότερους.
Ὁ τελευταῖος, ὅπου ἔζησε πάνω ἀπὸ εἴκοσι χρόνια, εἶχε ὕψος 16 – 18 μέτρα.
Ὁ
Ὅσιος ἀφιέρωνε τὸ μεγαλύτερο μέρος τοῦ εἰκοσιτετραώρου στὴν προσευχή.
Ἔτρωγε ἐλάχιστα. Ἦταν συνεχῶς ὄρθιος, χωρὶς προφύλαξη ἀπὸ τὸν ἥλιο, τὴν
βροχή, τὸν ἄνεμο ἢ τὸ κρύο. Δύο φορὲς τὴν ἡμέρα διέκοπτε τὸν ἀσκητικό
του κανόνα καὶ νουθετοῦσε τὸν λαό, μεριμνοῦσε γιὰ τοὺς ἀρρώστους καὶ
τοὺς δυστυχισμένους, ἔκανε συμβιβασμοὺς διαφορῶν, ἔλυνε προβλήματα καὶ
μετέστρεφε στὴ χριστιανικὴ πίστη τοὺς ἀλλόδοξους ποὺ πρόστρεχαν σ’ αὐτὸν
μαζὶ μὲ τοὺς χριστιανοὺς ἀπ’ ὅλα τὰ σημεῖα τῆς Ἀνατολῆς καὶ τῆς Δύσης.
Κοιμήθηκε τὸ 459 καὶ κηδεύτηκε ἀπὸ τὸν πατριάρχη Ἀντιοχείας Μαρτύριο
στὴν μεγάλη ἐκκλησία τῆς Ἀντιόχειας.
Στὸ
ἐκπληκτικὸ Ἱεραποστολικὸ ἔργο, πού, ὅσο κι ἂν φαίνεται ἀπίστευτο,
πραγματοποίησε ἀπὸ τὴν κορυφὴ τοῦ στύλου του ὁ αὐστηρὸς αὐτὸς ἀσκητής,
θὰ ἀναφερθοῦμε στὶς ἑπόμενες γραμμές, σταχυολογώντας τὰ σχετικὰ
ἀποσπάσματα ἀπὸ τὴν «Φιλόθεο Ἱστορία» τοῦ Θεοδώρητου Κύρου, τὸν ἑλληνικὸ
βίο τοῦ Ὁσίου, γραμμένο ἀπὸ τὸν μαθητὴ του Ἀντώνιο, καὶ τὸν συριακὸ βίο
του .
Ἡ
φήμη τοῦ ὁσίου ἁπλώθηκε γοργὰ παντοῦ. Ὅλοι, κι ἀπὸ τὰ κοντινὰ καὶ ἀπὸ
τὰ μακρινὰ μέρη, ἔτρεχαν κοντά του. Ἄλλοι ἔφερναν παράλυτους, ἄλλοι
ζητοῦσαν νὰ γιατρέψει ἀρρώστους, ἄλλοι παρακαλοῦσαν νὰ μεσιτέψει στὸν
Θεὸ γιὰ ν’ ἀποκτήσουν παιδιά. Μετὰ τὴν ἱκανοποίηση τῶν αἰτημάτων τους,
ἔφευγαν γεμάτοι χαρά. Καὶ διαλαλώντας τὶς εὐεργεσίες ποὺ δέχτηκαν,
ἔστελναν στὸν Ὅσιο πολὺ περισσότερους ἀνθρώπους, ποὺ ζητοῦσαν καὶ
ἐκεῖνοι τὰ ἴδια. Ἔτσι, καθὼς ἄρχισαν νὰ καταφθάνουν ἀπὸ κάθε στράτα σὰν
ποτάμια οἱ προσκυνητές, σχηματίστηκε σ’ αὐτὸν τὸν τόπο ἕνα ἀνθρώπινο
πέλαγος, ποὺ δεχόταν ἀπὸ παντοῦ ποτάμια! Ὄχι μόνο ντόπιοι οὔτε μόνο
Χριστιανοί, ἀλλὰ καὶ Ἰσμαηλῖτες καὶ Πέρσες καὶ Ἀρμένιοι καὶ Ἴβηρες καὶ
Ὁμηρῖτες καὶ ἐκεῖνοι ποὺ κατοικοῦν ἀκόμα πιὸ βαθιὰ μαζεύονταν στὸ
ἀσκητήριο τοῦ Ὁσίου. Ἦρθαν καὶ πολλοὶ ποὺ κατοικοῦσαν στὰ πέρατα τῆς
Δύσης, Ἰσπανοὶ καὶ Βρετανοὶ καὶ Γαλάτες. Ὅσο γιὰ τὴν Ἰταλία, λένε πὼς ὁ
Συμεὼν εἶχε γίνει τόσο περιβόητος ἐκεῖ, ὥστε κρεμοῦσαν μικρὲς εἰκόνες
στὶς εἰσόδους ὅλων τῶν ἐργαστηρίων, γιὰ νὰ παίρνουν ἀπὸ αὐτὲς προστασία
καὶ ἀσφάλεια.
Ἦταν
ἀμέτρητοι, λοιπόν, ὅσοι ἔφταναν καὶ ζητοῦσαν νὰ τὸν ἀγγίξουν, ν’
ἀκουμπήσουν μόνο τὴν ἄκρη τοῦ δερμάτινου χιτῶνα του, πιστεύοντας πὼς
ἔτσι θὰ ἔπαιρναν κάποια εὐλογία. Ὁ Ἅγιος, ὅμως, ἔνιωθε πὼς δὲν ἦταν
ἄξιος ν’ ἀπολαμβάνει τέτοια τιμή. Τὸν κούραζαν, ἄλλωστε, ὅλα αὐτά. Ἔτσι,
σοφίστηκε ν’ ἀνέβει σ’ ἕναν στῦλο. Τὸ ὕψος του ἦταν στὴν ἀρχὴ μικρό,
ἕξι πῆχες. Ἀργότερα ἀνέβηκε σὲ ἄλλον πιὸ ψηλό, ὕστερα σὲ ψηλότερο καὶ
τέλος σ’ ἕναν ποὺ ἔφτανε τὶς τριάντα ἕξι πῆχες. Γιατί τὸ ἔκανε αὐτό;
Ἐπειδὴ λαχταροῦσε νὰ πετάει στὰ οὐράνια, ἐλεύθερος ἀπὸ κάθε τι γήϊνο.
Καὶ ἐπειδή, φωτισμένος ἀπὸ τὸ Θεό, στόχευε στὴν ὠφέλεια καὶ τὴ σωτηρία
πολλῶν ψυχῶν. Βλέπετε, ὅσοι δὲν πείθονται μὲ λόγια καὶ δὲν ἀνέχονται τὰ
κηρύγματα, σαγηνεύονται ἀπὸ τὰ παράδοξα θεάματα. Τὸ παράδοξο τραβάει
ὅλους καὶ τοὺς ἀναγκάζει νὰ τὸ προσέξουν, προετοιμάζοντάς τους ἔτσι καὶ
στὸ νὰ διδαχθοῦν. Ἔτσι ἔγινε καὶ μὲ τὸν Ὅσιο Συμεών. Τὸ παράδοξο θέαμα
ποὺ παρουσίαζε ἀνεβασμένος σ’ ἕναν ψηλὸ στῦλο, τραβοῦσε ἀμέτρητους
περιέργους, ποὺ ἤθελαν νὰ πληροφορηθοῦν γιατί ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ τὸν
κόσμο μὲ τέτοιον τρόπο. Μὲ τὴν ἀφορμὴ αὐτὴ ὁ Ὅσιος τοὺς δίδασκε καὶ τοὺς
κήρυσσε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, μεταστρέφοντας πολλοὺς ἀπὸ τὴν ἀπιστία στὴν
πίστη καὶ ἀπὸ τὰ ἔργα τῆς ἀνομίας στὰ ἔργα τῆς εὐσέβειας. Ἴβηρες καὶ
Ἀρμένιοι καὶ Πέρσες, ὅπως εἴπαμε, ἀπαρνιόντουσαν κάτω ἀπ’ τὸν στῦλο τὴν
προγονική τους πλάνη καὶ δέχονταν τὴν θεία ἀλήθεια μὲ τὸ ἅγιο βάπτισμα.
Οἱ Ἰσμαηλῖτες, μάλιστα, ἔφταναν σὲ ὁμάδες, διακόσιοι, τετρακόσιοι,
κάποτε καὶ χίλιοι. Μὲ βοὴ ἀποκήρυσσαν τὴν πατρική τους θρησκεία, ἔσπαζαν
τὰ εἴδωλα ποὺ λάτρευαν πρῶτα, ἐγκατέλειπαν μία γιὰ πάντα τὰ μυστηριώδη
ὄργια τῆς Ἀφροδίτης καὶ ἀπολάμβαναν τὰ θεία μυστήρια του Χριστοῦ, ἀφοῦ
ἄκουγαν ἀπὸ τὸ ἁγιασμένο στόμα τοῦ στυλίτη σωτήριες διδαχές.
Ὁ
Θεοδώρητος Κύρου, σύγχρονος καὶ γνώριμος τοῦ Ὁσίου, περιγράφει
συνοπτικὰ τὸ κοινωνικὸ καὶ ἀποστολικὸ ἔργο του: «Νουθετώντας (τὸν λαό)
δύο φορὲς τὴν ἡμέρα, πλημμυρίζει τὰ αὐτιὰ τῶν ἀκροατῶν μὲ τὰ χαριτωμένα
λόγια του καὶ τοὺς προσφέρει ὅσα τὸ Ἅγιο Πνεῦμα διδάσκει.
Προτρέπει
νὰ στρέφουν τὸ βλέμμα στὸν οὐρανό, νὰ πετᾶνε ἀφήνοντας τὴν γῆ καὶ νὰ
ὁραματίζονται τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, νὰ φοβοῦνται τὴν κόλαση καὶ νὰ
περιφρονοῦν τὰ γήϊνα, προσμένοντας τὴν μέλλουσα ζωή. Μπορεῖ νὰ τὸν δεῖς
νὰ δικάζει, βγάζοντας σωστὲς καὶ δίκαιες ἀποφάσεις. Ὅλα αὐτὰ τὰ κάνει
μετὰ τὴν ἀκολουθία τῆς ἐνάτης ὥρας. Γιατί ὅλη τὴ νύχτα καὶ τὴν ἡμέρα, ὡς
τὴν ἐνάτη ὥρα προσεύχεται. Ὕστερα ἀπὸ τὴν ἐνάτη ὥρα, προσφέρει πρῶτα
τὴν θεία διδαχὴ σὲ ὅσους βρίσκονται ἐκεῖ, καὶ στὴ συνέχεια ἀκούει τὸ
αἴτημα τοῦ καθενός. Καὶ ἀφοῦ θεραπεύσει μερικούς, λύνει τὶς διαφορὲς
ὅσων φιλονικοῦν. Γύρω στὴ δύση τοῦ ἥλιου ἀρχίζει πάλι νὰ προσεύχεται.
Δὲν παραμελεῖ ὅμως, νὰ φροντίζει καὶ γιὰ τὶς ἅγιες Ἐκκλησίες. Ἄλλοτε
πολεμάει τὴν πλάνη τῶν εἰδωλολατρῶν, ἄλλοτε συντρίβει τὴ θρασύτητα τοῦ
Ἰουδαίων, ἄλλοτε διαλύει τὶς ὁμάδες τῶν αἱρετικῶν. Καὶ ὅλα τοῦτα τὰ
κατορθώνει εἴτε στέλνοντας γράμματα στὸ βασιλιά, εἴτε ἐμπνέοντας στοὺς
ἄρχοντες τὸν ζῆλο γιὰ τὸ Θεό, εἴτε παρακινώντας καὶ τοὺς ἐπισκόπους
ἀκόμα νὰ φροντίζουν περισσότερο γιὰ τὸ ποίμνιο».
