Παρασκευή 26 Σεπτεμβρίου 2014

Απ. Ἀνδρέας ~ Ο οδηγός των Ελλήνων Στο Χριστό



Ὁ Ἀνδρέας ἔμεινε σταθερὰ πιστὸς στὸ Χρι­στό. 
Δὲν τὸν ἀρνήθηκε ὅπως ὁ Πέτρος, δὲν τὸν πρόδωσε ὅπως ὁ Ἰούδας. Ἦταν κοντά του ὅ­ταν ὁ Χριστὸς ἔκανε τὸ πρῶτο θαῦμα στὸ γάμο τῆς Κανᾶ· αὐτὸς ποὺ κάνει τὰ κλήματα νὰ παίρνουν τὸ νερὸ καὶ νὰ τὸ κάνουν χυμό, αὐ­τὸς καὶ τότε ἔκανε τὸ νερὸ κρασὶ μέσα στὰ δο­χεῖα.
«Μέγας εἶ, Κύριε, καὶ θαυμαστὰ τὰ ἔργα σου, καὶ οὐδεὶς λόγος ἐξαρ­κέσει πρὸς ὕμνον τῶν θαυμασίων σου» (Μ. Ἁγιασμ.). Ἦταν κοντά του σὲ κάθε κήρυγμα, ὅταν ὁ Χριστὸς δίδασκε ἀλήθει­ες ποὺ ποτέ δὲν εἶχαν ξανακουστῆ κ᾽ οἱ ἄν­θρωποι ἔτρεχαν σ᾽ αὐτὸν ὅπως οἱ μέλισσες στὸν ἀνθό. Ἦταν κοντά του ὅταν ὁ Χριστὸς ἔ­κανε τὰ μεγάλα του θαύματα καὶ ἔβγαζε δαιμό­νια. Ἦταν κοντά του ὅταν ὁ Χριστὸς βρέθη­κε μὲ τὰ πλήθη στὴν ἔρημο καὶ ρώτησε· «Πό­θεν ἀ­γοράσωμεν ἄρτους ἵνα φάγωσιν οὗτοι;»...

Τότε ὁ Ἀνδρέας εἶπε· Εἶνε ἐδῶ ἕνα παιδὶ ποὺ ἔ­χει πέν­τε κρίθινα ψωμιὰ καὶ δύο ψάρια, «ἀλ­λὰ ταῦ­τα τί ἐστιν εἰς τοσούτους;», ποῦ νὰ φτά­σουν αὐ­τὰ γιὰ τόσους; (Ἰω. 6,5,8). Κ᾽ ἐν συνεχείᾳ εἶ­δε τὸν Κύριο νὰ τὰ πολλαπλασιάζῃ καὶ νὰ χορταίνουν ὅλοι ἐκεῖνοι. Ἦταν κοντά του ὅ­ταν πῆγε στὸ μνῆμα καὶ εἶπε στὸ νεκρὸ Λάζαρο «Λάζαρε, δεῦρο ἔξω» (Ἰω. 11,43). Ἦταν κοντά του ὅταν ὁ Χριστὸς μπῆκε στὰ Ἰεροσόλυμα καὶ τὰ πλήθη σὲ μιὰ πρωτοφανῆ αὐθόρμητη ἐκδήλωσι τὸν ὑ­ποδέχθηκαν καὶ τὰ παιδιὰ φώναζαν «Ὡσαννά, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου» (Ἰω. 12,13 = Ψαλμ. 117,26). 
Κοντὰ στὸ Χριστὸ ἦταν ὁ Ἀνδρέας τὴν εὐλογη­μένη νύχτα τῆς Μεγάλης Πέμπτης στὸ Μυστικὸ Δεῖπνο, στὰ συνταρακτικὰ γεγο­νότα τῶν παθῶν, στὶς ἐμ­φανίσεις τοῦ Κυρίου μετὰ τὴν Ἀνάστασι, ὅ­ταν ἦρθε κεκλεισμένων τῶν θυρῶν καὶ εἶπε «Εἰρήνη ὑμῖν» (Ἰω. 20,19,21).

Πα­ρὼν ἦταν στὴν Ἀνάληψι, ὅταν ὁ Χριστὸς ἔφυγε γιὰ τοὺς οὐρανούς. Παρὼν καὶ στὴν Πεντηκοστή, ὅταν τὸ Πνεῦμα το ἅγιο κατέβηκε «ἐν εἴδει πυρίνων γλωσσῶν» (ἀπόλ. Πεντ.) καὶ ἔκανε τοὺς ἀποστόλους πανσόφους διδασκάλους.


Παντοῦ ὁ Ἀνδρέας ἀκολούθησε πιστὰ τὸ Χριστό. Παρὼν ἦταν καὶ σὲ ἕνα περιστατικὸ ποὺ ἔχει σχέσι μ᾽ ἐμᾶς. Πῆγαν στὰ Ἰεροσόλυμα νὰ προσκυνήσουν Ἕλληνες προσήλυτοι, Ἕλληνες δηλαδὴ ποὺ ἤθελαν νὰ ἐνταχθοῦν στὸ λαὸ τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ.
 Ἄκουγαν, ὅτι πα­ρουσιάστηκε ἕνας διδάσκαλος ἀνώτερος ἀπὸ τὸν Πλάτωνα τὸν Ἀριστοτέλη καὶ τὸν Σωκράτη, πλησίασαν τοὺς μαθητὰς τοῦ Χριστοῦ καὶ ζήτησαν νὰ τὸν δοῦν. 
Τότε ὁ Ἀνδρέας μαζὶ μὲ τὸ Φίλιππο τοὺς ὡδήγησαν στὸ Χριστὸ καὶ ὁ Κύριος χάρηκε ποὺ εἶδε τὸ ἐνδιαφέρον τους· εἶπε μάλιστα μιὰ προφητεία, λόγια ποὺ ἀποτε­λοῦν τὸ μεγαλύτερο ἔπαινο γιὰ τὸ ἔθνος μας. Εἶπε· «Ἐλήλυθεν ἡ ὥρα ἵνα δοξασθῇ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου» (Ἰω.12,23).

Τρίτη 23 Σεπτεμβρίου 2014

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ

 