Ἀξίζει,
ὅμως, νὰ διηγηθοῦμε, ἐνδεικτικά, μερικὰ ἀπὸ τὰ θαύματα τοῦ Ὁσίου
Συμεών, ποὺ εἶχαν ὡς ἀποτέλεσμα τὴ μεταστροφὴ τῶν εὐεργετημένων στὴν
ἀληθινὴ πίστη.
–
Κάποτε ἕνας Σαρακηνὸς φύλαρχος ἔφερε στὸ στυλίτη κάποιον παράλυτο
ὁμόφυλό του καὶ παρακάλεσε γιὰ τὴ θεραπεία του. Ὁ Ἅγιος τοῦ ζήτησε ν’
ἀπαρνηθεῖ τὴν προγονική του ἀσέβεια. Ἐκεῖνος δέχτηκε πρόθυμα.
-Πιστεύεις στὸν Πατέρα καὶ τὸν Υἱὸ καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα; τὸν ρώτησε ὁ ἀσκητής.
-Πιστεύω, ὁμολόγησε ὁ Σαρακηνός.
-Ἀφοὶ πιστεύεις, σήκω πάνω!
Ὁ παράλυτος σηκώθηκε καὶ περπάτησε.
-Τώρα πᾶρε τὸ φύλαρχο στοὺς ὤμους σου! τὸν πρόσταξε ὁ Ὅσιος.
Ὁ
γιατρεμένος σήκωσε τὸν κατάπληκτο φύλαρχο, ποὺ ἦταν ἐξαιρετικὰ
μεγαλόσωμος, τὸν ἔβαλε στοὺς ὤμους του καὶ ἔφυγε ἐνθουσιασμένος,
δοξάζοντας τὸν τρισυπόστατο ἀληθινὸ θεό.
–
Σὲ μία πόλη τῆς Παλαιστίνης ἦταν διοικητὴς κάποιος εἰδωλολάτρης,
καμπούρης τόσο, ποὺ τὸ κεφάλι του ἀκουμποῦσε στὸ στῆθος του καὶ δὲν
μποροῦσε νὰ περιστραφεῖ. Κάποιοι φίλοι του, ἔχοντας ἀκούσει γιὰ τὰ
θαύματα τοῦ στυλίτη, τὸν ἔφεραν κάτω ἀπὸ τὸν στῦλο καὶ παρακάλεσαν γιὰ
τὴν θεραπεία του. Μὰ καὶ ὁ ἴδιος καμπούρης ἄρχισε νὰ ἱκετεύει τὸν Ὅσιο
κραυγάζοντας τόσο δυνατά, ὥστε Ἐκεῖνος δὲν μποροῦσε νὰ προσευχηθεῖ γιὰ
χάρη του στὸν Κύριο. Ὁ εἰδωλολάτρης, πιστεύοντας πὼς ὁ Συμεὼν εἶχε δική
του θαυματουργικὴ δύναμη, τοῦ ζητοῦσε νὰ ἀκουμπήσει τὸ χέρι του στὸ
κεφάλι του, ἐκφράζοντας τὴ βεβαιότητα ὅτι μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο θὰ γινόταν
καλὰ ἀμέσως. Ὁ Ὅσιος, ὅμως, τοῦ εἶπε:
-
Εἶμαι ἕνας ἁμαρτωλὸς καὶ τιποτένιος ἄνθρωπος. Τὸ χέρι μου δὲν ἔχει
καμιὰ ξεχωριστὴ δύναμη. Μόνο ἂν εὐδοκήσει ὁ Θεός, θὰ πραγματοποιηθεῖ ἡ
ἐπιθυμία σου, γιατί μόνο αὐτὸς ἔχει τὴν δύναμη νὰ θαυματουργεῖ. Κανένας
ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ θεραπεύσει ἄλλον, ἂν ὁ Κύριος δὲν τὸ θέλει.
Παραδόσου, λοιπόν, στὴν παντοδυναμία τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ, τοῦ δημιουργοῦ
καὶ κυβερνήτη τοῦ κόσμου, καὶ θὰ εὐεργετηθεῖς.
Τότε
ὁ καμπούρης σταμάτησε νὰ φωνάζει, ἀφήνοντας τὸν Ὅσιο νὰ προσευχηθεῖ
ἀπερίσπαστος. Καὶ μόλις Ἐκεῖνος τέλειωσε τὴν προσευχή του, τὸ θαῦμα
ἔγινε. Ὁ ταλαίπωρος ἄνθρωπος ὀρθώθηκε, στάθηκε ἴσια καὶ ἄρχισε νὰ
χοροπηδάει χαρούμενος σὰν παιδί. Ἄνοιξε τότε τὶς κασέλες, ποὺ εἶχε φέρει
μαζί του, καὶ πρόσφερε στὸν εὐεργέτη του ἀνεκτίμητα χρυσαφικὰ κι
ἀσημικά. Ὁ στυλίτης κοίταξε τὰ δῶρα μὲ περιφρόνηση καὶ τοῦ εἶπε:
-Ἂν
θέλεις νὰ μ’ εὐχαριστήσεις, νὰ δεχτεῖς τὸ φῶς τῆς ἀλήθειας. Νὰ
βαπτιστεῖς, γιὰ νὰ πάρεις τὴν ἄφεση. Καὶ ἀκόμα νὰ ἐλευθερώσεις ὅλους
τους δούλους σου, γιὰ νὰ ἐλευθερωθεῖ καὶ ἡ δική σου ψυχὴ ἀπὸ τὸ ζυγό του
σατανᾶ.
Ὁ γιατρεμένος πρόθυμα ἔκανε ὅτι τοῦ εἶπε ὁ Ἅγιος. Καὶ ἀργότερα, γεμάτος χαρὰ καὶ χάρη Θεοῦ, ἔφυγε γιὰ τὴν πόλη του.
–
Ἕνας ἄρχοντας τῶν Περσῶν ἦταν πολὺ δυστυχισμένος, γιατί ὁ μονάκριβος
γιός του κειτόταν δεκαπέντε χρόνια παράλυτος. Ἔστειλε, λοιπόν, στὸν Ὅσιο
τὸν ἐπίσκοπό τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας, μὲ τὴν παράκληση νὰ προσευχηθεῖ
στὸν Κύριο γιὰ τὴ θεραπεία τοῦ παιδιοῦ του. Τοῦ ἔδωσε, μάλιστα, καὶ δυὸ
ὑφάσματα ἀπὸ πολύτιμο μετάξι μὲ κεντημένους ἐπάνω χρυσοὺς σταυρούς, γιὰ
νὰ τὰ προσφέρει στὸν στυλίτη.
Ὁ ἐπίσκοπος διηγήθηκε στὸν Συμεὼν τὸ δρᾶμα τοῦ παιδιοῦ καὶ τοῦ πατέρα του. Ὁ Ὅσιος σπλαγχνίστηκε καὶ εἶπε στὸν ἐπίσκοπο:
-Πᾶρε
αὐτὰ τὰ ὑφάσματα ποὺ ἔφερες, ἔτσι διπλωμένα ὅπως εἶναι, καὶ πήγαινε στὸ
καλό. Ὅταν φτάσεις κοντὰ στὴν πόλη σας, κατέβα ἀπὸ τὸ ζῶο σου, κράτησε
τὰ ὑφάσματα στὸ στῆθος σου καὶ προχώρησε ὡς τὸ σπίτι τοῦ ἄρχοντα πεζὸς
καὶ ἀμίλητος. Μπὲς μέσα, στάσου πάνω ἀπ’ τὸ παιδὶ σκέπασε τὸ μὲ τὰ
ὑφάσματα καὶ πές του: Ὁ ἁμαρτωλὸς Συμεών σοῦ παραγγέλλει: Στὸ ὄνομα τοῦ
Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, σήκω!
Ὁ
ἐπίσκοπος ἔφυγε κι ἔκανε ὅπως τοῦ ὑπέδειξε ὁ Ὅσιος. Μόλις σκέπασε τὸ
παιδὶ μὲ τὰ ὑφάσματα, αὐτὸ πετάχτηκε ὄρθιο καὶ θεραπευμένο.
Ὁ
Πέρσης ἄρχοντας καὶ ὁλόκληρη ἡ οἰκογένειά του εὐχαρίστησαν καὶ δόξασαν
τὸ Θεό. Καὶ ὁ ἐπίσκοπος, μετὰ ἀπὸ σχετικὸ αἴτημά τους, τοὺς κατήχησε καὶ
τοὺς βάπτισε.
–
Κάποιος πλούσιος ἀπὸ τὸ Σαβᾶ ἔπασχε ἀπὸ πονοκέφαλο συνεχὴ καὶ ὀδυνηρὸ
τόσο, ποὺ ἔνιωσε νὰ τοῦ σουβλίζουν κάθε στιγμὴ τὸ μυαλό. Ἀνακουφιζόταν
λίγο, μόνο ὅταν χτυποῦσε τὸ κεφάλι του πάνω στὰ δοκάρια τῶν τοίχων τοῦ
σπιτιοῦ του!
Μόλις
ἔμαθε γιὰ τὸν θαυματουργὸ στυλίτη, ἑτοιμάστηκε γιὰ τὸ μακρὺ ταξίδι καὶ
ξεκίνησε, ἀδιαφορώντας γιὰ τὸν κίνδυνο τῶν θηρίων καὶ τῶν λῃστῶν, ποὺ
παραμόνευαν ἐδῶ καὶ ἐκεῖ μέσα στὴν ἀπέραντη ἔρημο. Σχεδὸν ἕναν ὁλόκληρο
χρόνο ταξίδευε ὁ ἄρρωστος. Καὶ ὅσο πλησίαζε, πρᾶγμα παράδοξο, οἱ πόνοι
του λιγόστευαν. Ἀντίθετα, ὅσο κι ἂν ἔτρωγε, οἱ προμήθειές του ἔμεναν
ἀπείραχτες!
Ἔφτασε
ἐπιτέλους στὸν στῦλο τοῦ Ὁσίου. Ἐκεῖνος, ἀφοῦ πληροφορήθηκε τὸ πρόβλημά
του, ζήτησε νὰ τοῦ φέρουν νερὸ ἀπὸ τὴν κοντινὴ πηγή. Προσευχήθηκε, τὸ
εὐλόγησε καὶ πρόσταξε τὸν ἄρρωστο νὰ τὸ πιεῖ στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ.
Ὕστερα, παίρνοντας ἀπὸ τὸ ἴδιο νερό, τοῦ ράντισε καὶ τὸ κεφάλι. Δὲν
χρειαζόταν τίποτε ἄλλο. Ὁ λίγος πόνος ποὺ εἶχε ἀπομείνει, ἐξαφανίστηκε
καὶ αὐτός. Ὁ ἄνθρωπος εὐχαρίστησε τὸν Ὅσιο καὶ δόξασε τὸν Θεό. Ζήτησε,
μάλιστα, καὶ νὰ βαπτιστεῖ. Λίγο ἀργότερα, φεύγοντας Χριστιανὸς πιά,
διαλαλοῦσε τὰ μεγαλεῖα τοῦ Κυρίου ὡς τὴν μακρινὴ πατρίδα του.
–
Ἕνα παρόμοιο μακρὺ ταξίδι ἔκανε καὶ μία ὁμάδα ἀπὸ τέσσερις λεπροὺς καὶ
τρεῖς δαιμονισμένους, ποὺ ξεκίνησαν ἀπὸ τὰ βάθη τῆς Ἀνατολῆς κι ἔκαναν
δεκατρεῖς μῆνες ὥσπου νὰ φτάσουν στὸν Ὅσιο. Καὶ ἐκεῖνοι, παρὰ τὴ μεγάλη
ἀπόσταση, οὔτε μία φορὰ δὲν ἔχασαν τὸ δρόμο, μὰ οὔτε καὶ οἱ τροφὲς ἢ τὸ
νερὸ τοὺς ἔλειψαν καθόλου.
Φτάνοντας κάτω ἀπὸ τὸν στῦλο, διηγήθηκαν στὸν Ὅσιο τὰ παθήματά τους καὶ ζήτησαν τὴ βοήθειά του.
-Ὁ Θεός, ἀποκρίθηκε Ἐκεῖνος, πού σοῦ ἔδειξε τὸν δρόμο νὰ ἔρθετε ὡς ἐδῶ, θὰ σᾶς δώσει καὶ τὴν ὑγεία σας.
Ζήτησε
νερό, τὸ εὐλόγησε καὶ τοὺς τὸ ἔδωσε νὰ πιοῦν καὶ νὰ ραντιστοῦν στὸ
ὄνομα τοῦ Κυρίου. Μόλις τὸ ἔκαναν, ἔγιναν καὶ οἱ ἑπτὰ καλά! Ὕστερα ἀπὸ
αὐτό, ἀρνήθηκαν τὴν λατρεία τῶν εἰδώλων, βαπτίστηκαν καὶ ἔφυγαν
δοξάζοντας τὸ Θεό.
– Κάποτε ᾖρθαν κάτω ἀπ’ τὸν στῦλο ἀντιπρόσωποι τῶν κατοίκων τῆς ὁροσειρᾶς τοῦ Λιβάνου καὶ ἀνάστατοι εἶπαν στὸν Ὅσιο:
-
Στὸν τόπο μας παρουσιάστηκαν κάτι ἀγρία θηρία, πρωτοφανέρωτα καὶ
ἄγνωστα, ποὺ κατασπαράζουν ἀνθρώπους καὶ ζώα. Πολλὲς φορὲς μπαίνουν στὰ
σπίτια, ἁρπάζουν τὰ παιδιὰ καὶ τὰ καταβροχθίζουν μπροστὰ στὰ ἔντρομα
μάτια τῶν μανάδων τους. Ὁ φόβος καὶ ὁ θρῆνος ἔχουν ἁπλωθεῖ παντοῦ.
-Μὴν
παραξενεύεστε γιὰ τὴ συμφορὰ πού σᾶς βρῆκε, εἶπε ὁ Ἅγιος. Εἶναι ἡ
τιμωρία γιὰ τὰ ἔργα σας. Οἱ πρόγονοί σας ἐγκατέλειψαν τὸν ἀληθινὸ Θεό,
τὸν πλάστη καὶ εὐεργέτη μας, καὶ λάτρεψαν τὰ βουβὰ εἴδωλα. Καὶ ἐσεῖς
ἐπιμένετε στὴν πλάνη αὐτή. Τὰ θηρία σᾶς ταλαιπωροῦν μὲ παραχώρηση τοῦ
Κυρίου, ποὺ θέλει νὰ σᾶς ὁδηγήσει στὴ μετάνοια καὶ νὰ σᾶς φέρει κοντά
Του. Ἂν ὅμως δὲν ἔχετε σκοπὸ νὰ μετανοήσετε, ἄδικα ᾔρθατε ὡς ἐδῶ. Νὰ
ζητήσετε τὴ βοήθεια τῶν εἰδώλων ποὺ προσκυνᾶτε!
Ἐκεῖνοι τότε ἔπεσαν στὰ γόνατα καὶ ἄρχισαν νὰ παρακαλοῦν μὲ δάκρυα τὸ στυλίτη:
-Λυπήσου μας! Μεσίτεψε γιὰ μᾶς στὸ Θεό! θὰ μετανοήσουμε!...
Μαζί τους ἱκέτευαν τὸν Ὅσιο καὶ ἄλλοι, ποὺ ἔτυχε νὰ βρίσκονται ἐκεῖ, καὶ τοὺς σπλαγχνίστηκαν.
-Μόλις
ἀπαρνηθεῖτε τὴν πλάνη σας, ἀποκρίθηκε πάνω ἀπ’ τὸν στῦλο του ὁ γέροντας
καὶ βαπτιστεῖτε στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, τότε θὰ παρακαλέσω τὸν Κύριο νὰ
σᾶς δείξει τὴν φιλανθρωπία Του.
Μὲ
ἕνα στόμα οἱ εἰδωλολάτρες ὑποσχέθηκαν πώς, ὅταν θὰ γύριζαν στὴν πατρίδα
τους, θὰ κατεδάφιζαν ἀμέσως τὰ Ἱερὰ τῶν εἰδώλων καὶ θὰ ἔριχναν στὴ
φωτιὰ τὰ ξόανα.
Ὁ Ἅγιος κατάλαβε πὼς ἡ μεταστροφὴ τους ἦταν ἀληθινή. Τοὺς ἔδωσε, λοιπόν, ἕνα κουτάκι μὲ εὐλογημένη σκόνη καὶ τοὺς εἶπε:
-Νὰ
πᾶτε στὸ καλό! Μόλις φτάσετε στὸν τόπο σας, νὰ περάσετε ἀπ’ ὅλα τὰ
χωριά. Στὴν ἐμπασιὰ κάθε χωριοῦ, νὰ χώνετε στὴ γῆ τέσσερις πέτρες. Καὶ
πάνω σὲ κάθε πέτρα νὰ σχηματίζετε μὲ τούτη τὴ σκόνη τρεῖς σταυρούς. Ἂν
ὑπάρχουν ἐκεῖ Χριστιανοὶ ἱερεῖς, φωνάξτε τους νὰ σᾶς βοηθήσουν καὶ νὰ
τελέσουν νυχτερινὲς λειτουργίες. Τότε ὁ Θεὸς θὰ κάνει τὸ θαῦμα Του.
Κανένας ἄνθρωπος δὲν θὰ χαθεῖ πιὰ ἀπὸ τὰ θηρία.
Ἐπιστρέφοντας
στὴν χώρα τους οἱ εἰδωλολάτρες διαπίστωσαν ὅτι, ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ ὁ
Συμεὼν εἶχε προσευχηθεῖ γι’ αὐτούς, ὅλα τὰ θηρία εἶχαν φύγει ἀπὸ τὰ
χωριὰ καὶ ἀποτραβηχτεῖ στὰ δάση. Ὅταν, λοιπόν, ἔκαναν ὅτι τοὺς
συμβούλεψε ὁ Ὅσιος, εἶδαν τὰ θηρία νὰ τρέχουν καὶ νὰ ἔρχονται γύρω ἀπὸ
τὶς πέτρες, οὐρλιάζοντας ἀπαίσια. Πολλὰ ἔπεφταν καὶ ψοφοῦσαν ἐπιτόπου.
Ἀλλὰ ἔφευγαν ἀλαφιασμένα καὶ χάνονταν. Σὲ δέκα μέρες δὲν εἶχε ἀπομείνει
κανένα.
Πῆραν
τρία τομάρια ἀπὸ τὰ ψόφια θηρία καὶ τὰ ἔφεραν στὸν Ὅσιο. Καὶ ἀφοῦ τοῦ
διηγήθηκαν τὸ θαῦμα, βαπτίστηκαν ὅλοι καὶ ἔγιναν Χριστιανοί. Μιὰ βδομάδα
ἔμειναν ἐκεῖ, ἀκούγοντας τὶς σοφὲς διδαχὲς τοῦ πνευματοφόρου στυλίτη,
καὶ μετὰ ἔφυγαν χαρούμενοι γιὰ τὴν πατρίδα τους, δοξάζοντας τὸ Θεό.
Ἀλλὰ
σταματᾶμε ἐδῶ τὴ διήγηση, γιατί τὰ μεγάλα καὶ θαυμαστὰ ἔργα τοῦ Ὁσίου
Συμεὼν δὲν ἔχουν τέλος. Ὅπως σημειώνει ὡραιότατα ὁ Σύρος βιογράφος του,
«ποιὸ στόμα θ’ ἀποτολμοῦσε νὰ διηγηθεῖ ἢ ποιὸ χέρι θὰ μποροῦσε νὰ γράψει
ἢ ποιὸ σοφὸ μυαλὸ θὰ μποροῦσε νὰ ὑπολογίσει τὶς ἀναρίθμητες εὐεργεσίες
ποὺ ἔκανε ὁ Θεὸς στὸν κόσμο μέσῳ τοῦ Ἁγίου; Πόσους ἀνθρώπους, ποὺ ἦταν
μακριὰ ἀπὸ τὸν Κύριο, ἔφερε κοντά Του; Πόσοι πλανεμένοι γύρισαν μὲ τὴ
διδαχή του ἀπὸ τὴν ἄγνοια στὴν ἀληθινὴ γνώση; Πόσες χιλιάδες καὶ
μυριάδες «ἀλλότριων», χάρη στὸ κήρυγμά του, ἔγιναν μέλη τῆς Ἐκκλησίας
καὶ ὑποτάχθηκαν στὸ Χριστό; Ποιὸς μπορεῖ νὰ λογαριάσει τὶς τόσες καὶ
τόσες χιλιάδες ἀγρίων, πού, βλέποντας καὶ ἀκούγοντάς τον, μὲ χαρὰ
ἐγκολπώθηκαν τὴν χριστιανικὴ πίστη καὶ ἔγιναν ὑπηρέτες τῆς ἀλήθειας;
Γιατί ἡ φήμη τῶν εὐεργεσιῶν, ποὺ ἔκανε ὁ Κύριος μὲ τὰ χέρια τοῦ ὁσίου,
ταξίδεψε ἀπ’ τὴν μίαν ἄκρη τοῦ κόσμου ὡς τὴν ἄλλη.
Κι ἔτσι ἐκπληρώθηκε τὸ γραφικό: «Εἰς πᾶσαν τὴν γῆν ἐξῆλθεν οἱ φθόγγοι αὐτῶν καὶ εἰς τὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης τὰ ρήματα αὐτῶν» (Ψαλμ. 18:5).
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς στήλην θεόγραφον, τῶν ἱερῶν ἀρετῶν, τοῦ βίου σου ἔλιπες, τὰς ἀναβάσεις ἡμῖν, Συμεὼν παμμακάριστε· σὺ γὰρ ἐπὶ τοῦ στύλου, ὡς πυρσὸς διαλάμπων, ἕλκεις ἡμᾶς χαμόθεν, πρὸς ζωὴν οὐρανίαν, τὸν τρόπον τῆς εὐδρομίας, φαίνων τοῖς ἔργοις σου.
Κοντάκιον. Ἦχος β’. Αὐτόμελον.
Τὰ ἄνω ζητῶν, τοῖς κάτω συναπτόμενος, καὶ ἅρμα πυρός, τὸν στῦλον ἐργασάμενος, δι’ αὐτοῦ συνόμιλος, τῶν Ἀγγέλων γέγονας Ὅσιε· σὺν αὐτοῖς Χριστῷ τῷ Θεῷ, πρεσβεύων ἀπαύστως, ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.
Μεγαλυνάριον.