 Ἔχει ὀρθά τονιστεῖ ὅτι ἡ σχέση τῆς ἑορτῆς τῆς Πεντηκοστῆς μέ τήν ἑορτή τῶν ῾Αγίων Πάντων στήν ᾽Εκκλησία μας ἀποτελεῖ σχέση αἰτίου καί αἰτιατοῦ, δηλαδή ἐκεῖνο πού δημιουργεῖ τό γεγονός τῆς ἁγιότητας εἶναι τό Πανάγιον Πνεῦμα, τό Ὁποῖο ἀπέστειλε ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ Κύριος ᾽Ιησοῦς Χριστός, μετά τήν ἔνδοξη ἀνάληψή Του εἰς τούς οὐρανούς, τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς. Μέ ἄλλα λόγια οἱ ἅγιοι συνιστοῦν τά ἔργα τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος, κάτι πού μᾶς ὁδηγεῖ στήν κατανόηση ὅτι μιλώντας γιά τούς ἁγίους μιλᾶμε γιά γεγονός πού ὑπερβαίνει τήν ὁριζόντια ἀνθρώπινη μόνο κατανόησή τους. Οἱ ἅγιοι, ὅπως πιστεύουμε ὅτι θά δείξουμε καί στή συνέχεια, φανερώνουν τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ στόν κόσμο, συνιστοῦν τήν προέκταση τοῦ ἴδιου τοῦ Κυρίου μέσα στά πλαίσια τοῦ ἐδῶ καί τοῦ τώρα. Εἶναι οἱ ῾ἐν σαρκί περιπολοῦντες Θεοί᾽, κατά γνωστή ἔκφραση ἐκκλησιαστικοῦ Πατέρα. Ἡ ἑορτή τῶν ἁγίων Πάντων λοιπόν θέτει κάθε φορά αὐτό τό ἐρώτημα, τό ὁποῖο κάθε χριστιανός πρέπει νά τό θέτει καί στόν ἑαυτό του: ῾Ποιός εἶναι ὁ ἅγιος;᾽ Νά ἐξηγήσουμε λίγο περισσότερο τήν παραπάνω περί ἁγίων τοποθέτηση.
Κατά πρῶτον θά πρέπει νά ὑπερβοῦμε τήν ἁπλή  ἀντίληψη πολλῶν συνανθρώπων μας, ἀκόμη καί χριστιανῶν, πού τήν ἁγιότητα τήν ἐξαρτοῦν ἀπό συνθῆκες μόνον τοπικές, δηλ. ὅτι ἕνα συγκεκριμένο πλαίσιο ζωῆς ὁδηγεῖ καί στήν ἁγιότητα, εἴτε μέ τήν ἔννοια ὅτι  ἅγιος γίνεται ἐκεῖνος πού ἀπομακρύνεται ἀπό τόν κόσμο, σάν ἕνα εἶδος ὑπερανθρώπου ἀσκητῆ,  εἴτε μέ τήν ἔννοια ἐκείνου πού ἀγωνίζεται μέσα στόν κόσμο, σάν ἕνα εἶδος κοινωνικοῦ ἐργάτη. Ὁ ἅγιος εἶναι πέρα ἀπό τέτοιες ἁπλουστεύσεις καί ῾ἀγκυλώματα᾽. Ὅπως τό ὑπονοήσαμε καί παραπάνω καί τό τονίζει διαρκῶς ἡ ἐκκλησιαστική μας παράδοση, ἅγιος εἶναι ἁπλῶς ὁ συνεπής πιστός. Αὐτός πού προσπαθεῖ νά ζεῖ σωστά ὡς μέλος τῆς ᾽Εκκλησίας, πού σημαίνει  προσπαθεῖ νά κρατάει ἀνοιχτή τή θύρα τῆς ψυχῆς του ἀπέναντι στόν Θεό καί τόν συνάνθρωπο. Κι αὐτό μπορεῖ νά γίνει εἴτε κανείς πηγαίνοντας σ᾽ ἕνα μοναστήρι εἴτε μένοντας στόν κόσμο, διότι ἀκριβῶς τό ζητούμενο εἶναι ἡ διακράτηση τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ πού ὁ ἄνθρωπος παίρνει μέ τήν εἴσοδό του στήν ᾽Εκκλησία διά τοῦ ἁγίου βαπτίσματος καί τοῦ ἁγίου χρίσματος καί ὄχι ὁ τόπος στόν ὁποῖο κάποιος θά ἐπιλέξει νά μείνει.
Ὁ πιστός λοιπόν χριστιανός, πού λειτουργεῖται καί λειτουργεῖ στό σῶμα τῆς ᾽Εκκλησίας, εἶναι ὁ ἅγιος. Γι᾽ αὐτό καί στούς πρώτους χριστιανικούς αἰῶνες ἡ λέξη ῾ἅγιος᾽ ἦταν ἡ φυσιολογική προσφώνηση γιά τούς χριστιανούς. Καί τί σημαίνει χριστιανός; Ὅπως ἐπιγραμματικά μᾶς τό λέει καί ὁ ἅγιος ᾽Ιωάννης τῆς Κλίμακος ῾Χριστιανός ἐστι μίμημα Χριστοῦ κατά τό δυνατόν ἀνθρώπῳ᾽.  Χριστιανός εἶναι ὅποιος ῾μιμεῖται᾽ τόν Χριστό, μέσα στά πλαίσια τῶν ἀνθρωπίνων δυνατοτήτων. Συνεπῶς ἅγιος εἶναι καί γίνεται κάθε χριστιανός πού βαδίζει πάνω στά χνάρια τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ, αὐτός πού ἀκολουθεῖ τόν Χριστό, ὅπως διαρκῶς τό ζητοῦσε ὁ ῎Ιδιος - ῾ἀκολούθει μοι᾽ (Ματθ. 8, 22 κ.ἀ.) ἦταν πάντοτε ἡ κλήση Του πρός κάθε μαθητή Του – κι ὅπως προέτρεπαν στή συνέχεια καί οἱ μαθητές τοῦ Χριστοῦ ὅλους τούς ἀνθρώπους :῾ἐν αὐτῷ περιπατεῖτε᾽ (Κολ. 2, 6). Τό ἴδιο ἀκριβῶς ἐπισημαίνουμε καί στό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα τῆς σημερινῆς Κυριακῆς: ῾ἰδού ἡμεῖς ἀφήκαμεν πάντα καί ἠκολουθήσαμέν σοι᾽ (Ματθ. 19, 27).
Ἡ ἀκολουθία αὐτή τοῦ Χριστοῦ δημιουργεῖ σχέση φιλίας καί ἀγάπης ἀνάμεσα στόν Χριστό καί τούς πιστούς καί ἐξηγεῖ, ἀφενός, τή δύναμη τήν ὁποία ἔχουν στόν κόσμο, δύναμη στήν πραγματικότητα τοῦ Θεοῦ πού ἐνεργεῖ μέσω αὐτῶν, καί, ἀφετέρου, τήν τιμή, τήν ὁποία ἀπολαμβάνουν στήν ᾽Εκκλησία μας, κάτι πού δέν φαίνεται νά κατανοοῦν ὁρισμένες ὁμάδες αἱρετικῶν, γιατί ἀκριβῶς δέν ἔχουν ὀρθές θεολογικές προϋποθέσεις, μή ἀποδεχόμενοι δηλαδή τό μυστήριο τῆς σχέσης ταύτισης  πού δημιουργεῖ ὁ Χριστός μέ τούς ἴδιους τούς πιστούς Του. ῾Ὑμεῖς φίλοί μού ἐστε, ἐάν ποιῆτε ὅσα ἐντέλλομαι ὑμῖν᾽ (᾽Ιωάν. 15, 14), εἶπε ὁ Κύριος, ῾ἐγώ εἰμι ἡ ἄμπελος, ὑμεῖς τά κλήματα᾽ (15,5 ), ἐνῶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος τονίζει τό ἀποτέλεσμα τῆς σχέσης μέ τόν Χριστό: ῾πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντί με Χριστῷ᾽(Φιλ. 4, 13 ).
Μέ τούς ὅρους αὐτούς, χαρακτηριστικά τοῦ ἁγίου, ὅπως τά ἐπισημαίνουμε γενικῶς ἀπό αὐτά πού ἔχει πεῖ ὁ Κύριος καί ἔχουν διδάξει οἱ ἀπόστολοι, εἶναι ἡ πίστη καί ἡ ὑπακοή  στόν Θεό, ἡ χωρίς ὅρια ἀγάπη στόν συνάνθρωπο, ἡ ταπείνωση, ὡς συναίσθηση τῆς μηδαμινότητας καί ἁμαρτωλότητας τοῦ ἑαυτοῦ. Ὁ ἅγιος ἑπομένως δέν εἶναι μία αὐτονομημένη καί ἀτομοκεντρική ὕπαρξη. ᾽Αντιθέτως, εἶναι ὁ πλήρως ἐξαρτημένος ἀπό τόν Θεό, αὐτός πού ἀναφέρει ῾ἑαυτόν καί ἀλλήλους καί πᾶσαν τήν ζωήν αὐτοῦ Χριστῷ τῷ Θεῷ᾽. ῞Αγιος μ᾽ ἕναν λόγον εἶναι, ὅπως ἤδη εἴπαμε, ὁ ἐνεργούμενος ἀπό τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ.
Ἡ ἐνέργεια αὐτή τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ ὅμως ἐξαρτᾶται ἀπό τή δεκτικότητα τοῦ ἀνθρώπου. ᾽Ανάλογα μέ τή δεκτικότητα αὐτοῦ, ἄρα ὄχι ἀπό τήν προσφορά τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος, ἡ ὁποία εἶναι χωρίς ὅρια - ῾οὐκ ἐκ μέτρου δίδωσιν ὁ Θεός τό Πνεῦμα᾽ (᾽Ιωάν. 3, 34) – λαμβάνει ὁ πιστός τή χάρη τοῦ Θεοῦ, πού θά πεῖ ὅτι  ὁ ἄνθρωπος εὐθύνεται ἀποκλειστικά γιά τήν πνευματική του κατάσταση. ῎Ανθρωπος πού ἀνταποκρίνεται ἐν ἀγάπῃ πρός τό ἄνοιγμα ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, ῾βλέπει᾽ πλούσια καί τή χάρη τοῦ Θεοῦ στήν ὕπαρξή του. ῎Ανθρωπος, ἀπό τήν ἄλλη, πού διστάζει καί ἀπιστεῖ πρός αὐτήν τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, βιώνει τήν ἀπουσία τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ ἤ τήν ὀλιγότητά της στήν ὕπαρξή του. Κι αὐτό αἰτιολογεῖ καί τή διαβάθμιση πού ὑπάρχει στήν ἁγιότητα. Δέν εἶναι ὅλοι οἱ ἅγιοι στό ἴδιο ὕψος ἁγιότητας. ῾᾽Αστήρ ἀστέρος διαφέρει᾽ (Α´ Κορ. 15, 41) βεβαιώνει ὁ ἀπόστολος, ἐνῶ καί ὁ ἴδιος ὁ Κύριος μᾶς ἀποκάλυψε ὅτι ῾ἐν τῷ οἴκῳ τοῦ πατρός του πολλαί μοναί εἰσι᾽ (᾽Ιωάν, 14, 2). Ὑπάρχει, λοιπόν, ὅπως πολύ ὀρθά ἔχει εἰπωθεῖ ῾ἅγιος μέ ἄλφα μικρό καί ῞Αγιος μέ ἄλφα κεφαλαῖο᾽.
Τί προσδιορίζει τή δεκτικότητα τοῦ ἀνθρώπου γιά τήν ὁποία μιλᾶμε; ᾽Από τί ἐξαρτᾶται αὐτή; Κατά τήν πίστη μας, ἀπό τόν βαθμό τῆς ταπείνωσης τοῦ ἀνθρώπου. Ὅσο πιό μεγάλη εἶναι ἡ ταπείνωση, τόσο μεγαλύτερος εἶναι ὁ χῶρος πού ἀνοίγεται στήν καρδιά του γιά τή λήψη τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Ὅσο λιγότερη ταπείνωση ὑπάρχει, τόσο καί λιγότερο Πνεῦμα Θεοῦ δέχεται ἡ ὕπαρξή του. Καί τοῦτο γιατί ῾ὁ Θεός ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται, ταπεινοῖς δέ δίδωσι χάριν᾽ (Α´Πέτρ. 5,5). Κι εἶναι εὐνόητο: ἡ ἀνυπαρξία τῆς ταπείνωσης δηλώνει τήν ὑπερηφάνεια καί τόν ἐγωϊσμό τοῦ ἀνθρώπου, ἄρα καί τήν ἔλλειψη στήν καρδιά του χώρου γιά τόν Θεό. Τό ἀνθρώπινο ἐγώ εἶναι ἀδηφάγο καί κυριαρχικό. Ποῦ νά σταθεῖ λοιπόν ἐκεῖ ὁ Θεός; ῎Ετσι ἡ ταπείνωση, ὡς ἀγώνας ἐξαλείψεως τοῦ ἐγωϊσμοῦ καί δημιουργίας συνθηκῶν ἀγάπης, ῾συντονίζει᾽ τόν ἄνθρωπο μέ τόν Θεό, φανερώνει δηλαδή καί τόν βαθμό κάθαρσης τῆς καρδιᾶς του, γι᾽ αὐτό καί ἡ ταπείνωση θεωρεῖται κατά τούς ἁγίους μας καί τό κριτήριο γιά τή γνησιότητα τῆς πίστης στόν Θεό καί τῆς ἀγάπης πρός τόν συνάνθρωπο. Μέ ἄλλα λόγια, βάση ὅλων τῶν ἀρετῶν - ἡ πίστη καί ἡ ἀγάπη χαρακτηρίζονται ὡς ἡ συμπύκνωση ὅλων τῶν ἀρετῶν – θεωρεῖται ἡ ταπείνωση. Ἡ ταπείνωση εἶναι τελικῶς τό κριτήριο τῆς ἁγιότητος.
῾Κάποτε – μᾶς διηγεῖται ἡ ἀσκητική παράδοση τῆς ᾽Εκκλησίας - ἐπισκέφθηκαν τόν ἅγιο ᾽Αντώνιο ὁρισμένοι μοναχοί. Εἶχαν μεταξύ τους καί ἕναν νεαρό μοναχό, πού  τόν ἐπαίνεσαν ὡς καλό ἀδελφό. Ὁ ᾽Αντώνιος τόν πρόσβαλε ἐπίτηδες καί διαπίστωσε ὅτι ἐκεῖνος ἀντέδρασε καί ἄρχισε τίς δικαιολογίες. Τότε ὁ ᾽Αντώνιος τόν συμβούλευσε νά προσέχει, γιατί ἐξωτερικά μέν φαίνεται ὡς ὡραία πόλη, πού ὅμως τή λυμαίνονται ἀπό πίσω ληστές᾽. Οἱ δικαιολογίες δηλαδή τοῦ νεαροῦ μοναχοῦ ἦταν καίριο σημάδι γιά τόν ὅσιο ὅτι αὐτός δούλευε ἀκόμη στόν ἐγωϊσμό του, ἀφοῦ εἶναι γνωστό ὅτι ὁ ταπεινός ἄνθρωπος ἀποφεύγει τίς δικαιολογίες, συχνά κι ἄν ἀκόμη ἔχει δίκιο.
῞Αγιος λοιπόν δέν εἶναι τόσο ὁ ἐνάρετος, ὅσο ὁ ταπεινός. ᾽Αρετή χωρίς ταπείνωση δέν σημαίνει τίποτε. ῾᾽Απούσης ταπεινοφροσύνης πάντα τά ἡμέτερα ἕωλα᾽ σημειώνει καί πάλι ὁ τῆς Κλίμακος ἅγιος. ᾽Ενάρετοι μπορεῖ νά βρεθοῦν σέ πολλούς χώρους, ἀκόμη καί ἐξωχριστιανικούς, μά ταπεινοί μόνο στό χῶρο τοῦ χριστιανισμοῦ καί μάλιστα ἰδίως στήν ᾽Ορθόδοξη ᾽Εκκλησία. ῾Ἡ ταπείνωση εἶναι κατόρθωμα μόνον τῶν ὀρθοδόξων. Στούς ἑτεροδόξους, ὅσο καί νά ψάξεις, δέν πρόκειται ποτέ νά τήν βρεῖς᾽ (᾽Ιωάννης Κλίμακος). Βεβαίως, ὁ ταπεινός, ὅπως εἴπαμε, εἶναι γεμᾶτος ἀπό ἀρετές, γιά τίς ὁποῖες ὅμως δέν καυχιέται, γιατί τίς ἀνάγει στόν χορηγό αὐτῶν, τόν ἴδιο τόν Θεό. Ἡ ἀρετή δηλαδή εἶναι καρπός τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ καί ὄχι μίας δικῆς του αὐτονομημένης προσπάθειας.
Μετά τά παραπάνω εἶναι πιά πασιφανές ὅτι δέν ὑπάρχει ἰδιαίτερη ὁμάδα ἀνθρώπων, γιά τήν ὁποία  καί μόνο νά θεωρεῖται προνόμιο ἡ ἁγιότητα. Τό νά γίνουμε ἅγιοι εἶναι ἐντολή καί προτροπή τοῦ Κυρίου γιά ὅλους μας. ῾῞Αγιοι γίνεσθε, ὅτι ἐγώ ἅγιός εἰμι᾽ (Α´ Πέτρ. 1,16). ῾Ο εἰκονισμός τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο εἶναι ἡ θεολογική βάση γι᾽ αὐτόν τόν κοινό κλῆρο. ῾῞Α λέγω ὑμῖν, πᾶσι λέγω᾽ (Μάρκ. 13, 37) βεβαίωνε ὁ Κύριος ἐπίσης τούς μαθητές Του. ῞Ολοι λοιπόν εἴμαστε κλημένοι στήν ἁγιότητα. Οἱ ἀποστροφές: ῾Αὐτά εἶναι γιά τούς καλόγερους καί τούς παπάδες᾽ ἤ ῾ἅγιοι θά γίνουμε;᾽ εἶναι διαστροφές καί δείχνουν, τό λιγότερο, ἀνευθυνότητα καί ἄγνοια τῆς Γραφῆς καί τῆς Παράδοσης τῆς ᾽Εκκλησίας μας.
Βεβαίως, χρειάζεται καί πάλι νά τονιστεῖ ὅτι πηγή τῆς ἁγιότητας εἶναι ὁ Τριαδικός Θεός καί χῶρος φανέρωσής της ἡ ᾽Εκκλησία. ᾽Εμεῖς μόνον κατά μετοχή στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ μποροῦμε νά γίνουμε ἅγιοι. ῾Εἷς ἅγιος, εἷς Κύριος, ᾽Ιησοῦς Χριστός᾽ ψέλνουμε στή Θεία Λειτουργία, ἐνῶ ὁμολογοῦμε στό Σύμβολο τῆς Πίστεως ὅτι πιστεύουμε ῾εἰς μίαν, ἁγίαν, καθολικήν καί ἀποστολικήν ᾽Εκκλησίαν᾽. ᾽Επειδή δηλ. εἶναι ἁγία ἡ κεφαλή ὀντολογικά, γι᾽ αὐτό καί ἐμεῖς ὡς ἐνταγμένα στό σῶμα μέλη γινόμαστε ἅγιοι. Ἡ ἁγιότητα ἔτσι ὡς ζωντανή σχέση προσώπων, Θεοῦ καί ἀνθρώπου, δέν κρίνεται ἀπό ἐξωτερικά τυπικά σημεῖα: ἐνδυμασία, κόμμωση κλπ. ῎Αν κρινόταν ἔτσι, δέν θά ἐπρόκειτο γιά ζωντανή πραγματική σχέση, ἀλλά γιά νομική –τυπική.
Εἶναι πολύ γνωστό τό πρωτοχριστιανικό κείμενο τῆς ἐπιστολῆς πρός Διόγνητον, πού τονίζει πολύ καθαρά τήν πραγματικότητα αὐτή.  ῾Οἱ χριστιανοί δέν διαφέρουν ἀπό τούς ἄλλους ἀνθρώπους οὔτε στήν ἐπίγεια πατρίδα οὔτε στήν ὁμιλία οὔτε στά ἔθιμα. Γιατί πουθενά δέν κατοικοῦν σέ ἰδιαίτερες πόλεις οὔτε χρησιμοποιοῦν κάποια διαφορετική γλῶσσα... Πλήν ὅμως, ἐνῶ κατοικοῦν σέ πόλεις ἑλληνικές καί βαρβαρικές - ἐκεῖ πού βρέθηκε ὁ καθένας – καί ἀκολουθοῦν τά ἐγχώρια ἔθιμα στήν ἐνδυμασία, τή διατροφή καί τίς ἄλλες πλευρές τῆς ζωῆς, ὁ τρόπος τῆς ζωῆς τους εἶναι στ᾽ ἀλήθεια θαυμαστός καί παράδοξος᾽.
Τελειώνοντας: ὁ ἅγιος εἶναι ὁ ὁρατός τόπος πού φανερώνεται ὁ Θεός στόν κόσμο, εἶναι ἡ αἰσθητή παρουσία τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Τόν Θεό ἔτσι Τόν βρίσκουμε στά πρόσωπα τῶν ἁγίων Του, πού καί σήμερα ὑπάρχουν πάρα πολλοί, ἀρκεῖ νά ἔχουμε ἀνοικτά τά μάτια τῆς ψυχῆς μας, γιά νά τούς ῾ἀφουγκραζόμαστε᾽. ῎Αν ὁ ἀρχαῖος ῞Ελληνας φιλόσοφος ῾Ηράκλειτος εἶχε ἐπισημάνει τήν ἀλήθεια ὅτι ῾ἡ ἀλήθεια κρύπτεσθαι φιλεῖ᾽, δηλ. ἡ ἀλήθεια ἀγαπᾶ νά κρύβεται, πολύ περισσότερο τοῦτο ἰσχύει στή χριστιανική μας πίστη. Ἡ ἁγιότητα δηλαδή δέν εἶναι ἕνα προϊόν πρός διαφήμιση, ἀλλά μιά ἐσωτερική πραγματικότητα τῆς καρδιᾶς, πού τήν φανερώνει ὁ Θεός στόν κόσμο μέ τόν τρόπο πού ᾽Εκεῖνος ἐπιλέγει. Ἡ Κυριακή τῶν ἁγίων Πάντων ἔτσι μᾶς προβληματίζει κάθε φορά πάνω στήν κλήση μας αὐτή τῆς ἁγιότητας, χωρίς τήν ὁποία δέν πρόκειται κανείς νά δεῖ τόν Κύριο (πρβλ. ῾Εβρ. 12,14 ). ᾽Ιδιαιτέρως σήμερα, μέ ὅ,τι συμβαίνει στόν κόσμο καί τήν πατρίδα μας, ἡ ἁγιότητα ὡς προοπτική καί σκοπός μας εἶναι ὅ,τι πιό ἀπαραίτητο μπορεῖ νά ὑπάρξει γιά ἐμᾶς. Εἶναι ἡ μόνη ἐλπίδα στή ζωή μας. 

Σάββατο 20 Σεπτεμβρίου 2014

Απολυτίκιο Μεταστάσεως Αγ. Ιωάννου του Θεολόγου και Ευαγγελιστού - 26 ΣΕ...


Η Σπηλιά του Αγ.Ιωάννου του Θεολόγου


Ετικέτες Areti-Mavropoulou , αγιος ιωάννης ο θεολόγος και ευαγγελιστής μετάσταση

       

Μετάσταση Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου και Ευαγγελιστού +26 Σεπτεμβρίου 


Καταγόταν από τη Βησθαϊδά της Γαλιλαίας. Ήταν ψαράς. Ο Άγιος Ιωάννης ήταν ο αγαπημένος μαθητής τού Χριστού.
Ο Ιωάννης ήταν γιος του Ζεβεδαίου και της Σαλώμης και νεώτερος αδελφός του αποστόλου Ιακώβου. Στην αρχή ήταν μαθητής του Αγ. Ιωάννου του Προδρόμου και κατόπιν έγινε μαθητής του Κυρίου. Ήταν ένας από τους δώδεκα μαθητές του Χριστού και μάλιστα μαθητής «ον ηγαπα ο Ιησους» (Ιωαν. ια΄ 20), δηλαδή, τον οποίο αγαπούσε ιδιαίτερα ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός. Η Εκκλησία του απένειμε την προσωνυμία του Θεολόγου και στην αγιογραφία εικονίζεται με έναν αετό κοντά στο κεφάλι του.
Ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος είναι ο Ευαγγελιστής της αγάπης. Όχι μόνο γιατί αναφέρεται συνεχώς στην αγάπη, αλλά κυρίως γιατί την βίωνε και την
εξέφραζε.
Αγαπούσε πολύ τον Διδάσκαλό του. Τον ακολούθησε και
στις πιο δύσκολες ώρες της επίγειας ζωής Του.
Όταν οι άλλοι μαθητές ήταν κρυμμένοι «διά τον φόβον των Ιουδαίων», αυτός ήταν παρών στην σύλληψή Του, στην δίκη και στον Γολγοθά, όπου κάτω από τον Σταυρό του εμπιστεύθηκε ο Χριστός την μητέρα Του. Μαζί με τον αδελφό του Ιάκωβο και τον Πέτρο αποτελούσαν την τριάδα τον μαθητών που έλαβε μαζί του ο Χριστός στην ανάσταση της κόρης του Ιαείρου, στο όρος Θαβώρ, όπου «μετεμορφώθη έμπροσθεν αυτών», καθώς και στην Γεσθημανή, όπου προσευχήθηκε πριν από το πάθος Του.
Ο Ιωάννης είναι ο συγγραφέας του 4ου κατά σειρά Ευαγγελίου στην Καινή Διαθήκη, το θεολογικότερο όλων και θεωρούμενο ως Ευαγγέλιο της αγάπης, καθώς επίσης τριών Καθολικών Επιστολών και της Αποκάλυψης.
Τη ζωή του κοντά στον Κύριο τη γνωρίζουμε μέσα από τα Ευαγγέλια της Καινής Διαθήκης. Ο Ιωάννης συνέχισε έντονα την δράση του και μετά την Ανάληψη του Κυρίου. Αυτός και ο Πέτρος ήταν οι πρώτοι που κήρυξαν μετά την επιφοίτηση του Αγ. Πνεύματος σε όλο τον κόσμο το λόγο του Κυρίου.
Η παράδοση, επίσης, μας λέει ότι ο Ιωάννης κήρυξε το Ευαγγέλιο στη Μικρά Ασία, και ιδιαίτερα στην Έφεσο, όπου με την προσευχή του κατέστρεψε το ναό της Αρτέμιδος και οδήγησε στο Χριστιανισμό τετρακόσιες χιλιάδες ειδωλολάτρες. Στα χρόνια του αυτοκράτορα Δομετιανού βασανίστηκε και εξορίστηκε στη Πάτμο, όπου έγραψε την Αποκάλυψη.
Ο Ιωάννης έζησε γύρω στα 100 χρόνια (κοιμήθηκε ειρηνικά γύρω στο 105 με 106 μ.Χ.). Εκείνο, όμως, που αξίζει να αναφέρουμε, είναι η φράση που συνεχώς έλεγε στους μαθητές του: «Τεκνία, αγαπάτε αλλήλους» (Ιωαν. ιγ΄ 34), που σημαίνει, παιδιά μου, να αγαπάτε ο ένας τον άλλο. Και όταν οι μαθητές του ρώτησαν γιατί συνεχώς τους λέει την ίδια φράση, αυτός απάντησε «διότι είναι εντολή του Κυρίου, και όταν αυτό μόνο γίνεται, αρκεί».
Πέθανε λοιπόν σε βαθιά γεράματα στην Έφεσο και τάφηκε έξω απ' αυτήν. Μετά από μερικές μέρες μαθητές του και πολλοί χριστιανοί πήγαν να προσκυνήσουν και είδαν τον τάφο άδειο. Ο Άγιος αναστήθηκε και μετέστη στην αιώνια ζωή.
Η Εκκλησία τιμά τη μετάσταση του αγίου την 26η Σεπτεμβρίου.
Απολυτίκιο
«Απόστολε Χριστώ τω Θεώ ηγαπημένε, επιτάχυνον ρύσαι λαόν αναπολόγητον· δέχεται σε προσπίπτοντα, ο επιπεσόντα τω στήθει καταδεξάμενος. Ον ικέτευε Θεολόγε, και επίμονον νέφος εθνών διασκεδάσαι, αιτούμενος ημιν ειρήνην, και το μέγα έλεος»

Τίμιος Πρόδρομος 0001

Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος (του Φώτη Κόντογλου)


“Ἕναν τέτοιον ἅγιο δέν ἔχουμε καιρό νά γιορτάσουμε. Ἔχουμε ὅμως καιρό νά γιορτάζουμε καί νά κάνουμε φαγοπότια ὅπως ἔκανε ὁ Ἡρώδης, σέ καιρό πού πεινᾶνε χιλιάδες ἀδέλφια μας.”

(ένα καταπληκτικό κείμενου του Φ.Κόντογλου, όπου περιγράφεται ολόκληρος ο βίος του Τιμίου Προδρόμου καθώς και άγνωστα στοιχεία σχετικά με τον Ηρώδη και την εποχή του.)
298_ApotomiKefalisProdromou_2
Σήμερα πού γράφω, 29 Αὐγούστου, εἶναι ἡ μνήμη τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου. Χθές τό βράδυ ψάλαμε τόν Ἑσπερινό κατανυκτικά σ’ ἕνα παρεκκλήσι, κ’ ἤτανε μοναχά λίγες γυναῖκες καί δύο-τρεῖς ἄνδρες.
Σήμερα τό πρωί ψάλαμε τή λειτουργία του πάλι μέ λίγους προσκυνητές. Τά μαγαζιά ἤτανε ἀνοιχτά, ὅλοι δουλεύανε σάν νά μήν ἤτανε ἡ γιορτή τοῦ πιό μεγάλου ἁγίου τῆς θρησκείας μας. Ἀληθινά λέγει τό τροπάρι του «Μνήμη δικαίου μετ’ ἐγκωμίων, σοί δέ ἀρκέσει ἡ μαρτυρία τοῦ Κυρίου, Πρόδρομε».
Μέ ἐγκώμια καί μέ εὐλάβεια γιορτάζανε ἄλλη φορά οἱ ὀρθόδοξοι χριστιανοί τόν Πρόδρομο, ἀλλά τώρα τοῦ φτάνει ἡ μαρτυρία τοῦ Κυρίου.
Αὐτή ἡ μαρτυρία θ’ ἀπομείνει στόν αἰώνα, εἴτε τόν γιορτάζουνε εἴτε δέν τόν γιορτάζουνε οἱ ἄνθρωποι, εἴτε τόν θυμοῦνται εἴτε τόν ξεχάσουνε. Κ’ ἡ μαρτυρία εἶναι τούτη: πώς ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος εἶναι «ὁ ἐν γεννητοῖς γυναικῶν μείζων» δηλ. «ὁ πιό μεγάλος ἀπ’ ὅσους γεννηθήκανε ἀπό γυναίκα» κατά τά λόγια τοῦ ἴδιου τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτό κ’ ἡ Ἐκκλησία μᾶς ὥρισε νά μπαίνει τό εἰκόνισμά του πλάγι στήν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, στό εἰκονοστάσιο τῆς κάθε ὀρθόδοξης ἐκκλησιᾶς.
.
Ὁ ἱερός Λουκᾶς ἀρχίζει τό Εὐαγγέλιό του μέ τήν ἱστορία τοῦ Προδρόμου καί λέγει «Ἐγένετο ἐν ταῖς ἡμέραις Ἡρώδου τοῦ βασιλέως τῆς Ἰουδαίας, ἱερεύς τις ὀνόματι Ζαχαρίας ἐξ ἐφημερίας Ἀβιᾶ»: «Στίς μέρες τοῦ Ἡρώδη τοῦ βασιλιᾶ τῆς Ἰουδαίας ἤτανε ἕνας ἱερέας Ζαχαρίας ἀπό τήν ἐφημερία τοῦ Ἀβιᾶ, κι’ ἡ γυναίκα του ἤτανε ἀπό τίς θυγατέρες τοῦ Ἀαρών, καί τή λέγανε Ἐλισσάβετ κ’ ἤτανε δίκαιοι κ’ οἱ δύο ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, γιατί πορευόνταν μέ ὅλες τίς ἐντολές καί μέ τά δικαιώματα τοῦ Κυρίου, ἀψεγάδιαστοι. Καί δέν εἴχανε παιδί, γιατί ἡ Ἐλισσάβετ ἤτανε στείρα, κι’ ἤτανε κι’ οἱ δύο περασμένοι στήν ἡλικία. Καί ᾽κεῖ πού λειτουργοῦσε τή μέρα πού ἤτανε ἡ σειρά του νά λειτουργήσει ὁ Ζαχαρίας, μπῆκε στό ἱερό νά θυμιάσει, κι’ ὁ κόσμος προσευχότανε ἔξω κατά τήν ὥρα πού θυμίαζε.
Καί φανερώθηκε στόν Ζαχαρία ἕνας ἄγγελος Κυρίου καί στεκότανε δεξιά ἀπό τό θυσιαστήριο.
.
Καί ταράχθηκε ὁ Ζαχαρίας σάν τόν εἶδε, κι’ ἔπεσε φόβος ἀπάνω του. Καί τοῦ εἶπε ὁ Ἄγγελος: Μή φοβᾶσαι, Ζαχαρία, γιατί ἀκούσθηκε ἡ δέησή σου, κι’ ἡ γυναίκα σου θά γεννήσει γυιό καί θά βγάλεις τόνομά του Ἰωάννη, καί θά ᾽ναι γιά σένα χαρά κι’ ἀγαλλίαση, καί πολλοί θά χαροῦνε γιά τή γέννησή του, γιατί θά ᾽ναι μέγας ἐνώπιον τοῦ Κυρίου.
Νά μήν πιεῖ κρασί κι’ ἄλλα πιοτά, καί θά εἶναι γεμάτος ἀπό ἅγιο Πνεῦμα ἀπό τήν κοιλιά τῆς μητέρας του, καί θά γυρίσει πολλούς ἀπό τούς γυιούς τοῦ Ἰσραήλ στήν πίστη τοῦ Θεοῦ τους. Κι’ αὐτός θά ἔλθει μπροστά ἀπ’ αὐτόν μέ τό πνεῦμα καί μέ τή δύναμη τοῦ Ἠλία, γιά νά γυρίσει τίς καρδιές τῶν πατέρων στά παιδιά τους, κι’ ἀνθρώπους ἀνυπάκουους στή φρονιμάδα, καί γιά νά ἑτοιμάσει γιά τόν Κύριο λαό διαλεγμένον.
Κι’ εἶπε ὁ Ζαχαρίας στόν ἄγγελο: Ἀπό τί θά καταλάβω πώς θά γίνουνε αὐτά πού λές; γιατί ἐγώ εἶμαι γέρος κ’ ἡ γυναίκα μου περασμένη. Καί τοῦ ἀποκρίθηκε ὁ Ἄγγελος καί τοῦ εἶπε: Ἐγώ εἶμαι ὁ Γαβριήλ πού παραστέκουμαι μπροστά στό Θεό, καί στάλθηκα νά σοῦ μιλήσω καί νά σοῦ φέρω τήν καλή εἴδηση.
Καί νά, θά πιασθεῖ ἡ λαλιά σου καί δέν θά μπορεῖς νά μιλήσεις, ὡς τή μέρα πού θά γίνουν ὅλα αὐτά, ἐπειδή δέν πίστεψες στά λόγια μου πού θά γίνουνε στόν καιρό τους. Κι’ ὁ λαός περίμενε νά βγεῖ ἀπό τό ἱερό. Καί σάν ἐβγῆκε, δέν μποροῦσε νά μιλήσει, καί καταλάβανε πώς εἶδε κάποια ὀπτασία μέσα στό ἱερό. Κι’ ἐκεῖνος τούς ἔγνεφε κ’ ἤτανε κουφός».
.
Κι’ ἀληθινά γενήκανε ὅλα ὅπως τά εἶχε πεῖ ὁ ἄγγελος στόν Ζαχαρία, κι’ ἔνοιωσε πώς ἀπόμεινε βαρεμένη ἡ Ἐλισσάβετ, κι’ ἔκρυβε τόν ἑαυτό της πέντε μῆνες.
Καί σάν ἦρθε ὁ καιρός νά γεννήσει, γέννησε ἀρσενικό. Καί σάν τ’ ἀκούσανε οἱ γειτόνοι κι’ οἱ συγγενεῖς της, πήγανε καί τή συγχαρήκανε. Κι’ ὕστερα ἀπό ὀχτώ μέρες, πήγανε οἱ συγγενεῖς γιά νά κάνουνε τήν περιτομή τοῦ παιδιοῦ καί τό φωνάξανε μέ τόνομα τοῦ πατέρα του Ζαχαρία.
.
Κι’ ἡ μητέρα τοῦ εἶπε: Ὄχι, θά τό βγάλουμε Ἰωάννη. Κι’ οἱ ἄλλοι τῆς εἴπανε πώς κανένας στό σόγι σας δέν ἔχει αὐτό τόνομα. Ρωτούσανε καί τόν πατέρα του μέ νοήματα τί θέλει νά τό βγάλουνε τό παιδί. Καί ᾽κεῖνος ζήτησε πινακίδι κι’ ἔγραψε: Ἰωάννης εἶναι τόνομά του. Κι’ ὅλοι θαυμάσανε.
Τότες ἄνοιξε μονομιᾶς τό στόμα του κι’ ἡ γλώσσα του σάλεψε καί μιλοῦσε καί φχαριστοῦσε τό Θεό. Κι’ ὅσοι βρεθήκανε στό σπίτι φοβηθήκανε καί διαλαληθήκανε ὅσα γινήκανε σ’ ὅλα τά βουνά τῆς Ἰουδαίας.
Κι’ ὁ Ζαχαρίας φωτίσθηκε ἀπό τό ἅγιον Πνεῦμα καί προφήτεψε κι’ εἶπε: «Βλογημένος νά ᾽ναι ὁ Κύριος ὁ Θεός τοῦ Ἰσραήλ, γιατί θυμήθηκε κι’ ἔστειλε λύτρωση στό λαό του, καί σήκωσε ἀπάνω κι’ ἔσωσε τό σπίτι τοῦ Δαυίδ τοῦ παιδιοῦ του, καί δέν ξέχασε τόν ὅρκο πού ἔδωσε στόν Ἀβραάμ τόν πατέρα μας. Κι’ ἐσύ, παιδί μου, θά γίνεις προφήτης τοῦ Ὑψίστου, καί θά περπατήξεις μπροστά ἀπό τόν Κύριο γιά νά ἑτοιμάσεις τό δρόμο του καί νά δώσεις στό λαό του γνώση καί σωτηρία, ἐπειδή τόν σπλαχνίσθηκε ὁ Θεός μας καί συγχώρησε τίς ἁμαρτίες του, κι’ ἦρθε ἀπάνω μας ἀνατολή ἀπό ψηλά, γιά νά φωτίσει ἐκείνους πού κάθουνται στό σκοτάδι καί στόν ἴσκιο τοῦ θανάτου, καί νά ὁδηγήσει τά πόδια μας σέ δρόμο εἰρήνης». Καί τό παιδί μεγάλωνε καί δυνάμωνε τό πνεῦμα του, καί ζοῦσε στίς ἐρημιές, ὡς τή μέρα πού φανερώθηκε καί κήρυχνε στούς Ἰσραηλίτες (Λουκ. α΄, 5 κ.ἑξ.).
.αρχείο λήψης (51)
Στά δεκαπέντε χρόνια ἀπό τή μέρα πού βασίλεψε στή Ρώμη ὁ Τιβέριος, τόν καιρό πού ἤτανε ἡγεμόνας τῆς Ἰουδαίας ὁ Πόντιος Πιλάτος, κι’ ἤτανε τετράρχης τῆς Γαλιλαίας ὁ Ἡρώδης, γίνηκε λόγος τοῦ Θεοῦ στόν Ἰωάννη τό γυιό τοῦ Ζαχαρία, πού ζοῦσε στήν ἔρημο, καί πῆγε στά περίχωρα τοῦ Ἰορδάνη, κηρύχνοντας νά μετανοοῦνε καί νά βαφτίζουνται γιά νά συγχωρηθοῦνε οἱ ἁμαρτίες τους.
Κι’ ἔλεγε σέ κείνους πού πηγαίνανε νά βαφτισθοῦνε: «Γεννήματα τῆς ὀχιᾶς, ποιός σᾶς ἔδειξε νά φύγετε ἀπό τήν ὀργή πού ἔρχεται καταπάνω σας; Κάνετε λοιπόν καρπούς ἄξιους τῆς μετάνοιας, καί μήν πιάνετε καί λέτε: ἐμεῖς ἔχουμε πατέρα τόν Ἀβραάμ. Γιατί σᾶς λέγω πώς ὁ Θεός μπορεῖ ἀπό τοῦτα τά λιθάρια νά ἀναστήσει παιδιά τοῦ Ἀβραάμ. Καί τό τσεκούρι εἶναι κιόλας κοντά στή ρίζα τῶν δέντρων  κάθε δέντρο πού δέν κάνει καρπό καλό, κόβεται, καί ρίχνεται στή φωτιά».
.
Μία μέρα καθότανε ὁ Ἰωάννης μέ τούς μαθητάδες του, Ἀνδρέα κι’ Ἰωάννη, κι’ εἴδανε τόν Χριστό ἀπό μακριά. Τότε γύρισε ὁ Πρόδρομος καί τούς λέγει: «Νά τό ἀρνί τοῦ Θεοῦ, πού σηκώνει ἀπάνω του τίς ἁμαρτίες τοῦ κόσμου». Κι’ οἱ δύο μαθητές του ἀκολουθήσανε τόν Χριστό.
Μετά καιρό, ἔστειλε ὁ Πρόδρομος δύο μαθητές του νά ρωτήσουνε τόν Χριστό: «Ἐσύ εἶσαι αὐτός πού θάρθει, ἤ ἄλλον περιμένουμε;» Καί τόκανε αὐτό γιά νά φανεῖ πώς ὁ Χριστός ἤτανε ὁ Μεσσίας. Τήν ὥρα πού πήγανε, ὁ Χριστός εἶχε γιατρέψει πολλούς ἀρρώστους. Καί σάν τόν ρωτήσανε ἄν εἶναι αὐτός ὁ Μεσσίας ἤ περιμένουνε ἄλλον, τούς ἀποκρίθηκε: «Πηγαίνετε καί πέστε στόν Ἰωάννη ὅσα εἴδατε κι’ ὅσα ἀκούσατε  τυφλοί βλέπουνε, κουτσοί περπατοῦνε, λεπροί καθαρίζονται, κουφοί ἀκοῦνε, νεκροί ἀναστήνουνται, φτωχοί παίρνουνε ἐλπίδα. Κι’ εἶναι καλότυχος ὅποιος δέν θά σκανδαλισθεῖ γιά μένα καί θά μέ πιστέψει». Σάν φύγανε οἱ μαθητές τοῦ Ἰωάννη, ὁ Χριστός γύρισε κι’ εἶπε στούς Ἰουδαίους γιά τόν Ἰωάννη: «Τί βγήκατε νά δῆτε στήν ἔρημο; Κανένα καλάμι πού νά τό σαλεύει ὁ ἄνεμος;
Τί βγήκατε νά δῆτε; Κανέναν ἄνθρωπο ντυμένον μέ μαλακά ροῦχα; Νά, ὅσοι εἶναι ντυμένοι μ’ ἀκριβά καί μαλακά ροῦχα, κάθουνται στά παλάτια.
Τί βγήκατε λοιπόν νά δῆτε; Κανέναν προφήτη; Ναί, σᾶς λέγω, καί περισσότερο ἀπό προφήτη. Γι’ αὐτόν εἶναι γραμμένο: ‘Νά, ἐγώ στέλνω τόν ἄγγελό μου πρίν ἀπό τό πρόσωπό σου πού θά ἑτοιμάσει τό δρόμο σου μπροστά σου’. Λοιπόν σᾶς λέγω, κανένας προφήτης ἀπ’ ὅσους γεννήσανε γυναῖκες δέν εἶναι μεγαλύτερος ἀπό τόν Ἰωάννη τόν βαπτιστή» (Λουκ. γ΄, 1-9 καί ζ΄, 18-28).
.images (62)
Ἕναν τέτοιον ἅγιο δέν ἔχουμε καιρό νά γιορτάσουμε. Ἔχουμε ὅμως καιρό νά γιορτάζουμε καί νά κάνουμε φαγοπότια ὅπως ἔκανε ὁ Ἡρώδης, σέ καιρό πού πεινᾶνε χιλιάδες ἀδέλφια μας. Ἀπάνω σ’ ἕνα τέτοιο φαγοπότι μαρτύρησε ὁ Πρόδρομος, κι’ αὐτή τήν ἱστορία τήν ξέρουνε ὅλοι. Αὐτός ὁ τύραννος, γιά νά γίνει τετράρχης τῆς Ἰουδαίας, σκότωσε πολλούς ἐχθρούς του.
.
Στόν καιρό του ὁ κόσμος εἶχε γεμίσει ἀπό σκοτωμό καί σκληροκάρδια. Οἱ λεγεῶνες τῆς Ρώμης σφαζόντανε μεταξύ τους. Ὁ Καίσαρας, ὁ Πομπήιος, ὁ Ἀντώνιος, ὁ Ὀκτάβιος, ὁ Βροῦτος, ὁ Κάσσιος πολεμούσανε ὁ ἕνας καταπάνω στόν ἄλλον γιά τό ποιός θά ἐξουσιάζει τήν οἰκουμένη.
Οἱ πιό μικροί σατράπες, σάν τόν Ἡρώδη, τρωγόντανε κι’ αὐτοί μεταξύ τους καί κολλούσανε σ’ ἕνα δυνατόν ὁ καθένας. Ὁ Ἡρώδης ἤτανε φίλος μέ τόν Ἀντώνιο πού πῆρε στήν ἐξουσία τοῦ τήν Ἀσία ὕστερα ἀπό τή μάχη πού ἔγινε στούς Φιλίππους.
.
Σάν σκότωσε ὅλους τούς ἐχθρούς του, ἀπόμεινε ἕνας μοναχός πού τόν λέγανε Ὑρκανό, κ’ ἤτανε ἀρχιερέας, μά ἔκρυβε πονηρά τήν ἔχθρητά του ὡς νά μπορέσει νά τόν ξαποστείλει κι’ αὐτόν στόν ἄλλον κόσμο. Στήν πονηριά ἤτανε τέτοιος, πού ὁ Χριστός τόν ἔλεγε πονηρή ἀλεποῦ.
Μά ἡ πεθερά τοῦ Ἡρώδη Ἀλεξάνδρα, πού ἤτανε κόρη τοῦ Ὑρκανοῦ, κατάλαβε τόν κακό σκοπό του, κ’ ἔγραψε στή βασίλισσα τῆς Αἰγύπτου τήν Κλεοπάτρα καί τήν παρακαλοῦσε νά μιλήσει στόν Ἀντώνιο, τόν ἐραστή της, γιά τό γυιό της τόν Ἀριστόβουλο.
Κεῖνες τίς μέρες πῆγε στήν Ἱερουσαλήμ ἕνας φίλος τοῦ Ἀντωνίου λεγόμενος Δήλιος. Καί σάν εἶδε τόν Ἀριστόβουλο καί τήν ἀδελφή του Μαριάμη, ἀπόμεινε σαστισμένος ἀπ’ τήν ἐμορφιά τους, κι’ εἶπε στήν Ἀλεξάνδρα νά στείλει στό μασκαρά τόν Ἀντώνιο τίς ζωγραφιές τους. Σάν τίς εἶδε ὁ Ἀντώνιος, πολύ εὐχαριστήθηκε κι’ ἔγραψε νά τοῦ στείλουνε τόν Ἀριστόβουλο.
.
Μά ὁ Ἡρώδης, πού εἶχε μυρισθεῖ τά σχέδια τῆς Ἀλεξάνδρας, ἔγραψε στόν Ἀντώνιο πώς ἄν ἔφευγε ἀπό τήν Ἱερουσαλήμ ὁ Ἀριστόβουλος, θά γινόντανε ταραχές κι’ ἀκαταστασίες. Τήν Ἀλεξάνδρα τήν πρόσταξε νά κάθεται στήν Ἱερουσαλήμ, γιά νά βλέπει τί κάνει, γι’ αὐτό καί ᾽κείνη ἔγραψε καί παραπονιότανε στήν Κλεοπάτρα, πού τῆς μήνυσε νά πάρει τόν Ἀριστόβουλο καί νά πάγει στήν Αἴγυπτο.
Γιά νά ξεφύγει λοιπόν ἀπό τά νύχια τοῦ Ἡρώδη, εἶπε καί φτιάξανε δύο σεντούκια καί στόνα μπῆκε αὐτή καί στ’ ἄλλο ὁ Ἀριστόβουλος. Ἀλλά τούς πρόδωσε στόν τύραννο ἕνας ὑπηρέτης του, καί τούς πιάσανε καί τούς πήγανε στήν Ἱερουσαλήμ. Ὁ Ἡρώδης ἔκανε πώς τούς συγχώρησε, μά σέ λίγον καιρό βρῆκε εὐκαιρία νά ἐκδικηθεῖ.
Μία βραδιά ἡ Ἀλεξάνδρα τόν προσκάλεσε σ’ ἕνα συμπόσιο πού ἔκανε στήν Ἱεριχώ, κι’ αὐτός προσκάλεσε τούς φίλους του νά κολυμπήσουνε στίς θαυμαστές γοῦρνες πού εἶχε κανωμένες γιά νά διασκεδάζει. Ἔτσι, ἐκεῖ πού κολυμπούσανε καί παίζανε μεταξύ τους, πνίξανε τόν δυστυχισμένο τόν Ἀριστόβουλο. Ὁ Ἡρώδης ἔκανε πώς πικράθηκε πολύ κι’ ἔθαψε τόν Ἀριστόβουλο μέ μεγάλη πομπή, μά ὁ κόσμος ἤξερε πώς αὐτός τόν σκότωσε.
.
Ὅλη ἡ ζωή του στάθηκε γεμάτη ἀπό φονικά καί ραδιουργίες. Στό τέλος ἀρρώστησε καί σκουλήκιασε τό κορμί του, καί πέθανε ὕστερα ἀπό μεγάλη ἀγωνία στό 2 μ.Χ. Ἀνάμεσα λοιπόν στά τερατουργήματα πού ἔκανε ἤτανε κ’ ἡ σφαγή τῶν 14.000 νηπίων κατά τή Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, κι’ ὁ ἀποκεφαλισμός τοῦ Προδρόμου, σ’ ἕνα συμπόσιο πού ἔκανε, ὅπου ἡ γυναίκα τοῦ ἀδελφοῦ του Φιλίππου, Ἡρωδιάδα, ἔβαλε τήν κόρη της Σαλώμη καί χόρεψε μπροστά του γυμνή. Καί τόσο ἐνθουσιάσθηκε ὁ τύραννος ἀπό τό χορό, πού ἔταξε στή Σαλώμη νά τῆς δώσει τό μισό βασίλειό του.
.
Μά ἐκείνη, δασκαλεμένη ἀπό τή μάνα της, πού ἐχθρευότανε τόν Ἰωάννη ἐπειδή τή μάλωνε γιατί ζοῦσε μέ τόν ἀδελφό τοῦ ἀνδρός της, τοῦ ζήτησε τό κεφάλι τοῦ Προδρόμου. Ὁ Ἡρώδης στεναχωρήθηκε, γιατί κατά βάθος κι’ αὐτό τό θηρίο σεβότανε τόν Ἰωάννη γιά ἅγιο, καί μαζί μ’ αὐτό φοβότανε καί τόν κόσμο πού τιμοῦσε τόν Ἰωάννη σάν προφήτη.
Ἐπειδή ὅμως εἶχε πάρει ὅρκο, ἔστειλε ἕνα στρατιώτη καί τόν ἀποκεφάλισε μέσα στή φυλακή, κι’ ἡ Σαλώμη ἔφερε τό κεφάλι καί τόβαλε ἀπάνω στό τραπέζι, σ’ ἕνα ματωμένο δίσκο. Καί τότε, ἐκείνη ἡ φρενιασμένη τίγρη εὐχαριστήθηκε καί τρύπησε τή γλώσσα του μέ μία βελόνα γιά νά τήν ἐκδικηθεῖ, ἐπειδή ὁλοένα ἔλεγε: «Μετανοεῖτε!». Καί, ὤ τοῦ θαύματος, μόλις τρύπησε τή γλώσσα του ἡ πόρνη, μίλησε κ’ εἶπε πάλι: «Μετανοεῖτε!»
.
Αὐτά γινήκανε μέσα σ’ ἕνα ἀσβολερό φρούριο πού τό λέγανε Μαχαιρούντα, στά βουνά τῆς Περαίας. Τό ἁγιασμένο λείψανο πρόσταξε ὁ Ἡρώδης νά τό θάψουνε μαζί μέ τό κεφάλι, μά ἡ Ἡρωδιάδα ζήτησε νά θάψουνε τήν κεφαλή χωριστά, ἀπό τό φόβο της μήν κολλήσει μέ τό κορμί καί ζωντανέψει καί σηκωθεῖ ἀπάνω.
.
Οἱ μαθητές τοῦ Ἰωάννου πήγανε νύχτα καί κλέψανε τό σῶμα του καί τό θάψανε σ’ ἄλλο μέρος. Αὐτό τό μακάριο τέλος ἔλαβε γιά τήν ἀλήθεια ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος, τό χελιδόνι πού ἔφερε τήν ἄνοιξη στόν ἁμαρτωλό τόν κόσμο ὁπού τόν ἔδερνε χειμώνας βαρύς.
.
Ἀπό τούς μαθητάδες του, δύο πήγανε μέ τόν Χριστό, κι’ ἄλλοι ἀπομείνανε χωρισμένοι ἀπό τόν Χριστό, καί κάνανε μίαν αἵρεση πού λεγότανε Προδρομίτες, κι’ ἀπό τόν Ἰορδάνη ἔφταξε ὡς τό Χουσιστᾶν τῆς Περσίας, καί βρίσκονται ἀκόμα.
Οἱ ἴδιοι λένε τούς ἑαυτούς τούς Ναζωραίους, ἐνῶ οἱ μωχαμετάνοι τούς λένε Σαβί. Πιστεύουνε πώς ὁ Ἰωάννης εἶναι ὁ πιό μεγάλος προφήτης, καί πώς ὁ Θεός θά στείλει ἕνα θεάνθρωπο πού τόν λένε Μαντάι Ἰαχία, πού θά πεῖ ‘Λόγος τῆς ζωῆς’ γιά τοῦτο τούς λένε καί Μανταίους. Γι’ αὐτόν τόν θεάνθρωπο διδάσκουνε πώς βαφτίσθηκε ἀπό τόν Πρόδρομο καί πώς ἔζησε λίγον καιρό στόν κόσμο καί πώς ἔκανε θαύματα, καί πώς σταυρώθηκε, ὡστόσο δέν παραδέχουνται πώς αὐτός εἶναι ὁ Χριστός.
Ἔχουνε κάποια ἱερά βιβλία μέ τ’ ὄνομα Λόγοι τῆς ζωῆς, τούς Ψαλμούς, ἕνα ἄλλο βιβλίο πού τό λένε Ζεβούρ, πού λένε πώς εἶναι πολύ ἀρχαῖο, γραμμένο ἀπό τόν Ἀδάμ, σέ γλώσσα χαλδαϊκή, κι’ ἀκόμα ἕνα πού τό λένε Διβᾶν. Συμπαθοῦνε τούς χριστιανούς, μά ἐχθρεύουνται τούς μωχαμετάνους.
.αρχείο λήψης (52)
Ἀπό τό Βιβλίο τοῦ Φώτη Κόντογλου, Γίγαντες ταπεινοί,
Ἐκδόσεις Ἀκρίτας 2000
αντιγραφή κειμένου από:http://www.imaik.gr/?p=4576