Στύλος ἐναρέτου ὤφθης ζωῆς, ἐν στύλῳ βιώσας, ὑπὲρ ἄνθρωπον Συμεών· ἔνθεν ἀμοιβῶν σου, τὰς ὑπὲρ νοῦν ἐλλάμψεις, ἐκθάμβως ἐξαστράπτεις, εἰς κόσμον ἅπαντα. |
Τί σημαίνει “αρχή της ινδίκτου”;
Η
Εκκλησία του Χριστού εορτάζει σήμερα την αρχή της Ινδικτιώνος – από την
λατινική λέξη “indictio”, η οποία σημαίνειορισμός – δηλαδή την έναρξι του
εκκλησιαστικού έτους. Ο όρος προήλθε από την συνήθεια των Ρωμαίων αυτοκρατόρων
να ορίζουν δια θεσπίσματος για διάστημα δεκαπέντε ετών το ποσόν του ετησίου
φόρου, που εισέπρατταν αυτήν την εποχή για την συντήρησι του στρατού. Κατ’
επέκτασιν καθιερώθηκε να ονομάζωνται ινδικτιώνες και οι δεκαπενταετείς αυτοί
κύκλοι που άρχισαν επί Καίσαρος Αυγούστου, τρία χρόνια πριν από την γέννησι του
Χριστού.
Επειδή
ο Σεπτέμβριος είναι εποχή συγκομιδής καρπών και προετοιμασίας για τον νέο κύκλο
βλαστήσεως, ταίριαζε να εορτάζουν οι χριστιανοί την αρχή της γεωργικής περιόδου
αποδίδοντας ευχαριστίες στον Θεό για την εύνοιά του προς την κτίσι. Είναι αυτό
που ήδη έκαναν οι Ιουδαίοι σύμφωνα με τις εντολές του Μωσαϊκού Νόμου· την πρώτη
δηλαδή ημέρα του εβδόμου ιουδαϊκού μηνός, αρχές Σεπτεμβρίου, τελούσαν την εορτή
της Νεομηνίας ή των Σαλπίγγων, κατά την οποίαν εσχόλαζαν από κάθε εργασία, για
να προσφέρουν θυσίες ολοκαυτωμάτων “εις οσμήν ευωδίας Κυρίω” (Λευϊτ. 23,18).
Ο
Χριστός, ο Υιός και Λόγος του Θεού, ο δημιουργός του χρόνου και του σύμπαντος,
ο προάναρχος Βασιλεύς των αιώνων, ο οποίος εσαρκώθη, για να αποκαταλλάξη τα
πάντα εις Εαυτόν και να συναγάγη Ιουδαίους και εθνικούς εις μίαν Εκκλησίαν,
ήθελε να ανακεφαλαιώση εν Εαυτώ τον αισθητό κόσμο και τον γραπτό Νόμο. Έτσι,
αυτήν την ημέρα που η φύσις ετοιμάζεται να διατρέξη ένα νέο κύκλο εποχών,
εορτάζουμε το γεγονός, κατά το οποίο ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός εισήλθε στην
Συναγωγή και ανοίγοντας το βιβλίο του Ησαϊου ανέγνωσε το χωρίο, όπου ο Προφήτης
ομιλεί επ’ ονόματι του Σωτήρος “Πνεύμα
Κυρίου επ’ εμέ, ού είνεκεν έχρισέ με, ευαγγελίσασθαι πτωχοίς απέσταλκέ με,
κηρύξαι ενιαυτόν (= έτος) Κυρίου δεκτόν” (Λουκ.
4,18).
Όλες
οι Εκκλησίες, συναθροισμένες “επί το αυτό”, αναπέμπουν σήμερα δοξολογία προς
τον ένα τρισυπόστατο Θεό, ο οποίος διαμένει στην αιώνια μακαριότητα, διακρατεί
τα πάντα εν τη ζωή και στέλνει άφθονες τις ευλογίες του κάθε εποχή στα κτίσματά
του. Ο ίδιος ο Χριστός ανοίγει τις θύρες του νέου έτους και μας προσκαλεί να
τον ακολουθήσωμε, για να γίνωμε μέτοχοι της αιωνιότητός του.
Πηγή: Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου
Εκκλησίας, υπό Μακαρίου ιερομονάχου Σιμωνοπετρίτου, εκδ.
Ίνδικτος, τόμος πρώτος (Σεπτέμβριος) & vatopaidi
Ετικέτες
ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΙΣΤΗ
Ἀρχὴ τῆς Ἰνδίκτου
Ἀρχὴ τῆς Ἰνδίκτου
|
|
||||||||||||||
Γιὰ
τὴν περίπτωση αὐτή, ὁ Σ. Εὐστρατιάδης στὸ Ἁγιολόγιό του, γράφει τὰ
ἑξῆς: «Λέξις λατινικὴ (indictio) ὁρισμὸν σημαίνουσα καθ’ ὂν κατὰ
δεκαπενταετὴ περίοδον ἐπληρώνοντο εἰς τοὺς αὐτοκράτορας τῶν Ρωμαίων οἱ
φόροι. Κατὰ τὴν ἐκκλησιαστικὴν παράδοσιν, τὴν ἀρχὴν τῆς ἰνδικτιῶνος
εἰσήγαγεν ὁ Αὔγουστος Καῖσαρ (1 – 14), ὄτε διέταξε τὴν γενικὴν τῶν
κατοίκων τοῦ Ρωμαϊκοῦ κράτους ἀπογραφὴν καὶ τὴν εἴσπραξιν τῶν φόρων,
κατὰ τὴν πρώτην τοῦ Σεπτεμβρίου μηνός. Ἀπὸ τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου
(313) ἐγένετο ἐπισήμως χρῆσις τῆς Ἰνδικτιῶνος ὡς χρονολογίας. Ἔκτοτε δὲ ἡ
ἐκκλησία Κωνσταντινουπόλεως μέχρι τοῦ νῦν ἑορτάζει τὴν 1η Σεπτεμβρίου ὡς ἀρχὴν τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους».
«Ἴνδικτον ἡμῖν εὐλόγει νέου χρόνου, ὢ καὶ παλαιὲ καὶ δι’ ἀνθρώπους νέε».
Ἀπολυτίκιο. Ἦχος β’.
Ὁ πάσης Δημιουργός τῆς κτίσεως, ὁ καιροὺς καὶ χρόνους ἐν τῇ ἰδὶᾳ ἐξουσίᾳ θέμενος, εὐλόγησον τὸν στέφανον, τοῦ ἐνιαυτοῦ τῆς χρηστότητός σου, Κύριε, φυλάττων ἐν εἰρήνῃ τοὺς βασιλεῖς καὶ τὴν πόλιν σου, πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου, μόνε Φιλάνθρωπε.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ὁ τῶν αἰώνων Ποιητὴς καὶ Δεσπότης, Θεὲ τῶν ὅλων Ὑπερούσιε ὄντως, τὴν ἐνιαύσιον εὐλόγησον περίοδον, σώζων τῷ ἐλέει σου, τῷ ἀπείρῳ Οἰκτίρμων, πάντας τοὺς λατρεύοντας, σοὶ τῷ μόνῳ Δεσπότῃ, καὶ ἐκβοῶντας φόβῳ Λυτρωτά· Εὔφορον πᾶσι, τὸ ἔτος χορήγησον.
Μεγαλυνάριον.
Ἄναρχε Τρισήλιε Βασιλεῦ, ὁ καιρῶν καὶ χρόνων, τὰς ἑλίξεις περισκοπῶν, εὐλόγησον τὸν κύκλον, τῆς νέας περιόδου, τὰς ἀγαθάς σου δόσεις, πᾶσι δωρούμενος. |
Τετάρτη 26 Αυγούστου 2015
27 Αυγούστου – Η ιστορία του Αγίου Φανουρίου και της Φανουρόπιτας
Η
πίτα του Αγίου Φανουρίου είναι μια νηστίσιμη πίτα που φτιάχνεται στην
μνήμη του Αγίου (27/08) και προσφέρεται στους πιστούς ως ευλογία.
Συνήθως η Φανουρόπιτα παρασκευάζεται με επτά ή εννιά υλικά!
Σίγουρα
είναι ένα έθιμο που ξεκίνησε από μια ευλαβική χειρονομία των πιστών
(κυρίως από το γυναικείο φύλλο και το όνομα του έχει συνδεθεί με την
εύρεση απολεσθέντων αντικειμένων αλλά και προσώπων) και δεν νομίζουμε
ότι υποκρύπτει κάτι το αντικανονικό ή το άσχημο. Άλλωστε αν επρόκειτο
για κάτι το οποίο αλλοίωνε την λατρευτική τάξη και ήταν αντίθετο με την
εκκλησιαστική μας παράδοση, η εκκλησία είχε τον χρόνο και τον τρόπο να
το διορθώσει και να το αποτρέψει.
“Ο
νεοφανής Άγιος Φανούριος είναι, στη λαϊκή μας παράδοση, μέγας ευρετής
απωλεσθέντων αντικειμένων. Αυτή ακριβώς η ιδιότητα δημιoύργησε το
ιδιότυπο λατρευτικό υπόβαθρο της προσφοράς κατά την ημέρα της εορτής του
(27 Αυγούστου) εθιμικών άρτων και γλυκισμάτων, τα οποία, αφού
ευλογηθούν από τον ιερέα, μοιράζονται στους παρευρισκομένους.
Ο
Φανούριος φανερώνει! Η λατρεία του Αγίου Φανουρίου φαίνεται ότι ξεκινά
από τη Ρόδο, όπου κατά την παράδοση βρέθηκε η εικόνα του, όταν έσκαβαν
σε ερείπια παλαιού ναού έξω από τα τείχη της πόλης. Ο Μητροπολίτης Ρόδου
Νείλος (1355-1369) διάβασε την επιγραφή “Άγιος Φανούριος”.Παρίστανε ένα
νέο ντυμένο με στρατιωτική ενδυμασία, που κρατούσε σταυρό με λαμπάδα
και ήταν πλαισιωμένος από 12 σκηνές του μαρτυρίου του. Ο Μητροπολίτης
καθιέρωσε ημερομηνία εορτής του Αγίου την ημέρα εύρεσής του.
Από τη Ρόδο η λατρεία του εξαπλώθηκε στα κοντινά νησιά και κυρίως στην
Κρήτη, όπου υπάρχουν σήμερα τρία σπουδαία μοναστήρια και δεκάδες
ναοί στα οποία τιμάται .
Στην
προσφορά άρτων και γλυκισμάτων προς τον Άγιο Φανούριο και πιο
συγκεκριμένα η Φανουρόπιτα, παρασκευάζεται “για να συγχωρέσει ο Θεός την
μάνα του Αγίου” .Η παράδοση που σχηματίστηκε, στην άγνωστη βιογραφία
του είναι ότι: η Μητέρα του ήταν αμαρτωλή . Ήταν λέει η παράδοση σκληρή,
άπονη και αυστηρή με τους φτωχούς και τους συμπεριφερόταν πολύ σκληρά
και απάνθρωπα. Μάλιστα για τον αμετανόητο χαρακτήρα της πήγε στην
κόλαση. Προσπάθησε να τη σώσει ο γιος της, αλλά η κακία της δεν τον
άφησε.!
Τότε ο
Άγιος Φανούριος ζήτησε μια χάρη: Να μην πηγαίνουνε πράμα γι’αυτόν, μόνο
για τη μάνα του για να λένε να την συγχωρέσει ο Θεός…”
Οι
παραλλαγές της παράδοσης για την αμαρτωλή μητέρα του Αγίου Φανουρίου
που ακούγονται σ’όλη την Ελλάδα είναι δεκάδες. Ακόμη και ως ειδωλολάτρης
που δεν ασπάστηκε το Χριστιανισμό αναφέρεται. Ο Αλέξανδρος
Παπαδιαμάντης σημειώνει στο διήγημά του “Γουτού Γουπατού” – χωρίς να
αναφέρει τίποτα περισσότερο : “Όσοι επικαλούνται τον Άγιο Φανούριον
οφείλουν να λέγουν: Θεός σχωρέσ’ τη μητέρα του Αγίου Φανουρίου. Θεός
σχωρέσ’ την.” (Νίκος & Μαρία Ψιλάκη, “Το ψωμί των Ελλήνων και τα
γλυκίσματα της λαϊκής μας παράδοσης”)
“Τον
Άγιο Φανούριο έκανε αρκετά δημοφιλή η παρήχηση του ονόματός του προς το
φαίνω, φανερώνω. Είναι ο Άγιος που φανερώνει τα χαμένα ζώα ή πράγματα
κ.α. Εννοείται ότι το αίτημα συνοδεύεται και με ορισμένα τάματα. Π.χ. οι
άνθρωποι όταν έχουν πράγμα χαμένο τάζουν: Άγιε μου Φανούριε, φανέρωσέ
μου το… και θα σου κάνω μια Φανουρόπιτα για την ψυχή της μάνα σου!