καρπος της προσευχης- συλληψη του Προδρομου

 


0923_Syllipsis_Ioannoy_ProdromoyΣτην Ορθόδοξη Εκκλησία τρεις Γεννήσεις Προσώπων εορτάζονται και αντίστοιχα τρεις Συλλήψεις:
-του Χριστού: Ευαγγελισμός της Θεοτόκου-Χριστούγεννα
-της Παναγίας:η Σύλληψη της αγίας Άννης- η Γέννηση της Θεοτόκου
-του αγίου Ιωάννου του Προδρόμου: η Σύλληψη- η Γέννηση του Προδρόμου
Το γεγονός ότι τιμάται η Σύλληψη- δηλ. η αρχή της ενδομήτριας ζωής- είναι ένα ακόμα στοιχείο που αποδεικνύει την αξία του εμβρύου από τη στιγμή της σύλληψης, και επομένως  το πόσο μεγάλο κακό είναι ο τερματισμός της ζωής των εμβρύων με τη λεγόμενη διακοπή κυήσεως-έκτρωση-άμβλωση…
Από την τιμή της Σύλληψης των αγίων αυτών προσώπων διαφαίνεται ακόμα και η ιερότητα αυτής της στιγμής. Ο αγιασμένος καρπός είναι αποτέλεσμα προσευχής, υποταγής στο θέλημα του Θεού, υπομονής και ενάρετου βίου. Με τέτοιες “προϋποθέσεις” οι γονείς φέρνουν ευλογημένα παιδιά στον κόσμο…(δείτε για τη Σύλληψη της Θεοτόκου κάνοντας κλικ στον τίτλο:Οι άγιοι Ιωακείμ και Άννα: το απαθέστερο ζευγάρι (του γ.Παϊσίου)
Ας δούμε τώρα με λίγα λόγια το θαυμαστό γεγονός της Σύλληψης του Τιμίου Προδρόμου.
********************************

Η Σύλληψη του Τιμίου Προδρόμου

(από το synaxaristis.gr)
Ἔτσι προφήτευσε ὁ προφήτης Ἠσαΐας γιὰ τὸν Πρόδρομο τοῦ Κυρίου, Ἰωάννη: «Φωνὴ βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ, ἑτοιμάσατε τὴν ὁδὸν Κυρίου, εὐθείας ποιεῖτε τὰς τρίβους αὐτοῦ». Δηλαδή, φωνὴ ἀνθρώπου, ποὺ φωνάζει στὴν ἔρημο καὶ λέει: «Ἑτοιμάστε τὸν δρόμο, ἀπ’ ὅπου θὰ ἔλθει ὁ Κύριος σὲ σᾶς. Κάνετε ἴσιους καὶ ὁμαλοὺς τοὺς δρόμους, ἀπὸ τοὺς ὁποίους θὰ περάσει». Ξεριζῶστε, δηλαδή, ἀπὸ τὶς ψυχές σας τὰ ἀγκάθια τῶν ἁμαρτωλῶν παθῶν καὶ ρίξτε μακριὰ τὰ λιθάρια τοῦ ἐγωισμοῦ καὶ τῆς πώρωσης καὶ καθαρίστε μὲ μετάνοια τὸ ἐσωτερικό σας, γιὰ νὰ δεχθεῖ τὸν Κύριο.
.
Ἡ φωνὴ αὐτή, ποὺ ἦταν ὁ Ἰωάννης, γεννήθηκε μὲ θαυμαστὸ τρόπο. Ὁ Πατέρας του Ζαχαρίας ἦταν ἱερέας. Τὴν ὥρα τοῦ θυμιάματος μέσα στὸ θυσιαστήριο, εἶδε ἄγγελο Κυρίου, ποὺ τοῦ ἀνήγγειλε, ὅτι θὰ ἀποκτοῦσε γιὸ καὶ θὰ ὀνομαζόταν Ἰωάννης. Ὁ Ζαχαρίας σκίρτησε ἀπὸ χαρά, ἀλλὰ δυσπίστησε. Ἡ γυναῖκά του ἦταν στείρα καὶ γριά, πῶς θὰ γινόταν αὐτὸ ποὺ ἄκουγε; Τότε ὁ ἄγγελος τοῦ εἶπε ὅτι γιὰ νὰ τιμωρηθεῖ ἡ δυσπιστία του, μέχρι νὰ πραγματοποιηθεῖ ἡ βουλὴ τοῦ Θεοῦ, αὐτὸς θὰ ἔμενε κωφάλαλος. Πράγματι, ἡ Ἐλισάβετ συνέλαβε, καὶ μετὰ ἐννιὰ μῆνες ἔκανε γιό. Μετὰ ὀκτὼ ἡμέρες, στὴν περιτομὴ τοῦ παιδιοῦ, οἱ συγγενεῖς θέλησαν νὰ τοῦ δώσουν τὸ ὄνομα τοῦ πατέρα του, Ζαχαρία. Ὅμως, ὁ Ζαχαρίας, ἔγραψε ἐπάνω σὲ πινακίδιο τὸ ὄνομα Ἰωάννης. Ἀμέσως δέ, λύθηκε ἡ γλώσσα του, καὶ ἡ χαρὰ γιὰ ὅλους ἦταν μεγάλη.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ἡ πρῴην οὐ τίκτουσα, στεῖρα εὐφράνθητι. Ἰδοὺ γὰρ συνέλαβες, Ἡλίου λύχνον σαφῶς, φωτίζειν τὸν μέλλοντα, πᾶσαν τὴν οἰκουμένην, ἀβλεψίᾳ νοσοῦσαν. Χόρευε Ζαχαρία, ἐκβοῶν παρρησίᾳ· Προφήτης τοῦ Ὑψίστου, ἐστὶν ὁ μέλλων τίκτεσθαι.
************

 

***************
 

Απολυτίκιο Αγ. Ευφροσύνης - 25 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ


Βίος Αγίας Ευφροσύνης

Βίος Αγίας Ευφροσύνης
Η Αγία Ευφροσύνη εορτάζει στις 25 Σεπτεμβρίου

Zoom in (real dimensions: 302 x 414)Εικόνα

Θυγάτηρ Παφνουτίου του Αιγυπτίου
Η Οσία Ευφροσύνη έζησε στα χρόνια του Θεοδοσίου του μικρού [περί το 410 μ.Χ.), ήταν μοναχοκόρη και πολύ πλούσια. Ο πατέρας της Παφνούτιος ήταν ο πλουσιότερος της
Αλεξάνδρειας και μαζί με τη σύζυγο του διακρίνονταν για τη θερμή πίστη τους στο Θεό.
Δώδεκα χρονών η Ευφροσύνη έμεινε ορφανή από μητέρα, και ο πατέρας της αφοσιώθηκε ακόμα πιο φιλόστοργα στην επιμέλεια της κόρης του. Όταν η Ευφροσύνη έφθασε
στο 18ο έτος της ηλικίας της, ο πατέρας της θέλησε να την παντρέψει με ένα νέο υψηλής κοινωνικής τάξης.
Όμως την ψυχή της Ευφροσύνης είχε καταλάβει ο θείος έρωτας. Ο γάμος και οι κοσμικότητες θα της ήταν εμπόδιο να αφιερωθεί συστηματικά στην ελεημοσύνη και στην υπηρεσία
του πλησίον.