Ύστερα βρίσκουν αυτό που έχασαν . Τότε κάνουν μια Φανουρόπιτα και τη
μοιράζουν στον κόσμο λέγοντας: “Πάρτε να σ’χωρέστε” (δηλαδή τη μάνα του
Αγίου).
“Για
τον Άγιο Φανούριο ο λαός μας λέει πολλά. “Είναι ο Άγιος”, λένε “που
φανερώνει τα κλεμμένα ζα και τα χαμένα πράγματα”. Σε άλλους τους
φανερώνει τον καλό δρόμο. “Του φέγγει”, λέει ο λαός για κάποιον που πάει
καλά στην ζωή του. “Του φέγγει ο Άγιος Φανούριος”. Γι’αυτό στις εικόνες
παριστάνεται να κρατάει στο χέρι κερί αναμμένο και να φωτίζει. ”
(Βασίλη Λαμνάτου, “Οι μήνες στην αγροτική και ποιμενική ζωή του λαού
μας”)
“Στην
Κύπρο, στην Κρήτη και σε άλλες περιοχές, ο Άγιος μπορεί να φανερώσει
στην κάθε ανύπαντρη κοπέλα το μέλλοντα σύζυγό της! “Οι ανύπαντρες
κοπέλες που θέλουν να παντρευτούν ετοιμάζουν φανουρόπιτα για να
φανερωθεί ο υποψήφιος γαμπρός”.
Στη
Σκιάθο “πίτα στον Άγιο τάζουν και οι γυναίκες που τον παρακάλεσαν να
τους φανερώσει το γαμπρό που θα κάμουν στην κόρη τους”.
Στη
Φλώρινα, η φανουρόπιτα (που την πάνε οι ελεύθερες κοπέλες στην
εκκλησιά) χρησιμοποιείται ως μέσον με ένα κομμάτι που βάζουν κάτω απ’το
προσκέφαλο για να τις φανερώσει ο Άγιος στον ύπνο τους το μέλλοντα
σύζυγο.
Βίος Αγίου Φανουρίου του Μεγαλομάρτυρα
Ο Άγιος Φανούριος ο Μεγαλομάρτυς και Νεοφανής τιμάται από την Εκκλησία μας στις 27 Αυγούστου
Η Ανεύρεση της Εικόνας
Τον καιρό πού οι Αγαρηνοί κατέλαβαν την νήσο Ρόδο θέλησαν να οχυρώσουν και πάλι το όμορφο νησί και να ξαναφτιάξουν τα τείχη της πόλης, τα όποια είχαν καταστραφεί σε
πολλά σημεία από τις αλλεπάλληλες πολεμικές συγκρούσεις.
Προς το νότιο μέρος του φρουρίου της πόλης πού ήτο και κατεστραμμένο υπήρχαν πολλά μισογκρεμισμένα σπίτια και προς τα εκεί εστράφησαν οι κατακτηταί να πάρουν πέτρες
για τις ανάγκες του φρουρίου. Πήραν λοιπόν μαζί τους και πολλούς χριστιανούς, σαν εργάτες και άρχισαν να σκάβουν τα ερείπια. Εκεί μέσα ανακάλυψαν καταπλακωμένη μια
ωραιοτάτη εκκλησία και πλήθος εικόνων, πού ήσαν όμως πολύ κατεστραμμένες και δεν μπορούσε κάνεις να διακρίνει λεπτομέρειες, παραστάσεις ή γράμματα.
Ξαφνικά όμως καθώς σκάλιζαν οι εργάτες μέσα στο ναό βρήκαν μια θαυμάσια, ολοκάθαρη και άφθαρτη εικόνα, πού έμοιαζε σαν να είχε αγιογραφηθεί την ίδια ημέρα. Και αυτό
είναι μια πρόσθετη απόδειξη ότι η ανεύρεση δεν ήταν τυχαία αλλά δωρεά του Θεού. Η Εικόνα έγραφε επάνω «Άγιος Φανούριος»
Στρατιωτικός και ομολογητής Χριστού
Ας εκθέσουμε λοιπόν το Συναξάρι του αγίου Φανουρίου, όπως συνάγεται από τις παραστάσεις της εικόνας του:
Στα πλαίσια, φαίνεται, ενός από τους πολλούς διωγμούς των Ρωμαίων αυτοκρατόρων κατά των χριστιανών, συνελήφθη και ο στρατιωτικός Φανούριος με την κατηγορία ότι δεν
σέβεται και δεν θυσιάζει στους θεούς πού επέβαλε το τότε καθεστώς. Οδηγήθηκε για το λόγο αυτό ενώπιον του αρμόδιου δικαστή, ο οποίος τον υπέβαλε σε σχετική ανάκριση.
Ο Φανούριος ομολόγησε τη χριστιανική του πίστη. Αρνήθηκε να προσφέρει θυσία στους ειδωλολατρικούς θεούς και διακήρυξε αφοσίωση στον μόνο αληθινό Θεό.
Αφού ο δικαστής ανακριτής είδε την εμμονή του αγίου στην πίστη του, κατά την τακτική πού ακολουθούσαν την εποχή των διωγμών, παρέδωσε το χριστιανό ομολογητή σε δήμιους
για να τον «συνετίσουν». Πρώτο μαρτύριο ήταν κατά την εικονογραφική παράσταση το χτύπημα της κεφαλής του αγίου Φανουρίου με πέτρες εκ μέρους των δημίων. Το υπέμεινε
χωρίς διαμαρτυρίες και γογγυσμούς, για τη δόξα του ονόματος του Κυρίου.
Η οδός των μαρτυρίων
Διαπιστώνοντας ο δικαστής ότι όχι μόνο δεν κάμπτεται ο γενναίος αθλητής του Χριστού στην πρώτη αυτή δοκιμασία, αλλά με παρρησία υπομένει, δοξολογώντας τον Κύριο και
Θεό του, δίνει εντολή να συνεχιστούν τα μαρτύρια με πιο άγριο τρόπο. Και σ’ αυτό ήταν εξασκημένοι και έμπειροι οι βασανιστές των αγίων της Πίστεως. Σύμφωνα λοιπόν με τις
υπόλοιπες παραστάσεις της εικόνας πού βρέθηκε, ακολούθησαν τα έξης, στη μακρά οδό του μαρτυρίου του αγίου Φανουρίου:
Τον ρίχνουν καταγής και τον χτυπούν με ξύλα, μαστίγια και ρόπαλα, ενώ ο μεγαλομάρτυς τα αντιμετωπίζει ημίγυμνος με καρτερία, χωρίς φωνές και ικεσίες να τον λυπηθούν.
Η γαλήνη είναι αποτυπωμένη στο πρόσωπο του. Και η ψυχή του ασφαλώς θα βρίσκεται κοντά στον αρχηγό της πίστεως και τελειωτή Ιησού.
Στην επόμενη παράσταση εμφανίζεται να τον έχουν κλεισμένο στη φυλακή. Όχι όμως σε ησυχία. Διότι δύο από τους φρουρούς της τον έχουν ξαπλώσει και ξεσχίζουν το σώμα του
με ειδικά σιδερένια νύχια. Αυτό ήταν ένα αυτό τα συνηθισμένα μαρτύρια στα οποία υπέβαλαν κατά την περίοδο των διωγμών τους χριστιανούς. Και αφού τους ξέσχιζαν τις σάρκες,
έριχναν στις πληγές καυτό λάδι ή αλάτι, ή τις έκαιγαν με αναμμένες λαμπάδες, προκαλώντας αφόρητους πόνους και προσπαθώντας να κάμψουν την πίστη των χριστιανών.
Μετά από το μαρτύριο τούτο αφέθηκε για λίγο ο άγιος στη φυλακή, προφανώς για να ξανασκεφθεί όχι μόνο τις απειλές του δικαστή αλλά και τις υποσχέσεις του.
Στην πέμπτη λοιπόν παράσταση ο φυλακισμένος άγιος Φανούριος, οντάς αποφασισμένος για το τελικό μαρτύριο, δεν σκέπτεται τιμές και αξιώματα. Προσεύχεται, ζητώντας τη
χάρη και την ενίσχυση του Θεού, ώστε να «μείνει πιστός άχρι θανάτου».
Ακολουθεί νέα προσαγωγή του ενώπιον του δικαστή, με την παρουσία φρουρών. Ανακρίνεται και πάλι. Ομολογεί με θάρρος την πίστη του. Δεν πείθεται στα επιχειρήματα της
εξουσίας. Αντίθετα, μιλάει με πειθώ και παρρησία για τον Ιησού Χριστό και τη σωτηρία πού έφερε στους ανθρώπους οι οποίοι πιστεύουν σ’ αυτόν. Η όλη στάση του φανερώνει
ότι με θάρρος αντιμετωπίζει και τα απειλούμενα νέα βασανιστήρια, αλλά και το τελικό μαρτύριο.
Η συνέχεια παρουσιάζεται στην επόμενη απεικόνιση. Μέσα στη φυλακή ή το προαύλιο της ο άγιος Φανούριος εμφανίζεται δεμένος στα χέρια και τα πόδια σε κατακόρυφο ξύλο,
ενώ δύο από τους φρουρούς δεσμώτες κατακαίνε τα πλευρά του, προκαλώντας πόνους, παρόλο πού ο μάρτυς τους υπομένει με καρτερία και από την όλη στάση του δεν δείχνει
να τους υπολογίζει. Το πρόσωπο του είναι ιλαρό και ασφαλώς η σκέψη και η καρδιά του βρίσκονται κοντά στον Κύριο.
Η υπομονή του αγίου στα μαρτύρια εξαγρίωνε όλο και περισσότερο το δικαστή, αλλά και τους δήμιους του. Και από τα ελαφρότερα τον υπέβαλαν σε πλέον επώδυνα βασανιστήρια,
ελπίζοντας ότι στο τέλος θα δειλιάσει, θα σκεφτεί τη νεότητά του, θα καμφθεί το φρόνημά του και θα απαρνηθεί τη χριστιανική του ιδιότητα, για να κερδίσει τη ζωή του. Έτσι τον
υπέβαλαν στο μαρτύριο του τροχού. Τον έδεσαν δηλαδή ημίγυμνο σ’ ένα μάγκανο (τροχό) με καρφιά, ενώ και στο έδαφος είχαν τοποθετήσει αιχμηρά σίδερα πού εξείχαν προς τα
πάνω. Καθώς λοιπόν γύριζαν το μάγκανο αυτό, ξεσχίζονταν οι σάρκες του μάρτυρα, τόσο από κάτω όσο και από τα καρφιά του τροχού. Αλλά ούτε και το φρικτό αυτό μαρτύριο τον
λύγισε.