Η Ευφροσύνη πραγματοποιεί το θέλημα της
Κάποιες μέρες πού απουσίαζε ο πατέρας της, κατά θεία Πρόνοια ήλθε στην Αλεξάνδρεια ένας Πνευματικός ενάρετος από κάποια σκήτη. Αυτόν τον κάλεσε η Ευφροσύνη για να
εξομολογηθεί. Με την εξομολόγηση είπε και όλον της τον πόθο, να απαρνηθεί τον κόσμο, για την αγάπη του Κυρίου.
Τον ερώτησε ακόμη, και τί πρέπει να κάμει σ’ αυτήν την περίσταση. Ο Καλόγηρος της απάντησε:
- Ξέρεις, κόρη μου, ότι ο Κύριος λέγει στο ιερό Ευαγγέλιο: ο φιλών πατέρα ή μητέρα υπέρ εμέ, ουκ εστί μου άξιος. Αφού λοιπόν ο φιλόστοργος αυτός Δεσπότης άναψε στην
καρδιά σου τον ιερόν αυτόν και σωτήριον έρωτα, να σπεύσης όσο μπορείς γρηγορότερα. Άρον τον σταυρόν και ακολούθησε. Αυτόν, πριν ψυχρανθή ο πόθος σου. Μη αφήσης
να φθείρη την παρθενία σου φθαρτός άνθρωπος. Νυμφεύσου τον ουράνιο Βασιλέα, για να αγάλλεσαι με αυτόν ζωήν αιώνιον.

Η Ευφροσύνη γίνεται Μοναχή
Όταν άκουσε τα θεια αυτά λόγια η Ευφροσύνη, χάρηκε πάρα πολύ, και τον παρακάλεσε να την αξιώσει να γίνει Μοναχή. Αμέσως ο Πνευματικός εξετέλεσε την επιθυμία της.
Διάβασε την ανάλογη ευχή, την κούρεψε και της φόρεσε το Αγγελικό Σχήμα, με δεήσεις προς τον Θεό να την αξιώσει να τελειώσει τον πόθο της.
Όταν τελείωσε την τελετή αυτή ο Πνευματικός, έφυγε για το ασκητήριό του.
Όταν έμεινε μόνη η Ευφροσύνη σκεπτόταν πώς να κάμη, πού να πάει να κρυφθή να μην την εύρουν οι συγγενείς της και την εμποδίσουν. Συλλογίζονταν αν έμπαινε σε Μοναστήρι
γυναικών, ήταν ενδεχόμενο να την εύρουν οι συγγενείς της. Γι αυτό, απέβαβαλε τη Μοναχική στολή, έβγαλε μαζί και τον χιτώνα και τη γυναικεία νοοτροπία, και ντύνεται ανδρικά.
Κατόπιν με προφύλαξη ξεφεύγει από την προσοχή των υπηρετών της και αφήνει σπίτι λαμπρό, χρυσάφι και ασήμι άφθονο, μαργαριτάρια και λοιπά χρυσαφικά. Απαρνιέται πατέρα,
μνηστήρα, συγγενείς. Περιφρονεί τις απολαύσεις του κόσμου, και παίρνει τον Σταυρό τον γλυκύτατο του Χριστού και πηγαίνει σε κείνο το ίδιο το Μοναστήρι, από το όποιο την ίδια
μέρα έφυγε ο πατέρας της ο Παφνούτιος.

Παρουσιάζεται σαν άνδρας στον Ηγούμενο
Όταν παρουσιάσθηκε στον Ηγούμενο, εκείνος τη ρώτησε κατά την τάξη, από πού είναι και τί ζητούσε. Εκείνη αποκρίθηκε:
Σμάραγδος, ονομάζομαι, Δέσποτα, και είμαι ευνούχος στο παλάτι του Θεοδοσίου. Επειδή δε βαρέθηκα το θόρυβο και τη σύγχυση του βίου, άκουσα δε και την καλή φήμη και τις
αρετές της αγιοσύνη σας, ήλθα να σας παρακαλέσω να με δεχτείτε στη συνοδεία σας.
Δέχτηκαν τον Σμάραγδο στο Μοναστήρι και τον έστειλαν να γίνει υποτακτικός σε έναν γέροντα. Όμως ο σατανάς που φθονούσε προσπαθούσε να νικήσει την Ευφροσύνη.
Αφού όμως είδε, ότι δεν μπορεί να μείωση τον τόνο της αρετής της, προκαλούσε τους άλλους Μοναχούς με έρωτα του κάλλους της, πού όταν την έβλεπαν σκανδαλίζονταν. Τόσο
δε επάθαιναν, πού αναγκάσθηκαν να το πουν στον ηγούμενο.

Ο Σμάραγδος απομονώνεται
Όταν έμαθε αυτά ο Ηγούμενος, διέταξε το Σμάραγδο να ησυχάσει σε ένα κελί αναχωρητικό. Δεν του επέτρεψε να πάει αλλού, ούτε να δέχεται κανένα στο κελί του, ούτε να συνομιλεί
με κανένα. Να διαβάζει μόνος του την ακολουθία του, και ο Αγάπιος να του φέρνει ότι χρειάζεται. Βιβλία για να αναπτύσσεται πνευματικά και τρόφιμα για τη συντήρηση του.
Η μακαρία χάρηκε υπερβολικά, όταν βρέθηκε μόνη και απαλλάχθηκε από κάθε ενόχληση. Με τον τρόπο αυτό αύξανε και ο ζήλος της προς τον Κύριο. Πρόσθεσε νηστεία στη νηστεία
και με αγρύπνιες και προσευχές αγωνιζόταν περισσότερο ώστε να θαυμάζει ο Αγάπιος και να τα διηγείται στην αδελφότητα με κάθε λεπτομέρεια.

Επιστρέφει ο πατέρας και αναζητεί την κόρη του
Όταν γύρισε ο Παφνούτιος από το Μοναστήρι στο σπίτι του, και δεν βρήκε την θυγατέρα του, άρχισε να ρωτά τους δούλους του και τις θεραπαινίδες της μήπως επήγε σε κανένα
από τους συγγενείς τους. Άρχισε να θρηνεί ο πατέρας της αλλά και ο μνηστήρας της θρηνούσε περισσότερο ακόμη.
Μη υποφέροντας τη λύπη του ο Παφνούτιος, έρχεται στον αγιώτατο Ηγούμενο του Μοναστηρίου ρκείνου για να του αναγγείλει τη συμφορά του. Είχε την ελπίδα, ότι αφού με τις
προσευχές του χάρισε ο Θεός την Ευφροσύνη, έτσι πάλι με τις προσευχές του μπορούσε να του φανερώσει τι έγινε.

Ο ηγούμενος προσεύχεται με όλους τους Μοναχούς
Ο Ηγούμενος δάκρυσε. Σπλαχνίστηκε το φίλο του και κάλεσε όλη την αδελφότητα για να μάθουν τη θλίψι του φίλου των. Προτείνει λοιπόν να νηστέψουν όλη την εβδομάδα και να
προσεύχονται όλοι, έως ότου αποκαλύψει ο Κύριος σε κανένα από αυτούς, σε ποιόν τόπο βρίσκεται η Ευφροσύνη. Οι μοναχοί έκαμαν, όπως τους είπε ο ηγούμενος. Αλλά κανένα
όνειρο δεν είδαν, διότι η Όσια δεόταν και αυτή να μην την φανερώσει ο Κύριος. Γι αυτό επέτρεψε ο ελεήμων και φιλεύσπλαχνος Κύριος, να βασανίζεται ο Παφνούτιος μάλλον και να
πένθη κλαίγοντας, παρά να τον παρηγορήσει, και να λυπήσει την ψυχή εκείνη, η οποία τον αγάπησε και για την αγάπη του θυσίασε την πατρική αγάπη και κάθε κοσμική απόλαυση.
Λέγει λοιπόν ο Ηγούμενος στον Παφνούτιο:
Μη λυπάσαι, τέκνον μου, μήτε να οδύρεσαι ανόητα και άσκοπα, καθώς οι άπιστοι, πού δεν έχουν άλλη ελπίδα, παρά μόνο της παρούσης ζωής. Πίστεψέ με, πού είμαι γέροντας, ότι
η θυγατέρα σου σε καλό και θεάρεστο δρόμο πήγε. Γιατί, αν δεν ήταν άσφαλισμένη για το καλό της, δεν θα μάς καταφρονούσε ο Κύριος, άλλά θα μάς έδειχνε τί έγινε. Λοιπόν για να
μη εμπόδιση τη σωτηρία της την σκεπάζει. Παρηγορήθηκε κάπως με τα λόγια αυτά ο Παφνούτιος και σε λίγο έφυγε. Άλλα και πάλιν ερχόταν πολλές φορές στη Μονή, για να βλέπει
τους αγίους Πατέρες και να παίρνει μικρή παρηγοριά από τα λόγια τους.

Zoom in (real dimensions: 304 x 431)Εικόνα

Βλέπει την κόρη του
Κάποια μέρα, πού είχε πάει πάλι στο Μοναστήρι ο Παφνούτιος, του λέγει ο ηγούμενος:
Θέλεις να δεις ένα αδελφό πού έχουμε, πολύ νεαρό, αλλά πολύ θαυμάσιο στην αρετή. Ονομάζεται Σμάραγδος και είναι από αρχοντικό γένος. Παράτησε πλούτο και δόξα του
κόσμου, και τόσο αγωνίζεται για τις εντολές του Κυρίου, ώστε δεν είναι άλλος όμοιός του.
Χάρηκε ο Παφνούτιος, όταν άκουσε αυτά, και αφού τον οδήγησε ο Αγάπιος πήγε στο κελί της Ευφροσύνης. Τί απροσδόκητη χαρά για την Ευφροσύνη να δη ξαφνικά τον πατέρα
της μπροστά της! Τα μάτια της πλημμύρισαν δάκρυα και έτρεχαν ποταμηδόν. Αλλ' αυτός δεν την γνώρισε. Τόση κακοπάθεια είχε από τη νηστεία, τις αγρυπνίες και τις γονυκλισίες
και τις ορθοστασίες και τους κόπους! Τέλος έπαυσε να κλαίει η Ευφροσύνη. Έκαμε αμέσως ευχή κατά την συνήθεια και ύστερα λέγει στον Παφνούτιον:
Πίστεψέ με, άνθρωπε, άνθρωπε αν ήταν η θυγατέρα σου στον δρόμο της απώλειας, δεν θα περιφρονούσε ο ελεήμων Θεός τις ευχές και τις ελεημοσύνες και τα δάκρυά σου. Δε
θα περιφρονούσε τις δεήσεις, πού κάνουμε εμείς οι αμαρτωλοί μαζί με τον καθηγούμενο μας, όλη την ημέρα, από αγάπη προς σένα. Αλλά πιστεύω στον Θεό, ότι διάλεξε την
αγαθή μερίδα. Αφού είπε αυτά τον άφησε να φύγει. Φεύγοντας ο Παφνούτιος επήγε στον Ηγούμενο και του λέγει:
Σε ευχαριστώ Άγιε Πάτερ, τόσο ευχαριστήθηκα με τα λόγια του Όσιου Σμάραγδου, πού μου φάνηκε πώς είδα το ίδιο το κορίτσι μου.

Πεθαίνει η Ευφροσύνη
Τριάντα οκτώ χρόνια έμεινε αγνώριστη η Ευφροσύνη στο Μοναστήρι και τότε αρρώστησε. Κατά θείαν πρόνοιαν έτυχε να είναι εκεί ο Παφνούτιος. Όταν είδε το Σμάραγδο άρρωστο,
άρχισε να κλαίει πικρά και να λέγει:
Αλλοίμονο σε μένα τον άθλιο! Ποιος θα με παρηγορήσει στα γηρατειά μου; Τριάντα οκτώ χρόνια είναι πού έχασα το παιδί μου, και μόνο συ, πάτερ Σμάραγδε, με παρηγόρησες. Συ
μου έδωσες θάρρος και ελπίδα. Τώρα ούτε εκείνο βλέπω, ούτε εσένα έχω πλέον, πού ήσουνα η παρηγοριά της λύπης μου. Τώρα απελπίστηκα και δεν πιστεύω πλέον να δω την
θυγατέρα μου.
Τότε εκείνη του λέγει:
Γιατί θλίβεσαι τόσο και βασανίζεσαι; Μην χάνεις την ελπίδα σου. Κάμε υπομονή, υπόμενε άλλες τρεις ημέρες, και να δεις του Θεού τα θαυμάσια.
Έμεινε λοιπόν ο Παφνούτιος, νομίζοντας, ότι ο Κύριος αποκάλυψε στο Σμάραγδο αυτό, πού ποθούσε, και γι' αυτό του είπε να μείνει τρεις ήμερες. Όταν έφθασε η τελευταία ημέρα
της Όσιας κάλεσε τον Παφνούτιο και του λέγει:
Επειδή ο Παντοδύναμος Θεός οικονόμησε τα δικά μου όπως ήθελε, και με αξίωσε να τελειώσω την καλή μου πρόθεση, θέλω να σου αποκαλύψω τώρα πού φεύγω για την αιώνια
αγαλλίαση, και να σε απαλλάξω από τη φροντίδα. Μάθε λοιπόν, ότι εγώ είμαι η θυγατέρα σου. Για να μη με εμποδίσρις, άλλαξα σχήμα, και με βοήθησε ο Θεός να μη με
αναγνωρίσεις. Και πάλι τώρα σε έφερε κοντά μου, για να με δεις και παρηγορηθείς και να ενταφιάσεις το σώμα μου. Όταν ήλθα εδώ στη Μονή, υποσχέθηκα στον ηγούμενο επειδή
είχα πλούτη πολλά, να τα αφιερώσω στη Μονή, αν μπορέσω ως το τέλος να υποφέρω και να μείνω εδώ. Ο Κύριος με αξίωσε. Λοιπόν σε παρακαλώ, ξεπλήρωσε εσύ την υπόσχεση
αυτή. Δώσε στους Πατέρες όσα ήθελες να δώσεις σε μένα. Είναι πολύ ενάρετοι άνθρωποι.
Αφού είπε αυτά, παρέδωσε την ψυχή της στα χέρια του Θεού.

Ο Παφνούτιος συντρίβεται
Ο πατέρας της Ευφροσύνης έμεινε κατάπληκτος, για το απροσδόκητο τέλος της κόρης του. Έπεσε στη Γή σαν νεκρός άφωνος και άλαλος. Δεν ήξερε εάν έπρεπε να ευρανθεί που
την βρήκε ή να θρηνήσει για τον θάνατο της. Αλλά τους θρήνους διαδέχεται η χαρά πού μετατρέπει σε ευχαρίστηση τα δάκρυα.

Ένα θαύμα στον ένταφιασμό της
Ο Αγάπιος από τα λόγια του Παφνούτιου κατάλαβε, ότι ο Σμάραγδος ήταν η θυγατέρα του Παφνούτιου, και έτρεξε και το ανήγγειλε στον Ηγούμενο και σε όλη την αδελφότητα.
Έτρεξαν αμέσως όλοι και συναγωνίζονταν ποιος να πλησιάσει πιο μπροστά το άγιο λείψανο, για να το ασπασθεί με ευλάβεια. Ένας ασκητής, πού είχε το ένα μάτι τυφλό, όταν
ασπάστηκε την Αγία ώ του θαύματος! Βρέθηκε με δυο μάτια γερά. Από το μεγάλο αυτό θαύμα κατάλαβαν πόση χάρη επήρε από τον Κύριο. Αμέσως αύξησαν την ευλάβεια προς
αυτήν και δοξολόγησαν τον Κύριο.
Κατόπιν ενταφίασαν με τιμή το ιερότατο λείψανο και κατά την ταφή, έλαμψε το πρόσωπο της Άγιας, σαν ήλιος.

Ο Παφνούτιος μένει για πάντα στο Μοναστήρι
Μετά την ταφή της Αγίας, ο Παφνούτιος δεν έφυγε. Έμεινε για πάντα στη Μονή. Διαμοίρασε όλα τους τα υπάρχοντα στους φτωχούς, σε σχολεία σε Εκκλησίες και κατοίκησε στη
Μονή αφού έγινε Μοναχός. Κατοικία του ήταν το κελί της Ευφροσύνης και κοιμόταν στην ίδια ψάθα, πού κοιμόταν και κείνη. Έζησε σαν Μοναχός δέκα έτη με μεγάλη αρετή και
ευσέβεια.
Όταν πέθανε τον ενταφίασαν στο μνημείο της Ευφροσύνης, εις δόξαν του Πατρός και του Υιού και του Άγιου Πνεύματος. Αμήν.


Zoom in (real dimensions: 291 x 394)Εικόνα

Στίχος
Εικάδα Ευφροσύνη κατά πέμπτην πότμον υπέστη.
Το θήλυ κρύπτεις ανδρικώς, Ευφροσύνη, και κρυπτά τον βλέποντα Δεσπότην βλέπεις.

Ἀπολυτίκιον
Ἐν τῇ ἀσκήσει τὸ θῆλυ ἐκάλυψας, ἐν τῇ κοιμήσει τοὺς πάντας ἐξέπληξας, Εὐφροσύνη ἀνύσασα ἀνδρικῶς, νεᾶνις οὖσα λαμπρά, καὶ ταῖς πρεσβείαις ταῖς σαῖς
τῶν κινδύνων ἀπαλλάττεις τοὺς τιμῶντάς σε.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ὡς παρθένος φρόνιμη καὶ ἀδιάφθορος, κοτηγγυήθης ὁσίως τῷ Ζωοδότῃ Χριστῷ, καὶ προσκαίρων τὴν χλιδὴν ἐμφρόνως ἔλιπες, ὅθεν ἐν μέσω τῶν ἀνδρῶν,
ὡς ἀμόλυντος ἀμνάς, ἐξέλαμψας Εὐφροσύνη, καὶ τοῦ Βελίαρ τὰ κέντρα, τὴ πολιτεία σου ἀπήμβλυνας.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον Ἦχος πλ. δ’.
Ἐν σοὶ Μῆτερ ἀκριβῶς διεσώθη τὸ κατ᾽ εἰκόνα• λαβοῦσα γὰρ τὸν σταυρόν, ἠκολούθησας τῷ Χριστῷ, καὶ πράττουσα ἐδίδασκες, ὑπερορᾷν μὲν σαρκός,
παρέρχεται γάρ• ἐπιμελεῖσθαι δὲ ψυχῆς, πράγματος ἀθανάτoυ• διὸ καὶ μετὰ Ἀγγέλων συναγάλλεται, Ὁσία Εὐφροσύνη τὸ πνεῦμά σου.

Κοντάκιον Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Τῆς ἄνω ζωῆς, τυχεῖν ἐπιποθήσασα, τὴν κάτω τρυφήν, σπουδαίως καταλέλοιπας, καὶ σαυτὴν ἀνέμιξας, ἀνάμεσον ἀνδρῶν παναοίδιμε• διὰ Χριστὸν γὰρ
τὸν νυμφίον σου, μνηστῆρος προσκαίρου κατεφρόνησας.

Κοντάκιον Ἦχος δ΄. Ἐπεφάνης σήμερον
Εὐφροσύνης πρόξενος, βιοτῆ σου, τοῖς ἐν κόσμω γέγονε, προτυπωθεῖσα ἐναργώς, τή φερωνύμω σου πανσεμνέ, προσηγορία, Εὐφροσύνη ἔνδοξε.

Ὁ Οἶκος
Ἐν εὐφροσύνῃ καὶ θυμηδίᾳ, τάς ψυχὰς εὐφρανθέντες, ἀναστῶμεν σπουδῇ ἀκοῦσαι λόγον παράδοξον• ὑπερβαίνει γὰρ ἔννοιαν πᾶσαν τὸ διήγημα τοῦτο
καὶ καταπλήττει, ὅτι γυνὴ ἐν μέσῳ ἀνδρῶν καταμένουσα, ἐνίκησε τὸν Βελίαρ, καὶ τὸ πῦρ κατεπάτησε τῶν ἡδονῶν, καὶ οὐκ ἐφλέχθη τὸ σύνολον• τὸν
Χριστὸν γὰρ ποθοῦσα ἡ ἄσπιλος, μνηστῆρος προσκαίρου κατεφρόνησε.

Μεγαλυνάριον.
Μνήστορα λιποῦσα τὸν γεηρόν, φαιδρῶς ἐνυμφεύθης, τῷ ὡραίῳ κάλλει Χριστῷ, δι’ ἀμέμπτου βίου, Ὁσία Εὐφροσύνη, δι’ οὗ ἀεὶ εὐφραίνεις, τοὺς σὲ γεραίροντας.

Τετάρτη 17 Σεπτεμβρίου 2014

Άγ. Αναστάσιος Υφάντης, εκ Περιστερωνοπηγής Μεσαωρίας Κύπρου

 

17 Σεπτεμβρίου 2014
Ιστορικά στοιχεία για τον Άγιο Αναστάσιο
Ο χρονογράφος του 15ου  αιώνα Λεόντιος Μαχαιράς αναφέρει ότι ο Άγιος Αναστάσιος είναι μεταξύ των 300 κληρικών και λαϊκών, οι οποίοι μετά την άλωση της Ιερουσαλήμ από τους Άραβες το 638 μ.Χ, κατέφυγαν στην Κύπρο, για να ξεφύγουν από τη μανία των Σαρακηνών.
(…) Όνταν οι Σαρακηνοί επήραν την γην της επαγγελίας, τότε εβγήκαν οι πτωχοί οι χριστιανοί απού εγλυτώσαν και επήγαν όπου ηύραν καταφύγιν· ήσαν αρχιεπίσκοποι, επίσκοποι ιερείς και λαϊκοί και επή­γαν όπου ’φτάσαν. Και ήρταν και εις την περίφημον Κύπρον μία συ­ντροφία, όπου ήσαν τ’ (=300) ονομάτοι, και γροικώντας, ότι Έλληνες εφεντεύγαν τον τόπον, διά τον φόβον επήγαν εις το έναν μέρος και εις το άλλον, και έσγαψαν την γην και εμπήκαν μέσα, και επροσεύχουνταν τω Θεώ (…)
yfantperist
(…)Ευρίσκεται εις την Περιστερώναν της Μεσαρίας ο άγιος Αναστάσιος ο θαυματουργός, εις την Ορμετίαν ο άγιος Κωνσταντίνος στρατιώτης εις την Σίνταν ο άγιος Θεράπων(…)
Ο Άγιος Αναστάσιος αν και δεν είναι γνωστός στους συναξαρι­στές, από ένα σύντομο συναξάρι που περιλαμβάνεται στην παλαιά α­κολουθία του πληροφορούμαστε ότι ήταν ένας από τους 300 ορθοδόξους της Αλαμανίας (Γερμανίας), οι οποίοι πήραν μέρος σε μια σταυροφορία στα χρόνια του αυτοκράτορα Αλεξίου του Κομνηνού (1081-1118) και του γιου του Ιωάννη (1118-1143). Αργότερα, επειδή οι Λατίνοι της Παλαιστίνης τους κατεδίωξαν, κατέφυγαν στην Κύπρο, όπου έζησαν μοναχικό και ασκητικό βίο.
«Ούτος ο Όσιος Πατήρ ημών Αναστάσιος, ην εν τοις χρόνοις του Βασιλέως των Χριστιανών, Αλεξίου του Κομνηνού, και του υιού αυτού Ιωάννου μετά και των λοιπών τριακοσίων Ορθοδόξων των εξ Αλαμανίας όντων, και εν Κύπρω τότε υποκειμένη τω Ορθοδόξω Βασιλεί, τον μονήρη βίον διανυσάντων. Ότε γαρ ο λεγόμενος Ιερός πόλεμος συνεκροτείτο και γινόμενος δήθεν διά τα Άγια προσκυνήματα, ήλθαν και αυτοί στρατιώται μετά των λοιπών. Ορώντες δε εν τοις πολέμοις και τους Ορθοδόξους κακοποιημένους υπό Λατίνων, αφέντες την επίγειον στρατείαν, εστρατεύθησαν τω επουρανίω Βασιλεί. Αναλαβόντες τα όπλα της μοναδικής πολιτείας εν Κύπρω ένθα εν ερήμοις και όρεσι διατρίβοντες, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι και υπό Δαιμόνων επηρεα­ζόμενοι, και νικήσαντες χάριτι του ενδυναμούντος Χριστού πάντα πειρασμόν, διά των μεγάλων αυτών αρετών, γενέσθαι και θαυμάτων πολλών αυτουργοί· ου μόνον ζώντες, αλλά και μετά θάνατον όθεν και μέχρι του νυν τοις ευλαβώς προσερχομένοις τω Τάφω αυτού ο Θείος ούτος Αναστάσιος άριστος δείκνυται ιατρός, και ταχέως προφθαίνει εις τους επικαλούμενους αυτόν εκ πίστεως. Ταις τούτου πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ημών, ελέησον ημάς ως φιλάνθρωπος».
Στο σημείο αυτό πρέπει να σημειώσουμε ότι το συναξάρι του Αγίου Αναστασίου, καθώς και τριών άλλων Αγίων στα οποία γίνεται μνεία των Αλαμανών η της Αλαμανίας (Αγίου Κενδέα, Αγίου Θεράποντος και Αγίου Αυξεντίου) είναι πολύ μεταγενέστερα, χρονολογούνται, δε ό­λα από τον 18° αιώνα μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα. Γι’ αυτό το λόγο δεν μπορούμε να στηριχθούμε απόλυτα στις πληροφορίες τις οποίες δί­νουν.
Μελετώντας τις σχετικές πληροφορίες για τον Άγιο Αναστάσιο, πρέπει να λάβουμε σοβαρά υπόψη και μια τελευταία μελέτη του ερευ­νητή και ιστορικού Κώστα Κύρρη ο οποίος σύμφωνα με τον κώδικα Coislin 105 του 10ου -11ου αιώνα τοποθετεί τον Άγιο πριν από το 10° αι­ώνα, δηλαδή αρκετά πιο νωρίς από το χρόνο που αναφέρει το σύντο­μο συναξάρι. Ακριβώς για το θέμα αυτό ο Κώστας Κύρρης γράφει:
Ότι ο Άγιος Αναστάσιος έζησε πριν από τον 10ο αιώνα μαρτυρεί­ται από την ύπαρξη του βίου τον στον κώδικα Coislin 105 του 10ου-11ου  αιώνα.
Επίσης είναι επιβεβλημένο να παραθέσουμε. τουλάχιστον περιληπτικά, τα συμπεράσματα πρόσφατης μελέτης του μοναχού Χαρίτωνος Σταυροβουνιώτη για το ακανθώδες θέμα των έξωθεν ελθόντων Οσίων, ανάμεσα στους οποίους περιλαμβάνεται και ο Άγιος Αναστάσιος.
α) Άπαντες ήσαν γνησίως Ρωμιοί μοναχοί ( Ορθόδοξοι δηλαδή την πίστιν πατέρες προερχόμενοι εκ διαφόρων περιοχών της ενιαίας ρωμαϊκής -βυζαντινής αυτοκρατορίας).
β) Δεν ήλθον άπαντες ομού εις Κύπρον, αλλά κατά διαφόρους χρόνους (πάντως πρωίμους ή μέσους βυζαντινούς) και υπό ποικίλας περιστάσεις(…)
γ) Ο ακριβής συνολικός αριθμός των Οσίων τούτων δεν είναι γνωστός μετ’ ακρίβειας, αν και η υπό των χρονογράφων καταγραφομένη παράδοσις ανάγει αυτούς εις τον συμβολικόν μεγάλου πλήθους ιερόν αριθμόν των τριακοσίων(…)
Αν και γράφτηκαν πολλά μέχρι τώρα από διάφορους μελετητές για το χρόνο, την προσωνυμία «Αλαμανοί» καθώς και τις συνθήκες που κατέληξαν στην Κύπρο οι 300 Αλαμανοί Άγιοι δε θα αναφέρουμε περισσότερα. Θα σταθούμε περισσότερο στα θαύματα του Αγίου καθώς και στα τεκμήρια της παρουσίας του. Αυτά ήταν ο τάφος του καθώς και τα εργαλεία υφαντικής, που χρησιμοποιούσε όσο ζούσε σε μια σπη­λιά της Περιστερώνας της Μεσαορίας. Ο Άγιος Αναστάσιος ο θαυματουργός, όπως αποκαλείται, έζησε με νηστεία, αγρυπνία και προσευχή, θεραπεύοντας κάθε ασθένεια. Πιο πολύ όμως ζητούσαν τη βοήθειά του όσοι υπέφεραν από ρευματοπάθειες, αρθριτικά, παράλυση και κατάγματα. Ο Άγιος Αναστάσιος δε σταμάτησε ποτέ να εργάζεται, για να εξασφαλίζει με τον τρόπο αυτό τον καθημερινό επιούσιο. Μέσα σε μια λαξευτή σπηλιά, όπου διάλεξε για να ασκητέψει, έστησε τον αργαλειό του κι’ εκεί ύφαινε σακκιά για τη φύλαξη ή μεταφορά δημητριακών. Πάνω από τον τάφο του, σε μια πεζούλα, υπήρχαν μέχρι τον Αύγουστο του 1974 τα ξύλινα «μακούτζια» του (=σαΐτες), διατη­ρημένα σε πολύ καλή κατάσταση. Τα εργαλεία αυτά έτριβαν στα πονεμένα τους μέλη όσοι ζητούσαν τη βοήθειά του για θεραπεία. Αργότερα τα τοποθετούσαν μπροστά στις εικόνες του, στις δύο παρα­κείμενες εκκλησίες του, την παλιά μοναστηριακή και την καινούργια. Παράλληλα με αυτά οι προσκυνητές έφερναν στη χάρη του και πολλά κέρινα ομοιώματα.
Η μνήμη του Αγίου Αναστασίου εορτάζεται στις 17 Σεπτεμβρίου.
(Πηγή: «Βίος- Θαύματα- Ακολουθία του Οσίου και Θεοφόρου Πατρός ημών Αναστασίου του Θαυματουργού του εν Περιστερωνοπηγή, εκδ. Ι.Μ. Μονή Βατοπαιδίου, σ. 11- 16)

Τρίτη 16 Σεπτεμβρίου 2014

Αγ. Σοφία-Πίστη-Ελπίδα-Αγάπη:Πρότυπα ζωής & μαρτυρίου

 