Έτσι προχώρησαν στο επόμενο, όπως απεικονίζεται στην ένατη κατά σειράν παράσταση: Τον έριξαν σε βαθύ λάκκο, μες στον οποίο υπήρχαν αγριεμένα και νηστικά θηρία, με
σκοπό να τον κατασπαράξουν. Αλλ’ ώ του θαύματος! Η προστασία και χάρη του Θεού δεν επέτρεψε στα θηρία να επιτεθούν στον μάρτυρα του Κυρίου. Τού φέρθηκαν σα να ήταν
εξημερωμένα, προκαλώντας το θαυμασμό και την απορία των δημίων και του ίδιου του δικαστή.
Ο φανατισμός τους όμως ήταν τόσο ανεξέλεγκτος, πού αντί να προβληματιστούν και να ενδιαφερθούν για την όντως αλήθεια της χριστιανικής πίστεως, συνέχισαν το βασανισμό
του αγίου Φανουρίου. Με νέο μαρτύριο: Τον ξάπλωσαν στη γη και έβαλαν πάνω στο εξασθενημένο από τα σκληρά βασανιστήρια σώμα του βαριά πέτρα, πιστεύοντας πώς αυτό
θα έθετε τέρμα στη ζωή του. Και πάλι απατήθηκαν, αφού ο Ιησούς Χριστός, στον οποίο δεν έπαψε ο μάρτυς να προσεύχεται, τον προστάτεψε, δίνοντάς του αντοχή και δύναμη για
να σηκώσει τη βαριά πέτρα.
Τότε ο δικαστής κάνει μία τελευταία, απεγνωσμένη προσπάθεια, πού παριστάνεται στην ενδέκατη ένθετη εικόνα: Δίνει εντολή και οδηγείται ο άγιος Φανούριος δεμένος μπροστά
σε ειδωλολατρικό βωμό, παρακινείται δε για ύστατη φορά να θυσιάσει. Πλην μάταιος ο κόπος. Έπειτα από τόσα μαρτύρια και πίεση, στην οποία ανταπεξήλθε με καρτερία και
ηρωισμό, πού μόνο στους γενναίους αθλητές της πίστεως συναντά κανείς, ήταν αδύνατο πλέον να προδώσει τον Κύριο και Θεό του για χάρη ειδώλων που ήταν «έργα χειρών
ανθρώπων». Με κατηγορηματικό τρόπο αρνήθηκε να θυσιάσει. Στην παράσταση εμφανίζεται να κρατά αναμμένα κάρβουνα. Θα του ήταν αρκετό να τα βάλει με θυμίαμα στο
βωμό και να θεωρηθεί έτσι ότι προσφέρει θυσία. Όμως προτίμησε να καίγονται οι παλάμες του!
Η τελείωση του
Ήταν πλέον φανερό ότι ο άγιος Φανούριος δεν επρόκειτο να ενδώσει σε κανένα από τα βασανιστήρια πού είχε επινοήσει η κρατική εξουσία και εκτελούσαν με ιδιαίτερη
βαναυσότητα οι δήμιοι. Το είχε ο άγιος αποδείξει με το θάρρος της ομολογίας, με την καρτερία, με την προσευχή, με την αποφασιστικότητά του να υπομείνει ως το τέλος για τη
δόξα του Χριστού.
Απογοητευμένος και συνάμα οργισμένος ο δικαστής από την αποτυχία του να μεταστρέψει τον άγιο Φανούριο και να τον φέρει ατούς κόλπους των ειδωλολατρών, έβγαλε την
τελεσίδικη απόφασή του: Να θανατωθεί ο χριστιανός νέος διά της πυράς! Και την τελική αυτή σκηνή αναπαριστά η δωδέκατη κατά σειράν ένθετη εικόνα: Ανάβουν οι δήμιοι δυνατή
φωτιά σ’ ένα καμίνι και ρίχνουν μέσα του τον μάρτυρα του Χριστού. Κι ενώ οι φλόγες κατατρώγουν τις σάρκες του, εκείνος γαλήνιος, με τα χέρια υψωμένα σε στάση προσευχής,
ευχαριστεί τον Κύριο γιατί τον αξίωσε να μαρτυρήσει για το όνομά Του και παραδίδει την αγιασμένη ψυχή του σ’ Αυτόν, για να την κατατάξει στο ουράνιο τάγμα του «νέφους των
μαρτύρων».
Η αναστήλωση του ναού του
Αφού βρέθηκε η εικόνα, ο καλός εκείνος ποιμένας και αρχιερέας του Θεού, ο Νείλος, πήγε στον ηγεμόνα της Ρόδου και ζήτησε την άδεια να ξαναχτίσει τον ερειπωμένο ναό, στον
οποίο κατά την ανασκαφή είχε βρεθεί η εικόνα του αγίου. Ο ηγεμόνας αρχικά δεν έκανε δεκτό το αίτημα. Μπροστά όμως στην επιμονή του Νείλου υποχώρησε και έδωσε την
συγκατάθεσή του. Τότε ο αρχιερέας ανήγειρε και πάλι τον ιερό εκείνο ναό.
Ο σωζόμενος σήμερα ναΐσκος είναι βυζαντινός, πού επί τουρκοκρατίας είχε μετατραπεί σε τζαμί, γνωστό με το όνομα Πιαλεντίν, προς τιμήν ομώνυμου πασά.
Σύμφωνα, τέλος, με Κώδικα (άριθμ. 1190) της Βιβλιοθήκης του Βατικανού, φερμένο από τους Ιππότες, στη Ρόδο υπήρχε την εποχή τους και Μοναστήρι αφιερωμένο στη μνήμη
του μεγάλο μάρτυρος αγίου Φανουρίου.
Τό Ἀπολυτίκιον τοῦ Ἁγίου Ἦχος δ΄.
Οὐράνιον ἐφύμνιον ἐν γῆ τελεῖται λαμπρῶς, ἐπίγειον πανήγυριν νῦν ἑορτάζει φαιδρῶς, Ἀγγέλων πολίτευμα, ἄνωθεν ὑμνωδίαις, εὐφημούσι τούς ἄθλους,
κατωθεν Ἐκκλησία, οὐράνιον δόξαν ἤν εὖρες πόνοις καί ἄθλοις τοῖς σοῖς, Φανούριε ἔνδοξε.
Κοντάκιον Ἦχος γ΄.
Ἱερεῖς διέσωσας αἰχμαλωσίας ἄθεου, καί δεσμά συνέθλασας, δυνάμει θεία Θεοφρον, ἤσχυνας τυράννων θράση γεναιοφρόνως, ηὔφρανας Ἀγγέλων τάξεις
Μεγαλομάρτυς, διά τοῦτο σέ τιμῶμεν, θεῖε ὁπλίτα, Φανούριε ἔνδοξε.
Μεγαλυνάριον
Τούς ἀσπαζομένους τήν σήν σεπτήν, εἰκόνα ἐν πίστει, καί αἰτοῦντας σήν ἀρωγήν, Μάρτυς κληρονόμους, τῆς θείας Βασιλείας Φανούριε, λιταίς σου, πάντας ἀναδεῖξον.
Ακούστε το Απολυτίκιον του Αγίου Φανουρίου του Μεγαλομάρτυρα και Νεοφανή
Τρίτη 25 Αυγούστου 2015
Λάμπρος Κ. Σκόντζος, Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος: Ο μείζων εν γεννητοίς γυναικών
ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ: Ο ΜΕΙΖΩΝ ΕΝ ΓΕΝΝΗΤΟΙΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου - Καθηγητού
Ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος ανήκει στη χωρία των μεγάλων προφητών και ομολογητών της πίστεώς μας. Ο Ίδιος ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός τον χαρακτήρισε ως το μέγιστο άνθρωπο που φάνηκε στον κόσμο: «αμήν λέγω υμίν, ουκ εγήγερται εν γεννητοίς γυναικών μείζων Ιωάννου του βαπτιστού» (Ματθ.11,11).
Η αγία μας Εκκλησία τον έθεσε σε τιμή μετά τη Θεοτόκο, μάλιστα στην
εικονογραφία παριστάνεται μαζί με την Παναγία μας να ικετεύει για τη
σωτηρία του κόσμου. Είναι η γνωστή εικονογράφηση της «δεήσεως».
Ο μεγάλος αυτός άνδρας πάνω απ’ όλα είναι ο πρόδρομος της εμφανίσεως
του Χριστού στον κόσμο, αυτός που άνοιξε το δρόμο να περάσει ο Λυτρωτής
μας. Είναι ο μεγάλος αγγελιοφόρος της πιο χαρμόσυνης και ελπιδοφόρας
αγγελίας όλων των εποχών: της εν Χριστώ απολυτρώσεως του ανθρωπίνου
γένους. Είναι ο κομιστής και ο διαπρύσιος κήρυκας της μετάνοιας και ο
άτεγκτος ελεγκτής της ανομίας και της αμαρτίας.
Σύμφωνα με τις αγιογραφικές μαρτυρίες ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος
υπήρξε κορυφαίο όργανο της θείας πρόνοιας και του έργου της σωτηρίας του
κόσμου, διαδραματίζοντας πρωτεύοντα ρόλο. Μεγάλοι προφήτες της Παλαιάς
Διαθήκης είχαν προφητεύσει για το πρόσωπό του και τη δράση του. Ο
προφήτης Μαλαχίας προανήγγειλε τη βουλή του Θεού για την εμφάνιση του
Τιμίου Προδρόμου: «Ιδού εγώ
εξαποστέλλω τον άγγελόν μου, και επιβλέψεται οδόν προ προσώπου μου, και
έξαίφνης ήξει εις ναόν εαυτού Κύριος, όν υμείς ζητείτε, και ο άγγελος
της διαθήκης, όν υμείς θέλετε. Ιδού έρχομαι, λέγει Κύριος Παντοκράτωρ» (Μαλ.3,1).
Η γέννησή του υπήρξε θαυμαστό γεγονός, διότι γεννήθηκε από μητέρα
στείρα. Ήταν γιος του ευσεβή ιερέα Ζαχαρία, από την εφημερία Αβιά
(Α΄Βασιλ.24,10) και της Ελισάβετ (Λουκ.1,7) η οποία καταγόταν από τον
ιερατικό οίκο «Ααρών» (Λουκ.1,5). Ο αρχάγγελος Γαβριήλ παρουσιάστηκε στο
Ζαχαρία την ώρα που θυμίαζε στο ναό, για να του αναγγείλει τη γέννηση
του παιδιού του. Για την καλόπιστη απιστία του έμεινε άλαλος ως τη
γέννησή του. Ο Ιωάννης ήταν εκλεγμένος από το Θεό «εκ κοιλίας μητρός», διότι όταν επισκέφτηκε η Θεοτόκος τη συγγενή Της Ελισάβετ, ούσες έγγειοι και οι δύο άγιες γυναίκες, «εγένετο ως ήκουσεν η Ελισάβετ τον ασπασμόν της Μαρίας, εσκίρτησε το βρέφος εν τη κοιλία αυτής» (Λουκ.1,41).
Με την επενέργεια του Αγίου Πνεύματος έγνωσε ο Πρόδρομος, ως βρέφος
αγέννητο ακόμη, τον ερχομό του Κυρίου και χάρηκε! Το όνομά του σημαίνει
δώρο Θεού (Θεοχάρης για την ακρίβεια), και ήταν επιλογή του ιδίου του
Ζαχαρία, διότι πίστευε ακράδαντα ότι το παιδί αυτό ήταν χάρισμα του
Θεού, για τον ίδιο και για όλη την ανθρωπότητα. Αυτό αποδεικνύεται από
τις προφητικές ρήσεις του αγίου ιερέα, μετά τη «λύση» της γλώσσας του.