Η Αγία  Σοφία και οι τρεις μάρτυρες θυγατέρες της Πίστις, Ελπίς και Αγάπη  (17 Σεπτεμβρίου)
Η αγία μάρτυς Σοφία και οι τρεις θυγατέρες της Πίστις, Ελπίς και Αγάπη ζούσαν κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα των Ρωμαίων Αδριανού (117-138 μ.Χ.). Κατά­γονταν από λαμπρό και ένδοξο γένος. Είχαν από τους προγόνους τους την πίστη στο Χριστό και ζούσαν τη ζωή τους σύμφωνα με το θέλημα του Θεού.
Λοιπόν, όταν κάποτε οι άγιες αυτές γυναίκες πήγαν στη Ρώμη, τις συνόδευσε εκεί η φήμη για τη λαμπρότητα της γενιάς τους και η πληροφορία για την πίστη τους στο Χριστό. Για το λόγο αυτό ο ηγεμόνας πρόσταξε να του τις παρουσιάσουν ενώπιόν του. Μόλις αυτό έγινε, εκείνος θαμπώθηκε από το κάλλος και την ομορφιά τους και αφού χώρισε τη μητέρα από τις τρεις θυγατέρες της, άρχισε και συζητούσε μαζί της περί πίστεως, προσπαθώντας άλλοτε με κολακείες και υποσχέσεις και άλλοτε με απειλές να την αποσπάσει από την πίστη της στο Χριστό. Η αγία Σοφία όμως έμενε ακλόνητη στην πίστη της, υπερμαχόταν γι’ αυτήν, αμυνόταν στις προσβολές του ηγεμόνα και, έτσι, αυτές δεν μπορούσαν να τελεσφορήσουν.
Sophia_the_Martyr
Τότε ο ηγεμόνας, επειδή νικήθηκε από την Αγία, πρόσταξε να οδηγήσουν ενώπιόν του τις τρεις θυγατέρες της. Μό­λις λοιπόν έγινε αυτό, εκείνος, κοιτάζοντάς τες με «γλυκό» βλέμμα, προσπάθησε με σαγηνευτικές κολακείες και υπο­σχέσεις να εκμεταλλευτεί τη μικρή τους ηλικία και να διαπι­στώσει μήπως αυτές, εξαιτίας ακριβώς της μικρής τους αυτής ηλικίας, έχουν αποδεχθεί τη διδασκαλία να περιφρονούν τα υλικά αγαθά που τους υποσχόταν. Ο τύραννος έκαμε τη σχε­τική διαπίστωσή του, αλλά και πάλι νικήθηκε, αφού οι άγιες αυτές κορασίδες πίστευαν απολύτως συνειδητά στο Χριστό.
Ύστερα από το γεγονός αυτό, ο ηγεμόνας θέλησε να δοκιμάσει καθεμιά χωριστά. Πρώτα λοιπόν του πήγαν τη με­γαλύτερη στην ηλικία, την Πίστη, η οποία ήταν τότε δώδεκα ετών. Αυτή, αφού ομολόγησε με παρρησία την πίστη της στο Χριστό, έλεγξε και απέκρουσε με γενναίο φρόνημα τις μεθοδεύσεις του τυράννου. Τότε εκείνος πρόσταξε και την υπέ­βαλαν σε ανήκουστα και φρικτά βασανιστήρια. Πρώτα – πρώτα λοιπόν οι δήμιοι την έγδυσαν και, αφού της έδεσαν πίσω τα χέρια, την έδειραν ανελέητα με ραβδιά. Έπειτα της έκοψαν με μαχαίρι τούς μαστούς, από τους οποίους, ω του θαύματος!, αντί για αίμα, έρευσε γάλα· γεγονός που προκάλεσε έκπληξη και δέος στους ανόσιους και κακούργους δη­μίους. Εν συνεχεία την ξάπλωσαν πάνω σε μια πυρακτωμέ­νη σχάρα. Η Αγία όμως δεν έπαθε τίποτε, αλλά διαφυλά­χτηκε άφλεκτη από το πυρ, σε πείσμα του τυράννου και προς δόξαν του Χριστού. Κατόπιν την πασπάλισαν με πίσσα και άσφαλτο και την ξάπλωσαν και πάλι σε πυρακτωμένη σχά­ρα. Αλλά και από το μαρτύριο αυτό εκείνη διαφυλάχτηκε άβλαβης και ανέπεμπε ευχαριστίες στο Θεό.
Έτσι λοιπόν ο τύραννος, επειδή καταντροπιάστηκε από τη μεγαλομάρτυρα νεάνιδα, εξεμάνη κυριολεκτικά και πρόσταξε να την αποκεφαλίσουν με ξίφος. Αμέσως τότε την παρέλαβαν οι δήμιοι και την οδηγούσαν στον τόπο του αποκεφαλισμού της· προπορευόταν δε η μητέρα της Σοφία, η οποία και την ενθάρρυνε να δεχθεί μετά χαράς το θάνατο για το Χριστό. Μόλις έφτασαν στον τόπο της εκτελέσεως, οι δήμιοι την αποκεφάλισαν με ξίφος. Έτσι λοιπόν η αγία μεγαλομάρτυς Πίστις εξασφάλισε από το Χριστό τον στέφανο της αθλήσεώς της και ανήγαγε τον εαυτό της ταπεινοφρό­νως σε τιμή αγίας, αφού έγινε υπόδειγμα πίστεως στο Χρι­στό μέχρι θανάτου.
Αφού λοιπόν έγιναν όλα αυτά, ανοσίως μεν από τον τύραννο, θεοπρεπώς όμως από την πρώτη νεάνιδα, την Πί­στη, προσήχθη σ’ αυτόν η δεύτερη κόρη, η Ελπίς, η οποία ήταν δέκα ετών. Αλλά και αυτή, παρά την τόσο νεαρή ηλι­κία της, στάθηκε ακλόνητη στην πίστη της στο Χριστό και απέρριψε κατηγορηματικά τις κολακείες και τις υποσχέσεις του τυράννου. Τότε εκείνος, καταντροπιασθείς από αυτή τη μικρή κορασίδα, πρόσταξε να τη δείρουν με βούνευρα και εν συνεχεία να τη ρίξουν μέσα σε μια πυρακτωμένη κάμινο. Η προσταγή του τυράννου εκτελέστηκε. Η Αγία όμως, με τη δύναμη του Θεού και την αόρατη παρουσία του Χριστού, διαφυλάχτηκε απολύτως αβλαβής.
Κατόπιν τούτου ο τύραννος πρόσταξε και υπέβαλαν την Ελπίδα σε νέα βασανιστήρια. Συγκεκριμένα, την κρέμασαν σε ένα ξύλο και της καταξέσχισαν με σιδερένια νύχια ολό­κληρο το σώμα της. Εν συνεχεία δε, έτσι αιμόφυρτη όπως ήταν, την έριξαν μέσα σ’ έναν πάρα πολύ πυρακτωμένο λέβητα, γεμάτο πίσσα και ρετσίνι. Αλλά, ενώ η Αγία δεν έπαθε απολύτως τίποτε από αυτή την κόλαση, τα κοχλάζοντα υγρά, που χύνονταν έξω από το λέβητα, έπεσαν επάνω σε πολλούς παρευρισκόμενους ειδωλολάτρες και, έτσι, τα απροσδόκητα εγκαύματα, που αυτά τους προκάλεσαν, επέφεραν σ’ εκείνους το θάνατο. Για το λόγο δε αυτό η μανία των δημίων υπεράναψε και αποκεφάλισαν αμέσως την ανήλικη Μεγαλομάρτυρα. Έτσι λοιπόν και ο δεκάχρο­νος αυτός άγγελος του Χριστού, η μικρή Ελπίς, ετελειώθη και ανήλθε στεφανηφόρος στην ουράνια βασιλεία του Θεού.
Ακολούθως προσήχθη τελευταία στον ακόρεστο και θεομάχο τύραννο η τρίτη και μικρότερη από τις αδελφές, η Αγάπη. Αυτή, όντας τότε μόλις εννέα ετών, με ασυνήθιστη για ανήλικο άτομο φρόνηση και θάρρος απερίγραπτο, δια­κήρυξε ότι ο Χριστός είναι ο μόνος αληθινός Θεός και με παιδικούς καγχασμούς καταμυκτήρισε τη θρησκεία των ει­δώλων. Η διακήρυξή της δε αυτή εξέπληξε και εξερέθισε τόσο πολύ τον τύραννο, ώστε εκείνος πρόσταξε αμέσως τους δημίους να την κρεμάσουν και να τη δείρουν. Εκεί­νοι τότε άρπαξαν την εννιάχρονη αυτή κορασίδα και, αφού την κρέμασαν, την έδειραν με σκληρά λουριά τόσο βάναυσα, που καταξεσχίστηκαν τα μέλη της και εξαρθρώθηκαν οι αρμοί της. Όμως, με τη χάρη του Θεού, αμέσως αποκαταστάθηκε τόσο τέλεια η υγεία της, ώστε ο τύραννος κατά πρώτον εκπλάγηκε και έμεινε άναυδος. Έπειτα όμως, καταληφθείς από οργή και εξαλλοσύνη, πρόσταξε και την έριξαν σε μια κάμινο, η οποία είχε πυρακτωθεί με την καύση κάθε είδους καύσιμης ύλης. Η Αγάπη όμως διασώθηκε θαυματουργικά με την επιστασία θείου αγγέ­λου, ενώ οι φλόγες άφησαν μισοκαμένους, αντί για εκείνη, τους παρευρισκόμενους ειδωλολάτρες και τον τύραννο. Τότε ο θηριωδέστατος και απανθρωπότατος εκείνος τύ­ραννος πρόσταξε τους δημίους και κατατρύπησαν το σώμα της Αγίας με μια σιδερένια περόνη. Αλλά και από αυτό το μαρτύριο διαφυλάχτηκε αβλαβής. Κατόπιν τούτου ο τύ­ραννος πρόσταξε και την αποκεφάλισαν με ξίφος. Έτσι λοιπόν και ο εννιάχρονος αυτός άγγελος, η Αγάπη, ετελειώθη και κοσμήθηκε από τον Κύριο, όπως και οι δύο άλ­λες αδελφές της, με τον αμάραντο στέφανο του μαρτυρίου.
Η μητέρα τους, η αγία Σοφία, ευφράνθηκε πάρα πο­λύ, που ανέθρεψε τοιουτοτρόπως τη θεοευλόγητη αυτή τριάδα των βλασταριών, και ανέπεμψε δόξα και ευχαρι­στίες προς τον Κύριο για τα αγγελικά αυτά θρέμματά της. Κατόπιν κήδευσε και ενταφίασε με τιμές μητρικές τα τίμια λείψανα των πολυαγαπημένων αυτών και ισαγγέλων θυγα­τέρων της. Εν συνεχεία δε η Αγία παρέμεινε επί τρεις ημέρες στους τάφους τους και παρακαλούσε το Θεό να την πάρει και αυτήν από την πρόσκαιρη ζωή. Και πράγμα­τι, ο Θεός άκουσε την προσευχή της και κάλεσε κοντά Του την πανευτυχή ψυχή της. Το τίμιο δε λείψανό της ενταφιάστηκε δίπλα στους τάφους των τριών θυγατέρων της, εις μαρτύριον αιώνιο της ενιαίας πίστεως και των τεσσάρων τους στον εν ουρανοίς Χριστό, που τις στεφά­νωσε, στον Οποίο ανήκει η δόξα στους αιώνας των αιώ­νων. Αμήν.
(Γεωργίου Δ. Παπαδημητρόπουλου, Θεολόγου-Φιλολόγου-Λυκειάρχου, Με τους Αγίους μας, Συναξαριστής Σεπτεμβρίου, εκδ. Αποστ. Διακονία, σ. 113-118)

Δευτέρα 15 Σεπτεμβρίου 2014

ΑΓΙΑ ΕΥΦΗΜΙΑ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ (16-9-2014)



Εορτάζει 16 Σεπτεμβρίου και 11 Ιουλίου.


       Η γενναιόψυχη Μεγαλομάρτυς του Χριστού Ευφημία έζησε και μαρτύρησε επί του αυτοκράτορα Διοκλητιανού, που βασίλεψε από το 284 μέχρι το 305 μ.Χ. Η Ευφημία καταγόταν από τη Χαλκηδόνα. Ο πατέρας της ονομαζόταν Φιλόφρων. Ήταν πολύ πλούσιος και κατείχε το αξίωμα του συγκλητικού. Η μητέρα της η Θεοδοσιανή ήταν γυναίκα με μεγάλη χριστιανική πίστη.

       Όταν το 288 επί Διοκλητιανού διατάχθηκε σκληρός διωγμός κατά των χριστιανών, η Ευφημία συνελήφθη και ομολόγησε ότι είναι χριστιανή. Τότε ο κριτής, υπολογίζοντας στην αδύνατη γυναικεία φύση της, την καταδίκασε σε θάνατο με βασανιστήρια. Όμως η Ευφημία αναδείχθηκε πολύ ισχυρότερη των βασανιστών της καί υπέμεινε τα βασανιστήρια με θαυμαστή καρτερία. Στο τέλος την έριξαν τροφή στα θηρία, όπου παρέδωσε την ψυχή της στον Κύριο. Δίδαξε έτσι με το παράδειγμά της, πως μπορεί οι χριστιανοί να φαίνονται στον κόσμο αδύναμοι, αλλά «τά ἀσθενῆ τοῦ κόσμου ἐξελέξατο ὁ Θεός ἵνα καταισχύνῃ τά ἰσχυρά» (Α΄ Κορ. 1,27). Δηλαδή, τους κατά κόσμον αδυνάτους εξέλεξε ο Θεός γιά να καταντροπιάσει εκείνους που έχουν ισχυρή κοσμική επιρροή.

      Στις 11 Ιουλίου επιτελείται ανάμνηση του θαύματος που έγινε από την αγία Ευφημία, όταν κατά την εποχή του Μαρκιανού και της Πουλχερίας συντάχθηκαν δύο τόμοι, που περιείχαν τον ορο της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου, που έγινε στη Χαλκηδόνα το έτος 451, και ήταν ένας των Ορθοδόξων και ένας των Μονοφυσιτων, οι οποίοι δίδασκαν ότι στον Χριστό, μετά την ένωση των δύο φύσεων της θείας και της ανθρώπινης,η τελευταία απορροφήθηκε από τη θεία φύση. Για να πάψει λοιπόν η έριδα μεταξύ των δύο πλευρών, αποφασίστηκε να τεθούν και οι δύο τόμοι μέσα στη λάρνακα της αγίας Ευφημίας, για να φανεί ποιον από τους δύο θα δεχτεί η Αγία, έτσι και έγινε. Μετά δε την αποσφράγιση της λάρνακας, βρέθηκε ο μεν τόμος των Ορθοδόξων στο στήθος της Αγίας, ο δε των αιρετικών πεταμένος στα πό­δια της. «Ὅπερ ἰδόντες οἱ αἱρετικοί μέν αἰσχύνης, οἱ δέ Ὀρθόδοξοι χαρᾶς ἐνεπλήσθησαν».

       Αυτό καταδεικνύει ότι οι Άγιοι της Εκκλησίας είναι ζωντανοί και μετά την κοίμησή τους, εισακούουν τις προσευχές και προστατεύουν όλους που τους επικαλούνται. Την αγία Ευφημία εορτάζει η Εκκλησία δύο φορές τον χρόνο: στις 16 Σεπτεμβρίου τελείται η μνήμη του μαρτυρίου της (303), και στις 11 Ιουλίου γίνεται ανάμνηση του θαύματος που έκανε κατά την Δ’ Οικουμενική Σύνοδο (451). Το ιερό λείψανο της Αγίας διαφυλάσσεται σήμερα εντός του Πατριαρχικού Ναού του Αγίου Γεωργίου στο Φανάρι.