Μεγάλωσε μέσα σε περιβάλλον ευσέβειας, πίστεως στο Θεό και εναγώνιας
αναμονής του Μεσσία. Οι άγιοι γονείς του γέμισαν την ψυχή του με την
βεβαία προσμονή του Λυτρωτή του κόσμου. Τον έμαθαν να κλείνει ερμητικά
τα αφτιά του στην κοσμική σαπίλα και να αποστρέφεται την αμαρτία, διότι
έπρεπε να τους βρει ο Μεσσίας καθαρούς, όσο γινόταν, ώστε να σχηματιστεί
ο αρχικός πυρήνας των συνεργατών Του.
Σε ηλικία τριάντα ετών αποσύρθηκε στην έρημο της Ιουδαίας για να ζήσει
βίο ασκητικό, για την προσωπική του κάθαρση. Αυτό έκαναν και άλλοι
ευσεβείς Ιουδαίοι της εποχής του, όπως οι Εσσαίοι, οι οποίοι είχαν
δημιουργήσει ολόκληρες κοινότητες ασκητών στην περιοχή της Νεκράς
Θαλάσσης. Ο Ιωάννης πιθανότατα δεν ανήκε σε αυτές τις ομάδες, διότι η
ιδέα του περί του αναμενόμενου Μεσσία είναι ριζικά
διάφορη
από εκείνη των Εσσαίων, οι οποίοι περίμεναν δύο Μεσσίες. Ζούσε με
προσευχή και νηστεία. Ως ένδυμα είχε τρίχες καμήλας και έτρωγε ακρίδες
(βλαστάρια φυτών της ερήμου) και μέλι από αγριομέλισσες. Δεν αρκούνταν
μόνο στην προσωπική του άσκηση, αλλά εμπνευσμένος από το Άγιο Πνεύμα, ως
«ρήμα Θεού» (Λουκ.3,2), φώναζε με γοερή φωνή πάνω από τους γυμνούς βράχους της ερήμου, για να ακουστεί όσο το δυνατό μακρύτερα: «μετανοείτε, ήγγικε γαρ η βασιλεία των ουρανών»(Ματθ.3,3). Κήρυσσε «βάπτισμα μετανοίας εις άφεσιν αμαρτιών» (Μαρκ.1,4), και βάπτιζε τα πλήθη στα νερά του Ιορδάνη, «εξομολογούμενοι τας αμαρτίας αυτών»(Ματθ.3,6), αφού «εξεπορεύετο προς αυτόν πάσα η Ιουδαία χώρα και οι Ιεροσολυμίται» (Μάρκ.1,5).
Ταυτόχρονα δίδασκε τους πολυάριθμους επισκέπτες του, την ευσέβεια και
τη δικαιοσύνη και στηλίτευε την ασέβεια και την αδικία, αλλά και«πολλά μεν ουν έτερα παρακαλών ευηγγελίζετο τον λαόν» (Λουκ.3,18).
Η συνάντησή του με το Χριστό και η βάπτισή Του από τον Πρόδρομο υπήρξε η
κορυφαία στιγμή για το θεοφόρο άνδρα. Πληρωμένος από τη χάρη του Αγίου
Πνεύματος προανάγγειλε την έλευση του Σωτήρα: «ο
οπίσω μου ερχόμενος ισχυρότερός μου εστίν. Ου ουκ ειμί ικανός τα
υποδήματά βαστάσαι. Αυτός υμάς βαπτίσει εν Πνεύματι Αγίω και πυρί. Ου το
πτύον εν τη χειρί αυτού, και διακαθαριεί την άλωνα αυτού, και συνάξει
τον σίτον αυτού εις την αποθήκην, το δε άχυρον κατακαύσει πυρί ασβέστω» (Ματ.3,11-12). Από μακριά διέκρινε το Χριστό και ομολόγησε: «Ίδε ο αμνός του Θεού ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου. Ούτος εστιν περί ου εγώ είπον» (Ιωάν.1,29).
Η ομολογία; Του και η μαρτυρία του υπήρξε καταλυτικός παράγων για τα
παραβρισκόμενα πλήθη. Είναι η πρώτη μεγάλη δημόσια αναγνώριση του
ερχομού του Μεσσία. Επίσης συγκλονιστικό γεγονός υπήρξε και η τελετή της
βαπτίσεως του Κυρίου από τα χέρια του Ιωάννη, την οποία επισφράγισε η
φανέρωση της Αγία Τριάδος. Το αξιοσημείωτο στη βάπτιση του Κυρίου είναι η
άρνηση του Προδρόμου να βαπτίσει το Χριστό, διότι ο θεοφόρος άνδρας
διέγνωσε την απόλυτη αναμαρτησία Του και είχε τη συναίσθηση της
τυπικότητας του βαπτίσματος του δικού του, το οποίο ήταν τύπος του αγίου
Βαπτίσματος της Εκκλησίας του Χριστού, ως το μόνο που μπορεί να
αναγεννήσει τον άνθρωπο.
Στόχος του Τιμίου Προδρόμου υπήρξε κυρίως η πολιτική και πνευματική
εξουσία της εποχής του, η οποία είχε φτάσει σε έσχατα σημεία κατάπτωσης
και ηθικής σήψης. Πυρωμένος από θείο ζήλο, αλλά και αγανάκτηση ο ιερός
άνδρας μύδρους κατά των δυναστών του λαού. Ήταν κυριολεκτικά
ασυμβίβαστος και ασκούσε κριτική προς κάθε κατεύθυνση, χωρίς να
λογαριάζει τις συνέπειες της παρουσίας του. Καταφέρθηκε εναντίον των
Φαρισαίων και των Σαδδουκαίων, οι οποίοι στο όνομα του Θεού και της
υποκριτικής τους ευσέβειας καταπίεζαν και εκμεταλλεύονταν αφόρητα το
λαό. Τους χαρακτήριζε δημόσια ως «γεννήματα εχιδνών» και τους προειδοποιούσε ότι αν δεν μετανοήσουν δε θα ξεφύγουν «από της μελλούσης οργής» (Ματθ.3,8). Με παραστατικότατο τρόπο τους ανάγγειλε πως ήδη, με τον ερχομό του Μεσσία «η αξίνη προς την ρίζαν των δένδρων κείται και παν ουν δένδρον μη ποιούν καρπόν καλόν εκκόπτεται και εις πυρ βάλλεται» (Ματθ.3,10).
Ιδιαίτερος στόχος του έγινε η διεφθαρμένη πολιτική εξουσία της εποχής
του. Τα διάφορα ανδρείκελα – εξωμότες συμπατριώτες του ασκούσαν
τυραννική εξουσία για λογαριασμό της σιδερόφρακτης κοσμοκράτειρας Ρώμης.
Ενώ ο λαός στέναζε κάτω από την πιο σκληρή δουλεία και λιμοκτονούσε,
αυτοί ζούσαν μέσα στη χλιδή, τις ατέλειωτες διασκεδάσεις και την
ανηθικότητα. Ύψωσε το ανάστημά του απέναντι στον ακόλαστο και
διεφθαρμένο «τετράρχη» Ηρώδη «περί πάντων ων εποίησε πονηρών» (Λουκ.3,19). Αυτός συζούσε παράνομα με την Ηρωδιάδα, τη γυναίκα του
αδελφού
του, αδιαφορώντας για τον σκανδαλισμό που προκαλούσε στον ευσεβή λαό η
φρικτή μοιχεία του. Φώναζε κάτω από τα ανάκτορά του με όλη τη δύναμη της
ψυχής του, ελέγχοντας το μοιχό βασιλιά: «ουκ έξεστί σοι έχειν την γυναίκα του αδελφού σου» (Μαρκ.6,18). Ο θρασύς και ακόλαστος μονάρχης συνέλαβε και έκλεισε στη φυλακή τον διαπρύσιο ελεγκτή. Δεν τον σκότωσε, διότι «εφοβήθη τον όχλον, ότι ως προφήτην αυτόν είχον» (Ματθ.18,5).
Αλλά και από το ολοσκότεινο και υγρό δεσμωτήριο ο Ιωάννης επαναλάμβανε
ακατάπαυτα τον δριμύ του έλεγχο, ο οποίος έγινε πολύ ενοχλητικός στα
αυτιά παράνομου ζευγαριού και των αυλικών του. Η Ηρωδιάδα αποδείχτηκε
πιο διεφθαρμένη από τον Ηρώδη, «ενείχεν αυτώ και ήθελεν αυτόν αποκτείναι και ου ηδύνατο» (Μαρκ.6,19).
Γι’ αυτό παγίδευσε με όρκο τον παράνομο σύντροφό της, με το δαιμονικό
πορνικό χορό της κόρης της Σαλώμης και κατόρθωσε να αποκεφαλίσει τον
Ιωάννη και να σιγήσει το εύλαλο στόμα του!
Μετά από αυτό, «ακούσαντες οι μαθηταί αυτού ήλθον και ήραν το πτώμα αυτού, και έθηκαν αυτό εν μνημείω» (Μαρκ.6,29).
Όμως ούτε τα τιμημένα λείψανά του βρήκαν ανάπαυση στον τάφο. Ο
παρανοϊκός αυτοκράτορας Ιουλιανός ο Παραβάτης (361-363) τα έκαψε και τα
εξαφάνισε με δαιμονική μανία!
Αλλά και μετά το μαρτυρικό του θάνατο ο Τίμιος Πρόδρομος συνέχισε να
συμβάλλει στο έργο της σωτηρίας του κόσμου. Σύμφωνα με τη διδασκαλία της
Εκκλησίας μας, έγινε ο διαπρύσιος κήρυκας της εν Χριστώ απολυτρώσεως
και στον Άδη, προετοιμάζοντας τα εκεί πνεύματα να δεχτούν τον Κύριο και
να προσκολληθούν με Αυτόν κατά τη λαμπροφόρο Ανάστασή Του.
Ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος ανήκει στη χωρία των μεγάλων ανδρών της
πίστεώς μας, διότι διαδραμάτισε σημαντικότατο ρόλο στη διαδικασία της
σωτηρίας του κόσμου. Το πρόσωπό του αποτέλεσε το μεταίχμιο της Παλαιάς
Διαθήκης και γενικά του αρχαίου κόσμου και της Καινής Διαθήκης, του νέου
εν Χριστώ ανακαινισμένου κόσμου. Είναι ταυτόχρονα ο έσχατος προφήτης
της Παλαιάς Διαθήκης και ο πρώτος της Καινής. Είναι ο πρόδρομος του
Κυρίου, ο οποίος, όπως είδαμε, άνοιξε και λείανε το δρόμο να περάσει
Εκείνος. Οι δικοί του μαθητές αποτέλεσαν τον αρχικό πυρήνα των μαθητών
του Χριστού. Ο Ανδρέας, ο Πέτρος, ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης, ανήκαν στον
κύκλο του Ιωάννη. Μάλιστα ο ίδιος τους προέτρεψε να ακολουθήσουν το
Χριστό, διότι η αποστολή του είχε λήξει. Είναι ο μεγάλος κήρυκας της
μετάνοιας και της επιστροφής των ανθρώπων στις «ευθείες τρίβους» του
Θεού (Μαρκ.1,3). Υπήρξε ο μέγας ελεγκτής της ανομίας και ένα από τα
θαρραλέα στόματα όλων των εποχών, ο οποίος δε δείλιαζε μπροστά στους
ισχυρούς της εξουσίας και του πνεύματος να ορθώσει λόγο ελεγκτικό με
σκοπό να επαναφέρει στην τάξη και το νόμο τους παραβάτες της ηθικής και
του δικαίου. Υπήρξε η ενσάρκωση της άσκησης και της θυσίας του
προσωπικού θελήματος, διότι δε ζούσε πια για τον εαυτό του, αλλά για να
επιτελέσει την υψηλή αποστολή που του ανέθεσε ο Θεός. Ο άγιος Ιωάννης
υπήρξε ο πρώτος και μεγαλύτερος ασκητής της Εκκλησίας μας και το πρότυπο
όλων των κατοπινών μυριάδων ασκητών Της.
Για όλα αυτά η αγία μας Εκκλησία τιμά ιδιαιτέρως τον Πρόδρομο του
Κυρίου, κατατάσσοντάς τον στην κορυφή των ιερών προσώπων Της.
Περισσότερες από έξι φορές το χρόνο με ισάριθμες εορτές, τιμά το ιερό
του πρόσωπο. Πλήθος ναών σε όλο τον ορθόδοξο κόσμο είναι αφιερωμένοι σ’
αυτόν και χιλιάδες πιστοί φέρουν με καμάρι το σεπτό του όνομα. Το ίδιο
και μια πλειάδα, πόλεων, χωριών και τοπωνυμιών, φέροντας το όνομά του,
δηλώνοντας τη μεγάλη προσωπικότητά του. Οι πιστοί χριστιανοί με το
αλάνθαστο αισθητήριο της πίστης τους γνωρίζουν την υψηλή του θέση, κοντά
στο Λυτρωτή μας Χριστό, στη θριαμβεύουσα Εκκλησία, και γι’ αυτό τον
παρακαλούν να δέεται αέναα για τη σωτηρία των ιδίων και του κόσμου.
Πώς σώθηκε ο Αγ.Ιωάννης ο Πρόδρομος από την Σφαγή των Νηπίων που διέταξε ο Ηρώδης;
…Στην μαύρη λίστα ήταν και ο Πρόδρομος.
Ήταν τότε περίπου δύο ετών, αλλά σώθηκε εκ θαύματος. Η Ελισάβετ τον πήρε στην αγκαλιά της και έτρεξε να κρυφτεί. Ανέβηκε στο βουνό. Πάνω στην μεγάλη της αγωνία έβγαλε κραυγή και είπε: «Όρος Θεού! Δέξου την μάνα και το παιδί». Ευθύς το βουνό κόπηκε στην μέση. Μάνα και παιδί πέρασαν απέναντι! «Η δε Ελισάβετ λαβούσα τον Ιωάννη πέτρα παρεκάλει. Δέξαι μητέρα μετά τέκνον, Λίθος μητέραν συν τέκνον δέχεται» (Όρθρος ΚΘ Δεκεμβρίου).
Εν τω μεταξύ ο Ηρώδης έψαχνε για τον Ιωάννη. Έστειλε στρατιώτες τον Ζαχαρία, τον πατέρα του Ιωάννη.
-Πού έκρυψες το παιδί σου; του είπαν.
-Εγώ είμαι λειτουργός του Υψίστου, δεν γνωρίζω πού είναι τώρα ο υιός μου, απάντησε.
Οι στρατιώτες μετέφεραν τα νέα στον Ηρώδη. Ο Ηρώδης θύμωσε. Έδωσε εντολή να σφάξουν τον πατέρα του Προδρόμου. Και τον έσφαξαν μεταξύ του ναού και του θυσιαστηρίου (Μτ.23:35).
Από το βιβλίο Χαίρε Κεχαριτωμένη, του π. Βασιλείου Μπακογιάννη, εκδ. Θαβώρ, σ. 81-82
για την αντιγραφή Alexia-momyof6
https://antexoume.wordpress.com
Τρία θαυμαστά γεγονότα που συνοδεύουν το γενέθλιο του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου (24 Ιουνίου)
Τρία θαυμαστά γεγονότα που συνοδεύουν το γενέθλιο του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου (24 Ιουνίου)
Τρία θαυμαστά γεγονότα που συνοδεύουν το γενέθλιο του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου (24 Ιουνίου)Το πρώτο θαυμαστό γεγονός, είναι ότι ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος είναι ο μοναδικός άγιος που πρώτα τον γνώρισε ο κόσμος ως Άγιο και έπειτα ως βρέφος. Πρώτα τον γνώρισε ως Προφήτη και έπειτα τον είδε ως άνθρωπο!
Και αυτό γιατί πριν ακόμα βγει από την κοιλιά της μητέρας του, έδειξε την Χάρη που έλαβε από τον Θεό και προφήτευσε προσκυνώντας τον Δεσπότη των απάντων. Σκίρτησε στην κοιλιά της Ελισάβετ όταν η Παναγία την ασπάστηκε. Το σκίρτημα αυτό ήταν ένα προσκύνημα που γέμισε την καρδιά της Ελισάβετ με πνευματική χαρά και ανεφώνησε: ἰδοὺ γὰρ ὡς ἐγένετο ἡ φωνὴ τοῦ ἀσπασμοῦ σου εἰς τὰ ὦτά μου, ἐσκίρτησεν ἐν ἀγαλλιάσει τὸ βρέφος ἐν τῇ κοιλίᾳ μου. (Λκ 1,44) Αμέσως δηλαδή μεταδόθηκε η χάρη που έλαβε ο Ιωάννης στην Ελισάβετ, η οποία άρχισε να κηρύττει εκείνα που ο Ιωάννης ως αγέννητος δεν μπορούσε να πει: καὶ ἐπλήσθη Πνεύματος Ἁγίου ἡ Ἐλισάβετ καὶ ἀνεφώνησε φωνῇ μεγάλῃ καὶ εἶπεν· εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξὶ καὶ εὐλογημένος ὁ καρπὸς τῆς κοιλίας σου. Καὶ πόθεν μοι τοῦτο ἵνα ἔλθῃ ἡ μήτηρ τοῦ Κυρίου μου πρός με; Ἰδοὺ γὰρ ὡς ἐγένετο ἡ φωνὴ τοῦ ἀσπασμοῦ σου εἰς τὰ ὦτά μου, ἐσκίρτησε τὸ βρέφος ἐν ἀγαλλιάσει ἐν τῇ κοιλίᾳ μου. (Λκ 1,41-42)
Μητέρα του Θεού, ονομάζει την Παρθένο, σαν να ήξερε ποιον κυοφορούσε μέσα στην κοιλιά της. Γίνεται Προφήτης λοιπόν η Ελισάβετ και αυτό βεβαίως είναι δόξα του υιού της, του Ιωάννη.
Είναι πράγματι ασύλληπτη η χάρη που δόθηκε στον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο. Αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι:
Οι Μάρτυρες, πρώτα βαπτίζονται στο αίμα του Μαρτυρίου τους, οι ασκητές πρώτα πλένονται στον ιδρώτα της άσκησης, οι Απόστολοι πρώτα ευωδίασαν τον εαυτό τους με την οσμή του κηρύγματος, όλοι οι Άγιοι βάφτηκαν πρώτα με τους αγώνες τους και έπειτα έλαβαν την Χάρη του Αγίου Πνεύματος. Ο κόσμος γενικά, γνώρισε τον κάθε άνθρωπο που αγίασε, από τα κατορθώματα των αρετών του. Όλοι οι Προφήτες, από την πολλή τους αρετή έγιναν σκεύη δεικτικά των χαρισμάτων του Αγίου Πνεύματος και έτσι έλαβαν και το χάρισμα να προφητεύουν. Τότε ο κόσμος κατάλαβε πως ήταν Προφήτες.
Όμως, τον Άγιο Ιωάννη, τον κατάλαβε ο κόσμος, πριν να γεννηθεί στον κόσμο. Όταν ήταν βρέφος αγέννητο!
Ένα δεύτερο θαυμαστό γεγονός, είναι το γεγονός πως για να καταλάβουν οι άνθρωποι ότι ο Άγιος Ιωάννης είναι Πρόδρομος του Μονογενούς Υιου του Θεού, ο Θεός θέλησε η γέννησή του Προδρόμου, να έχει παρόμοια προτερήματα με εκείνα του Ιησού:
– Στην γέννηση του Ιησού Χριστού ο Γαβριήλ ευαγγελίζει στην Παρθένο το Χαίρε. Στην γέννηση του Ιωάννη ο Άγγελος, λέει στον πατέρα του τον Ζαχαρία «Και έσται χαρά σοι και αγαλλίασις». (Λκ 1,14)
– Ο Άγγελος λέει στην Παρθένο: Εκείνος που θα γεννήσεις, είναι ο Υιός του Υψίστου. (Λκ. 1,32) Ο Άγγελος προλέγει στον Ζαχαρία, ότι ο υιός σου θα είναι Μεγας ενώπιον του Κυρίου. (Λκ 1,15)
– Στην γέννηση του Χριστού έχουμε παρθενία και τόκο. Στην γέννηση του Ιωάννη έχουμε στείρωση και γηρατειά.
– Εκεί Άγγελοι δοξαζουν, εδώ άνθρωποι θαυμάζουν.
– Εκεί ανοίγουν οι ουρανοί και κατεβάζουν τον αστέρα, εδώ λυνεται η γλώσσα του πατέρα και εκφωνει τις προφητείες.
– Γεννήθηκε ο Ιησούς και έπαψε του διαβόλου η εξουσία. Γεννήθηκε ο Ιωάννης και άρχισε το κήρυγμα της Σωτηρίας.
Μια τρίτη μικρή αλλά πολύ σημαντική λεπτομέρεια: Ο Ζαχαρίας δεν προσευχόταν να του χαρίσει ο Θεός έναν υιό. Αν ζητούσε κάτι τέτοιο, τότε σίγουρα δεν θα απιστούσε τόσο, όταν ο Άγγελος του είπεότι θα γεννήσει υιό η Ελισάβετ. Αυτός, όταν προσέφερε στον Θεό θυμίαμα παρακαλούσε για την Σωτηρία του λαού και κατά την ώρα που έκανε δέηση για την Σωτηρία του κόσμου, τον επισκέφτηκε ο Άγγελος και του είπε, ότι ακούστηκε η δέησή σου και η γυναίκα σου η Ελισάβετ θα γεννήσει τον υιόν σου. Σαν να του έλεγε ότι η Σωτηρία του κόσμου, θα αρχίσει από την γέννηση του υιού σου. Σαν να του έλεγε ότι ήταν η γέννηση του Ιωάννη η Σωτηρία όλου του κόσμου.
Λέει ο Άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης πως καθένας από τους υπόλοιπους αγίους εγκωμιάσθηκε από κάποιον άλλον, ο υψηλός στην αρετή από κάποιον επίσης υψηλό, και ο μετριώτερος από κάποιον μέτριο. Γι’ αυτόν, όμως, που τώρα ευφημείται κατ’ εξοχήν, το εγκώμιο προέρχεται από τον ίδιο τον Χριστό τον Θεό, που είναι η αλήθεια. Γιατί αναφέρει: «Κανείς μεταξύ των ανθρώπων δεν έχει αναφανεί ανώτερος από τον Ιωάννη τον Βαπτιστή».
Άπολυτίκιον. Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Προφήτα και Πρόδρομε, της παρουσίας Χριστού, άξίως εϋφημήσαί σε,
ουκ εύπορούμεν ημείς, οι πόθω τιμώντές σε· στείρωσις γαρ τεκούσης, και
πατρός αφωνία, λέλυται τη ενδόξω, και σεπτή σου γεννήσει, και σάρκωσις
Υιού του Θεού, κόσμω κηρύττεται.
Κοντάκιον Ήχος γ’. Η Παρθένος
Η πριν στείρα σήμερον, Χριστού τον Πρόδρομον τίκτει, και αυτός το
πλήρωμα, πάσης της προφητείας, όνπερ γάρ, προανεκήρυξαν οι Προφήται,
τούτον δη, εν Ιορδάνη χειροθετήσας, ανεδείχθη Θεού Λόγου, Προφήτης Κήρυξ
ομού και Πρόδρομος.
Επεξεργασία: Ορθόδοξες Απαντήσεις, Ιούνιος 2014
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)