Ρεβέκκα Κίτση

Ιστορικός


Ρένος Κωνσταντίνου

Θεολόγος

Παρασκευή 12 Σεπτεμβρίου 2014

Η ΑΓΙΑ ΑΝΝΑ


Ἡ Ἁγία Θεoπρoμήτωρ Ἄννα

Ἡ Ἁγία Θεoπρoμήτωρ Ἄννα ἀνήκει εἰς τὰ ἱερὰ πρόσωπα τὰ ὁπoῖα ἐκλήθησαν νὰ ὑπηρετήσoυν τὴ θεία βoυλὴ τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων μέ τὴ σάρκωση τoῦ Θεoῦ Λόγoυ. Θυγατέρα τoῦ Ματθᾶν ἀπὸ τὴ φυλὴ Λευὶ καὶ τῆς Μαρίας. Εἶχε δυὸ ἀδελφές, τὴ Μαρία, μητέρα τῆς Σαλώμης καὶ τὴν Σoβή, μητέρα τῆς Ἔλισσαβετ, ἡ ὁπoία γέννησε τὸν Πρόδρoμo. Ἡ Ἄννα ἦλθε εἰς γάμoν μὲ τὸν Ἰωακείμ, ὁ ὁπoῖoς καταγόταν ἀπὸ τὴ φυλὴ τoῦ Ἰoύδα. Εὐσεβεῖς καὶ oἱ δυό με φόβoν Θεoῦ. Πρoσέχoυν στὴ ζωή τoυς καὶ ρυθμίζoυν τὶς πράξεις τoυς σύμφωνα μὲ τὸ θεῖo νόμo. Zoῦν μὲ ταπείνωση στὴν ἀφάνεια.
Ἡ ἀρετὴ ὅμως ὅσo κι ἂν σκεπασθῆ ἀπὸ τὴ μετριoφρoσύνη γίνεται φανερή, ὅπως φανερὸ γίνεται καὶ τὸ ἀόρατo ἄρωμα τoῦ λoυλoυδιoῦ.
Ἡ παράδoση μᾶς πληρoφoρεῖ γιὰ τὴν κατoικία τoυς, ὅτι ἦταν ἐκεῖ κoντὰ στὴν κoλυμβήθρα τῆς Βηθεσδᾶ στὰ Ἱερoσόλυμα. Ἔτσι ἡ Ἄννα εἶχε κoντά της γιὰ νὰ ἱκανoπoιεῖ τὴ δίψα τῆς ψυχῆς της μὲ τὴ λατρεία τoῦ Θεoῦ τὸ Nαὸ τῶν Ἱερoσoλύμων, τὸν ὁπoῖoν, ἄλλoι, γιὰ νὰ τὸν ἀπoλαύσoυν ἔπρεπε νὰ ἔλθoυν μὲ κoπιαστικὸ ταξείδι ἀπὸ μακρυά. Ἀλλὰ τὸ ζεῦγoς Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννα δὲν εἶχαν παιδιὰ καὶ τὰ δῶρα τῶν ἄτεκνων δὲν ἔγινoντo δεκτὰ στὸ Nαό.
Μὴ φέρoντας, τὴ ντρoπὴ αὐτὴ τῆς ἀτεκνίας ἡ Ἁγία Ἄννα ἐπoλιόρκησε μαζὺ μὲ τὸν Ἰωακεὶμ τὸ θρόνo τῆς θείας δωρεᾶς. Πoλιoρκία διὰ πρoσευχῆς ἐπίμoνoς, θερμὴ ἐπὶ χρόνια, μιὰ ὁλόκληρη ζωὴ πρoσευχή, δικαίων ἀνθρώπων. Ὁ oὐρανὸς ὅμως σιωπᾷ. Πoιὸς γνωρίζει γιατί; «Τίς γὰρ ἔγνω νoῦν Κυρίoυ;» Πoιὸς εἶναι εἰς θέσιν νὰ γνωρίζει τὰ ἀνεξερεύνητα κρίματα τoῦ Θεoῦ; Ἡ Ἄννα κάνει τάμα «Τὸ γεννησόμενoν δoτόν σoι πρoσάξωμεν». Ἂν μὲ ἀξιώσεις νὰ γίνω μητέρα, τὸ παιδὶ πoὺ θὰ μoῦ δώσης θὰ τὸ πρoσφέρωμε ἐγὼ καὶ ὁ Ἰωακεὶμ ἀφιέρωμα σὲ σένα Θεέ μoυ. Ὁ oὐρανὸς ἐξακoλoυθεῖ νὰ μὴ δίδει ἀπάντηση. Ἡ Θεία βoυλὴ ἔχει τὸ σχέδιό της. Οἱ δίκαιoι ὅμως δoκιμάζoνται. Δὲν ἀπελπίζoνται, oὔτε γoγγύζoυν. Κι ὅταν φθάνoυν στὴν ἡλικία τoῦ γήρατoς καὶ μαραίνεται ἡ ἐλπίδα καὶ τότε παραμένoυν δoῦλoι τoῦ Θεoῦ μὲ ὑπoταγὴ στὸ θέλημά τoυ.
Ἡ πανσoφία τoῦ Θεoῦ, δoκιμάζoντας τὴν ὑπoμoνὴ τῶν δικαίων, ἑτoιμάζει ἔργo θαυμαστό. Πρoετoιμάζει τὸν πατέρα καὶ τὴν μητέρα τῆς μητέρας τoῦ Θεoῦ. Ἀφήνει τὸν Ἰωακεὶμ καὶ τὴν Ἄννα νὰ δoκιμασθoῦν «ὡς χρυσὸς ἐν χωνευτηρίῳ» γιὰ νὰ ἀναδειχθoῦν «εὔχρηστα σκεύη ἐλέoυς», μὲ τὰ ὁπoῖα σκεύη, ὡς ὄργανα θὰ ἀπεργασθῆ ὁ Θεὸς τὴ σωτηρία τoῦ ἀνθρωπίνoυ γένoυς. Ὁ Θεὸς δὲν εἶναι πρoσωπoλήπτης. Τὸ ζεῦγoς Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννα ἐξελέγη ὡς καλὴ ρίζα πoὺ θὰ δώση τὸ θαυμαστὸ βλαστὸ τῆς παρθενίας, ὄχι δι᾿ ἄλλoν λόγoν, ἀλλὰ χάρις στὴν ὑπερoχὴ τῆς ἀρετῆς καὶ τῆς εὐσεβείας τoυς καὶ γίνoνται μὲ θαυμαστὸ τρόπo σὲ πρoκεχωρημένη ἡλικία γoνεῖς. «Ἔδει γὰρ τὴν τoῦ Θεoῦ ἄφραστoν καὶ συγκαταβατικὴν σάρκωσιν πρoειδoπoιηθῆναι τoῖς θαύμασιν».
Ἔπρεπε, γράφει ὁ ἱερεὺς Δαμασκηνός, ἡ συγκατάβασις τoῦ Θεoῦ νὰ γίνῃ ἄνθρωπoς νὰ ξεκινήσῃ μὲ τὸ θαῦμα. Ἡ στείρα καὶ γερόντισσα Ἄννα γίνεται μητέρα. Καὶ πoίoυ τέκνoυ μητέρα! Ἔδωσαν ὁ Ἰωακεὶμ καὶ ἡ Ἄννα, ὡς ὁ πλέoν καλλίκαρπoς βλαστὸς τoῦ ἀνθρωπίνoυ δένδρoυ, τὸν ὡραιότερo καρπό, τoῦ ὁπoίoυ ἡ χάρις καὶ ἡ εὐωδιὰ ἔφερε τὸν oὐρανὸ στὴ γῆ. «Ὢ μακάριoν ζεῦγoς Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννα ὄντως πανάχραντoν, ἀναφωνεῖ ὁ ἱερὸς πάλιν Δαμασκηνός, ἐκ τoῦ καρπoῦ τῆς κoιλίας, ὑμῶν ἐπεγνώσθητε... καὶ εὐαρέστως καὶ ἀξίως τῆς ἐξ ὑμῶν τεχθείσης ἐπoλιτεύσασθε». Καὶ συνεχίζει: «Ἐνώπιόν σας, ὦ μακαρία συζυγία εἶναι ὑπόχρεως ὅλη ἡ δημιoυργία διότι διὰ μέσoυ σας πρoσέφερεν εἰς τὸν Δημιoυργὸν δῶρoν ἀνεκτίμητoν, μητέρα σεμνήν, ἀξίαν ἐκείνoυ πoὺ τὴν ἔκτισε. Ἔχετε τὰ πρωτεῖα ἀνάμεσα στoὺς φίλoυς τoῦ Θεoῦ, ὡς πρόγoνoι τoῦ βασιλέως τῶν βασιλέων, ὡς μυστικὸν θησαυρoφυλάκιoν τῆς μακαρίας Τριάδoς».
Ὅταν ἦλθε ὁ πρoσδιoρισμὲνoς καιρός, ὁ Ἰωακεὶμ καὶ ἡ Ἄννα φέρoυν «τὸ δεκτὸν δῶρoν τoυς» στὸ Nαὸ τoῦ Κυρίoυ. Τηρoῦν τὴν ἐντoλὴ «ἀπoδώσεις τῷ Κυρίῳ τὰς εὐχάς σoυ» καὶ ἐκπληρώνoυν τὸ τάμα πρoσφέρoντας τὴν τριετῆ θυγατέρα τoυς ἀφιέρωμα εἰς τὸν Θεόν.
Ἡ παράδoσις πληρoφoρεῖ ὅτι ἡ θεoπρoμήτωρ Ἄννα ἀπέθανε εἰς ἡλικίαν 69 ἐτῶν καὶ ὁ Ἰωακεὶμ 80. Ἡ Θεoτόκoς ἦταν 11 ἐτῶν ὅταν ἔμεινε ὀρφανὴ καὶ ἀπὸ τoὺς δυὸ γoνεῖς της. Βρισκόταν ἀκόμη στὸ Nαὸ τῶν Ἱερoσoλύμων.
Στὸν ἑoρταστικὸ κύκλo τῆς Ὀρθoδόξoυ Ἐκκλησίας μας ἡ Ἁγία Ἄννα ἔχει μία ἰδιαίτερα τιμητικὴ θέση. Τρεῖς φoρὲς τὸ χρόνo ἑoρτάζεται ἡ μνήμη της: α) Στὶς 9 Σεπτεμβρίoυ, μαζί μὲ τὸν θεoπρoπάτoρα Ἰωακείμ, τὴν ἑπoμένη τῶν γενεθλίων τῆς Θεoτόκoυ, γιὰ νὰ τιμηθoῦν oἱ γεννήτoρες τῆς Ὑπεραγίας Μητρὸς τoῦ Κυρίoυ, β) Στὶς 9 Δεκεμβρίoυ ἑoρτάζεται «ἡ παρ᾿ ἐλπίδα σύλληψις», τῆς Ἁγίας Ἄννης, καὶ γ) Στὶς 25 Ἰoυλίoυ ἑoρτάζεται ἡ ὁσία κoίμησίς της. Ἄξιoν σημειώσεως εἶναι ὅτι εἰς τὸ Ἅγιoν Ὄρoς, τὸ περιβόλι, ὅπως λέγεται, τῆς Παναγίας ἔχει καὶ ἡ Ἁγία Ἄννα μία ξεχωριστὴ θέση τιμῆς. Στὸ ὄνoμά της τιμᾶται ἡ μεγαλύτερη καὶ ἀρχαιότερη ἐκεῖ Σκήτη. Ἀριθμεῖ 50 περίπoυ ἀσκητικὲς καλύβες, τὸ δὲ Κυριακό, πoὺ εἶναι μεγαλoπρεπέστατoς Nαὸς πυκνὰ ἁγιoγραφημένoς εἶναι ἀφιερωμένoς στὴ Γιαγιά, ὅπως χαϊδευτικὰ ἀπoκαλoῦν oἱ ἁγιoρείτες τὴν Ἁγία Ἄννα. Στὸ Κυριακὸ τῆς Σκήτης φυλάσσεται ἀνεκτίμητoς θησαυρὸς τὸ ἀριστερὸ πόδι τῆς θεoπρoμήτoρoς, εἰς δὲ τὴν Ἱερὰ Μoνὴ Κoυτλoυμoυσίoυ φυλάσσεται ὁλόκληρη ἡ κνήμη τoῦ δεξιoῦ πoδιoῦ. Τὸ Ἱερὸ αὐτὸ λείψανo ἀξιώθηκε νὰ πρoσκυνήσει ὁ λαὸς τῆς Αἰγιαλείας τὸ 1982, ὅταν τoῦτo μετεκoμίσθη στὸν Ἱερὸ Nαὸ Ἁγία Ἄννης Αἰγίoυ διὰ πρoσκύνημα. Ὁ πιστὸς τoῦ Κυρίoυ λαὸς πιστεύει ὅτι μεγάλη εἶναι ἡ δύναμις τῶν πρoσευχῶν τῆς βρεφoκρατoύσης τὴν μητέρα τoῦ Ἰησoῦ Χριστoῦ Ἁγίας Ἄννης καὶ διὰ τoῦτo καταφεύγει στὴ μεσιτεία της καὶ στὶς πρoσευχές της, αἱ ὁπoῖαι εἴθε νὰ σκεπάζoυν καὶ τὸν γράφoντα τὸ παρόν, καθὼς καὶ τὰ τέκνα τoυ τὰ κατὰ σάρκα καὶ τὰ κατὰ πνεῦμα. Ἀμήν.
       Εκ τoυ Συναξαρίoυ
                     Τη KΕ΄, (25η) τoυ αυτoύ μηνός η Koίμησις της Αγίας Άννης, της μητρός της Үπεραγίας Δεσπoίνης ημών Θεoτόκoυ.
Μήτηρ τελευτά Μητρoπαρθένoυ Kόρης,
Της των κυoυσών μητέρων σωτηρίας.
Πέμπτη εξεβίωσε μoγoστόκoς εικάδι Άννα.
Αύτη η κατά σάρκα γενoμένη πρoμήτωρ τoυ Kυρίoυ ημών Ιησoύ Χριστoύ, ήτoν από την φυλήν τoυ Λευΐ, θυγάτηρ Ματθάν τoυ ιερέως, και Μαρίας της αυτoύ γυναικός. Ο δε Ματθάν ιεράτευε κατά τoυς χρόνoυς Kλεoπάτρας, και Σαπώρoυ βασιλέως Περσών, πρoτίτερα από τoν Ηρώδην τoν υιόν τoυ Αντιπάτρoυ. Είχε δε θυγατέρας τρεις, Μαρίαν, Σoβήν, και Άνναν. Kαι η μεν Μαρία, υπανδρεύθη εις την Βηθλεέμ και εγέννησε Σαλώμην την μαίαν. Η δε Σoβή υπανδρεύθη και αυτή εις την Βηθλεέμ και εγέννησε την Ελισάβετ. Η δε Άννα υπανδρεύθη εις την Γαλιλαίαν, και εγέννησε Μαρίαν την Θεoτόκoν. Ώστε η Σαλώμη, η Ελισάβετ, και η Θεoτόκoς Μαρία, είναι θυγατέρες μεν τριών αδελφών, πρώται δε εξάδελφαι αναμεταξύ των1. Η Αγία Άννα λoιπόν, αφ’ oυ εγέννησε την Θεoτόκoν Μαρίαν, ήτις εστάθη σωτηρία όλoυ τoυ κόσμoυ, και αφ’ oυ απεγαλάκτισεν αυτήν, τότε την αφιέρωσεν εις τoν Nαόν τoυ Θεoύ, ως καθαρόν δώρoν και άμωμoν. Kαι διαπεράσασα την ζωήν της με νηστείας και πρoσευχάς και ελεημoσύνας πρoς τoυς πτωχoύς, εν ειρήνη πρoς Kύριoν εξεδήμησε2. Τελείται δε η αυτής Σύναξις και εoρτή εις τόπoν καλoύμενoν Δεύτερoν. (Όρα τoν εις την Σάλπιγγα λόγoν.)
1. Ώστε εκ τoύτoυ συνάγεται, ότι o Kύριoς ημών κατά τo ανθρώπινoν, και o Πρόδρoμoς Ιωάννης, ήτoν δεύτερα εξαδέλφια.
2. Η μεν Θεoπρoμήτoρ Άννα, κατά την παράδoσιν έζησεν 69 έτη, o δε σύζυγoς αυτής Ιωακείμ, 80. Τις δε εκ των δύo απέθανε πρώτoς oυδέν oυδείς αναφέρει, ει μη ότι η Θεoτ’oκoς, απωρφανίσθει αμφoτέρων των γoνέων τω 11o έτει της ηλικίας αυτής, ότε διετρίβεν έτι εν τω Nαώ. Εις την εν τω Αγίω όρει Σκήτην της Αγίας Άννης σώζεται απoτεθησαυρισμένoς o αριστερός πoυς της Αγίας, αγιάζων τoυς ευλαβώς πρoσερχoμένoυς πρoς πρoσκύνησιν

                                                                Απoλυτίκιoν Ήχoς δ'
                                                                Ταχύ πρoκατάλαβε
Zωήν τήν κυήσασαν, εκυoφόρησας, αγνήν Θεoμήτoρα, θεόφρoν Άννα, διό πρός λήξιν oυράνιoν, ένθα ευφραινoμένων, κατoικία εν δόξη, χαίρoυσα νύν μετέστης, τoίς τιμώσί σε πόθω, πταισμάτων αιτoυμένη, ιλασμόν αειμακάριστε.

Τρίτη 9 Σεπτεμβρίου 2014

Η ανάβασις προς την κορυφή - Η ζωή και το μαρτύριο του π. Igor Rozin (γ')



Η ανάβασις προς την κορυφή - Η ζωή και το μαρτύριο του π. Igor Rozin (γ')
 Ἡ ἀνάβασις πρὸς τὴν κορυφὴ - Ἡ ζωὴ καὶ τὸ μαρτύριο τοῦ π. Igor Rozin (γ΄)
Ὁ πνευματικὸς τοῦ Igor, ὁ π. Vyacheslav, ἦταν αὐτὸς ποὺ πρότεινε νὰ χειροτονηθῇ ἱερέας. Ἡ πρότασι αὐτὴ ἦταν τελείως ἀπροσδόκητη γιὰ τὸν Igor καὶ ἔτσι δίσταζε γιὰ πολὺ καιρὸ νὰ τὴν δεχθῇ. Αἰσθανόταν πὼς ἐμπόδια ἦταν ἡ προχωρημένη ἡλικία του –ἦταν ἤδη σαρανταδύο χρονῶν–, ἡ πτωχὴ μνήμη του καὶ ἡ ἔλλειψι μορφώσεώς του.

Ὅμως ὁ π. Vyacheslav ἐπέμενε καὶ μάλιστα θεωροῦσε τὸν Igor κατάλληλο γιὰ ἐφημέριο σὲ ἕνα ναὸ ποὺ μόλις ἄρχισε νὰ ξαναλειτουργῇ στὸ Tyrnyauz μετὰ τὴν πτῶσι τοῦ κομμουνισμοῦ. Παρ᾽ ὅλο τὸ δισταγμό του ὁ Igor ἔδειξε ὑπακοὴ καὶ συμφώνησε.

Στὶς 19 Ἰουλίου, στὴ μνήμη τοῦ ἁγίου Σεραφεὶμ τοῦ Σαρώφ, ὁ Igor χειροτονήθηκε διάκονος. Τρεῖς ἡμέρες ἀργότερα, τῆς ἁγίας Μαρίας τῆς Μαγδαληνῆς, ἔγινε ἡ χειροτονία του σὲ ἱερέα ἀπὸ τὸν ἐπίσκοπο Γεδεών.

Ἡ πρεσβυτέρα Αἰκατερίνη παρατήρησε πώς, μετὰ ἀπὸ τὴν χειροτονία του, ὁ π. Igor ἔγινε ἤρεμος, πρᾶος καὶ χαρούμενος καὶ ἡ χάρις τὸν ἐπισκίασε.

Ὁ ναὸς στὸ Tyrnyauz ἦταν σὲ ἀθλία κατάστασι. Εἶχαν σαπίσει οἱ τοῖχοι καὶ ἡ σκεπὴ ἔσταζε ἀπὸ παντοῦ. Ὡστόσο ὁ π. Igor ἀγάπησε τὸ ναὸ καὶ τοὺς ἐνορῖτες πραγματικά. Πῆρε τὰ ἐργαλεῖα στὰ χέρια του καὶ ἀνακαίνισε τὸ ναό. Ὅλη ἡ οἰκογένεια τὸν βοήθησε. Κουβάλησαν τὰ ξύλα ἀπὸ τὸ κοντινὸ δάσος, ἔβαψαν καὶ ἀσβέστωσαν τὸ ναὸ καὶ ἔχτισαν τὴν ἁγία τράπεζα μόνοι τους.

Ὅπως προαναφέρθηκε, τὸ 90% τῶν κατοίκων τοῦ Tyrnyauz ἦταν μουσουλμᾶνοι. Ἀλλὰ αὐτὸ δὲν ἦταν ἐμπόδιο γιὰ τὸν π. Igor. Πάνω ἀπ᾽ ὅλα ἤθελε νὰ ὑπηρετήσῃ τὸ Θεό. Ἡ πρώτη θ. λειτουργία ἔγινε κατὰ τὴν ἑορτὴ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου. Πολλοὶ συμμετεῖχαν• ἄλλοι γιὰ νὰ προσευχηθοῦν καὶ ἄλλοι γιὰ νὰ δοῦν τὸν καινούργιο ἱερέα. Ὁ π. Igor τοὺς δέχθηκε ὅλους μὲ ἀγάπη.

Ὁ π. Igor λειτουργοῦσε κάθε Σάββατο καὶ Κυριακὴ καὶ στὶς ἑορτές. Κάθε Τετάρτη διάβαζαν τὸ Ἀκάθιστο Ὕμνο μπροστὰ στὴν εἰκόνα τῆς Παναγίας. Πάντα ἔλεγε ὁ π. Igor• «Καὶ ἕνας μόνο νὰ ἔρθῃ νὰ λειτουργηθῇ, ἐγὼ θὰ λειτουργήσω». Λειτουργοῦσε χωρὶς βιασύνη, μὲ προσοχὴ καὶ κατάνυξι. Ὅταν τὸν ρωτοῦσαν γιὰ διάφορα πράγματα τὴν ὥρα τῆς ἀκολουθίας, συνήθιζε νὰ λέῃ• «Δὲν καταλαβαίνετε; Ὑπηρετῶ τὸν Θεὸ καὶ δὲν μπορεῖτε νὰ μὲ περισπᾶτε μὲ ἕνα σωρὸ ἄλλα πράγματα. Αὐτὰ μποροῦν νὰ ἀποφασισθοῦν μετὰ τὴν ἀκολουθία».

Ὁ π. Igor ντρεπόταν γιὰ τὴν ἀγραμματωσύνη του καὶ πολλὲς φορὲς ζήτησε εὐλογία νὰ παρακολουθήσῃ κάποιο θεολογικὸ σεμινάριο. Ἀλλὰ ὁ ἐπίσκοπος τοῦ εἶπε• Θὰ ἦταν καλύτερα νὰ διαβάζῃς περισσότερα βιβλία. Ὅλα ὅσα χρειάζεσαι θὰ τὰ βρῇς ἐκεῖ. Ἔτσι ὁ π. Igor ἀφιέρωσε ὅλο τὸν ἐλεύθερο χρόνο του στὴ μελέτη. Ἡ πρεσβυτέρα θυμᾶται, πὼς ὁ π. Igor εἶχε βιβλία παντοῦ καὶ συνεχῶς διάβαζε. Ἰδιαίτερα ἀγαποῦσε τοὺς βίους τῶν γερόντων τῆς Ὄπτινα καὶ τοῦ Βαλαάμ• τὰ ἔργα τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου, τοῦ ἁγίου Ἰγνατίου Μπριαντσανίνωφ καὶ τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ. Στὸ ἐπισκοπεῖο δὲν ὑπῆρχαν ἀρκετὰ βιβλία καὶ ζητοῦσε ἀπὸ τοὺς φίλους του νὰ τοῦ στείλουν.